Αχιλλέας Ακριβός, Νέα Υόρκη – Σοσιαλιστική Εναλλακτική (Socialist Alternative) αμερικάνικο τμήμα της ISA.
Την Τετάρτη 6 Ιανουαρίου πραγματοποιήθηκε μια μεγάλη συγκέντρωση δεκάδων χιλιάδων υποστηρικτών του Τραμπ στην Ουάσιγκτον. Από εκεί ο Τραμπ ενθάρρυνε τους οργισμένους οπαδούς του να πραγματοποιήσουν πορεία προς το Καπιτώλιο όπου συνεδρίαζε το Κογκρέσο (Βουλή των Αντιπροσώπων και Γερουσία) και θα επικύρωνε το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου.
«Πάμε να χειροκροτήσουμε τα γενναία μέλη του Κογκρέσου», «Ερχόμαστε για εσάς», ήταν μερικά από τα καλέσματα του γιου του Τραμπ. Αυτή ήταν μια απέλπιδα προσπάθεια ενός ηττημένου προέδρου να καθυστερήσει και να εκτροχιάσει την επικύρωση του Τζο Μπάιντεν ως προέδρου των ΗΠΑ. Ο Τραμπ και δεκάδες εκατομμύρια υποστηρικτές του πιστεύουν (χωρίς αποδείξεις) σε μια θεωρία συνομωσίας, σύμφωνα με την οποία στις τελευτές προεδρικές εκλογές έγινε νοθεία. Ότι ενώ στην πραγματικότητα τις είχαν κερδίσει τους έκλεψαν την νίκη. Αμφισβητώντας μια ομαλή μετάβαση της εξουσίας, πάνω από 100 Ρεπουμπλικάνοι μέλη του Κογκρέσου καταψήφισαν την επικύρωση της ψηφοφορίας του Σώματος των Εκλεκτόρων[*], κάτι που ιστορικά αποτελεί μια τυπική διαδικασία στις ΗΠΑ.
Έτσι, ένας όχλος μερικών χιλιάδων ακροδεξιών επιτέθηκε στην αστυνομία και εισέβαλε στο Καπιτώλιο, σταματώντας τη διαδικασία και αναγκάζοντας τα μέλη του Κογκρέσου να φυγαδευτούν.
Καταμεσής του νέου κύματος της πανδημίας και της οικονομικής κρίσης που βρίσκεται σε εξέλιξη, εκατομμύρια άνθρωποι στις ΗΠΑ αλλά και σε όλο τον κόσμο παρακολουθούσαν την απίστευτη αυτή εξέλιξη, ενώ υπήρχαν φόβοι που εκφράστηκαν και στα ΜΜΕ ότι επρόκειτο για μια οργανωμένη απόπειρα πραξικοπήματος από πλευράς Τραμπ.
Ποιος ήταν ο σκοπός των εισβολέων;
Ο στόχος των οπαδών του Τραμπ ήταν «να σταματήσουν την κλοπή», δηλαδή να αποτρέψουν τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τη Γερουσία να επικυρώσουν τα αποτελέσματα (που αποτελεί τυπική συνταγματική τους υποχρέωση) των εκλογών της 3ης Νοέμβρη, στις οποίες ο Μπάιντεν πήρε 81 εκ. ψήφους ενώ ο Τραμπ 74 εκ. (συγκεντρώνοντας 306 και 232 εκλέκτορες αντίστοιχα). Παρά τη μεγάλη διαφορά σε ψήφους, λόγω του περίεργου εκλογικού συστήματος των ΗΠΑ, στην πραγματικότητα ο Τραμπ έχασε τις εκλογές για λιγότερες από 230.000 ψήφους σε 4 Πολιτείες (Τζώρτζια, Πενσυλβάνια, Νεβάδα, Αριζόνα). Αν κέρδιζε αυτές τις πολιτείες θα έπαιρνε την πλειοψηφία των εκλεκτόρων και θα κέρδιζε την Προεδρεία.
Σχετικά με τη διαδικασία των εκλογών, αξίζει να σημειωθεί ότι υπήρξαν σημαντικές προσπάθειες από την Δεξιά (το Ρεμπουπλικανικό Κόμμα, ειδικά η πτέρυγα του Τραμπ) για να αποτρέψουν την ψήφο των μαύρων και Λατίνων πολιτών.
Παρά την ήττα του Τραμπ πάντως, αξίζει να σημειωθεί ότι οι ψήφοι του Τραμπ αυξήθηκαν σημαντικά σε σχέση με τις εκλογές του 2016 (όπου είχε λάβει 63 εκ.) λόγω της αυξημένης συμμετοχής καθώς οι εκλογές του 2020 διεξήχθησαν σε ένα εξαιρετικά πολωμένο κλίμα. Τα περισσότερα μέλη των Ρεπουμπλικάνων στο Κογκρέσο (100 Βουλευτές και 13 Γερουσιαστές) είχαν ανακοινώσει ότι θα προσπαθήσουν να ανατρέψουν το αποτέλεσμα των εκλογών, μαζί με προσφυγές στο Ανώτατο Δικαστήριο. Αυτό είναι ένα σημάδι της τεράστιας πολιτικής πόλωσης που επικρατεί στις ΗΠΑ καθώς και των ακραίων αντιδράσεων της νέας δεξιάς λαϊκιστικής τάσης που ηγείται ο Τραμπ εντός του Ρεπουμπλικανικού κόμματος.
Ο Τραμπ σκόπευε να συνεχίσει την πίεση προς τους Ρεπουμπλικάνους Κυβερνήτες να ανατρέψουν τα αποτελέσματα. Αλλά η πτέρυγα του κατεστημένου του Ρεπουμπλικανικού κόμματος τελικά κατέληξε στο ότι δεν υπήρχε περίπτωση να κερδηθούν οι εκλογές και αποφάσισε ότι ήταν προτιμότερο να αποδεχτεί το αποτέλεσμα τώρα και να παλέψουν για να μπλοκαριστούν μελλοντικοί προοδευτικοί νόμοι, όπως έχουν κάνει στο παρελθόν, σκοπεύοντας να κερδίσουν και πάλι την πλειοψηφία στο Κογκρέσο στις ενδιάμεσες εκλογές του 2022.
Ήταν πραξικόπημα;
Η αλήθεια όμως είναι ότι δεν υπήρξε σε καμία περίπτωση θέμα πραγματικού πραξικοπήματος. Οι καπιταλιστές και το κατεστημένο, συμπεριλαμβανομένων των δεξιών ΜΜΕ και τμημάτων του συστήματος που στο παρελθόν είχαν υποστηρίξει τον Τραμπ, τον εγκατέλειψαν. Στα προηγούμενα χρόνια ο Τραμπ είχε λάβει στήριξη από το δεξιό ειδησεογραφικό δίκτυο «FOX News» και ένα μεγάλο μέρος των Ρεπουμπλικάνων συμπεριλαμβανομένων πρώην προέδρων όπως ο Μπους, καθώς και από τμήματα του κεφαλαίου που είχαν κάνει μεγάλες δωρεές στην εκλογική του εκστρατεία, όπως η Εθνική Ένωση Βιομηχάνων (αντίστοιχο του ΣΕΒ) κ.α. Στο τέλος ακόμα και ο Αντιπρόεδρός του, Μάικ Πενς, τον εγκατέλειψε.
Ο Τραμπ ήταν χρήσιμος στην άρχουσα τάξη για μια περίοδο αλλά τώρα πια αποτελεί «βάρος».
Ο Τραμπ δεν είχε πραγματικές πιθανότητες να προκαλέσει διάσπαση στο στρατό όπως ήλπιζαν πολλοί από τους οπαδούς του. Αυτό που θα μπορούσε να πετύχει στην καλύτερη περίπτωση ήταν να προκαλέσει τέτοιο χάος και αναστάτωση, ώστε να παρέμβει το Ανώτατο Δικαστήριο, στο οποίο ο Τραμπ είχε διορίσει πρόσφατα τρεις δεξιούς δικαστές. Αυτό ίσως του εξασφάλιζε κάποια νομικά περιθώρια έτσι ώστε να παρέμενε λίγο ακόμα στην εξουσία.
Οι αδυναμίες του συστήματος
Παρόλο που δεν επρόκειτο για ένα κλασσικό πραξικόπημα, τέτοια πολιτικά γεγονότα είναι πρωτοφανή για τις ΗΠΑ και θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο πολιτικό σύστημα. Η πιο σημαντική εξέλιξη είναι ότι θα συνεχιστεί η αποδυνάμωση της πολιτικής επιρροής και του κύρους του αμερικάνικου καπιταλισμού-ιμπεριαλισμού διεθνώς ως «μοντέλο δημοκρατίας».
Επιπλέον, έχουν αποκαλυφθεί οι σοβαρές αδυναμίες του αμερικάνικου καπιταλισμού όχι μόνο να αντιμετωπίσει την πανδημία (τη στιγμή που γράφεται το άρθρο υπάρχουν 4.000 θάνατοι ημερησίως και πάνω από 21 εκ. κρούσματα συνολικά) αλλά και την βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση, καθώς εκατομμύρια πολίτες μένουν χωρίς δουλειά και αντιμετωπίζουν τη φτώχεια και τις εξώσεις.
Η νέα αυτή πολιτική κρίση αφορά και μια σοβαρή κρίση στο επίπεδο της διακυβέρνησης της χώρας και τη νομιμοποίησή της στα μάτια εκατομμυρίων πολιτών. Το σύνολο του πολιτικού συστήματος έχει επηρεαστεί από τα γεγονότα. Στα παραπάνω πρέπει να προστεθεί και η αυξανόμενη απειλή μιας οργισμένης λαϊκιστικής δεξιάς, η οποία στρέφεται ενάντια στα δημοκρατικά δικαιώματα. Παρά το γεγονός ότι η επίθεση της 6ης Γενάρη δεν πέτυχε τον στόχο της, δείχνει καθαρά την απειλή που υφίσταται ενάντια στους εργαζόμενους, τους μετανάστες, τους μαύρους, τους Λατίνους, τα γυναικεία δικαιώματα κλπ.
Η αντίδραση του κατεστημένου
Ο Τραμπ στην πράξη έχει δημιουργήσει μια ανοιχτή ρωγμή στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα, η οποία είναι πολύ πιθανόν να εξελιχθεί σε έναν νέο πολιτικό σχηματισμό με τους δικούς του εκπροσώπους στο Κογκρέσο, πλούσιους χρηματοδότες, ΜΜΕ και μια σημαντική βάση μεταξύ των εκατομμυρίων αστυνομικών και σωμάτων ασφαλείας.
Η παραδοσιακή άρχουσα τάξη των ΗΠΑ σκοπεύει να χρησιμοποιήσει τον Μπάιντεν και το Δημοκρατικό κόμμα, υποβοηθούμενη από την αδράνεια και τη συνθηκολόγηση των ηγεσιών των μεγάλων συνδικάτων καθώς και της ηγεσίας του γυναικείου κινήματος που πρόσκειται στους Δημοκρατικούς, με στόχο να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα των καπιταλιστών με αντάλλαγμα ανώδυνες, επιφανειακές μεταρρυθμίσεις.
Την ίδια ώρα, το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, παρά τις ήττες του, συνεχίζει να κυριαρχεί στην πλειοψηφία των πολιτειών και των τοπικών κυβερνήσεων. Καθώς το Δημοκρατικό κόμμα θα εφαρμόζει πολιτικές λιτότητας και θα αποτελεί την βασική δύναμη του κατεστημένου, η λαϊκιστική δεξιά που εκπροσωπείται από τον Τραμπ μπορεί να συνεχίσει να αποκτά πολιτικά οφέλη.
Το φαινόμενο του «Τραμπισμού»
Στα ΜΜΕ τις ημέρες μετά την επίθεση στο Καπιτώλιο, υπάρχει μια έντονη συζήτηση και έγνοια για τη «Δημοκρατία». Για εκατομμύρια εργαζομένων, μεταναστών, γυναικών, μαύρων και Λατίνων, τα γεγονότα της 6ης Γενάρη προκάλεσαν μια πλήρη αποστροφή προς τον Τραμπ και τους υποστηρικτές του. Ακόμα και ένα τμήμα των Ρεπουμπλικάνων αποκηρύσσει πλέον τον Τραμπ, ενώ το Δημοκρατικό κόμμα καλεί για την αποπομπή του Τραμπ.
Αρκετοί Ρεπουμπλικάνοι είναι έτοιμοι να «πηδήξουν απ’ το καράβι» του Τραμπ καθώς βουλιάζει. Αλλά η πραγματικότητα είναι ότι ο Τραμπ συνεχίζει να παραμένει δημοφιλής μεταξύ των ψηφοφόρων των Ρεπουμπλικάνων, καθώς 50 εκ. εξ αυτών εξακολουθούν να υποστηρίζουν ότι «τους έκλεψαν τις εκλογές».
Οι Ρεπουμπλικάνοι ηγέτες είναι διασπασμένοι και σε κρίση. Ωστόσο, θα αντισταθούν σθεναρά σε πιθανή ψήφιση ή εφαρμογή μέτρων υπέρ των εργαζομένων, όπως για παράδειγμα την καθολική πρόσβαση στην Υγεία (Medicare for all).
Από την άλλη δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ήταν η αδυναμία του συστημικού κόμματος των Δημοκρατικών να εφαρμόσει τέτοιες πολιτικές που έστρωσαν τον δρόμο στην εκλογή του Τραμπ, ως ενός δεξιού «αντι-καθεστωτικού» πολιτικού. Η συνέχιση πολιτικών λιτότητας από τους Δημοκρατικούς θα ενισχύει τους Ρεμπουμπλικάνους και ειδικά την λαϊκιστική και ακροδεξιά τους πτέρυγα.
Πλέον ο Τραμπισμός αποτελεί μια πραγματική πολιτική δύναμη, που δείχνει την κατάντια του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Παρόλο που η επίθεση στο Καπιτώλιο ήταν αποτυχημένη, αποτελεί μια σοβαρή προειδοποίηση για το μέλλον. Έχουμε δει την εμφάνιση ενός αποφασισμένου και ένοπλου ακροδεξιού λαϊκιστικού κινήματος, που θα πλευρίζει δεξιούς πολιτικούς (κάποιοι εκ των οποίων είναι πολύ πιο επικίνδυνοι από τον Τραμπ) μεγαλώνοντας την εκλογική του βάση, θα έχει τα δικά του ΜΜΕ, υποδομές και δυναμικό, με ρίζες στην αστυνομία και τα σώματα ασφαλείας, καθώς και σε ένα τμήμα της μεσαίας τάξης και της λευκής εργατικής τάξης.
Ποιος δρόμος για τα κινήματα και την Αριστερά;
Αυτό θα προκαλέσει νέες και ακόμα πιο σοβαρές πολιτικές κρίσεις στις ΗΠΑ στο μέλλον. Ας μην ξεχνάμε ότι μόλις πέρυσι ο αυτοαποκαλούμενος «σοσιαλιστής» Μπέρνι Σάντερς ηγούνταν ενός πρωτοφανούς κινήματος που είχε ως σύνθημα την «πολιτική επανάσταση ενάντια στους χρηματιστές της Γουόλ Στριτ και το κατεστημένο». Εκατομμύρια εργαζομένων και νεολαίας είχαν ενθουσιαστεί από αυτήν την εξέλιξη. Αυτό το κίνημα σε συνδυασμό με την οργή ενάντια στις δολοφονίες μαύρων και το ρατσισμό της αστυνομίας που εκφράστηκε το καλοκαίρι, όπου πάνω από 16 εκατομμύρια άτομα συμμετείχαν σε δράσεις σε όλες τις πολιτείες των ΗΠΑ, έδειξε τις τεράστιες δυνατότητες που υπάρχουν για μια νέα αριστερή πολιτική δύναμη που θα αμφισβητούσε την ηγεμονία της άρχουσας τάξης στις ΗΠΑ.
Μια ιστορική ευκαιρία για να εκφραστεί η μεγάλη οργή ενάντια στο κατεστημένο με την ανάδειξη ενός νέου αριστερού πολιτικού φορέα των εργαζομένων, χάθηκε όταν ο Σάντερς υποτάχθηκε στον Μπάιντεν, ο οποίος δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας πολιτικός του κατεστημένου του Δημοκρατικού κόμματος, ενός κόμματος των μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων και της Γουόλ Στρητ. Αυτή η εξέλιξη, σε συνδυασμό με την απραξία της ηγεσίας του εργατικού κινήματος αλλά και άλλων αριστερών δυνάμεων, επέτρεψαν στον Τραμπ να εμφανιστεί ως η «εναλλακτική για τον λαό», ενάντια στα επιχειρηματικά συμφέροντα και να επεκτείνει την εκλογική του βάση ακόμα και εν μέσω της κρίσης.
Η ήττα του Τραμπ στις εκλογές, που συνέβη κυρίως λόγω της μεγάλης συμμετοχής μαύρων πολιτών και νεολαίας και η απώλεια του ελέγχου της Γερουσίας από τους Ρεπουμπλικάνους, σημαίνουν ότι οι συντηρητικές και αντιδραστικές δυνάμεις θα υποχωρήσουν προσωρινά, προετοιμάζοντας όμως παράλληλα το έδαφος για νέες επιθέσεις στο μέλλον.
Οι εργαζόμενοι/ες στις ΗΠΑ έδειξαν όλη την προηγούμενη περίοδο τις διαθέσεις τους να αγωνιστούν και να αντισταθούν. Το κίνημα «Black Lives Matter» κινητοποίησε εκατομμύρια, οι εκπαιδευτικοί και οι νοσηλευτές/τριες οργάνωσαν απεργιακές δράσεις απέναντι στην πανδημία και την κρίση. Υπάρχει μια επανεμφάνιση των ριζοσπαστικών και σοσιαλιστικών ιδεών στην αμερικάνικη κοινωνία. Το ζήτημα της αυξανόμενης απειλής ενάντια στα δημοκρατικά δικαιώματα από τη δραστηριοποίηση της ακροδεξιάς δεν μπορεί να αφεθεί στην αντιμετώπισή της από το Δημοκρατικό κόμμα και τους φιλελεύθερους πολιτικούς εκπροσώπους του κατεστημένου.
Αυτό το οποίο χρειάζεται για να αντιμετωπίσουμε τις απειλές και την επίθεση στα δημοκρατικά δικαιώματα είναι μαζική αντίσταση, εργατικοί και κοινωνικοί αγώνες, οι οποίοι να συνδεθούν με τους αγώνες για καθολική πρόσβαση στην Υγεία, ένα νέο «πράσινο» σχέδιο ανάπτυξης υπέρ της κοινωνίας, να διασωθούν «οι εργαζόμενοι και όχι η Γουόλ Στριτ» και να παλέψουμε για ένα οικονομικό σύστημα που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα των εργαζομένων, όχι των δισεκατομμυριούχων.
Οι αγωνιστές συνδικαλιστές, οι σοσιαλιστές, όσοι/ες κινητοποιήθηκαν γύρω από την εκστρατεία του Σάντερς και το BLM, οι πρωτοπόροι εργαζόμενοι κλπ πρέπει να προχωρήσουν σε μια πλατιά κοινωνική συμμαχία με στόχο τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού φορέα που θα αμφισβητήσει πραγματικά την εξουσία της Γουόλ Στρητ και των καπιταλιστών και θα σταματήσει την απειλή της περιβαλλοντικής καταστροφής, της φτώχειας, του ρατσισμού, του πολέμου, της δεξιάς αντίδρασης και της ακροδεξιάς.