Στα πλαίσια του 30ου Camping Antinazi Zone – YRE πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 28 Ιουλίου συζήτηση με θέμα «Νερό – Δημόσιο Αγαθό όχι Εμπόρευμα» και ομιλητές-τριες τη Σοφία Αθανασοπούλου και τον Γιώργο Φράγκο. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 3 Αυγούστου, μεταβιβάστηκε από το Υπερταμείο στο Δημόσιο το 50% συν 1 μετοχή της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ. Φυσικά πρόκειται για μια θετική εξέλιξη, που οφείλεται από τη μία στις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας για τη διατήρηση του δημόσιου χαρακτήρα του νερού, αφετέρου στις μαζικές αντιδράσεις της κοινωνίας που στη συντριπτική της πλειοψηφία διαφωνεί με την ιδιωτικοποίηση του νερού. Φυσικά, όσο η Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων δεν καταργείται, όσο οι κυβερνήσεις απαρτίζονται από εκπροσώπους της άρχουσας τάξης και υποστηρικτές του νεοφιλελευθερισμού, δεν μπορούμε να δείξουμε εφησυχασμό, αντιθέτως πρέπει να είμαστε σε ετοιμότητα να υπερασπιστούμε τον δημόσιο χαρακτήρα του νερού στην επόμενη απόπειρα τους να το ξεπουλήσουν.
Η Σοφία άνοιξε την κουβέντα αναφέροντας ότι την 1η Μαρτίου 2023, ενώ η χώρα μόλις είχε μπει σε «εθνικό πένθος» λόγω του εγκλήματος στα Τέμπη, το Υπουργείο Ενέργειας και Περιβάλλοντος κατέθεσε νομοσχέδιο με θέμα τη μετατροπή της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας σε Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων, με στόχο να βάλει κάτω από την ομπρέλα της Ρυθμιστικής Αρχής, την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ που εξυπηρετούν τις δύο πολυπληθέστερες περιοχές στην Ελλάδα, την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη αντίστοιχα.
Το Νομοσχέδιο ήρθε ταχύτατα προς ψήφιση στη βουλή, σε διάστημα 20 ημερών από την κατάθεση του, και ψηφίστηκε μόνο από τους βουλευτές της ΝΔ, κόντρα σε αποφάσεις ή προτάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου, του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) και της επιστημονικής ομάδας της Βουλής καθώς φυσικά και κόντρα στις διαδηλώσεις χιλιάδων ανθρώπων με σύνθημα «νερό, όχι εμπορικό προϊόν».
Η ύπαρξη μιας ρυθμιστικής αρχής για τον έλεγχο ενός δημόσιου αγαθού/ υπηρεσίας αποτελεί κατά κανόνα την έναρξη της διαδικασίας ιδιωτικοποίησής του.
Δεν είναι η πρώτη φορά που επιχειρείται η ιδιωτικοποίηση του νερού, είτε αυτή η προσπάθεια είναι άμεση, όπως με την εισαγωγή του στο Υπερταμείο, είτε είναι έμμεση μέσω της υποστελέχωσης των δημόσιων υπηρεσιών και τη χρηματοδότηση ιδιωτών, όπως εργολάβων, για να πραγματοποιήσουν έργα στα οποία το δημόσιο «δεν μπορεί» (βασικά δηλαδή δεν θέλει) να ανταπεξέλθει λόγω έλλειψης προσωπικού, τεχνολογικών μέσων κ.α.
Αναφέρθηκαν παραδείγματα χωρών που επιχείρησαν την ιδιωτικοποίηση του νερού και τελικά στράφηκαν στην επανεθνικοποίηση του (Αγγλία, Πορτογαλία, Καναδάς, Γαλλία, Ρουμανία, Βέλγιο, Ν. Αφρική), κάτω από το βάρος των σκανδάλων που προκάλεσε η λειτουργία του ιδιωτικού τομέα και κάτω από την πίεση των κινημάτων. Η επανεθνικοποίηση του νερού συνέβη συνολικά σε περισσότερες από 180 πόλεις σε όλο τον κόσμο.
Οι κυριότερες συνέπειες της ιδιωτικοποίησης του νερού ήταν:
- Η υπέρογκη αύξηση των τιμολογίων και το «κόψιμο» του νερού σε όσα νοικοκυριά δεν είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους.
- Η μείωση των θέσεων εργασίας στις ιδιωτικές, πλέον, επιχειρήσεις νερού, που σημαίνει εντατικοποίηση της εργασίας για τους εργαζόμενους και ταυτόχρονη αδυναμία εξυπηρέτησης των αναγκών των δημοτών.
- Η αύξηση των διαρροών, η σπατάλη πόρων και οι μολύνσεις στο νερό που απειλούν την ανθρώπινη υγεία λόγω έλλειψης συντήρησης και επενδύσεων στις υποδομές.
Ο πρώην επικεφαλής της Nestlé, Πέτερ Μπράμπεκ-Λετμάθε (Peter Brabeck-Letmathe) είχε δηλώσει στο παρελθόν πως θεωρεί εξτρεμιστική(!) την άποψη ότι το νερό είναι δημόσιο αγαθό και ανθρώπινο δικαίωμα και πιστεύει πως το νερό, ως διατροφικό προϊόν, πρέπει να έχει αγοραστική αξία όπως τα υπόλοιπα. Και ξεκαθάρισε πως αυτό που τον νοιάζει είναι να εξασφαλίσει κερδοφόρο μέλλον για την επιχείρηση του, κάνοντας έτσι ξεκάθαρο πως δεν έχει καμία κοινωνική ή περιβαλλοντική ευαισθησία.
Σε αυτό το πρόβλημα, η ευθύνη δεν βαραίνει το συγκεκριμένο άτομο ή την επιχείρηση αλλά το καπιταλιστικό μοντέλο παραγωγής συνολικά, αφού κυρίαρχος στόχος των επιχειρήσεων, των πολυεθνικών και των βιομηχανιών, είναι το κέρδος.
Ο Γιώργος εισαγωγικά αναφέρθηκε στις χώρες του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου, όπου ξένοι «επενδυτές», με τη βοήθεια διεθνών οργανισμών όπως το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα, παραβίασαν το Σύνταγμα και τους νόμους για να προωθήσουν ιδιωτικοποιήσεις και αυξήσεις στα τιμολόγια δημόσιων αγαθών, όπως το νερό.
Οι πολυεθνικές που ανέλαβαν την διαχείριση υδάτινων πόρων, έχουν μετατρέψει τη λειψυδρία σε ένα από τα πλέον σοβαρά κοινωνικά προβλήματα της εποχής που ζούμε καθώς:
- 2,2 δισεκατομμύρια άνθρωποι ζουν χωρίς πρόσβαση σε καθαρό πόσιμο νερό.
- 2,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι στερούνται των πλέον βασικών συνθηκών υγιεινής
- 1,8 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο από διαρροϊκές ασθένειες.
Στην Ελλάδα, η πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες ύδρευσης θεωρείται θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα που προστατεύεται από το Σύνταγμα. Δε νοείται να σχετίζεται η παροχή του νερού με τη δυνατότητα πλουτισμού και ανάπτυξης ιδιωτικής κερδοφορίας.
Στην Αθήνα το νερό παρέχεται έως τώρα από την ΕΥΔΑΠ με υψηλή αξιοπιστία και ποιότητα και σχετικά χαμηλό κόστος. Η προηγούμενη κυβέρνηση της ΝΔ είχε προκηρύξει διαγωνισμό ώστε να παραχωρηθεί το δίκτυο υδροδότησης σε ιδιώτες για 20 χρόνια. Αν και ο διαγωνισμός αυτός ακυρώθηκε από το ΣΤΕ, το γεγονός πως οι εταιρείες που συμμετείχαν ήταν εντελώς άσχετες με το αντικείμενο της διαχείρισης του νερού (ΤΕΡΝΑ, ΑΚΤΩΡ), αποκαλύπτει πως στόχος τους προφανώς και δεν ήταν η βελτίωση των υπηρεσιών προς την κοινωνία αλλά, αποκλειστικά και μόνο το να βγάλουν κέρδη.
Κανένας δεν θέλει την ιδιωτικοποίηση εκτός από τη ΝΔ και των τους επιχειρηματίες – αρπακτικά των οποίων τα συμφέροντα εκπροσωπεί. Όλα τα σωματεία εργαζομένων ύδρευσης αλλά και η πλειοψηφία της κοινωνίας είναι ενάντια σε αυτήν.
Η ιδιωτικοποίηση του νερού στην Ελλάδα όπως και αλλού, ήταν και είναι βασική επιδίωξη των νεοφιλελεύθερων απολογητών των καπιταλιστών, οι οποίοι προσπαθούν να λανσάρουν τις ιδιωτικοποιήσεις σαν νέες καινοτόμες πολιτικές, σαν φρέσκιες ιδέες. Η πραγματικότητα όμως είναι τελείως διαφορετική.
Στις δεκαετίες του ’80 και του ’90, ήταν κυρίως στις χώρες που ακολουθούσαν προγράμματα «διαρθρωτικής προσαρμογής» του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας όπου η ιδιωτικοποίηση του νερού επιβλήθηκε σαν όρος για τα δάνεια που θα πάρουν τα κράτη αυτά. Μετά την διεθνή κρίση του 2008-9, οι διάφοροι διεθνείς θεσμοί (ΔΝΤ, Τρόικα, ΕΕ, κλπ) χρησιμοποίησαν την κρίση του δημόσιου χρέους για να κερδίσουν αυτόν τον πόλεμο.
Η πραγματικότητα είναι πως στην προσπάθεια τους να ιδιωτικοποιήσουν το νερό συναντούσαν μεγάλες αντιστάσεις από τη μεριά των κοινωνιών και των κινημάτων. Σαν αποτέλεσμα αυτών των αγώνων:
- Στο Παρίσι, το 2011 ο δήμος υποχρεώθηκε να καταγγείλει τη σύμβασή του με τις πολυεθνικές Suez και Veolia, μετα από 25 ολόκληρα χρόνια.
- Στο Βερολίνο, ο δήμος διεξήγαγε σκληρό αγώνα μέχρι να καταφέρει να ξεφορτωθεί τη Suez και τη γερμανική RWE.
- Στην Γκρενόμπλ, το 2001 ο δήμος κατάφερε να απαλλαγεί από τη Gogese (θυγατρική εταιρεία της Suez) που κατηγορήθηκε για διαφθορά και υπερβολική τιμολόγηση.
- Στη Γερμανία έχουν εκδιωχθεί οι ιδιωτικές εταιρείες ύδρευσης από όλες σχεδόν τις πόλεις.
- Αντίστοιχα παραδείγματα είχαμε στη Βιέννη (Αυστρία), Μάλμε (Σουηδία), Σεβίλλη, Κόρδοβα, Βαρκελώνη (Ισπανία).
Τα παραπάνω είναι απόδειξη ότι οι αγώνες μπορούν να νικήσουν, αρκεί να είναι επίμονοι και μαχητικοί. Για τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα των αγώνων, μια σειρά από προϋποθέσεις έχουν ιδιαίτερη σημασία:
- Κοινές πρωτοβουλίες τοπικών επιτροπών, συλλογικοτήτων και συλλόγων, αριστερών οργανώσεων, αυτοδιοικητικών σχημάτων, εργαζομένων σε δημόσιες/δημοτικές εταιρείες ύδρευσης/αποχέτευσης και καταναλωτικού κοινού, δηλαδή των τοπικών κοινωνικών.
- Σύνδεση τους με τα υπόλοιπα περιβαλλοντικά κινήματα (ενάντια στην εξόρυξη χρυσού, ενάντια στην καύση απορριμμάτων κλπ).
- Συντονισμός των κοινωνικών και περιβαλλοντικών κινημάτων με το εργατικό-συνδικαλιστικό κίνημα.
Η συζήτηση συνεχίστηκε με παρεμβάσεις από αρκετούς και αρκετές οι οποίοι πρόσθεσαν χρήσιμα παραδείγματα προσπαθειών ιδιωτικοποίησης του νερού όπως στη Χιλή το 1973, στη Βολιβία το 1999 ή στο Σεν Ζολί της Γαλλίας πιο πρόσφατα, τις δυσμενείς συνέπειες για το κοινωνικό σύνολο και τις αντιστάσεις που συνάντησαν από την τοπική κοινωνία.
Παράλληλα τονίστηκε ότι το 70% της συνολικής κατανάλωσης του νερού αφορά την αγροτική παραγωγή όπου η χρήση υβριδίων αντί για παραδοσιακών άνυδρων καλλιεργειών αυξάνει επιπλέον τις ανάγκες για μεγαλύτερες ποσότητες νερού, στοιχείο εξαιρετικά ανησυχητικό για το παρόν και το μέλλον.