Του Ιάκωβου Παναγόπουλου
Παγκόσμια Πρεμιέρα: 2008
Χρώμα: Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: Steve McQueen
Ηθοποιοί: Michael Fassbender, Stuart Graham, Liam Cunningham, Dennis McCambridge, Rory Mullen.
O Steve MacQueen κάνει το ντεμπούτο του με την αριστουργηματική, πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, Hunger. Η αφήγηση της ταινίας μεταφέρει το κοινό το 1981 στην φυλακή Maze της Βόρειας Ιρλανδίας και ασχολείται με τον αγώνα των υποστηρικτών του IRA (Irish Republican Army / Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός) τροφίμων της φυλακής, για την αναγνώριση των πολιτικών τους δικαιωμάτων. Η υπόθεση επικεντρώνεται στις τελευταίες έξι εβδομάδες ζωής του Μπόμπι Σαντς (Michael Fassbender) ο οποίος ξεκινάει μια απεργία πείνας η οποία έχει σαν αποτέλεσμα τον θάνατο του ιδίου και άλλων εννέα κρατούμενων.
Πλοκή
Η αφήγηση της ταινίας αρχίζει εικονοποιώντας την καθημερινότητα ενός φύλακα του σωφρονιστικού ιδρύματος. Παρατηρώντας την καθημερινότητα του, το κοινό χαρτογραφεί την κατάσταση εκείνης της εποχής. Χαρακτηριστικό σημείο είναι τα ματωμένα χέρια του φύλακα στον νιπτήρα και ο έλεγχος του αμαξιού για τυχόν εκρηκτικό μηχανισμό.
Στην συνέχεια το κοινό παρατηρεί την είσοδο ενός νέου κρατούμενου στην φυλακή με την οποία ο σκηνοθέτης χαρτογραφεί την λεγόμενη «απεργία της κουβέρτας» όπου οι φυλακισμένοι απαιτώντας να αναγνωριστούν ως πολιτικοί κρατούμενοι και να μην φορούν τις στολές της φυλακής, έμεναν γυμνοί καλύπτοντας το σώμα τους μόνο με μια κουβέρτα.
Έπειτα η αφήγηση επικεντρώνεται για μεγάλο διάστημα στην καθημερινότητα της φυλακής και στην «απεργία πλυσίματος» που πραγματοποιούνταν παράλληλα από τους κρατούμενους. Ο σκηνοθέτης δείχνει με απόλυτη ρεαλιστικότητα τόσο τις πράξεις αντίστασης των κρατουμένων όσο και την καταστολή τους από τους φορείς εξουσίας.
Μετά την πρώτη μισή ώρα η πλοκή ασχολείται με τον Μπόμπι Σαντς και τον ρόλο του σαν στέλεχος του ΙΡΑ. Αφού τον σκιαγραφεί σαν μια από τις ηγετικές φυσιογνωμίες, βάζει το ζήτημα της απεργίας πείνας μέσα από ένα μακροσκελή διάλογο με τον ιερέα της φυλακής. Τα επόμενα λεπτά του σεναρίου είναι η καθημερινή μάχη του Μπόμπι Σαντς με την απεργία πείνας, μέχρι και τον θάνατο του.
Ανάλυση
Ο δημιουργός δεν λειτουργεί με την έννοια του ήρωα αλλά προσπαθεί μέσα από τις συγκρουόμενες πραγματικότητες να δώσει ερεθίσματα στο ίδιο το κοινό, προβληματισμό και πολιτικά συμπεράσματα.
Αυτό διακρίνεται καθαρά από την αρχή της αφήγησης όπου παρουσιάζεται η καθημερινότητα του φύλακα. Ο οποίος ζει σε ένα προσωπικά δικό του κελί κοινωνικών αυτοματισμών, με τους δικούς του φόβους, κοινωνικά πρότυπα και κινδύνους. Σε καμία περίπτωση δεν συγκρίνεται η πραγματικότητα του με αυτή των φυλακισμένων αλλά ο σκηνοθέτης προσπαθεί να αποτυπώσει ρεαλιστικά την ανθρώπινη φιγούρα ακριβώς όπως είναι.
Χωρίς τις υπερβολές της απόλυτα σατανικής ή της απόλυτα ηθικής ύπαρξης, οι ήρωες του McQueen έχουν στοιχεία που μπορεί ο οποιοσδήποτε να συνδεθεί μαζί τους. Αυτό που ήθελε ο δημιουργός είναι να δώσει έμφαση στα ανθρώπινα χαρακτηριστικά και στην ίδια την φύση των ηρώων. Χαρακτηριστική η σκηνή του αυνανισμού του κρατούμενου μέσα στο κελί το οποίο είναι γεμάτο από τις ακαθαρσίες τους.
Μέσα από τις ωμές εικόνες με έμφαση στον ρεαλισμό ο σκηνοθέτης εικονοποιεί με μια πολύ ιδιαίτερη ατμόσφαιρα την πραγματικότητα της φυλακής. Αυτό που ο ίδιος είπε είναι:
«Θέλω να δείξω πως ήταν να ζεις, να ακούς, να μυρίζεις και να αγγίζεις το ”Κελί–Η” το 1981. Αυτό που θέλω να μεταδώσω (κοινωνήσω) είναι κάτι που δεν μπορείτε να βρείτε σε βιβλία ή αρχεία: το συνηθισμένο και το ασυνήθιστο του να ζεις σ’ αυτή τη φυλακή. Συγχρόνως, το έργο είναι και μια προσπάθεια να αποτυπωθεί με κάποιο τρόπο το τι είναι να πεθαίνει κανείς για ένα σκοπό».
Με τα μακροσκελή πλάνα του, τα οποία είναι είτε σταθερά είτε με τράβελινγκ, την χρήση της ωμής βίας και την έμφαση στην ρεαλιστικότητα των γεγονότων, ο σκηνοθέτης δίνοντας έμφαση στις εικόνες και όχι στον διάλογο μας μεταφέρει στην πραγματική ουσία των γεγονότων. Η μόνη εξαίρεση χρήσης διαλόγου είναι η σκηνή που πρωταγωνιστούν ο Μπόμπι Σαντς και ο ιερέας όπου ανακοινώνεται στο κοινό η απόφαση της εκκίνησης της απεργίας πείνας.
Ο δημιουργός κατηγορήθηκε (άδικα κατά τη γνώμη του υπογράφοντος) για την αργή ροή αυτής της σκηνής, καθώς είναι καθοριστική για την όλη αφήγηση και σπάει την έως τότε συνέχεια. Η βασική επαφή με τον έξω κόσμο και τις αποφάσεις της κυβέρνησης γίνονται μέσα από την ηχητική μετάδοση των δελτίων ειδήσεων. Κάτι που αν και ακούγεται τολμηρό από τον σκηνοθέτη λειτουργεί άψογα σε συνδυασμό με το κλειστοφοβικό κλίμα της φυλακής.
Τέλος η απεργία πείνας του Σαντς γεμίζει την οθόνη με εικόνες ακραίες που κινούνται στα όρια της εξαθλίωσης με σκοπό την ανάδειξη της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Ο σκηνοθέτης αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Το σώμα σαν σύμβολο μιας πάλης πολιτικής, έχει αρχίσει να γίνεται ένα φαινόμενο όλο και περισσότερο γνώριμο. Είναι η τελευταία πράξη της απελπισίας: το ίδιο σου το κορμί γίνεται το τελευταίο σου καταφύγιο για διαμαρτυρία. Ο καθένας χρησιμοποιεί αυτό που έχει, με τρόπο σωστό ή λανθασμένο».
Η τελική σκηνή όπου η ψυχή του Μπάμπι Σαντς φεύγει σαν ένα πλήθος πουλιά που πετούν ελεύθερα είναι καθοριστική.
Συμπεράσματα
Η συγκεκριμένη ταινία αξίζει προσοχής όχι μόνο για την εξαιρετική σκηνοθεσία και ερμηνείες τις αλλά γιατί θίγει το ζήτημα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και του προσωπικού αγώνα για ελευθερία – ανεξάρτητα αν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς με τις πολιτικές απόψεις και πρακτικές του ΙΡΑ και του Μπόμπι Σαντς. Όπως ανέφερε και ο Μπόμπι Σαντς στην ταινία
«Η ελευθερία είναι τα πάντα για μένα… το να δώσω τη ζωή μου δεν είναι μονάχα το μοναδικό πράγμα που μπορώ να κάνω, είναι και το μόνο σωστό».
_______________