Της Ετζεχάν Μπάλτα
Το βράδυ της 30ής Ιουνίου, η πόλη Καϊσερί, στην κεντρική Ανατολία, μετατράπηκε σε πεδίο μάχης μετά από καταγγελίες ότι ένας Σύρος πρόσφυγας κακοποίησε σεξουαλικά ένα πεντάχρονο παιδί. Σπίτια, επιχειρήσεις και αυτοκίνητα που ανήκαν σε Σύρους πυρπολήθηκαν και καταστράφηκαν από τον όχλο. Παρά τις εκκλήσεις για ηρεμία από το κυβερνών κόμμα AKP, η βία εξαπλώθηκε και σε άλλες πόλεις όπως η Κόνια, η Αττάλεια, το Χατάι, το Γκαζιαντέπ και η Κωνσταντινούπολη. Στις 3 Ιουλίου, ένα 17χρονο αγόρι από τη Συρία μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου από τρία άτομα ηλικίας 15-17 ετών στην Αττάλεια. Εκατοντάδες άτομα έχουν συλληφθεί για τις επιθέσεις εναντίον Σύρων, ενώ σε αντίποινα, έγιναν επιθέσεις που είχαν ως στόχο τουρκικά φορτηγά, στρατιωτικές βάσεις, κυβερνητικά γραφεία, υπηρεσίες και τουρκικές σημαίες σε μέρη όπως το Αφρίν, το Ιντλίμπ, το Αζάζ, το Τζαραμπούλους, το αλ Ράι και το Μαρέα στη Συρία. Αν και τις τελευταίες μέρες η βία στους δρόμους έχει υποχωρήσει, η ένταση παραμένει μεγάλη.
Πολιτικά παιχνίδια
Από την έναρξη του πολέμου στη Συρία το 2011, τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι 4,6 εκατομμύρια Σύροι έχουν αναζητήσει καταφύγιο στην Τουρκία. Οι άνθρωποι αυτοί ταξινομούνται βάσει ειδικού νόμου ως «Σύροι υπό προσωρινή προστασία (SuTP)» και μπορούν να ζουν και να εργάζονται σε καθορισμένες πόλεις με ετήσιες ανανεώσεις αδειών. Ωστόσο, με τις πολιτικές της Τουρκίας για τους Σύρους πρόσφυγες να αλλάζουν διαρκώς, πολλοί ερευνητές ισχυρίζονται ότι ο πραγματικός αριθμός υπερβαίνει κατά πολύ τα 4,6 εκατομμύρια, ιδιαίτερα αν μετρήσει κανείς και αυτούς που δεν έχουν χαρτιά. Για παράδειγμα, ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου ισχυρίζεται ότι υπάρχουν 2,5 εκατομμύρια πρόσφυγες μόνο στην πόλη του.
Η απουσία οποιουδήποτε προγράμματος στέγασης, κοινωνικής προστασίας ή οικονομικής ένταξης για τους πρόσφυγες, οι οποίοι αποτελούν πλέον σχεδόν το 10% του πληθυσμού της Τουρκίας, έχει οδηγήσει σε σοβαρές εντάσεις και θυμό, τόσο για τους ίδιους τους πρόσφυγες, όσο και στις κοινότητες των ντόπιων. Η σύνοδος κορυφής ΕΕ-Τουρκίας του 2016, περιέπλεξε ακόμα περισσότερο την κατάσταση. Η Ευρώπη αναμένει από την Τουρκία να ενεργήσει ως φύλακας, κρατώντας τους αιτούντες άσυλο τόσο εντός όσο και εκτός των συνόρων της.
Το βασικό κόμμα της αντιπολίτευσης CHP (Κεμαλιστές), το οποίο τυπικά ανήκει στην κεντροαριστερά, υιοθετεί θέσεις που θα μπορούσαν να περιγραφούν ως «να στείλουμε τους πρόσφυγες πίσω στην πατρίδα τους με αξιοπρέπεια» και κατηγορεί την πολιτική ανοικτών θυρών του κυβερνώντος ΑΚΡ για το «προσφυγικό πρόβλημα». Η κυβέρνηση του ΑΚΡ, από την άλλη πλευρά, ισχυρίζεται ότι οι «βανδαλισμοί» που ξεκίνησαν από το Καϊσέρι και εξαπλώθηκαν σε άλλες πόλεις τροφοδοτούνται από την ανεύθυνη και προκλητική στάση της αντιπολίτευσης του CHP.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του Υπουργού Δικαιοσύνης, «μετά τα γεγονότα, έγιναν περίπου 343.000 αναρτήσεις από περίπου 79.000 λογαριασμούς στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης Χ (Twitter). Διαπιστώθηκε ότι το 37% των λογαριασμών ήταν bots και το 68% των αναρτήσεων ήταν προκλητικές και αρνητικές».
Με βάση αυτά τα δεδομένα, κάποιοι υποστήριξαν ότι η εξάπλωση των πογκρόμ στο Καϊσερί ήταν σκόπιμα ενορχηστρωμένη. Ωστόσο, είναι σαφές ότι το ΑΚΡ δεν επωφελείται από τέτοιες εντάσεις. Το ΑΚΡ αντιμετωπίζει μια περίπλοκη κατάσταση γύρω από το θέμα της Συρίας. Πρέπει να αποφασίσει αν θα αποχωρήσει ή όχι από τη Συρία, πως θα ισορροπήσει ανάμεσα στα ρωσικά και τα αμερικάνικα συμφέροντα στην περιοχή, και πως θα αντιμετωπίσει την πιθανή εκδίωξη των σαλαφιστών-τζιχαντιστών με τους οποίους συνεργάζεται, αν παραδώσει στο καθεστώς Άσαντ τα εδάφη που ελέγχει σήμερα σε πόλεις όπως η Αφρίν, η αλ Μπαμπ, η Αζάζ, η Τζαραμπούλ, η Σιντέρες, η Ράτζο, η Τελ Αμπιάντ και η Ρας αλ Άιν. Ομοίως, το CHP, το οποίο αναδείχθηκε πρώτο κόμμα για πρώτη φορά μετά από 41 χρόνια στις τοπικές εκλογές, δεν έχει λόγο να θέλει την κλιμάκωση των εντάσεων στο εσωτερικό της χώρας. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία ή κίνητρα για να επιβεβαιώσουν την εκτίμηση ότι τα πογκρόμ ήταν ενορχηστρωμένα από την κεντρική πολιτική σκηνή.
Ανεβαίνει η ένταση
Από την άλλη πλευρά, είναι προφανές ότι υπάρχει ένα τμήμα του πληθυσμού που μπορεί να χειραγωγηθεί, και καθώς η οικονομική κρίση βαθαίνει, τα φτωχοποιημένα στρώματα της κοινωνίας ρίχνουν την ευθύνη στους Σύρους που αναγκάζονται να εργάζονται για χαμηλά μεροκάματα, χωρίς ασφάλιση και παράνομα. Σε αυτό το σενάριο, οι πρόσφυγες χρησιμεύουν ως αποδιοπομπαίος τράγος για την κυβέρνηση του ΑΚΡ απέναντι στη συσσωρευμένη οργή λόγω της οικονομικής κρίσης.
Αξίζει επίσης να συζητηθεί η έκταση της εμπλοκής του υπερεθνικιστικού MHP, εταίρου του ΑΚΡ στην κυβέρνηση, σε αυτό το πογκρόμ. Είδαμε πολλούς υποστηρικτές του MHP στους δρόμους ενάντια σε Σύρους πρόσφυγες να σχηματίζουν με το χέρι το σήμα των Γκρίζων Λύκων. Τα γεγονότα αυτά εκτυλίσσονται λίγες ημέρες πριν από τη δίκη για τη δολοφονία του Σινάν Ατές, πρώην προέδρου της Ülkü Ocakları, μιας οργάνωσης που συνδέεται άμεσα με το MHP. Ο Ατές δολοφονήθηκε μέρα μεσημέρι στην Άγκυρα από μέλη της οργάνωσής του πριν από 17 μήνες, σε ένα εσωτερικό αιματηρό ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Θα πρέπει επίσης να προστεθεί ότι το MHP έχει και στο παρελθόν στείλει αντίστοιχα απειλητικά μηνύματα στο ΑΚΡ σε φάσεις εσωτερικών εντάσεων στον κυβερνητικό συνασπισμό.
Από οπουδήποτε και αν προέρχονται αυτές οι επιθέσεις, η εκτίμηση ότι οι πρόσφυγες μπορούν να επιστρέψουν γρήγορα στη μεταπολεμική Συρία δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα. Σε μια χώρα όπου η πολεμική οικονομία εξακολουθεί να υφίσταται και η ανοικοδόμηση δεν φαίνεται στον ορίζοντα λόγω των δυτικών κυρώσεων, είναι αδύνατο να μιλήσουμε για ομαλοποίηση που να επιτρέπει στους ανθρώπους να ζήσουν άνετα, στα παιδιά να πάνε σχολείο, κλπ. Επιπλέον, είναι σωστό να απαιτούμε την επιστροφή όσων γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στη χώρα όπου οι οικογένειές τους αναζήτησαν καταφύγιο, ή όσων έχουν δημιουργήσει μια νέα ζωή στην Τουρκία; Πιστεύουμε πως δεν είναι, εκτός αν το επιθυμούν οι ίδιοι.
Το προσφυγικό ζήτημα βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος στην Τουρκία, και που πρόσφατα πήρε την μορφή των αντιπροσφυγικών πογκρόμ, συνδέεται στενά με τις πολιτικές του κράτους για τα σύνορα και τη μετανάστευση. Από τη μεριά μας, είναι απαραίτητο να αγωνιστούμε ώστε να μην πεθαίνουν πλέον άνθρωποι εξαιτίας μιας πολιτικής βασισμένης στον ρατσισμό, που αντιμετωπίζει ακόμη και τα παιδιά των Σύρων προσφύγων που γεννιούνται εδώ ως «φιλοξενούμενους», περιορίζοντας τις ευκαιρίες τους για μια ανθρώπινη ζωή.
Πρέπει να αγωνιστούμε επίσης για να σταματήσουμε τις επιθέσεις μίσους που τροφοδοτούνται από τις πολιτικές του κράτους για τα σύνορα και τη μετανάστευση. Αυτοί που υποκινούν και πραγματοποιούν αυτές τις επιθέσεις πρέπει να εντοπιστούν άμεσα, να συλληφθούν και να τιμωρηθούν αυστηρά. Για να αποτραπούν νέες επιθέσεις, τα αριστερά πολιτικά κόμματα και τα κινήματα πρέπει να κρατήσουν από κοινού μια καθαρή, μαχητικά αντιρατσιστική στάση. Το καπιταλιστικό σύστημα τρέφει τις διαμάχες ανάμεσα στις κοινότητες των προσφύγων και των ντόπιων. Έτσι, για έναν κόσμο χωρίς σύνορα, τάξεις και εκμετάλλευση, πρέπει να συνεχίσουμε τον αγώνα!