Του Ανδρέα Παγιάτσου
Το παρόν άρθρο αποτελεί το 3ο μέρος της σειράς «Η Αριστερά και η 20η Σεπτέμβρη – το τέλος ενός μεγάλου κύκλου».
Τα προηγούμενα δύο άρθρα εδώ και εδώ
ΚΚΕ – συγκρίσεις εκλογικών αποτελεσμάτων
Στις εκλογές της 20ης Σεπτέμβρη το ΚΚΕ πήρε 301.600 ψήφους και 5,55% και εμφανίζεται ικανοποιημένο.
Σε σχέση με τις εκλογές της 25ης Γενάρη (2015) όμως, έχασε κοντά στις 37.000 ψήφους: είχε πάρει 338.188 αλλά κράτησε τα ίδια περίπου ποσοστά λόγω της αυξημένης αποχής.
Αν πάμε ακόμα πιο πίσω, θα δούμε ότι υπάρχει μια βασική τάση διαρκούς μείωσης των δυνάμεων (και σαν ποσοστά και σαν απόλυτοι αριθμοί) του ΚΚΕ.
Για παράδειγμα αν πάμε 11 χρόνια πίσω, στις γενικές εκλογές του 2004, θα δούμε ότι το ΚΚΕ ψήφισαν 436.000 ψηφοφόροι. Το 2004 δεν υπήρχε κρίση, αντίθετα στην οικονομία «έπεφτε» πολύ χρήμα λόγω και των Ολυμπιακών. Όμως ανάμεσα στο τότε και το σήμερα, και παρά την μεσολάβηση της τρομακτικής κρίσης που ο ελληνικός λαός βιώνει, το ΚΚΕ έχασε περίπου 135.000 ψήφους – που αντιστοιχούν στο 31% (!!!) των τότε ψηφοφόρων του.
Αν πάμε ακόμα πιο πίσω στα σκληρά χρόνια της δεκαετίας του ’90 (κατάρρευση Σοβιετικής Ένωσης και διπλή διάσπαση ΚΚΕ) στις εκλογές για παράδειγμα του 1996 είχε πάρει 380.000 ψήφους! Σε σχέση με τότε, δηλαδή, το σημερινό ΚΚΕ έχασε το 20% των ψηφοφόρων του – περίπου 80.000 ψήφους.
Αν κάνουμε συγκρίσεις ποσοστών (που δεν είναι οι πιο σωστές για ένα κόμμα της Αριστεράς, πιο σωστή είναι η σύγκριση απόλυτων αριθμών ψήφων) και έρθουμε σε πιο πρόσφατες αναμετρήσεις, θα δούμε ότι στις εκλογές του Μάη του 2012 είχε πάρει 8,48%, στις εκλογές του 2009 είχε πάρει 7,54%, ενώ στις 20 Σεπτέμβρη 5,55%.
Το συμπέρασμα είναι καθαρό. Όπως και να μετρήσουμε την απήχηση του ΚΚΕ αυτή μειώνεται διαρκώς.
Με τον ερχομό της κρίσης μάλιστα, το 2009, που θα έπρεπε να είναι η ώρα της «απογείωσης» του, το ΚΚΕ όχι μόνο δεν κέρδισε, αλλά έχασε ακόμα περισσότερο, σε μια διαρκή πορεία συρρίκνωσης δυνάμεων.
ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Πολλά στελέχη και μέλη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ περιμένανε την αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ σαν «μάννα εξ ουρανού». Εκτιμώντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποτύγχανε κάποια στιγμή, περιμένανε τη μαζικοποίηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με ραγδαίους ρυθμούς.
Αντί γι’ αυτό η ΑΝΤΑΡΣΥΑ διασπάστηκε, χάνοντας την ΑΡΑΝ, την ΑΡΑΣ και τη συνεργασία της με το Σχέδιο Β’ (ΜΑΡΣ). Οι δυνάμεις αυτές επέλεξαν να ενταχθούν στη ΛΑΕ.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ εμφανίζεται ικανοποιημένη με το αποτέλεσμα της 20ης Σεπτέμβρη, όπως αναφέραμε στο προηγούμενο άρθρο της σειράς αλλά αν δούμε τη γενική πορεία των ποσοστών της, νομίζουμε πως δεν θα έπρεπε.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είχε πάρει για παράδειγμα στις εκλογές του Μάη του 2012, 75.500 ψήφους περίπου και 1,19%. Τρία χρόνια μετά πέφτει στις 46.000 ψήφους και σε ποσοστό 0,85%. Στις ευρωεκλογές του Μαΐου του 2014 είχε πάρει ένα παρόμοιο αριθμό ψήφων και ποσοστών: 0,72% και 41.299 ψήφους.
Σε μακροχρόνια βάση δεν υπάρχει η δυνατότητα συγκρίσεων καθώς η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλάζει σύνθεση και όνομα κατά περιόδους (στις τελευταίες εκλογές για παράδειγμα είχε συνεργαστεί με το ΕΕΚ, πιο παλιά οι βασικές δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ συσπειρώνονταν στο ΜΕΡΑ, μετά στο ΕΝΑΝΤΙΑ κοκ).
Η εικόνα και η τάση είναι πάντως καθαρή: οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αντιμέτωπες με την πιο καταστροφική οικονομική κρίση, την πιο βάρβαρη επίθεση ενάντια στην κοινωνία και τις πιο μεγάλες ανατροπές στο πολιτικό επίπεδο, συνεχίζουν να παραμένουν στο περιθώριο της κοινωνίας.
Κάπου υπάρχει λάθος, λοιπόν, κι όποιος δεν το βλέπει απλά εθελοτυφλεί.
Τα βασικά λάθη
Τα βασικά «λάθη» που εξηγούν τα αρνητικά αποτελέσματα των ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είναι κοινά και στους δύο σχηματισμούς, παρότι εμφανίζονται με πιο καθαρό τρόπο και πιο έντονα στο ΚΚΕ.
ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ εμφανίζονται να θεωρούν ότι για να κτίσεις τις δυνάμεις της «σοσιαλιστικής επανάστασης» αυτό που χρειάζεται να κάνεις είναι:
- να καταγγέλλεις όσους δεν συμφωνούν μαζί σου σαν «ρεφορμιστές» και «προδότες»
- να αρνείσαι, γι’ αυτό το λόγο, οποιαδήποτε συνεργασία μαζί τους σε βαθμό που ούτε σε κοινή πορεία να μην κατεβαίνεις
- να τοποθετείσαι (με αιτήματα και συνθήματα) πάντα πιο «αριστερά» από κάθε άλλο σχηματισμό της Αριστεράς ώστε να δείχνεις σε όλους ότι «εγώ είμαι ο πιο αριστερός» άσχετα αν αυτό που «φωνάζεις» δεν έχει καμία σχέση με τις πραγματικές ανάγκες και με τη συνείδηση των εργατικών στρωμάτων και της κοινωνίας
- και να τονίζεις με κάθε τρόπο και σε κάθε τόνο ότι δεν έχει νόημα οποιοδήποτε μέτρο στα πλαίσια του συστήματος υπέρ των εργαζομένων γιατί το μόνο πράγμα που έχει νόημα είναι η ανατροπή και η επανάσταση.
Τα θέματα αυτά δεν είναι κάτι καινούργιο. Είναι τα βασικά χαρακτηριστικά αυτού που στη μαρξιστική ορολογία ονομάζεται «σεκταρισμός» ενάντια στον οποίο πολέμησαν και μάλιστα πολύ σκληρά, όλοι οι κλασσικοί του μαρξισμού, ξεκινώντας από τον Μάρξ και τον Ένγκελς και φτάνοντας στον Λένιν, τον Τρότσκι και τη Ρόζα Λούξεμπουργκ.
«Μεταβατικό Πρόγραμμα» και «Ενιαίο Μέτωπο»
Στην ορολογία της Κομμουνιστικής Διεθνούς την οποία (Κομουνιστική Διεθνή) δημιούργησαν οι Μπολσεβίκοι μετά τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης το 1917, το θέμα του σεκταρισμού αφορά σε μεγάλο βαθμό (αλλά όχι μόνο) την άρνηση ή εγκατάλειψη δύο βασικών πυλώνων του μαρξισμού: του «Μεταβατικού Προγράμματος» και της «τακτικής του Ενιαίου εργατικού Μετώπου».
Το «Μεταβατικό Πρόγραμμα» επιτρέπει στους μαρξιστές (επαναστάτες σοσιαλιστές ή κομμουνιστές) να προσεγγίσουν τις λαϊκές μάζες, ξεκινώντας από τις πρακτικές ανάγκες τους και από το επίπεδο της συνείδησης τους, καταθέτοντας ένα πακέτο προτάσεων, πολιτικών αιτημάτων και μορφών πάλης, που να λειτουργεί σαν «γέφυρα» για τη μετάβαση από το σάπιο και σε κρίση καπιταλιστικό σύστημα στην εργατική-λαϊκή εξουσία και το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό.
Το «Ενιαίο Μέτωπο» μεταφράζεται στην ανάγκη συνεργασίας των δυνάμεων που αναφέρονται στο εργατικό κίνημα και τα λαϊκά στρώματα, με άλλα λόγια την Αριστερά (στα σημεία τα οποία συμφωνούν, διατηρώντας παράλληλα τις διαφωνίες και την ανεξαρτησία τους).
Κρίσιμη σημασία
Οι δυο αυτοί πυλώνες έχουν κρίσιμη σημασία. Τόσο κρίσιμη που είναι σωστό να πούμε το εξής: Δεν υπάρχει καμία πιθανότητα, κάποιο κόμμα της Αριστεράς που δεν υιοθετεί τη μεθοδολογία του Μεταβατικού Προγράμματος και του Ενιαίου Μετώπου, να πετύχει τους στόχους της κοινωνικής απελευθέρωσης, της σοσιαλιστικής επανάστασης και της εργατικής δημοκρατίας!
Γιατί αυτό; Γιατί, ξεκινώντας από τα βασικά, για να μπορέσει η κοινωνία να απελευθερωθεί από τα δεσμά του καπιταλισμού πρέπει η Αριστερά να τεθεί επικεφαλής αυτού του αγώνα και για να το καταφέρει αυτό θα πρέπει να κερδίσει τις μάζες των εκατομμυρίων εργαζομένων, ανέργων κλπ, τα με το μέρος της. Για να το καταφέρει αυτό θα πρέπει:
- Να μπορέσει να «μιλήσει» τη γλώσσα των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων. Πρέπει να μπορεί να μετατρέψει την ιδέα της επανάστασης σε συγκεκριμένα και πρακτικά πολιτικά αιτήματα και συγκεκριμένες και πρακτικές δράσεις και μορφές πάλης. Αυτή είναι η «τέχνη» της μεταβατικής μεθόδου και του Μεταβατικού Προγράμματος την οποία δείξανε στην πράξη οι Μπολσεβίκοι. Σε αντίθετη περίπτωση οι εργατικές μάζες δεν πρόκειται να δώσουν σημασία στα «επαναστατικά» καλέσματα απ’ οπουδήποτε και αν προέρχονται.
- Να είναι μπροστά στην ενωτική πάλη των λαϊκών στρωμάτων. Τα εργατικά και λαϊκά στρώματα καταλαβαίνουν μέσα από την εμπειρία τους ότι χωρίς ενότητα των δυνάμεών τους δεν μπορούν να καταφέρουν τίποτα – είτε πρόκειται για μια απεργία στο χώρο τους, είτε πρόκειται για μια διαδήλωση που αν δεν είναι μαζική δεν θα ασκήσει καμία αποτελεσματική πίεση, είτε πρόκειται για την πάλη ενάντια στους φασιστές, είτε, τέλος, πρόκειται για την κατάληψη της εξουσίας. Με βάση αυτή την κατανόηση τα εργατικά και λαϊκά στρώματα θα στρέψουν με τον πιο απλό και φυσικό τρόπο την πλάτη τους σε κάθε κόμμα που στρέφει την πλάτη στη δική τους ενωτική πάλη υποσκάπτοντας, έτσι, τον αγώνα τους.
Άλλο εξουσία κι άλλο κοινωνική απελευθέρωση και σοσιαλισμός
Υπάρχει περίπτωση κάποιο κόμμα της Αριστεράς να βρεθεί στην εξουσία χωρίς να υιοθετεί την πιο πάνω μεθοδολογία, το μεταβατικό Πρόγραμμα και το Ενιαίο Μέτωπο;
Ασφαλώς υπάρχει. Δεν μιλάμε όμως για το αν μπορεί κάποια «Αριστερά» κάποιου είδους να κατακτήσει με «κάποιο τρόπο» την εξουσία, μιλάμε για τη δυνατότητα της Αριστεράς να φέρει σε πέρας την κοινωνική επανάσταση και την κοινωνική απελευθέρωση – να δημιουργήσει δηλαδή συνθήκες εργατικής εξουσίας και δημοκρατίας, πραγματικού, δημοκρατικού και ελεύθερου σοσιαλισμο0ύ.
Περιπτώσεις φορέων της Αριστεράς που βρέθηκαν σε θέση εξουσίας είναι κατ’ αρχήν αυτές των αριστερών-ρεφορμιστικών κομμάτων όπως ήταν το ΠΑΣΟΚ παλιά και ο ΣΥΡΙΖΑ πολύ πρόσφατα. Παρόμοιες περιπτώσεις είχαμε σε προηγούμενες δεκαετίες, διεθνώς, από τους «Σοσιαλιστές» αλλά και τους «Ευρωκομμουνιστές» (με χαρακτηριστικά παραδείγματα των τελευταίων, το ιταλικό και το γαλλικό κομμουνιστικό κόμμα). Τα αποτελέσματα από την πορεία αυτού του είδους της Αριστεράς τα έχουμε δει.
Από τη σκοπιά της μη-ρεφορμιστικής Αριστεράς όμως υπήρξαν και οι περιπτώσεις αντάρτικων κινημάτων (μαοϊκής βασικά κατεύθυνσης) που καταλάβανε την εξουσία με ένοπλα μέσα. Τέτοιου είδους κινήματα, που μάχονται ενάντια στον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό χρειάζονται υποστήριξη, αλλά αυτή πρέπει να είναι μια κριτική υποστήριξη. Ας δούμε που οδηγούν αυτά τα αντάρτικα όταν καταλαμβάνουν την εξουσία: Σε στρατιωτικές ή/και μονοκομματικές δικτατορίες του ενός ή του άλλου είδους· σε διαδικασίες καπιταλιστικής παλινόρθωσης όπως βλέπουμε ήδη σε πολύ προχωρημένο στάδιο στην Κίνα και σε αρχική μορφή στην Κούβα· σε ανάληψη της εξουσίας και στη συνέχεια κατάρρευση όπως στο Νεπάλ[1] πριν μερικά χρόνια· ή, τέλος, σε παρανοϊκά καθεστώτα τύπου Κιμ Γιογκ Ιλ στη Βόρεια Κορέα ή πιο παλιά το καθεστώς του Πολ Ποτ στην Καμπότζη.
Σταλινισμός – η ταφόπλακα στη μεθοδολογία του Λένιν
Μετά το θάνατο του Λένιν το κόμμα των Μπολσεβίκων οδηγήθηκε στον ιδεολογικό και πολιτικό εκφυλισμό από τον Στάλιν. Όλες οι πραγματικά επαναστατικές παραδόσεις του Λενινισμού εγκαταλείφθηκαν.
Το Μεταβατικό Πρόγραμμα και το Ενιαίο Μέτωπο πετάχτηκαν στα σκουπίδια από τη σταλινική γραφειοκρατία, καταργώντας κάθε στοιχείο δημοκρατίας και στην Σοβιετική Ένωση και στο ρωσικό Κομμουνιστικό Κόμμα στην Κομμουνιστική Διεθνή. Υπερασπιστής αυτών των ιδεών έμεινε ο Λέων Τρότσκι, με τον οποίο είναι, τελικά, ταυτισμένες οι πιο πάνω έννοιες.
Ο Στάλιν δεν αρκέστηκε στο να αλλοιώσει το νόημα του Μπολσεβικισμού και του Λενινισμού – προσπάθησε να προχωρήσει και στην εξόντωση της μνήμης. Στις δίκες της Μόσχας το ’37[2] προχώρησε στη φυσική εξόντωση όλων των ιστορικών στελεχών της επανάστασης του ’17 κατηγορώντας τους σαν πράκτορες του Χίτλερ (Σημ: σύντομα μετά απ’ αυτό, το 1939, ο Στάλιν προχώρησε μαζί με τον Χίτλερ στο σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ). Ο μόνος που είχε διαφύγει από τους δήμιους του Στάλιν ήταν ο Τρότσκι που ζούσε εξόριστος στο Μεξικό, μέχρι το 1940 που δολοφονήθηκε από τον Στάλιν. Έτσι εξοντώθηκε και ο τελευταίος ζωντανός από τους ηγέτες του 1917.
Αν κάνουμε την πιο πάνω σύντομη ιστορική αναφορά είναι για να δείξουμε ότι η συγκεκριμένη πολιτική συμπεριφορά των ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν έχει πέσει από τον ουρανό. Είναι απόρροια του σταλινισμού ο οποίος διαπερνά και τους δύο σχηματισμούς.
Δυστυχώς στην ελληνική Αριστερά η παρουσία του σταλινισμού είναι πάρα πολύ έντονη στη μεγάλη πλειοψηφία των οργανώσεών της. Η εξήγηση γι’ αυτό βρίσκεται στο πολύ μεγάλο βάρος που έχει ο σταλινισμός στην ιστορία της ελληνικής Αριστεράς, λόγω του ρόλου που έπαιξε το ΚΚΕ ιστορικά, καθώς και των πολλών διασπάσεων που προήλθαν απ’ αυτό.
Ειδικά στη σημερινή συγκυρία η πολιτική συμπεριφορά του ΚΚΕ αποτελεί πιστό αντίγραφο της «3ης περιόδου» της Κομμουνιστικής Διεθνούς, ανάμεσα στο 1928 και το 1933. Δεν υπάρχει χώρος για την ανάπτυξη αυτού του θέματος στα πλαίσια αυτού του άρθρου, ίσως σε κάποιο επόμενο.[3]
Στο ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ απαιτείται πλήρης επανεξοπλισμός
Το ΚΚΕ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχουν αποτύχει να καλύψουν το κενό στην ελληνική Αριστερά και την ελληνική κοινωνία. Θα συνεχίσουν να αδυνατούν να καλύψουν αυτό το κενό αν συνεχίσουν με τις ίδιες αντιλήψεις. Αν θέλουν να ξεφύγουν από τον φαύλο κύκλο στον οποίο βρίσκονται πρέπει να «ανακαλύψουν» βασικούς πυλώνες του Μαρξισμού, όπως το Μεταβατικό Πρόγραμμα και το Ενιαίο Μέτωπο. Αυτό δεν είναι κάτι εύκολο. Γιατί σημαίνει ότι θα πρέπει να προσπαθήσουν να επιστρέψουν στις ρίζες, να πετάξουν από πάνω τους τα σταλινικά χαρακτηριστικά που τους διαπερνούν και να επανεξοπλιστούν ιδεολογικά και πολιτικά. Θα μπορέσουν να περάσουν μέσα από μια τέτοια εσωτερική μεταμόρφωση; Οι πιθανότητες για κάτι τέτοιο, δυστυχώς, είναι πολύ λίγες.
Αυτό σημαίνει πως η πάλη για να χτιστεί η μαζική Αριστερά που απαιτούν οι συνθήκες θα συνεχίσει να είναι δύσκολη και να έχει πολύ δρόμο μπροστά της.