Ο νέος ποινικός κώδικας αναμένεται να ψηφιστεί άμεσα, πιθανότατα στη διάρκεια της ημέρας, αλλά σε κάθε περίπτωση πριν διαλυθεί η βουλή και ξεκινήσει η προεκλογική περίοδος. Ανάμεσα στις αλλαγές που προτείνονται, αυτές που αφορούν στον ορισμό του βιασμού έχουν δικαιολογημένα προκαλέσει την οργή των γυναικών και τον οργανώσεων που παλεύουν για τα δικαιώματα τους.
Υπενθυμίζουμε, ότι στις αρχικές αλλαγές του ορισμού του βιασμού στον ποινικό κώδικα, είχε προστεθεί μια διατύπωση που ουσιαστικά ανάγκαζε το θύμα να αποδείξει ότι υπέστη σωματική βία ή κινδύνευσε η ζωή του. Για την ακρίβεια, ο προηγούμενος ορισμός: «Όποιος με σωματική βία ή με απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου εξαναγκάζει άλλον σε συνουσία ή σε άλλη ασελγή πράξη ή σε ανοχή της τιμωρείται με κάθειρξη», μετατράπηκε σε: «Όποιος με σωματική βία ή με απειλή σοβαρού και άμεσου κίνδυνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας εξαναγκάζει άλλον σε επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης τιμωρείται με κάθειρξη».
Πρακτικά δηλαδή, με την παραπάνω διατύπωση, για να αποδείξει το θύμα ότι βιάστηκε έπρεπε να αποδείξει ότι ο κίνδυνος στον οποίο βρέθηκε απειλούσε τη ζωή και τη σωματική του ακεραιότητα. Αν αυτό δε συνέβη, ή αν δεν μπορούσε να αποδειχτεί, τότε πρακτικά δεν αναγνωριζόταν ο βιασμός. Αν το θύμα είχε υποστεί μόνο ψυχολογική βία, ή οποιουδήποτε είδους εξαναγκασμό, τότε το έγκλημα δε θα υπήρχε καν! Η απόλυτη έλλειψη αναφοράς στην ψυχολογική βία, την απειλή ή τον εκβιασμό ως μέθοδο εξαναγκασμού σε σεξουαλική πράξη, ήταν ασφαλώς ιδιαίτερα προβληματική.
Πλημμέλημα ο βιασμός;
Οι τελευταίες αλλαγές όμως, ενώ αναγνωρίζουν πλέον το ενδεχόμενο βιασμού με τη χρήση ψυχολογικής βίας, κάθε άλλο παρά διορθώνουν το λάθος. Στην τελική μορφή του ποινικού κώδικα υπάρχει πλέον κατηγοριοποίηση των βιασμών σε αυτούς που απειλούν τη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα του θύματος και σε αυτούς που συντελούνται με απειλή ή ψυχολογική βία. Έτσι, ο ορισμός του βιασμού που συντελείται με τη χρήση ψυχολογικής βίας προστίθεται, αλλά μετατρέπεται σε πλημμέλημα που τιμωρείται μόλις με τρία χρόνια φυλάκισης!
Συγκεκριμένα αναφέρεται: «Όποιος, εκτός από την παράγραφο του άρθρου 1, εξαναγκάζει άλλον σε επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης απειλώντας αυτόν με παράνομη πράξη ή παράλειψη, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών ετών».
Ο σοφός νομοθέτης, δεν αντιμετωπίζει την ουσία του εγκλήματος, δηλαδή τον ίδιο το βιασμό, αλλά τη συνδέει με το επίπεδο και το είδος της βίας που τον συνοδεύει. Έτσι, ένας βιαστής που ασκεί σωματική βία ή προκαλεί τραυματισμό, είναι περισσότερο βιαστής από κάποιον που χρησιμοποιεί ψυχολογική βία ή απειλή. Η κατηγοριοποίηση αυτή αγνοεί την ίδια τη φύση του εγκλήματος: τον εξαναγκασμό σε σεξουαλική πράξη χωρίς συναίνεση. Ο νομοθέτης επίσης αγνοεί το γεγονός ότι τελικά, οι επιπτώσεις στη ζωή των θυμάτων (γυναικών στη συντριπτική πλειοψηφία) είναι ίδιες, είτε ο βιασμός περιλάμβανε σωματική βία ή απειλή της ζωής, είτε περιλάμβανε ψυχολογική βία, εκβιασμό, ή άλλη απειλή, είτε ακόμη και αν το θύμα ήτανε ναρκωμένο ή αναίσθητο.
Και ενώ σε μια σειρά ευρωπαϊκές χώρες (Ιρλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Βέλγιο, Κύπρος, Γερμανία, Ισλανδία, Λουξεμβούργο, Σουηδία) ο βιασμός ορίζεται απλά και καθαρά σαν σεξουαλική πράξη χωρίς συναίνεση, στην Ελλάδα ετοιμαζόμαστε για ένα ακόμη βήμα πίσω στα δικαιώματα και τις κατακτήσεις του γυναικείου κινήματος. Όχι βέβαια ότι ο ορισμός αυτός λύνει όλα τα προβλήματα που σχετίζονται με την βία κατά των γυναικών και τον τρόπο που τις αντιμετωπίζει το δικαστικό σύστημα, αλλά είναι ένα θετικό βήμα. Σήμερα, φαίνεται ότι επιχειρείται να πάμε πολλά βήματα πίσω από αυτό…
Περισσότερα πάνω στο θέμα μπορείτε να διαβάσετε σε αναλυτικό άρθρο που δημοσιεύσαμε πριν από μερικούς μήνες, όταν άνοιξε η σχετική συζήτηση.