Μετά το 1ο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε τους στόχους που είχε θέσει στο πρώτο συνέδριο του «ενιαίου» πια κόμματος: οι συνιστώσες καταργούνται («σε εύλογο χρονικό διάστημα», σύμφωνα με την απόφαση) και ο πρόεδρος εκλέγεται από το συνέδριο (κι επομένως δεν ελέγχεται από κανένα όργανο του κόμματος, όπως την Κεντρική Επιτροπή, παρά μόνο από το συνέδριο που διεξάγεται κάθε 3 χρόνια).

Αυτό όμως που δεν κατάφερε η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ήταν να εξασθενίσει την αριστερή πτέρυγα(*) του ΣΥΡΙΖΑ – «πέτυχε» το αντίθετο, να τη συσπειρώσει και να την ενισχύσει. Η σύγκρουση, έτσι, στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ κάθε άλλο παρά έχει λήξει: αντίθετα, μπαίνει σε μια νέα περίοδο έντασης και πόλωσης.

πίσω από τα οργανωτικά ζητήματα

Το συνέδριο αυτό καλέστηκε για να αποφασίσει βασικά για τα οργανωτικά ζητήματα και κύρια για την κατάργηση των συνιστωσών και την εκλογή του προέδρου από το ίδιο το συνέδριο. Δεν καλέστηκε για να συζητήσει την πολιτική κατάσταση, τα καθήκοντα, το πρόγραμμα κλπ του ΣΥΡΙΖΑ σε μια περίοδο που ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδικεί, αντικειμενικά, να αποτελεί την επόμενη κυβέρνηση.

Αυτό, εκ πρώτης όψεως φαίνεται παράξενο. Πώς γίνεται σε μια τέτοια κρίσιμη φάση, το συνέδριο αντί να συζητά πολιτικά ζητήματα να συζητά οργανωτικά; Στην πραγματικότητα πίσω από τα οργανωτικά θέματα κρύβονται πολιτικά ζητήματα.

η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ σε «δεξιά» τροχιά

Η ηγεσία του κόμματος, υπό τον Αλέξη Τσίπρα, είναι αποφασισμένη να θέσει τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια πιο «μετριοπαθή» πολιτική τροχιά, να τον στρέψει δηλαδή προς τα «δεξιά».

Όλη την προηγούμενη περίοδο είχαμε από την πλευρά της ηγετικής ομάδας ένα διαρκές «στρογγύλεμα» θέσεων – κάτω από τη διαρκή πίεση που δεχόταν από την άρχουσα τάξη και τα ΜΜΕ.

Στελέχη της δεξιάς πτέρυγας του κόμματος όπως οι Δραγασάκης και Σταθάκης δεν κουράζονταν να τονίζουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα προβεί σε μονομερείς ενέργειες (ο πρώτος) ή ότι οι εθνικοποιήσεις των ιδιωτικοποιημένων δημόσιων επιχειρήσεων είναι κάτι εξαιρετικά δύσκολο, ότι οι φοροαπαλλαγές των εφοπλιστών δεν πρόκειται να καταργηθούν (ο δεύτερος) κλπ. Αυτές οι τοποθετήσεις ήταν έξω από τις επίσημες αποφάσεις των συνδιασκέψεων και άλλων οργάνων του ΣΥΡΙΖΑ, όμως είχαν την ανοχή της ηγεσίας Τσίπρα.

Η πολιτική εικόνα προς τα έξω, από τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα, ήταν εντελώς αντιφατική (τουλάχιστο). Στο θέμα των μνημονίων και του χρέους είχαμε ένα διαρκές παιγνίδι λέξεων: τη μια ήταν «κατάργηση», την άλλη ήταν «επαναδιαπραγμάτευση», την τρίτη ήταν «μορατόριουμ» στη συνέχεια ήταν «αναστολή», και τελικά το πράγμα έγινε αστείο…

Το κεντρικό σύνθημα που είχε απογειώσει τον ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Μάη και του Ιούνη του 2012, για μια κυβέρνηση της Αριστεράς, σταδιακά υποβαθμίστηκε. Έγινε «κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας» που μεταφράζεται σε συνεργασία με τους Αν. Έλληνες, τη ΔΗΜΑΡ, ακόμα και τμήματα του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ (σύμφωνα με δημόσιες τοποθετήσεις πολλών στελεχών της «δεξιάς» πτέρυγας).

Τη μια ο Α. Τσίπρας υποσχόταν στους Έλληνες εργαζόμενους αποκατάσταση μισθών, δικαιωμάτων και κοινωνικού κράτους και την ίδια στιγμή δήλωνε πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα έφερνε επενδύσεις στην Ελλάδα – πράγματα που αλληλοαναιρούνται. Παρόμοιες οι αντιφάσεις και στο θέμα του ευρώ: επέμενε ότι παρότι η μελλοντική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα αρνιόταν την εφαρμογή των πολιτικών της Τρόικα, η Ελλάδα θα παράμενε στο ευρώ – φτάνοντας μάλιστα σε δημόσιες ομιλίες να δηλώνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εγγυάται την παραμονή στο ευρώ.

Η ουσία των διαφωνιών, επομένως, αφορά τα κορυφαία πολιτικά ζητήματα της περιόδου: Θα διαγραφεί η χρέος ή όχι; Θα εθνικοποιηθούν οι τράπεζες και οι στρατηγικής επιχειρήσεις της χώρας ή θα παραμείνει το μεγάλο ιδιωτικό κεφάλαιο, ντόπιο και πολυεθνικό, κυρίαρχο στην οικονομία; Είναι έτοιμος ο ΣΥΡΙΖΑ για μια μετωπική σύγκρουση με την Ευρωζώνη;

η ουσία των διαφωνιών

Αυτά τα ζητήματα δεν αφορούν καθόλου κάποιου είδους ιδεολογικές εμμονές. Αφορούν με ποιο τρόπο πρακτικά θα βγει η κοινωνία μας από την καταστροφή την οποία βιώνει. Στο τέλος-τέλος το ερώτημα που τίθεται είναι το ακόλουθο: θα είναι ο δημόσιος τομέας ο κινητήριος μοχλός για την ανάπτυξη της οικονομίας ή ο ιδιωτικός (δηλαδή το μεγάλο κεφάλαιο, ντόπιο και ξένο);

Η επιλογή του δημόσιου τομέα σαν κινητήρια δύναμη, σαν βασικού μοχλού για την ανάπτυξη, προκύπτει σαν αναγκαιότητα από το γεγονός πως αυτό που μας έφερε στη σημερινή κρίση δεν είναι τίποτε άλλο από τη λειτουργία του ιδιωτικού τομέα – την υποταγή δηλαδή των πάντων στα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου. Και, στο όνομα του να δοθούν κίνητρα στο ίδιο αυτό μεγάλο ιδιωτικό κεφάλαιο, για να επενδύσει, υποτίθεται, συνεχίζουν να εφαρμόζονται οι πολιτικές της «κινεζοποίησης» των Ελλήνων εργαζομένων.

Η λειτουργία του δημόσιου τομέα σαν κύριου μοχλού για την ανάπτυξη της οικονομίας περνά αναγκαστικά μέσα από την εθνικοποίηση των τραπεζών και των στρατηγικών τομέων της οικονομίας, την εγκαθίδρυση κοινωνικού και εργατικού ελέγχου και διαχείρισης για να αντιμετωπιστεί η διαφθορά και τα σκάνδαλα, τη σύγκρουση με την Ευρωζώνη και την ΕΕ, την προστασία της οικονομίας από την επιθετικότητα του κεφαλαίου (έλεγχος κίνησης κεφαλαίων και εξωτερικού εμπορίου) κλπ. Αυτά πάνε ασφαλώς μαζί με την άρνηση αποπληρωμής του χρέους. Και θέτουν μπροστά στο ελληνικό εργατικό κίνημα την ανάγκη της κοινής πάλης τους εργαζόμενους της υπόλοιπης Ευρώπης και τη μετωπική σύγκρουση με το κεφάλαιο και την άρχουσα τάξη. Προφανώς όλα αυτά θέτουν επί τάπητος ένα εναλλακτικό οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο – το σοσιαλιστικό (με την πραγματική έννοια του όρου).

Αυτά είναι τα επίδικα σημεία της περιόδου που διανύει η ελληνική κοινωνία αλλά και (αναπόφευκτα) της εσωτερικής σύγκρουσης στον ΣΥΡΙΖΑ.

Η πλειοψηφία στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, γύρω από τον Αλέξη Τσίπρα, δεν είναι σε θέση να δώσει τη μάχη, πολιτικά, καθαρά και δημόσια, πάνω σ’ αυτά. Αν το έκανε θα κινδύνευε να βρεθεί εντελώς εκτεθειμένη – και στη βάση του ΣΥΡΙΖΑ και στην κοινωνία.

Αν έλεγε καθαρά τις πραγματικές πολιτικές της θέσεις και προθέσεις θα αποκαλυπτόταν η πλήρης έλλειψη επιχειρηματολογίας από μέρους της καθώς και το αδιέξοδο των προτάσεών της. Και τότε θα διακινδύνευε να τα χάσει όλα – να περνούσε δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ στον έλεγχο της αριστερής πτέρυγας και η σημερινή ηγεσία να εξοστρακιστεί.

Γι’ αυτό επιλέγει να συγκρουστεί στα οργανωτικά ζητήματα προβάλλοντας σαν «ενωτική» και «δημοκρατική» απέναντι στους εσωκομματικούς της αντιπάλους.

τι κρύβεται πίσω από την κατάργηση των συνιστωσών

Έτσι, οι «συνιστώσες» μετατράπηκαν ξαφνικά σε μέγα πρόβλημα και έπρεπε να καταργηθούν.

Γιατί όμως ήταν πρόβλημα οι συνιστώσες; Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ απογειώθηκε από το 4% στο 27%, ήταν ο «ΣΥΡΙΖΑ των Συνιστωσών»: ένας ομοσπονδιακός πολιτικός φορέας, αποτέλεσμα της συνεργασίας διαφορετικών πολιτικών οργανώσεων.

Καταργώντας τις συνιστώσες ο ΣΥΡΙΖΑ καταργεί τις διαφορετικές πολιτικές οργανώσεις και τις υποτάσσει όλες στη μεγαλύτερη πολιτική οργάνωση – δηλαδή τον ΣΥΝασπισμό.

Η πραγματικότητα είναι πως αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε δημιουργηθεί σαν ο ΣΥΡΙΖΑ των Συνιστωσών ίσως να μην κατάφερνε ποτέ  να φτάσει στα σημερινά του ποσοστά. Ήταν ακριβώς η ιδέα και η πράξη της πλατιάς συνεργασίας πολλών και διαφορετικών πολιτικών οργανώσεων που λειτούργησε τόσο ελκυστικά για χιλιάδες αγωνιστές της Αριστεράς – ιδιαίτερα ανένταχτους.

Οι συνιστώσες ήταν στην πλειοψηφία τους στα αριστερά του ΣΥΝ. Όσο ο ΣΥΝ ήταν μικρός η ηγεσία του χρειαζόταν το ριζοσπαστισμό των συνιστωσών, για να επιβιώσει κατ’ αρχήν και για να αποκτήσει δυναμική στη συνέχεια. Όταν όμως η ηγεσία του ΣΥΝ άρχισε να πλησιάζει την κυβερνητική εξουσία, αυτός ο ριζοσπαστισμός αποτελούσε πια σοβαρό πονοκέφαλο.

Έτσι η ηγεσία πρότεινε την κατάργηση των συνιστωσών και τη μετατροπή τους σε τάσεις. Η διαφορά της τάσης από τη συνιστώσα είναι ότι η τελευταία χάνει τη δυνατότητα της ανεξάρτητης ύπαρξης και δημόσιας έκφρασης της διαφορετικότητάς της.

το θέμα των λιστών

Όμως η ηγεσία πήγε ένα βήμα παραπέρα: ζήτησε να καταργηθούν όχι μόνο οι συνιστώσες αλλά και οι λίστες στις εσωκομματικές εκλογές, για την εκλογή των καθοδηγητικών οργάνων.

Αυτό σημαίνει πως θα μπορούσε μια τάση να υποστηρίζει μια διαφορετική εναλλακτική πρόταση από αυτή της ηγεσίας αλλά δεν θα μπορούσε να κατεβάσει δική της λίστα (ψηφοδέλτιο) για να διεκδικήσει την υποστήριξη/ψήφο της κομματικής βάσης σ’ αυτές ακριβώς τις πολιτικές απόψεις.

Το δικαίωμα των τάσεων να κατεβάζουν δική τους λίστα στις εσωκομματικές εκλογές είναι κάτι απόλυτα υγιές! Γιατί σημαίνει πως το κάθε ψηφοδέλτιο έχει υποχρεωτικά πολιτική και ιδεολογική βάση, ανοικτά και καθαρά. Έτσι η βάση του κόμματος θα μπορεί να επιλέξει ποια πολιτική γραμμή θεωρεί σωστότερη μέσα από ένα δημοκρατικό πολιτικό διάλογο. Στη συνέχεια οι τάσεις αυτές θα πρέπει να εκπροσωπούνται αναλογικά, με βάση τα ποσοστά τους, στα ηγετικά όργανα!

Αν το δικαίωμα της λίστας για τις τάσεις καταργηθεί τότε η βάση θα καλείται να επιλέγει όχι στη βάση ιδεών αλλά στη βάση ατόμων! Κι αυτό αφήνει ανοικτό το πεδίο σε κάθε είδους «χειρισμούς» και «συναλλαγές» για ομάδες ή άτομα που βλέπουν τον ΣΥΡΙΖΑ καιροσκοπικά –και για τα ΜΜΕ βέβαια να παρεμβαίνουν προβάλλοντας τους φίλα διακείμενους… Αυτοί οι «καιροσκόποι» παρεμπιπτόντως, έχουν σπεύσει να κατακλύσουν μαζικά τον ΣΥΡΙΖΑ αμέσως μετά τον Μάη και Ιούνη του περασμένου χρόνου…

το θέμα του προέδρου

Την κατάργηση των συνιστωσών και την εκλογή του προέδρου απ’ το συνέδριο η ηγεσία κατάφερε να τα περάσει (το θέμα των λιστών δεν έχει κριθεί τελικά ακόμη) στο όνομα της «δημοκρατίας των μελών» και της ενότητας του ΣΥΡΙΖΑ. Το πόσο υποκριτικό είναι αυτό όμως αποκαλύπτεται από την πρόταση (απόφαση πια του συνεδρίου) να εκλέγεται ο πρόεδρος από το συνέδριο και όχι από την Κεντρική Επιτροπή του κόμματος.

Σε όλη την ιστορία της Αριστεράς οι επικεφαλής (γενικοί γραμματείς ή πρόεδροι) εκλέγονται από την Κ.Ε. Ο λόγος είναι πολύ απλός: η Κεντρική Επιτροπή συνεδριάζει τακτικά και μπορεί να ελέγχει τον πρόεδρο (και να τον αντικαθιστά αν κρίνει ότι χρειάζεται) να διαμορφώνει νέες προσεγγίσεις, αναλύσεις, πρόγραμμα, κοκ.

Όταν ο πρόεδρος εκλέγεται απ’ το Συνέδριο, το οποίο στα καταστατικά όλων των κομμάτων είναι το ανώτατο όργανο, δηλαδή πάνω και από την Κ.Ε. και από τις διάφορες συνδιασκέψεις, τότε η το μόνο όργανο που μπορεί να τον ελέγχει είναι το συνέδριο.

Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Σημαίνει πως από τώρα μέχρι το επόμενο συνέδριο, σε τρία δηλαδή χρόνια περίπου, την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ θα την αποφασίζει ο Αλέξης Τσίπρας με τα δικά του προεδρικά επιτελεία.

Εδώ προκύπτει ένα κρίσιμο ζήτημα εσωκομματικής δημοκρατίας: το κόμμα, δηλαδή τα δεκάδες χιλιάδες μέλη του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν τρόπο να ελέγχουν τον πρόεδρό τους! Έχουμε αντιγραφή των δομών των αστικών κομμάτων – ΠΑΣΟΚ και ΝΔ!

η μάχη της αριστεράς στον ΣΥΡΙΖΑ

Η αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ και πιο ειδικά η Αριστερή Πλατφόρμα προσπάθησε να πολιτικοποιήσει τη μάχη. Από τη μια κατάγγειλε τις οργανωτικές μεθοδεύσεις της ηγεσίας, κι από την άλλη κατέθεσε μια σειρά από τροπολογίες στο βασικό κείμενο του συνεδρίου. Αυτές αφορούσαν:

  1. Τη διαγραφή του χρέους
  2. Εθνικοποίηση των τραπεζών, των ΔΕΚΟ και των στρατηγικών τομέων της οικονομίας
  3. Προετοιμασία για το ενδεχόμενο εξόδου από το Ευρώ,
  4. Πάλη για κυβέρνηση της Αριστεράς, καμία συγκυβέρνηση με κόμματα του κατεστημένου

Όλες οι προτάσεις καταψηφίστηκαν, αποδεικνύοντας ακριβώς αυτό που λέμε πιο πάνω – ότι η ηγεσία αρνείται μια πραγματικά ριζοσπαστική πολιτική, σύγκρουσης με τα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα, την άρχουσα τάξη και την Τρόικα/ΕΕ.

η αριστερή πτέρυγα έχασε…

Οι προτάσεις αυτές συγκέντρωσαν την υποστήριξη του 1/3 περίπου των συνέδρων. Αυτό αποτέλεσε ένα πλήγμα για την Αριστερή Πλατφόρμα (που κατέθεσε τις σχετικές προτάσεις) καθώς στη Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ του περασμένου Νοέμβρη αντίστοιχες τροπολογίες, είχαν πλησιάσει σε μερικές περιπτώσεις το 45 – 50%!

Η σχετική μείωση της απήχησης αυτών των προτάσεων οφείλεται σε δύο βασικά παράγοντες. Ο ένας είναι η τεράστια πόλωση που υπήρχε στο συνέδριο αυτό. Τα «στρατόπεδα» ήταν διαχωρισμένα στη βάση πολύ «σκληρών» γραμμών. Ο δεύτερος είναι ο όλος τρόπος με τον οποίο διεξήχθη η προσυνεδριακή διαδικασία. Στο ΣΥΡΙΖΑ (όπως έχουμε γράψει ξανά) έχουν εισρεύσει πολλοί καιροσκόποι που κατέφθασαν με τους «προσωπικούς στρατούς» ψηφοφόρων τους και δεν είχαν πραγματικό ενδιαφέρον για την πολιτική συζήτηση. Παράλληλα, δεν υπήρξε ουσιαστικός προσυνεδριακός διάλογος: λίγοι διάβασαν τις 200 περίπου σελίδες των κειμένων, ενώ έγιναν μόνο δύο κατά μέσο όρο συνεδριάσεις των τοπικών οργανώσεων του ΣΥΡΙΖΑ που αναλώθηκαν κύρια στα οργανωτικά ζητήματα.

…όμως είχε μια σημαντική επιτυχία

Η τακτική της πόλωσης που επέλεξε η ηγετική ομάδα σε συνδυασμό με την αλαζονεία που επέδειξε μπροστά στην αναμενόμενη νίκη της, λειτούργησε  πάντως εναντίον της για ένα σημαντικό αριθμό συνέδρων.

Έτσι η Αριστερή Πλατφόρμα που στη συνδιάσκεψη του Νοέμβρη είχε εκλέξει το 25% των μελών της προηγούμενης Κεντρικής Επιτροπής, μπόρεσε να κερδίσει το 30% στο συνέδριο. Σε σύνολο 3.400 περίπου ψηφοδελτίων η Αρ. Πλατφόρμα ψηφίστηκε από 1023 αντιπροσώπους, δηλαδή το 30,15% ενώ το «ενωτικό» ψηφοδέλτιο από 2294 αντιπροσώπους και το 67,21%.

Η αύξηση αυτή καθεαυτή δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλη, είναι όμως πολύ σημαντικό το ότι υπήρξε. Κι αυτό γιατί η προεδρική πλειοψηφία πήγε με στόχο να συρρικνώσει αν όχι να «εξοντώσει» την Αριστερή Πλατφόρμα.

στηρίζουμε την αριστερά στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ

Το ότι αυτή τη στιγμή το 1/3 τουλάχιστον του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται (συνειδητά και μαχητικά θα λέγαμε) στα αριστερά της προεδρικής πλειοψηφίας, δείχνει ότι ο στόχος του παροπλισμού και της ήττας της αριστερής πτέρυγας , που διάλεξε η προεδρική πλειοψηφία, δεν θα είναι καθόλου εύκολος.

Το «Ξ» στηρίζει ενεργά την  αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ παρότι διαφωνίες υπάρχουν σε μια σειρά επίπεδα.

Σε προηγούμενα άρθρα μας εξηγούσαμε πως η συνεργασία της Αρ. Πλατφόρμας με την ΑΝΑΣΑ είναι  κάτι που πρέπει να επιδιωχθεί, καθώς οι θέσεις που καταθέσανε στο συνέδριο ήταν παραπλήσιες. Αυτό δεν έγινε.

Η ΑΝΑΣΑ, μπροστά σε μια σκληρή σύγκρουση δεν έδωσε στην πραγματικότητα τη μάχη. Επέλεξε να μην καταθέσει προτάσεις προς ψήφιση, ούτε να ψηφίσει τις τροποποιήσεις της Αρ. Πλατφόρμας. Τελικά δεν διαφοροποιήθηκε με ουσιαστικό τρόπο από την «προεδρική» τάση.

Το Αριστερό Ρεύμα (η βασική δύναμη της Αριστερής Πλατφόρμας) από την άλλη έχει μια ιστορία με αρκετά «προβλήματα». Σε πολιτικό επίπεδο, ο τρόπος με τον οποίο έθετε την προηγούμενη περίοδο το ζήτημα του ευρώ περιείχε τον κίνδυνο της δημιουργίας αυταπατών  ότι η αλλαγή νομίσματος, από μόνη της, θα δώσει διέξοδο από την κρίση. Ή ότι αυτή η διέξοδος μπορεί να έρθει στα πλαίσια μιας μόνο χώρας (εθνοκεντρισμός).  Επιπλέον ένας αριθμός συνδικαλιστών του Αρ. Ρεύματος  είναι πολύ πίσω από τις ανάγκες του κινήματος, ενώ οι συνεργασίες στελεχών του Αρ. Ρεύματος με γραφειοκράτες του ΠΑΣΟΚ δεν είναι σπάνιες.

Η διαδρομή που ακολούθησε η ΔΕΑ, από την άλλη, βασική συνιστώσα του R-Project που συμμετέχει στην Αρ. Πλατφόρμα, δημιουργεί επίσης ερωτηματικά. Στο παρελθόν η ΔΕΑ είχε αντιταχθεί μαχητικά σε άλλες προσπάθειες αριστερών αντιπολιτεύσεων στον ΣΥΡΙΖΑ, όπως ήταν   το «2ο κύμα», το οποίο είχε θέσει για πρώτη φορά ανοιχτά τα ζητήματα δημοκρατίας και την ανάγκη για ένα ριζοσπαστικό-σοσιαλιστικό πρόγραμμα στο ΣΥΡΙΖΑ.

Όλα αυτά σίγουρα δημιουργούν ή αναπαράγουν καχυποψίες.

Όμως το μεγαλύτερο λάθος είναι να κοιτάζει κανείς πίσω αντί μπροστά. Ή να μένει προσκολλημένος σε μικροκομματικές αντιλήψεις, «εγωισμούς» και όλες τις άλλες ασθένειες της ελληνικής αριστεράς.  

Η Αριστερά, και συνολικά και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, βρίσκεται σε διαδικασία εξέλιξης. Οι ζυμώσεις που γίνονται στις γραμμές της είναι πρωτοφανείς, εδώ και δεκαετίες. Κι αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό!

Μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ δίνεται αυτή τη στιγμή μια μεγάλη μάχη από τις αριστερές δυνάμεις όλων των αποχρώσεων που προσπαθούν να ανακόψουν τη «δεξιά» πορεία της ηγεσίας. Μέσα από αυτές τις μάχες βγαίνουν συμπεράσματα, προχωρά η κατανόηση, αναδιατάσσονται δυνάμεις, προκύπτουν νέες συμμαχίες. Οι διαδικασίες αυτές δεν αφορούν μόνο τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά το σύνολο της Αριστεράς και την κοινωνία. Αντίστοιχα σημαντικές διεργασίες παρότι σε μικρότερη κλίμακα αναπτύσσονται και στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και στο ΚΚΕ, όσο και αν και οι μεν και οι δε προσπαθούν να τις σιγήσουν με κάθε μέσο. Εκεί οι διεργασίες αφορούν πρώτιστα το ζήτημα των συνεργασιών.

Η αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να υποστηριχτεί και να στηριχτεί από την εκτός ΣΥΡΙΖΑ Αριστερά, στις μάχες που θα δώσει την επόμενη περίοδο –  με κριτικό τρόπο απ’ όσους έχουν διαφορετικές απόψεις, αλλά πρέπει να στηριχτεί. Είναι εντελώς απαραίτητο η «αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ» και η ριζοσπαστική και ενωτική αριστερά  εκτός ΣΥΡΙΖΑ να συνεργαστούν στη βάση μιας ενιαιο-μετωπικής λογική.

εγκυμονούνται νέες μεγάλες συγκρούσεις

Η επόμενη μέρα στον ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ούτε μέρα ενότητας, ούτε μέρα αδελφοσύνης. Είναι το άνοιγμα μιας διαδικασίας συσπείρωσης των δυνάμεων για τις επόμενες μάχες που έρχονται. Οι μάχες αυτές δεν θα είναι καθόλου «βελούδινες». Θα είναι σκληρές όπως σκληρή θα είναι και η ταξική πάλη που αναπτύσσεται και θα συνεχίσει να αναπτύσσεται, και που θα αντανακλάται στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ.

Η «δεξιά» πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ και ηγετική ομάδα γύρω από τον Α. Τσίπρα έχουν κάνει τις επιλογές τους. Έχουν σηκώσει τα μανίκια και έχουν δείξει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο τις προθέσεις τους. Η αριστερά είναι υποχρεωμένη να απαντήσει – πολιτικά και επιθετικά. Με μια έννοια οι πραγματικά μεγάλες συγκρούσεις στον ΣΥΡΙΖΑ μόλις τώρα ξεκινούν. 

____________

(*) Ο όρος «αριστερή πτέρυγα» χρησιμοποιείται για να περιγράψει το σύνολο των αριστερών συσπειρώσεων που υπάρχουν στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ: την Αριστερή Πλατφόρμα (που αποτελείται από το Αριστερό Ρεύμα του ΣΥΝ, τη ΔΕΑ, το Κόκκινο, την ΑΠΟ κλπ) την ΑΝΑΣΑ, την Κομμουνιστική Τάση, καθώς και «ανένταχτους» που θέλουν ένα πιο αριστερό ΣΥΡΙΖΑ.

Ακολουθήστε το «Ξ» στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία άρθρα μας.

Μπορείτε επίσης να βρείτε αναρτήσεις, φωτογραφίες, γραφικά, βίντεο και ηχητικά μας σε facebook, twitter, instagram, youtube, spotify.

Ενισχύστε οικονομικά το xekinima.org

διαβάστε επίσης:

7,275ΥποστηρικτέςΚάντε Like
987ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
1,118ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
435ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής

Επίκαιρες θεματικές

Πρόσφατα άρθρα