Αναδημοσιεύουμε συνέντευξη του σ. Σεραφείμ Σεφεριάδη στην Ντίνα Δασκαλοπούλου και την Εφημερίδα των Συντακτών της 24-25 Απριλίου 2021.
Πόσο απολαυστικό μπορεί να είναι ένα βιβλίο που μιλά για επιστημονική μεθοδολογία; Εξαιρετικά, αν ασχολείται με το θέμα που επέλεξε ο Σεραφείμ Σεφεριάδης, αλλά και με τον τρόπο που η πένα του το αποδίδει αποκαλύπτοντας εννοιολογικές λαθροχειρίες και εν τέλει ιδεολογικές χειραγωγήσεις της επιστήμης. Είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, διευθυντής του Εργαστηρίου Συγκρουσιακής Πολιτικής (https://lcp.panteion.gr/), και Life Member στο Πανεπιστήμιο του Cambridge (CLH).
Το βιβλίο του Λαϊκισμός, Δημοκρατία, Αριστερά: η πρόκληση της μεθόδου που μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Τόπος ήταν η αφορμή για να συζητήσουμε μαζί του για την πιο «μοδάτη» πολιτικά λέξη των τελευταίων χρόνων, που συνήθως χρησιμοποιείται σαν μομφή εναντίον της Αριστεράς και των κινημάτων.
- Λαϊκισμός, Δημοκρατία, Αριστερά -ποιο νήμα συνδέει τις τρεις έννοιες με τις οποίες τιτλοφορείται το βιβλίο σας που μόλις κυκλοφόρησε;
Πρόκειται για κομβικές έννοιες της δημόσιας σφαίρας που χρειάζονται επιτακτική αποσαφήνιση διότι, από συνειδητές (αλλά και ασυνείδητες) παραχαράξεις, τείνουν να απωλέσουν τη σημασία τους. Με τον τρόπο που κυρίως γίνεται σήμερα κατανοητός, ο «λαϊκισμός» εξομοιώνει εγχειρήματα που αποσκοπούν στην εμβάθυνση και επέκταση της δημοκρατίας (την καταστατική επιδίωξη της Αριστεράς) με εκείνα που απεργάζονται τη συρρίκνωσή της (το ειδοποιό γνώρισμα της ακροδεξιάς). Πρόκειται για ψευδο-κατηγορία που αποτρέπει την έλλογη ανάλυση και δημιουργεί τεράστια σύγχυση. Στη σκιά της κανονικοποιείται το προβληματικό και παύει ο προβληματισμός για το μείζον: τους τρόπους με τους οποίους οι κοινωνικές αντιστάσεις θα επιτύχουν ανάσχεση των καταστρεπτικών επιπτώσεων που έχει η κατίσχυση της έωλης δοξασίας ΤΙΝΑ.
- Υπάρχει ανάγκη να εννοιολογήσουμε εκ νέου το φαινόμενο του λαϊκισμού; Δεν έχουμε διαβάσει πάρα πολύ πάρα πολλά τα τελευταία χρόνια; Ή μήπως χρησιμοποιούμε μια έννοια χωρίς σαφές περιεχόμενο;
Πράγματι έχουμε διαβάσει πάρα πολλά, όμως τι ακριβώς αποκομίσαμε; Είτε πως οτιδήποτε ασκεί κριτική στην εξακολουθητική καταλήστευση των κοινωνιών από μια ελίτ με πρακτικές που επιφέρουν ιστορική παλινδρόμηση στον 19ο αιώνα συνιστά παθογένεια, είτε πως μια ειδική εκδοχή, ο «αριστερός λαϊκισμός», αποτελεί το κλειδί που ξεκλειδώνει όλες τις πόρτες. Το πρώτο ‒η κατάφαση μας ψευδο-κατηγορίας που εξομοιώνει ουσιωδώς ανόμοια είναι επιεικώς απαράδεκτο, το δεύτερο κραυγαλέα ανεπαρκές: είναι το ίδιο ο Ομπάμα με το Occupy Wall Street; Δεν πρέπει να δούμε τα συγκεκριμένα περιεχόμενα πολιτικής και τις συγκεκριμένες στρατηγικές των διάφορων διαβημάτων; Δεν πρέπει να αναλύσουμε τα προτερήματα και ‒κυρίως‒ τις ελλείψεις τους; Υποστηρίζω πως οι κυρίαρχες εννοιολογήσεις αποτρέπουν την κρίσιμη έρευνα και γι’ αυτό είτε πρέπει η έννοια να εγκαταλειφθεί είτε να τη χρησιμοποιούμε ως ένα ρηματικό μοτίβο που, ενώ προσποιείται το λαϊκό, στην πραγματικότητα δεν είναι.
- Στη δημόσια σφαίρα οι πολιτικοί αντίπαλοι μέμφονται ο ένας τον άλλο ως λαϊκιστή – αν και συνήθως τα βέλη των δημοσιολόγων εκτοξεύονται προς την Αριστερά και τα κινήματα. Περιγράφεται ως «λαϊκιστικός» ο λόγος που επικαλείται τον ή αναφέρεται στον λαό, ο λόγος της διαμαρτυρίας αλλά ποτέ ο λόγος της εξουσίας. Πως το ερμηνεύετε;
Αυτό που η κυρίαρχη εννοιολόγηση ευνοεί δεν είναι η αναλυτική ευκρίνεια (πρόκειται για έννοια χοάνη), αλλά η κανονιστική ελευθεριότητα. Αφού τον «ενιαίο λαό» ενάντια σε κάποια ‒κατά το μάλλον ή ήττον‒ εξίσου ενιαία «ελίτ» τον επικαλούνται σχεδόν όλα τα πολιτικά εγχειρήματα σε κάποια στιγμή του βίου τους (δεν έχει κανείς παρά να ψάξει για τις αντίστοιχες επικλήσεις), οι μελετητές αισθάνονται ελεύθεροι να επιλέξουν ό,τι τους αρέσει και να το χαρακτηρίσουν σύμφωνα με τις ιδεολογικές τους πεποιθήσεις. Αυτή η άκρως αντιεπιστημονική πρακτική έπρεπε προ πολλού να έχει ανασταλεί, όμως μακροημερεύει γιατί αποτελεί εξαιρετικό ιμάντα μεταβίβασης ιδεολογικών κινήτρων. Στην τρέχουσα συγκυρία κυριαρχούν οι φωνές που επιθυμούν όχι να εξετάσουν την υφή και τις καταβολές της δημοκρατικής δυσλειτουργίας και να διερευνήσουν τρόπους για υπέρβαση της πρόδηλης κρίσης αναπαραγωγής, αλλά να δυσφημίσουν τις κοινωνικές αντιστάσεις. Η εξουσία που έμπρακτα συρρικνώνει τη δημοκρατία γίνεται έτσι η επιτομή της δημοκρατίας (γι’ αυτό και ο λόγος της βρίσκεται συστηματικά στο απυρόβλητο). Δεν είναι πρώτη φορά στην ιστορία που η επιστημονική ανεπάρκεια κυοφορεί και εκθρέφει αντιδραστικές πολιτικές θέσεις.
- Στην κατηγορία του «λαϊκιστή» επιστήμονες κατατάσσουν τον Μαρξ, τον Ένγκελς και τον Λένιν, αλλά όχι τον Ρέιγκαν ή τον Τραμπ, όπως αναλυτικά περιγράφετε στο βιβλίο σας. Οι επιστημονικές εννοιολογήσεις έχουν ιδεολογικά κίνητρα και υποκρύπτουν πολιτικές στάσεις; Πως συγκροτείται τελικά το επιστημονικό επιχείρημα;
Οι αξίες και οι ιδεολογικές θέσεις του ερευνητή πάντα επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο «διαβάζει» την πραγματικότητα, κι αυτό αποτυπώνεται στις έννοιες που συγκροτεί ‒στο τι θεωρεί άξιο να εννοιολογηθεί και τι όχι. Αυτό όχι μόνο δεν αποτρέπει την αξιακά αμερόληπτη έρευνα αλλά και προϋποτίθεται (οι γιατροί προωθούν συνειδητά την υγεία, αλλά για να είναι αποτελεσματικοί οφείλουν να εξετάζουν τα δεδομένα τους αμερόληπτα). Προβληματική για την επιστήμη είναι μια κατάσταση πραγμάτων όπου οι χρησιμοποιούμενες έννοιες δεν καταφέρνουν να σωρεύσουν ερευνητικά ευρήματα με κάποια γνωστική αξία. Το να εννοιολογούμε τον Orbán ως φαινόμενο παρόμοιο με το μαρξισμό είναι σαν να εισηγούμαστε μια κοινή κατηγορία για τον πνευμονιόκοκκο και τα αντισώματα που δημιουργούνται από τον εμβολιασμό ενάντια στον COVID. Κάποιος βέβαια μπορεί να το υποστηρίξει διότι έτσι επιτάσσουν οι αξίες και η ιδεολογία του, όμως οι επιστήμονες καλούνται να ελέγξουν αν τα πορίσματα της έρευνας που θα αναληφθεί στη βάση αυτής της έννοιας έχουν κάποιο νόημα. Το γεγονός ότι δεν έχουν πρέπει να σημάνει συναγερμό. Το ότι τέτοιος συναγερμός δε σήμανε στην περίπτωση του «λαϊκισμού» αποτελεί τεκμήριο της ιδεολογικής χειραγώγησης της επιστήμης ‒κι αυτό είναι κάτι που μας απειλεί όλους.
- Τα τελευταία χρόνια διαβάζουμε αναλύσεις που περιγράφουν ως «λαϊκιστές» αυτά που ορίζουν ως «δύο άκρα», βάζοντας στο ίδιο τσουβάλι τα κινήματα αμφισβήτησης και τις οργανώσεις της αριστεράς με τους νεοναζί και τους ακροδεξιούς. Πόσο λαϊκιστικό είναι το ακραίο κέντρο;
Το «ακραίο κέντρο» είναι ένας σκωπτικός αντι-όρος που επινόησε το κίνημα ενάντια στη νεοφιλελεύθερη λιτότητα για να καυτηριάσει τον διάτρητο εκλεκτικισμό της κυρίαρχης εννοιολόγησης του «λαϊκισμού». Στο συναφές σκεπτικό, «ακραίες» δεν είναι οι έλλογες αντιστάσεις των κοινωνιών, αλλά η στάση όλων εκείνων που εμμονικά και προκλητικά επιλέγουν να παρακάμψουν και να φυσικοποιήσουν τις πάμπολλες θεσμικές δυσλειτουργίες και τα συστημικά αδιέξοδα ‒χωρίς βέβαια να ενοχλούνται από το γεγονός ότι η σύζευξη των κοινωνικών κινημάτων με το φασισμό δεν διαβάλλει μόνο τα πρώτα αλλά και απο-ενοχοποιεί τον δεύτερο. Είναι μια θλιβερή κατάσταση πραγμάτων που, στο βαθμό που παραπλανητικά και ψευδεπίγραφα επικαλείται το κοινωνικό συμφέρον (δείτε, λ.χ., τις πρόσφατες εξαγγελίες για διάφορων ειδών «αναπλάσεις» ‒Ελληνικό, Σκουριές, κτλ.), είναι πράγματι λαϊκιστική και μάλιστα κατεξοχήν. Η ακαδημαϊκή έρευνα αλλά και η δημόσια σφαίρα πρέπει γρήγορα να ανακάμψουν από την αδράνεια στην οποία απειλούν να τις καθηλώσουν αυτές οι εννοιολογικές λαθροχειρίες. Πρέπει άμεσα να εξεταστούν τόσο τα ακριβή χαρακτηριστικά της νέας φάσης της κρίσης όσο και οι αιτίες που εμπόδισαν τα μετασχηματιστικά εγχειρήματα της τελευταίας περιόδου να αποτρέψουν τις επιπτώσεις του νεοφιλελεύθερου δόγματος. Πρέπει να ενσκήψουμε σοβαρά και με συγκεκριμένο τρόπο στη διερεύνηση ζητημάτων στρατηγικής καθώς και στη διαμόρφωση των οργανωτικών εκείνων μορφών που θα είναι ικανές να παρεμποδίσουν την ιδεολογική μεταλλαγή και τον γραφειοκρατικό εκφυλισμό.