Στις 10 Γενάρη, δύο εκρήξεις στο χρυσωρυχείο της επαρχίας Σαντντόνγκ στην Κίνα, είχαν σαν αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό 22 μεταλλωρύχων. Στις 24 του Γενάρη 11 από αυτούς διασώθηκαν ενώ άλλοι 10 βρέθηκαν νεκροί, με τα σωστικά συνεργεία να αναζητούν ακόμα έναν αγνοούμενο εργάτη.
Και μόνο η σκέψη πως 22 άνθρωποι βρέθηκαν εγκλωβισμένοι εκατοντάδες μέτρα κάτω από τη γη, χωρίς –αρχικά τουλάχιστον– καμία δυνατότητα επικοινωνίας, προκάλεσε ανατριχίλα σε εκατομμύρια ανθρώπους στον πλανήτη. Όμως, τα στοιχεία δείχνουν πως την ίδια ώρα, οι υπεύθυνοι της εταιρείας που διαχειρίζεται τις εξορύξεις στο συγκεκριμένο ορυχείο, δεν έδειξαν την ίδια ευαισθησία. Χρειάστηκε να περάσουν 30 ώρες από τη στιγμή της έκρηξης στο χρυσωρυχείο, μέχρι οι υπεύθυνοι να αναφέρουν το ατύχημα στις τοπικές αρχές. Μέχρι τότε, η εταιρεία προσπάθησε «να οργανώσει την επιχείρηση διάσωσης» μόνη της, αφαιρώντας πολύτιμο χρόνο από τους εγκλωβισμένους εργάτες. Στην Κίνα όμως υπάρχει αυστηρός κανονισμός που επιβάλλει στις εταιρείες να αναφέρουν τα ατυχήματα τέτοιου τύπου στις Αρχές, μέσα στην πρώτη ώρα αφότου συμβούν. Οι οι Αρχές μιλούν ανοιχτά για προσπάθεια συγκάλυψης του ατυχήματος.
Η αστυνομία έχει ήδη συλλάβει 11 στελέχη της υπεύθυνης εταιρείας «Shandong Wucailong Investment» ενώ οι τοπικές Αρχές καθαίρεσαν 2 ανώτερους αξιωματούχους της πόλης, ρίχνοντάς τους την ευθύνη πως «δεν μπόρεσαν» να επιβάλουν τους κανονισμούς για τα μέτρα ασφαλείας στα ορυχεία της περιοχής.
«Πεθαίνοντας να αναπνεύσω»
Όμως, παρά τους θεωρητικά αυστηρούς κανονισμούς του καθεστώτος, τα ατυχήματα και οι συνθήκες εργασίας των εργατών στα ορυχεία της Κίνας, λένε μία εντελώς διαφορετική ιστορία.
Το 2015 η Sim Chi Yin δημιούργησε το ντοκιμαντέρ μικρού μήκους «Dying to breathe», όπου παρακολουθεί τη ζωή ενός πρώην μεταλλωρύχου σε χρυσωρυχείο, ο οποίος υποφέρει από πνευμονοκονίαση. Η πνευμονοκονίαση είναι μία ασθένεια που προκαλείται από τις σκόνες που εισπνέουν οι μεταλλωρύχοι και η οποία σκληραίνει τον πνευμονικό ιστό με την πάροδο του χρόνου, καθιστώντας όλο και πιο δύσκολη την αναπνοή και οδηγώντας τελικά στον θάνατο. Η μόνη θεραπεία είναι η ακριβή και σπάνια μεταμόσχευση πνευμόνων, που όπως είναι αρκετά προφανές, δεν αποτελεί ρεαλιστική λύση για τους φτωχούς μεταλλωρύχους. Υπολογίζεται πως τουλάχιστον 6 εκατομμύρια Κινέζοι υποφέρουν από πνευμονοκονίαση.
Δεν είναι όμως ούτε μόνο η πνευμονοκονίαση, ούτε μόνο τα ορυχεία χρυσού που είναι επικίνδυνα για τους μεταλλωρύχους. Συνολικά, τα ορυχεία της Κίνας βρίσκονται ανάμεσα στα πιο επικίνδυνα στον κόσμο με συχνά ατυχήματα που αφήνουν πίσω τους νεκρούς.
Σύμφωνα με τη σελίδα «China Labour Bulletin» το 2005 έχασαν τη ζωή τους σχεδόν 6.000 μεταλλωρύχοι λόγω εργατικών ατυχημάτων, το 2006 σχεδόν 5.000 μεταλλωρύχοι, με τον αριθμό των νεκρών να μειώνεται κάθε χρόνο, για να φτάσει το 2018 στους 333 νεκρούς. Αυτό όμως δεν αποτελεί επιτυχία του καθεστώτος αλλά οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι μειώθηκε η ζήτηση σε άνθρακα με αποτέλεσμα πολλά ανθρακωρυχεία να κλείνουν. Τα ανθρακωρυχεία που έκλεισαν ήταν κυρίως τα μικρότερα, στα οποία τα μέτρα ασφαλείας ήταν ακόμα πιο «χαλαρά» και άρα με μεγαλύτερα ποσοστά ατυχημάτων.
Ένα καζάνι που βράζει
Τι κάνει όμως τα ορυχεία της Κίνας τόσο επικίνδυνα;
Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Martin Banks για την «Eureporter» πολλά από τα μικρά και απομακρυσμένα ορυχεία λειτουργούν παράνομα και με δωροδοκίες επαρχιακών αξιωματούχων καταφέρνουν να παρακάμψουν τις ευθύνες τους σε περίπτωση ατυχημάτων, όπως υπόγειες εκρήξεις, καταρρεύσεις ή φυσικές καταστροφές.
Παράλληλα και για να μειώσουν το κόστος, οι εταιρείες που εκμεταλλεύονται τα ορυχεία, πατάνε πάνω στην ανάγκη των φτωχών εργατών και τους στέλνουν να εργαστούν «μαύρα», χωρίς την απαραίτητη εκπαίδευση και τον αναγκαίο εξοπλισμό. . Στο όνομα της μείωσης του κόστους, τα ορυχεία αυτά λειτουργούν με ελλείψεις σε μηχανικούς και τεχνικούς, κάτι βέβαια που αυξάνει τις πιθανότητες ατυχημάτων.
Στον αντίποδα, αυτή η χρόνια καταπάτηση των εργατικών δικαιωμάτων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, έχει επηρεάσει τη συνείδηση των εργατών στα ορυχεία η οποία έχει αρχίσει να ανεβαίνει. Έχουν αρχίσει να δημιουργούνται συλλογικότητες εργατών που απαιτούν είτε τη βελτίωση των συνθηκών στα ορυχεία, είτε το κλείσιμο τους. Επίσης πραγματοποιήθηκαν διαδηλώσεις εργατών, στις επαρχίες Χεϊλονγκτσιάνγκ και Τσιανγκσί, όπου δεκάδες χιλιάδες μεταλλωρύχοι συγκρούστηκαν με την αστυνομία. Ένα από τα βασικά τους αιτήματα ήταν καλύτεροι μισθοί, οι διαδηλώσεις όμως κατέληξαν σε συλλήψεις και βάναυσους ξυλοδαρμούς από την αστυνομία.
Το κινέζικο καθεστώς δεν ενδιαφέρεται βέβαια να χτυπήσει τα κέρδη των μικρότερων ή μεγαλύτερων εταιρειών εξόρυξης, αφού η ανάπτυξη της Κίνας στηρίζεται στην επέκταση του καπιταλιστικού τομέα –με τη στήριξη του κράτους– και η Κίνα είναι η χώρα με τους περισσότερους δισεκατομμυριούχους στον πλανήτη. Τα όποια μέτρα παίρνει και η όποια «ευαισθησία» δείχνει είναι κυρίως αποτέλεσμα του ότι συνειδητοποιεί πως η οργή στην κινέζικη κοινωνία αλλά και συγκεκριμένα ανάμεσα στους μεταλλωρύχους έχει αρχίσει να συσσωρεύεται επικίνδυνα.
Η οργή από μόνη της βέβαια δεν φτάνει, έστω και αν συμβάλει στο να παίρνονται κάποια μέτρα από τις αρχές. Χρειάζεται οργάνωση, με τους εργάτες στα ορυχεία και παντού, να δημιουργήσουν τις δικές τους δομές συντονισμού και οργάνωσης για να διεκδικήσουν τα αιτήματα τους αλλά και για να παλέψουν ενάντια στο αυταρχικό καθεστώς της Κίνας με στόχο τον εκδημοκρατισμό της κοινωνίας, την κοινωνική ιδιοκτησία και τον εργατικό έλεγχο και διαχείριση.