Του Δημήτρη Χατζηκώστα
Μαζικές διαδηλώσεις ενάντια στο Μπούς
Πάνω από 500.000 διαδηλωτές πλημμύρισαν για 3 μέρες τη Νέα Υόρκη πολιορκώντας στην κυριολεξία το συνέδριο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος του Τζ. Μπούς. Παρά την προκλητικά δαπανηρή εκστρατεία του Μπους ενάντια στους διαδηλωτές, την κινητοποίηση της αστυνομίας και την υστερία των ΜΜΕ, ο Αμερικανικός λαός έδειξε για μια ακόμη φορά τη δύναμή του, διαδηλώνοντας ενάντια στη συνεχιζόμενη κατοχή του Ιράκ και τη συνολική πολιτική της κυβέρνησης Μπους. Ήταν ένα ακόμα ξέσπασμα της οργής που συσσωρεύεται σε μεγάλα κομμάτια της Αμερικανικής κοινωνίας, τα οποία τα τελευταία πέντε χρόνια έζησαν: δύο άδικους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, τη συρρίκνωση των δημοκρατικών τους δικαιωμάτων, την πτώση του βιοτικού επιπέδου και τη διαρκή μείωση των δημοσίων δαπανών για την υγεία και την παιδεία.
Τζ. Κέρρυ: Ένα "φωτισμένο γεράκι"
Παρά τη δραματική πτώση της δημοτικότητας του Μπους (42% στις αρχές του Σεπτέμβρη – το χαμηλότερο ποσοστό την τελευταία πενταετία), δεν είναι καθόλου εύκολη η ήττα του στις προσεχείς εκλογές του Νοέμβρη. Κι αυτό εξ’ αιτίας της αδυναμίας του πολυεκατομμυριούχου Τζον Κέρρυ (υποψήφιος του Δημοκρατικού Κόμματος) να εμπνεύσει τα λαϊκά στρώματα. Η δημοτικότητα του Κέρρυ, μετά το συνέδριο των Ρεπουμπλικάνων και τη σφαγή των ομήρων στην Οσετία, είναι χαμηλότερη απ’ αυτήν του Μπους κι αυτό παρά τη μεγάλη υποστήριξη που του δίνουν η φιλελεύθερη αστική τάξη, πλήθος καλλιτεχνών και διανοουμένων μαζί με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Ο ίδιος ο Κέρρυ προσπαθεί να χρεώσει αυτήν του την αποτυχία στο ριζοσπάστη υποψήφιο Ρ. Νέιντερ (δες παρακάτω), όμως στην πραγματικότητα η ευθύνη βαρύνει τους ίδιους τους Δημοκρατικούς, που είναι ένα κατ’ εξοχήν κόμμα του κεφαλαίου και υποστηρίζουν τις πιο μισητές πολιτικές της κυβέρνησης Μπούς. Πιο συγκεκριμένα, ο Κέρρυ είναι υπέρ της κατοχής του Ιράκ και των αντιτρομοκρατικών νόμων, ενώ την ίδια στιγμή ζητάει ενίσχυση των δυνάμεων κατοχής με 40.000 επιπλέον στρατιώτες, νέες φοροαπαλλαγές για τους μεγαλοεπιχειρηματίες, ακόμα και την κατάργηση του ομοφυλοφιλικού γάμου.
Η πρόκληση του Ρ. Νέιντερ
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα της ριζοσπαστικοποίησης κομματιών της κοινωνίας και κυρίως της νεολαίας είναι που βρίσκει έδαφος για δεύτερη φορά η εκστρατεία του Ραλφ Νέιντερ, ριζοσπάστη υποψηφίου που στηρίζουν μια σειρά από κοινωνικές, πολιτικές, οικολογικές και αντιρατσιστικές οργανώσεις. Στις δημοσκοπήσεις ο Νέιντερ εμφανίζεται με ποσοστό 3-5% (το 2000 είχε πάρει 3%), ενώ το ποσοστό του αγγίζει το 10% στις κοινότητες των μαύρων και το 12% στη νεολαία. Το πρόγραμμα του Νέιντερ στηρίζεται στην αντίθεση στην κατοχή του Ιράκ, στην προστασία των μεταναστών, των μειονοτήτων και των γυναικών, ενώ περιλαμβάνει μια σειρά από ριζοσπαστικά αιτήματα για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των απλών ανθρώπων, ασκώντας έντονη κριτική στο ρόλο των πολυεθνικών. Είναι αυτές οι προοδευτικές θέσεις που βρίσκουν απήχηση σε ένα σημαντικό κοινό στις ΗΠΑ, παρά την επίθεση που έχει εξαπολύσει εναντίον του Νέιντερ το πολιτικό κατεστημένο της χώρας και κύρια οι Δημοκρατικοί.
Παρ’ όλα αυτά , ο Νέιντερ δεν είναι σοσιαλιστής, δεν είναι εκπρόσωπος της εργατικής τάξης, με δυσκολία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αριστερός (σύμφωνα με τα ελληνικά δεδομένα). Ενώ ασκεί κριτική στις πολυεθνικές, η εναλλακτική του πρόταση απέναντι στην κυρίαρχη πολιτική είναι "μια ισχυρή κοινωνία των πολιτών με μια δίκαιη οικονομία στηριγμένη στις μικρές επιχειρήσεις". Αυτές οι θέσεις, που στην ουσία προτείνουν έναν πιο ανθρώπινο καπιταλισμό, βάζουν αυτόματα όρια στις προοπτικές του Νέιντερ, ενώ αυτή η θολούρα είναι υπεύθυνη και για περίεργες τοπικές συνεργασίες του Νέιντερ με δεξιούς λαϊκιστές πολιτικούς.
Η "Σοσιαλιστική Εναλλακτική" (τμήμα της CWI στις ΗΠΑ) στηρίζει ενεργά την υποψηφιότητα του Νέιντερ σαν μια προσπάθεια να χτυπηθούν τα δύο κόμματα του κεφαλαίου και να προβληθεί μια αριστερή, ανεξάρτητη εναλλακτική λύση για τους εργαζόμενους έξω από το Δημοκρατικό Κόμμα. Την ίδια στιγμή, προτείνει ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα ως βάση για τη δημιουργία ενός νέου αριστερού εργατικού κόμματος.