Το 2020 ήταν μια από τις χειρότερες χρονιές των τελευταίων δεκαετιών για την οικονομία διεθνώς. Πριν από 1 περίπου χρόνο, όταν ξεκινούσε η πανδημία, το διεθνές οικονομικό περιοδικό «The Economist» κατέτασσε τον κορονοϊό ως έναν από τους 5 μεγαλύτερους κινδύνους για την παγκόσμια οικονομία, πλάι στον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας και το παγκόσμιο χρέος. Καθώς κυλούσαν οι μήνες και η πανδημία εξαπλώνονταν, οι προβλέψεις των οικονομικών επιτελείων για το κλείσιμο του 2020 συνεχώς αναθεωρούνταν προς το χειρότερο.
Η βασική πολιτική που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις και η άρχουσα τάξη διεθνώς για να περιορίσουν την κρίση του συστήματος, ήταν να «βάλουν το χέρι στην τσέπη» (των κρατικών ταμείων) καθώς και να εξασφαλίσουν χαμηλότοκα (στην ουσία με μηδενικά επιτόκια) δάνεια για να ρίξουν λεφτά στις οικονομίες. Έτσι, τα διάφορα πακέτα διάσωσης κατευθύνθηκαν κατά κύριο λόγο προς το μεγάλο κεφάλαιο και τις πολυεθνικές, ενώ ένα πολύ μικρό κομμάτι πήγε και στα φτωχά στρώματα, υπό μορφή έκτακτων επιδομάτων κλπ.
Κόσμος: Το παγκόσμιο χρέος σε ύψη-ρεκόρ!
Σύμφωνα με το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο, η πανδημία πρόσθεσε 20 τρισ. ευρώ (ή 24 τρισ. δολάρια) στο παγκόσμιο χρέος φτάνοντάς το στο ύψος-ρεκόρ των 233 τρισ. ευρώ (ή 281 τρισ. δολάρια), που αντιστοιχεί στο 355% του παγκόσμιου ΑΕΠ (αύξηση κατά 35 ποσοστιαίες μονάδες μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο).
Η παγκόσμια οικονομία συρρικνώθηκε κατά 4,3% το 2020, μια απότομη πτώση που είχε υπερδιπλάσιο αντίκτυπο από εκείνον που είχε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση το 2009, σύμφωνα με έκθεση του ΟΗΕ. Με βάση τις ίδιες εκτιμήσεις, η παγκόσμια οικονομία αναμένεται για το 2021 να ανακτήσει μετά βίας τη χασούρα του 2020.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι προβλέψεις του ΔΝΤ για την ανάκαμψη του ΑΕΠ που αναμένει για το 2021 και το 2022. Αυτό που τονίζουν όμως με κάθε ευκαιρία τα διάφορα οικονομικά επιτελεία είναι η μεγάλη αβεβαιότητα η οποία συνοδεύει αυτού του είδους τις προβλέψεις καθώς, όπως είναι αναμενόμενο, όλα εξαρτώνται από την πορεία της πανδημίας του κορονοϊού.
Ευρώπη: το 2021 θα ανακτηθεί μετά βίας η μισή χασούρα του 2020
Οι ανεπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες ήταν αυτές που παρουσίασαν τη μεγαλύτερη ύφεση κατά το 2020, με τις ευρωπαϊκές να βρίσκονται στις πρώτες θέσεις, όπως για παράδειγμα η Ισπανία που είδε το ΑΕΠ της να πέφτει δραματικά, κατά 11%, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη πτώση στην ΕΕ. Από την άλλη, όπως αναφέρει το BBC, η βρετανική οικονομία το 2020 σημείωσε ύφεση-ρεκόρ τριών αιώνων καθώς το βρετανικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 9,9%.
Τα σχόλια που κυριαρχούν γύρω από την οικονομία της ΕΕ και της Ευρωζώνης είναι του στυλ «η ανάκαμψη κρέμεται από τα εμβόλια» ή «οι ελπίδες για γρήγορη ανάκαμψη εξανεμίζονται», ενώ αρκετές εκτιμήσεις κάνουν λόγο για διπλή ύφεση. Η Κομισιόν στη χειμερινή της οικονομική έκθεση υποβάθμισε εκ νέου τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, εκτιμώντας να κινηθούν στο 3,7-3,8% μέσα στο 2021. Δηλαδή δεν θα καταφέρουν να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος του 2020, κατά το οποίο σημείωσαν ύφεση περίπου 6,5%.
Και όλα αυτά βέβαια, υπό την προϋπόθεση ότι οι εμβολιασμοί θα προχωρήσουν πολύ πιο γρήγορα απ’ ότι προχωρούν μέχρι σήμερα και τα λοκντάουν θα αρθούν σημαντικά, έτσι ώστε να επανέλθει η οικονομική δραστηριότητα σε κανονικά επίπεδα.
Ελλάδα: 3η μεγαλύτερη αύξηση χρέους παγκοσμίως το 2020
Για την Ελλάδα, που έκλεισε το 2020 με ύφεση 10%, οι προβλέψεις δεν είναι καθόλου ευνοϊκές. Το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών προβλέπει συνέχιση της ύφεσης σε αντίστοιχα επίπεδα με το 2020 και για το πρώτο τρίμηνο του 2021, ενώ η πτώση του ελληνικού ΑΕΠ αναμένεται να φτάσει το 3,7%.
Την ίδια στιγμή η επίδρασης της πανδημίας του κορονοϊού έχει δραματική επίπτωση και στα δημοσιονομικά μεγέθη, καθώς αφήνει ένα έλλειμμα της τάξης των 20,5 δισ. ευρώ και μια αύξηση του χρέους από το 180,5% του ΑΕΠ το 2019 στο 207% το 2020. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να έχει η Ελλάδα την 3η μεγαλύτερη αύξηση χρέους παγκοσμίως, σύμφωνα με την έκθεση του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου.
Τα παραπάνω σημαίνουν ότι ο προϋπολογισμός του 2021, που προβλέπει ανάκαμψη 4,8%, είναι «στον αέρα» για ακόμα μια χρονιά. Ας σημειωθεί ότι η εκτίμηση του ΟΟΣΑ για την ελληνική οικονομία κάνει λόγο για ισχνή ανάκαμψη της τάξης του 0,9% για φέτος ενώ σύμφωνα με την Κομισιόν οι ρυθμοί της ελληνικής οικονομίας θα επιστρέψουν στα προ πανδημίας επίπεδα στα τέλη του 2022, προβλέποντας για φέτος ανάπτυξη 3,5%..
Πειθαρχία στα δημόσια οικονομικά για την επόμενη μέρα
Όλα τα προηγούμενα δείχνουν την εξαιρετικά δυσοίωνη και παράλληλα ρευστή κατάσταση της οικονομίας τόσο στην Ελλάδα όσο και στην ΕΕ και διεθνώς. Η μέχρι στιγμής «συνταγή» αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης ήταν τα μεγάλα πακέτα ενίσχυσης, για να περιοριστούν οι απώλειες – μια πολιτική που δεν μπορεί βέβαια να συνεχίζεται για πολύ, γιατί την ίδια στιγμή δημιουργεί νέα προβλήματα στα δημόσια οικονομικά, νέες αυξήσεις στα χρέη και νέες φούσκες.
Απ’ τη στιγμή που η ενίσχυση των Εθνικών Συστημάτων Υγείας ήταν η ελάχιστη δυνατή από τις κυβερνήσεις, «πόνταραν» τα πάντα στα εμβόλια χρηματοδοτώντας αδρά τις φαρμακευτικές, ωστόσο ακόμα η αβεβαιότητα για την εξέλιξη της πανδημίας είναι μεγάλη.
Όμως το «ποιος» θα πληρώσει τα σπασμένα την «επόμενη ημέρα» είναι γνωστό και αυτό έχουν αρχίσει να το σκιαγραφούν αρκετές φωνές από το χώρο των ανθρώπων του κεφαλαίου.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής οικονομολόγο της HSBC για την Ευρώπη Φάμπιο Μπαλμπόνι:
«οι κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας μπορεί για την ώρα να παραμένουν στον “πάγο”, αλλά σε κάποια χρονική φάση θα ενεργοποιηθούν».
Με άλλα λόγια, μετά τα πακέτα διάσωσης του 2020 και 2021 ακολουθεί λιτότητα.
Τα ίδια λέει και το ΔΝΤ με διαφορετικά λόγια:
«η δημοσιονομική στήριξη προς ευάλωτα νοικοκυριά και επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι διαθέσιμη έως ότου η ανάκαμψη σταθεροποιηθεί»
πράγμα που σημαίνει ότι όταν ανακάμψει η οικονομία, θα κοπούν.
Τέλος, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, έσπευσε να «κλείσει» όσα στόματα έκαναν αναφορές για ελαφρύνσεις του χρέους, δηλώνοντας:
«Η διαγραφή χρέους εξαιτίας της πανδημίας του νέου κορονοϊού είναι “αδιανόητη” καθώς θα αποτελούσε “παραβίαση της συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Τι κι αν 131 εκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη προστέθηκαν το 2020 στη λίστα αυτών που ζουν κάτω από τα ελάχιστα όρια φτώχειας, ο μεγάλος καημός του συστήματος είναι το πως θα επιστρέψει γρήγορα στην «κανονικότητα» των δημοσιονομικών στόχων που βέβαια συνοδεύονται από τη συνέχιση των επιθέσεων ενάντια στους εργαζόμενους και την πλειοψηφία της κοινωνίας. Είτε αυτό για την Ελλάδα ονομάζεται «Σχέδιο Πισσαρίδη», είτε για παράδειγμα στη Γερμανία τα σχέδια του Υπουργού Οικονομίας για παραπέρα ιδιωτικοποιήσεις των ταχυδρομείων, των τηλεπικοινωνιών κλπ.
Ο καπιταλισμός δεν αφήνει κανένα περιθώριο αισιοδοξίας. Η πάλη για την ανατροπή του είναι μονόδρομος για όλους όσους θέλουν τα στοιχειώδη αγαθά της ζωής – αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης και βασικά δημοκρατικά και ανθρώπινα δικαιώματα.