Ανακοίνωση από το «Ξεκίνημα» Βόλου
Ανεμπόδιστη καύση σκουπιδιών ζητά η ΑΓΕΤ
Όπως έχει γίνει γνωστό τον τελευταίο καιρό, η ΑΓΕΤ κατέθεσε νέα Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων προς έγκριση στο Υπουργείο Ενέργειας.
Κύρια επιδίωξη της τσιμεντοβιομηχανίας είναι να ξεπεράσει το εμπόδιο που έθεσε η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (Οκτώβρης 2023) με βάση την οποία απαγορεύεται η μεταφορά σκουπιδιών (από την Ιταλία) με πλοία στο εργοστάσιο της ΑΓΕΤ λόγω περιβαλλοντικής επιβάρυνσης του Παγασητικού Κόλπου. Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι το ΣτΕ πήρε την εν λόγω απόφαση μετά από προσφυγή της Περιβαλλοντικής Πρωτοβουλίας Μαγνησίας.
Μετά την απόφαση του ΣτΕ, η ΑΓΕΤ αναγκάστηκε να ξεφορτώνει τα πλοία με τα ιταλικά σκουπίδια στη Στυλίδα και στη συνέχεια να τα μεταφέρει στον Βόλο με φορτηγά. Προφανώς, κάτι τέτοιο κοστίζει πολύ περισσότερο από ότι να τα ξεφορτώνει κατευθείαν στο λιμάνι που βρίσκεται στο εργοστάσιο του Βόλου.
Όπως επεσήμαναν οι Δημοτικοί Σύμβουλοι της αντιπολίτευσης Στέλιος Λημνιός (Συμμαχία για το Βόλο) και Απόστολος Ριζόπουλος (ΛΑΣ), με τις παρεμβάσεις που περιλαμβάνονται στην νέα ΜΠΕ η ΑΓΕΤ θέλει να ανεβάσει τις ποσότητες των σκουπιδιών που καίει σε 200.000 tn τον χρόνο από 100.000 που είναι σήμερα.
Πρόσφατα, η ΑΓΕΤ εξαγόρασε την εταιρεία διαχείρισης σκουπιδιών WATT που έχει εγκαταστάσεις στη Φυλή (τον ΧΥΤΑ της Αττικής) και παράγει SRF-RDF, δηλαδή σκουπίδια προς καύση. Είναι λοιπόν απολύτως ξεκάθαρο ότι η ΑΓΕΤ σκοπεύει, εκτός από τα Ιταλικά σκουπίδια, να φέρνει στον Βόλο για καύση και μέρος των σκουπιδιών της Αττικής. Την ίδια ώρα, η δημοτική αρχή Μπέου προχωρά κανονικά στην κατασκευή μονάδας παραγωγής SRF-RDF στον ΧΥΤΑ του Βόλου. Η μονάδα αυτή θα συγκεντρώνει σκουπίδια όχι μόνο από τη Μαγνησία, αλλά και άλλες περιοχές.
Η εικόνα είναι ξεκάθαρη και απολύτως μαύρη. Ο Βόλος μετατρέπεται ταχύτατα σε ένα μεγάλο σκουπιδότοπο, όπου θα καίγονται εκατοντάδες χιλιάδες τόνοι αστικών σκουπιδιών και άλλων αποβλήτων.
Υπενθυμίζουμε, ότι όταν καίγονται σκουπίδια, εκλύονται διοξίνες και φουράνια, δυο πολύ επικίνδυνοι τοξικοί ρύποι. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δεν θέτει όρια ασφαλείας για τις εκπομπές διοξινών και φουρανίων, αλλά απαιτεί αυτές να είναι μηδενικές!
Μόνο οι αγώνες μπορούν να σταματήσουν την καύση
Όμως, με τις διαπιστώσεις και την ενημέρωση δεν αλλάζει η πορεία των πραγμάτων. Ο μόνος τρόπος για να γίνει αυτό είναι να υπάρξουν ξανά μαζικές κοινωνικές αντιδράσεις όπως αυτές που αναπτύχθηκαν την περίοδο 2018-2020. Μόνο το μαζικό κίνημα μπορεί να ανατρέψει τους σχεδιασμούς της Holcim-Lafarge, να βάλει τέλος στην καύση σκουπιδιών μέσα στην πόλη και να απαιτήσει την μετεγκατάσταση της ούτως ή άλλως ρυπογόνας βιομηχανίας εκτός πολεοδομικού ιστού.
Για να βγει το κίνημα ξανά στο δρόμο, όπως έγινε στα τεράστια συλλαλητήρια που πραγματοποιήθηκαν πριν λίγα χρόνια, οι μαχητικές δυνάμεις του κινήματος οφείλουν να πάρουν συντονισμένες και ενωτικές πρωτοβουλίες.
Ποιοι θα πάρουν ενωτικές πρωτοβουλίες;
Ποιες είναι αυτές οι δυνάμεις;
Σε επίπεδο τοπικής διοίκησης είναι η Λαϊκή Συσπείρωση στον Δήμο και την Περιφέρεια. Είναι ένα σημαντικό μέρος της παράταξης του Ν. Παπαπέτρου που έπαιξε κεντρικό ρόλο στις κινητοποιήσεις των προηγούμενων ετών. Είναι, ακόμη, η παράταξη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην Περιφέρεια Θεσσαλίας που δίνει καθημερινές μάχες για την προστασία του περιβάλλοντος από τα αρπακτικά του κεφαλαίου.
Είναι, επίσης, τα συνδικάτα του ΠΑΜΕ και τα τοπικά σωματεία που έχουν αναπτύξει κινηματική παρουσία σε διάφορα μέτωπα όπως η εκπαίδευση (ΕΛΜΕ, σύλλογοι Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κοκ). Είναι οι Φοιτητικοί Σύλλογοι του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας που πρόσφατα έδωσαν έναν μεγάλο αγώνα για τη δημόσια εκπαίδευση, αλλά δίνουν το παρόν και στους αγώνες για την προστασία του περιβάλλοντος. Είναι επίσης οι επιστημονικοί φορείς, όπως ο Ιατρικός Σύλλογος, που εδώ και χρόνια ενημερώνουν την κοινωνία, πιέζουν την εξουσία και διεκδικούν μαζί με τον κόσμο καθαρό περιβάλλον.
Τέλος, είναι οι οργανώσεις, τα κόμματα και οι συλλογικότητες της οικολογίας και της ριζοσπαστικής Αριστεράς της πόλης μας. Οι αγωνίστριες και αγωνιστές που αταλάντευτα παλεύουν για την προστασία του περιβάλλοντος, της δημόσιας υγείας και των θέσεων εργασίας που απειλούνται από τις καταστροφικές για το περιβάλλον πολιτικές των κυβερνήσεων και την ακόρεστη δίψα των καπιταλιστών για κέρδη (ΑΓΕΤ, LNG, Αιολικά κοκ).
Τα πράγματα φυσικά και δεν είναι εύκολα και απλά, ιδιαίτερα καθώς οι μεγάλοι αγώνες του 2018-2020 απέναντι στην ΑΓΕΤ δεν στέφθηκαν με επιτυχία. Τα ελεγχόμενα ΜΜΕ και η μεθοδική προσπάθεια που κάνει η ΑΓΕΤ για «πράσινο ξέπλυμα» έχουν επίσης κάνει τη δουλειά τους.
Όμως, είναι βέβαιο πως αν συγκροτηθεί ένα ενωτικό αγωνιστικό μέτωπο και καλέσει σε νέους αγώνες, ο κόσμος θα ανταποκριθεί και η Holcim-Lafarge μαζί με τα τσιράκια της θα αρχίσουν πάλι να τρέμουν. Το ερώτημα είναι, αν θα προχωρήσουν σε αυτή την κατεύθυνση οι δυνάμεις του κινήματος που περιγράψαμε πιο πάνω.