Του Θανάση Μαρίνη,
μέλος του ΔΣ του Συλλόγου Υπαλλήλων Εθνικής Τράπεζας (ΣΥΕΤΕ)
Τα χρόνια του Μνημονίου, των περικοπών, της λιτότητας, των απολύσεων και των λουκέτων, το ζήτημα των κόκκινων δανείων έχει λάβει εκρηκτικές διαστάσεις, με το ύψος τους αγγίζει τα 107 δισ. ευρώ. Χωρίς υπερβολή αποτελεί μια «ωρολογιακή βομβα» στα θεμέλια της κοινωνίας.
Είναι γνωστό ότι εδώ και χρόνια κερδοσκοπικά funds (distress funds) πιέζουν, μέσω των υπαλλήλων τους στις Βρυξέλλες, με σκοπό να αναλάβουν τη διαχείριση των προβληματικών δανείων. Θεωρούν ότι η κερδοσκοπία πάνω σε αυτό το ζήτημα είναι η επόμενη μεγάλη ευκαιρία για γρήγορο πλουτισμό. Οι κοινωνικές συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης θα είναι δραματικές.
Το τελευταίο νομοσχέδιο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κινείται προς αυτήν την κατεύθυνση. Για ακόμα μια φορά υποτάσσεται στις διαθέσεις των αρπακτικών της αγοράς και στρέφεται ενάντια στα λαϊκά στρώματα.
Πιο συγκεκριμένα, τα distress funds αναλαμβάνουν τη διαχείριση των κόκκινων δανείων (αρχικά των επιχειρηματικών δανείων μεγάλων εταιρειών) έχοντας αυξημένες και ανεξέλεγκτες αρμοδιότητες. Θα υπάγονται μόνο στον έλεγχο της Τράπεζας της Ελλάδας, η οποία γνωρίζουμε πολύ καλά το τι είδους έλεγχο ασκεί (βλ. περιπτώσεις Αγροτικής Τράπεζας και Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου). Θα αγοράζουν πακέτα δανείων (μαζί με τις εξασφαλίσεις) «αντί πινακίου φακής» από τα Πιστωτικά Ιδρύματα και θα αναλαμβάνουν οι ίδιες την είσπραξη των απαιτήσεων.
Επιπλέον, το νομοσχέδιο επιτρέπει στις εταιρείες αυτές να λειτουργούν ως «παράλληλο τραπεζικό σύστημα» μέσω της δυνατότητας αναχρηματοδότησης επιχειρήσεων και κλάδων της επιλογής τους και με αυτόν τον τρόπο να ελέγχουν σε μεγάλο βαθμό την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Τέλος, το νομοσχέδιο «ανοίγει την πόρτα» σε κάθε είδους «λαμόγιο» καθώς για την σύσταση μιας τέτοιας εταιρείας απαιτούνται μόλις 100.000 ευρώ.
Μπορεί, μέχρι την 15η Φλεβάρη, να εξαιρούνται τα καταναλωτικά και στεγαστικά δάνεια πρώτης κατοικίας και τα δάνεια μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αλλά ο δρόμος έχει ανοίξει για τις επιθετικές διαθέσεις των κερδοσκόπων.
Το εργατικό και τα κοινωνικά κινήματα πρέπει να τεθούν σε «θέση μάχης».
Την επόμενη περίοδο απαιτείται ο μαζικότερος δυνατός συντονισμός κοινωνικών δυνάμεων (Σωματεία Εργαζομένων, Δήμοι, συνδικαλιστικές και αυτοδιοικητικές παρατάξεις, αριστερές πολιτικές οργανώσεις, επιτροπές ενάντια στους πλειστηριασμούς, λαϊκές συνελεύσεις, κ.α.) με στόχο:
- Την ακύρωση της πώλησης κόκκινων δανείων στα αρπακτικά.
- Τη λύση του ζητήματος προς το συμφέρον των λαϊκών στρωμάτων. Αυτό σημαίνει γενναίο κούρεμα, έως διαγραφή, των χρεών των ανέργων, των φτωχών οικογενειών (λαμβάνοντας υπόψη τις πραγματικές ανάγκες διαβίωσης και όχι τις «αλχημείες» της ΕΛΣΤΑΤ) και των μικρών επιχειρήσεων. Ταυτόχρονα απαιτείται χτύπημα των μεγαλοοφειλετών που τόσα χρόνια βρίσκονται στο απυρόβλητο (βλ. ιδιωτικά κανάλια κ.α.).
- Για να μπορέσουν να επιτευχθούν τα πιο πάνω αλλά και για να γίνουν Δημόσιες επενδύσεις προς όφελος της κοινωνίας πρέπει να γίνει κτήμα του κινήματος το αίτημα για εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και λειτουργία του κάτω από συνθήκες εργατικού και κοινωνικού ελέγχου και διαφάνειας.