Του Νίκου Κοκκάλη
Πριν μερικές εβδομάδες είχαμε γράψει για την κατάληψη του Καταφυγίου Αγρίας Ζωής «Malheur» στο Όρεγκον, από μια ένοπλη «πολιτοφυλακή» ιδιοκτητών ράντσων της περιοχής. Στις 28 Γενάρη, μετά από 26 μέρες κατάληψης, έξι από τους καταληψίες (ανάμεσα τους και ο Έημον Μπάντι, επικεφαλής τους) συνελήφθησαν σε μπλόκο της αστυνομίας του Όρεγκον, ενώ ένας ακόμη, ο Ρόμπερτ Φίνικουμ, εκπρόσωπος τύπου των καταληψιών, σκοτώθηκε σε συμπλοκή με την αστυνομία.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Το Καταφύγιο Άγριας Ζωής Malheur, είναι μια μεγάλη δημόσια έκταση που ανήκει στην Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση των ΗΠΑ. Πριν περιέλθει στην κατοχή της, αποτελούσε την επικράτεια των Ινδιάνων Παγιούτ, οι οποίοι ζούσαν στην περιοχή. Μάλιστα η περιοχή του πάρκου ήταν τόπος λατρείας για τους Ινδιάνους, πράγμα που σήμαινε ότι κανείς δεν μπορούσε να μπει στην περιοχή φέροντας όπλα ή κυνηγετικό εξοπλισμό. Σήμερα, το πάρκο αποτελεί έναν πολύ σημαντικό σταθμό για πολλά είδη αποδημητικών πουλιών και θεωρείται προστατευόμενη περιοχή.
Οι ιδιοκτήτες των ράντσων όμως διαφωνούν. Θεωρούν ότι είναι δικαίωμα τους όχι μόνο να κυκλοφορούν χωρίς περιορισμούς, αλλά και να κυνηγούν μέσα στο πάρκο! Κάπως έτσι μάλιστα ξεκίνησε η ιστορία της κατάληψης. Πριν από μερικούς μήνες, δύο ιδιοκτήτες ράντσων της περιοχής που κατηγορούνταν για εμπρησμούς στο εσωτερικό του πάρκου προκειμένου να καλύψουν ίχνη παράνομου κυνηγιού, συνελήφθηκαν και καταδικάστηκαν. Σαν απάντηση στις καταδικαστικές αποφάσεις, οι αδελφοί Μπάντι, ηγήθηκαν μιας διαδήλωσης «ένοπλων αγροτών» στο Σπαρκς, μια κωμόπολη 120 χιλιόμετρα μακριά από το καταφύγιο.
Μετά τη διαδήλωση, οι ένοπλοι κατευθύνθηκαν προς το καταφύγιο και κατέλαβαν το κεντρικό κτίριο. Παρά το γεγονός ότι οι καταληψίες ήταν ένοπλοι και δήλωναν ότι θα μείνουν «όσο χρειαστεί» προκειμένου να αποκτήσουν τον έλεγχο της δημόσιας, προστατευόμενης έκτασης, κανείς δεν τους πείραξε. Αν και το καταφύγιο είχε περικυκλωθεί από αστυνομικούς και πράκτορες του FBI, καταληψίες και «αλληλέγγυοι» μπαινόβγαιναν με χαρακτηριστική ευκολία, είτε για να παραλάβουν προμήθειες, είτε για να μιλήσουν σε εκδηλώσεις σε κοντινές περιοχές.
Στόχος τους ήταν και παραμένει η δημιουργία μιας «ελεύθερης ζώνης» στην οποία οι (προφανώς λευκοί) αγρότες – καουμπόηδες της περιοχής θα έχουν πλήρη πρόσβαση και θα μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν. Ακόμη κι αν πρόκειται για μια ιδιαίτερα σημαντική από περιβαλλοντική άποψη έκταση, οι ιδιοκτήτες των ράντσων θεωρούν ότι όλη η γη γύρω από τα χωράφια τους θα έπρεπε να τους ανήκει.
Βέβαια η κίνηση αυτή είχε τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που περίμεναν. Οι κάτοικοι της περιοχής δεν εκτίμησαν ιδιαίτερα την κατάληψη του πάρκου, με αποτέλεσμα να γίνονται συχνές συγκεντρώσεις με αίτημα την αποχώρηση των καταληψιών. Παρόμοιες απόψεις όμως φαίνεται να επικράτησαν και συνολικά στην αμερικανική κοινωνία, αφού οι καταληψίες έγιναν αποδέκτες χλευαστικών σχολίων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Έτσι ξεκίνησαν μια σειρά από εκδρομές – εξορμήσεις ανεύρεσης υποστηρικτών σε άλλες περιοχές του Όρεγκον. Στη διάρκεια μιας τέτοιας εξόρμησης, έπεσαν σε μπλόκο των Ομοσπονδιακών Αρχών. Ο Φίνικουμ προσπάθησε να ξεφύγει με το αυτοκίνητο του και σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια συμπλοκής με την αστυνομία.
Παρά το θάνατο του Φίνικουμ και τη σύλληψη της ηγεσίας των ένοπλων αγροτών, οι αρχές δε φαίνεται να κάνουν κάποια κίνηση για να συλλάβουν τους εναπομείναντες καταληψίες, αλλά συνεχίζουν να διαπραγματεύονται μαζί τους, μετά από περίπου ένα μήνα!
Προφανώς το γεγονός ότι είναι λευκοί έχει παίξει το ρόλο του… Πράγματι, από την πρώτη στιγμή της κατάληψης, πολλοί είναι εκείνοι που θέτουν το (ρητορικό) ερώτημα, τι θα είχε συμβεί αν οι καταληψίες ήταν μαύροι, μουσουλμάνοι ή Ινδιάνοι…