Το 1968 αποτέλεσε μια χρονιά επαναστατικών εκρήξεων και γεγονότων που σημάδεψαν την Ευρώπη και τον κόσμο. Από τον γαλλικό Μάη, μέχρι τη σφαγή της πλατείας του Τλατελόλκο στο Μεξικό, το 1968 συγκλόνισε τον πλανήτη και επηρέασε βαθιά τη συνείδηση εκατομμυρίων ανθρώπων. Με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων από τη χρονιά των μεγάλων κινηματικών εκρήξεων, δημοσιεύουμε αποσπάσματα παλιότερου άρθρου του συντρόφου Πίτερ Ταφ (Peter Taaffe) γραμματέα του «Σοσιαλιστικού Κόμματος-CWI» (αδελφή οργάνωση του «Ξ» στη Βρετανία) που δημοσιεύτηκε αρχικά στο θεωρητικό περιοδικό «Socialism Today» το 2008.
Υπάρχουν κάποιες χρονιές στην παγκόσμια ιστορία που ξεχωρίζουν και αποτελούν κομβικά σημεία: 1789, 1830, 1848, 1871, 1917, 1968, 1989. Κάποιες, όπως το 1989, σηματοδοτούν πισωγυρίσματα στην πορεία της ιστορίας, ενώ άλλες ταυτίζονται με επαναστατικά γεγονότα. Το 1968 ανήκει στη δεύτερη κατηγορία. Ήταν μια ταραχώδης χρονιά, κατά την οποία μαζικές εξεγέρσεις πλημμύρισαν τους δρόμους του πλανήτη, απειλώντας τα ίδια τα θεμέλια του συστήματος.
Το κορυφαίο γεγονός ήταν βέβαια η επαναστατική έκρηξη του Μάη και του Ιούνη στη Γαλλία, η μεγαλύτερη γενική απεργία στην ιστορία, όταν δέκα εκατομμύρια εργάτες κατέλαβαν τα εργοστάσιά τους στη διάρκεια ενός επαναστατικού μήνα.
Ο Μαρξ και ο Ένγκελς έχουν περιγράψει περιόδους της ανθρώπινης ιστορίας κατά τις οποίες ολόκληρες δεκαετίες μπορεί να μοιάζουν με μια οποιαδήποτε μέρα μέσα στην απόλυτη ηρεμία τους, ενώ σε άλλες γεγονότα είκοσι χρόνων συμπιέζονται μέσα σε λίγες μέρες. Αυτό ακριβώς συνέβη εκείνο τον ένα μήνα στη Γαλλία του 1968.
Το 1968 ήταν μια χρονιά ταυτισμένη με την επανάσταση και σε μικρότερο βαθμό με την αντεπανάσταση σε ολόκληρο τον κόσμο. Για όσους έζησαν και συμμετείχαν στα γεγονότα, είναι συγκλονιστικό το να θυμούνται ακόμη και αμυδρά τον αριθμό και την κλίμακα των εξελίξεων.
Παράλληλα με τα επαναστατικά γεγονότα στο Παρίσι και τις υπόλοιπες γαλλικές πόλεις, είχαμε και το μαζικό κίνημα στο Μεξικό, το οποίο αρχικά είχε κάποια κοινά με τη Γαλλία, αλλά πνίγηκε στο αίμα στη διαβόητη σφαγή της πλατείας Τλατελόλκο. Επίσημα οι νεκροί της εξέγερσης ήταν 300, αλλά στην πραγματικότητα υπολογίζεται ότι τα θύματα των αιμοσταγών στρατευμάτων του μεξικανικού καθεστώτος μπορεί να άγγιξαν και τα 1.000.
Ήταν επίσης η χρονιά κατά την οποία ο διάρκειας 10.000 ημερών πόλεμος του Βιετνάμ άλλαξε αποφασιστικά τροπή με την «Επίθεση του Τετ» (31 Ιανουαρίου 1968) από το NLF (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο) όπου η ισχυρότερη στρατιωτική μηχανή του πλανήτη στριμώχτηκε και τελικά νικήθηκε.
Στις 4 Φλεβάρη, στην Ατλάντα των ΗΠΑ, σε μια προφητική ομιλία του, ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ έλεγε: «Θα ήθελα κάποιος να πει ότι ο Μ. Λ. Κινγκ προσπάθησε να δώσει τη ζωή του στην υπηρεσία του κοινωνικού συνόλου». Δολοφονήθηκε δύο μήνες μετά.
Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, η προνομιούχα γραφειοκρατική ελίτ της Σοβιετικής Ένωσης έστειλε 200.000 στρατιώτες να καταπνίξουν την «Άνοιξη της Πράγας».
Λίγες μέρες αργότερα, φοιτητές στο Σικάγο, φώναζαν «σας βλέπει ολόκληρος ο κόσμος» στην αστυνομία της πόλης που τους χτυπούσε.
Η απόλυτη ειρωνεία όμως, σε αυτή τη χρονιά της επανάστασης, ήταν το γεγονός ότι ο δεξιός Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος Ρίτσαρντ Νίξον εκλέχτηκε πρόεδρος των ΗΠΑ, μετά τις υποκριτικές του διαβεβαιώσεις ότι θα τερμάτιζε τον πόλεμο του Βιετνάμ – «ειρήνη με τιμή», ονόμασε την υπόσχεσή του.
Και η Βρετανία όμως, μέσα στο 1968 έγινε πεδίο αυξανόμενης κοινωνικής αντίστασης ενάντια στην κυβέρνηση των «Εργατικών» του Χάρολντ Γουίλσον, τόσο σε εσωτερικά, όσο και σε εξωτερικά ζητήματα, όπως το Βιετνάμ. Το Μάρτη και τον Οκτώβρη, δεκάδες χιλιάδες διαδήλωσαν ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ στην πλατεία Grosvenor.
Δεν ήταν μόνο στις «ανεπτυγμένες» βιομηχανικές χώρες που επικρατούσε αναταραχή. Στην Ινδονησία, στην Κίνα (μέσω της λεγόμενης «Πολιτιστικής Επανάστασης») στο Πακιστάν όπου το κίνημα των εργαζομένων και των χωρικών είχε αντιστοιχίες με αυτό της Γαλλίας, η κοινωνία συγκλονιζόταν από κύματα αντίστασης σε όλο της το εύρος.
Ακόμα, το 1968 σηματοδότησε μια αναγέννηση στον πολιτισμό, επηρεάζοντας ιδιαίτερα τους καλλιτέχνες, τους μουσικούς, τους φοιτητές και τα μεσαία κοινωνικά στρώματα.
Πάνω απ’ όλα όμως συνέβαλε στην επανεμφάνιση της εργατικής τάξης στο προσκήνιο, μετά το «λήθαργο» της κοινωνικής σταθερότητας της εποχής της «αναγέννησης» του καπιταλισμού την περίοδο μετά το 1945. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι τα επαναστατικά γεγονότα του 1968 συνέβησαν παρά την παγκόσμια οικονομική άνθιση της περιόδου ανάμεσα στο 1950 και το 1975.
Κοινωνικές αναταράξεις στις ΗΠΑ
Στις ΗΠΑ οι μισθοί είχαν ανέβει για την πλειοψηφία των εργαζομένων. Ο κατώτατος μισθός στις ΗΠΑ το 1966 ήταν 8 $ με σημερινά δεδομένα (πριν το κίνημα 15 τώρα ο μέσος μισθός στις ΗΠΑ ήταν 5,5 $). Το 80% του πληθυσμού είχε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ενώ κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Λίντον Τζόνσον, είχαν εισαχθεί μια σειρά μέτρα υπέρ των μαύρων, όπως οι νόμοι για τα πολιτικά δικαιώματα και το δικαίωμα στην ψήφο.
Αυτή όμως ήταν μόνο η μια όψη της κατάστασης στις ΗΠΑ, αφού εξαιτίας του τεράστιου κόστους του πολέμου του Βιετνάμ, το κοινωνικό κράτος δέχτηκε μεγάλες περικοπές, με τραγικές συνέπειες, αφού υπολογίζεται ότι περίπου 14.000 παιδιά στη Νέα Υόρκη πέθαναν από επιθέσεις τρωκτικών. Η νεολαία βρισκόταν σε επαναστατικό αναβρασμό, ενώ ένα εκατομμύριο Αφροαμερικανοί θεωρούσαν τους εαυτούς τους επαναστάτες.
Η εικόνα αυτή επιβεβαιώνει την ανάλυση των μαρξιστών σύμφωνα με την οποία οι επαναστατικές, ή προ-επαναστατικές συνθήκες δεν είναι απαραίτητα, ή μόνο, αποτέλεσμα οικονομικών παραγόντων, αλλά μπορούν να αναπτυχθούν και εξαιτίας πολιτικών γεγονότων.
Ο πόλεμος του Βιετνάμ προκαλούσε σήψη τόσο στα οικονομικά, όσο και στα κοινωνικά θεμέλια των ΗΠΑ, της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου, που παρόλα αυτά δεν ήταν σε θέση να ανταποκριθεί ταυτόχρονα στις ανάγκες του πολέμου και στις απαιτήσεις για ένα κοινωνικό κράτος. Ο πόλεμος ήταν η αιτία της καταστροφής της προεδρίας του Τζόνσον.
Γιατί εξερράγη η Γαλλία;
Την παραμονή της πρωτοχρονιάς του 1967, ο 78χρονος Γάλλος πρόεδρος Σαρλ Ντε Γκωλ έλεγε:
«Υποδέχομαι το 1968 με γαλήνη».
Οι δηλώσεις αυτές αντανακλούσαν την αυτοπεποίθηση του γαλλικού καπιταλισμού. Ο Ντε Γκωλ συνέχιζε λέγοντας:
«Είναι αδύνατο να ξαναδούμε τη Γαλλία του σήμερα να παραλύει από την κρίση, όπως έχει γίνει στο παρελθόν».
Η πραγματικότητα όμως, όπως έγραφε ο Observer, στις 20 Γενάρη του 2008 ήταν ότι:
«Έξι μήνες αργότερα, ο Ντε Γκωλ πάλευε για την πολιτική του επιβίωση, ενώ η γαλλική πρωτεύουσα είχε παραλύσει από τη φοιτητική εξέγερση που ήδη μετρούσε εβδομάδες και την ξαφνική γενική απεργία που ακολούθησε. Το ταξίδι της Γαλλίας από τη ”γαλήνη” σε μια σχεδόν επαναστατική κατάσταση μέσα στις πρώτες εβδομάδες του Μάη είναι αυτό που χαρακτήρισε το 1968, μια χρονιά κατά την οποία είδαμε μαζικές διαμαρτυρίες να ξεσπούν σε ολόκληρο τον κόσμο, από το Παρίσι μέχρι την Πράγα, από την πόλη του Μεξικού μέχρι τη Μαδρίτη, από το Σικάγο μέχρι το Λονδίνο».
Το γεγονός ότι η κατάσταση στη Γαλλία απέκτησε επαναστατικά χαρακτηριστικά, ενώ δεν συνέβη το ίδιο σε γειτονικές χώρες, όπως π.χ. η Γερμανία, δεν ήταν τυχαίο. Αν ήταν σωστή η θεωρία που θέλει τους φοιτητές μια συνειδητή κοινωνική δύναμη στην πρώτη γραμμή του αγώνα ενάντια στην άρχουσα τάξη, τον «πυροκροτητή» που θα τραβήξει την εργατική τάξη στην επανάσταση, τότε αυτή θα είχε συμβεί πρώτα στη Γερμανία.
Το γερμανικό φοιτητικό κίνημα ήταν την περίοδο εκείνη πολύ πιο ανεπτυγμένο από το γαλλικό. Το 1967, ο φοιτητής Μπένο Όνεζοργκ είχε δολοφονηθεί από αστυνομικό κατά τη διάρκεια διαδήλωσης. Το γεγονός αυτό προκάλεσε γενικευμένη εξέγερση, υπό την ηγεσία της SDS (της γερμανικής φοιτητικής ομοσπονδίας). Τον Απρίλη του 1968, ένας από τους ηγέτες της SDS, ο Ρούντι Ντούτσκε πυροβολήθηκε στο κεφάλι και δε συνήλθε ποτέ πλήρως από τα τραύματά του.
Τα παραπάνω γεγονότα ήταν, θεωρητικά, εξίσου σημαντικά για να προκαλέσουν εξέγερση σαν αυτή που είδαμε στη Γαλλία. Οι κοινωνικές συνθήκες όμως ήταν διαφορετικές. Όλο το προηγούμενο διάστημα του ημι-δικτατορικού καθεστώτος Ντε Γκωλ της «Πέμπτης Δημοκρατίας» είχε οδηγήσει σε τεράστιες εντάσεις μέσα στις γραμμές της γαλλικής εργατικής τάξης. Σε κάποια από τα μεγάλα εργοστάσια υπήρχαν ακόμη και ένοπλοι φρουροί που χρησιμοποιούνταν για να τρομοκρατήσουν τους εργαζόμενους. Η Γαλλία ήταν μια χώρα η οποία θύμιζε αυτό που είχαν αναφέρει οι μυστικές υπηρεσίες του Τσάρου παραμονές του 1917: «ένα σπίρτο που θα πέσει κατά λάθος θα μπορούσε να προκαλέσει έκρηξη».
Η καταπίεση, η σκληρή καταστολή, οι ξυλοδαρμοί των φοιτητών, οδήγησαν τελικά εκατομμύρια εργαζόμενους σε γενική απεργία, την οποία τα συνδικάτα κάλεσαν απρόθυμα, με αποτέλεσμα οι εργάτες να προχωρήσουν παραπέρα και να καταλάβουν τα εργοστάσια ισχυροποιώντας τις επαναστατικές διαδικασίες.
Τα χαρακτηριστικά της γαλλικής κοινωνίας ήταν αυτά που μετέτρεψαν την εργατική τάξη της χώρας στην πρωτοπορία της επανάστασης σε διεθνές επίπεδο, στη συγκεκριμένη φάση. Δεδομένου ότι οι συνθήκες ήταν διαφορετικές στη Γερμανία και τη Βρετανία, ακόμη και στην Ιταλία, στην οποία με μια έννοια αναπτύσσονταν ακόμη πιο έντονες διεργασίες από ότι στη Γαλλία, η «σπίθα» της φοιτητικής εξέγερσης δεν μπορούσε να προκαλέσει τις ίδιες αντιδράσεις.
Αν όμως η επανάσταση στη Γαλλία είχε νικήσει, όπως θα μπορούσε να έχει συμβεί, τότε το Βερολίνο, το Μιλάνο, το Τορίνο, ακόμη και το Λονδίνο θα έμπαιναν με τη σειρά τους στο κίνημα.
Αναταράξεις σε Βρετανία και Ιρλανδία
Η διάθεση ανάμεσα στα εργατικά στρώματα της Βρετανίας εκείνο το διάστημα ήταν επίσης εκρηκτική. Η διαδήλωση στην πλατεία Grosvenor ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ, στην οποία υπολογίζεται ότι συμμετείχαν 100.000 άνθρωποι, ακολουθήθηκε από αναλύσεις των μέσων ενημέρωσης, που έδιναν την αίσθηση ότι η βρετανική κοινωνία βρισκόταν ένα βήμα πριν την εξέγερση. Αυτή η αντίληψη ήταν υπερβολική, ταυτόχρονα όμως η δυσαρέσκεια και η διάθεση αντίστασης δεν περιοριζόταν στους φοιτητές. Καλέστηκαν μια σειρά απεργίες, ανάμεσα στις οποίες αυτή των μηχανικών της Ford, όπου κυριαρχούσαν γυναίκες εργάτριες.
Στη Βόρεια Ιρλανδία, το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα, που ξέσπασε τον Οκτώβρη στο Ντέρι, ήταν μια καθαρή αντανάκλαση των διεθνών επαναστατικών διαθέσεων που κυριάρχησαν το 1968. Το κίνημα στην Ιρλανδία περιλάμβανε ως επί το πλείστον νέους, τόσο από την Καθολική όσο και από την Προτεσταντική κοινότητα, που συγκρούστηκαν με το κράτος που βάσιζε την ύπαρξή του στη θρησκευτική διαίρεση.
Την ίδια ώρα, στο εσωτερικό του «Εργατικού Κόμματος», η ριζοσπαστικοποίηση και η υποστήριξη προς τις μαρξιστικές ιδέες αντικατοπτρίστηκαν στο συνέδριο του 1968. Εκείνη την εποχή, σε επίπεδο βάσης, το «Εργατικό Κόμμα» εξακολουθούσε να είναι πραγματικά εργατικό, αν και η ηγεσία του ήταν ανοιχτά φιλοκαπιταλιστική. Εξακολουθούσαν, τότε, να υπάρχουν οι βασικοί δημοκρατικοί κανόνες λειτουργίας που επέτρεπαν στη βάση και τις τοπικές οργανώσεις του κόμματος να παίζουν καθοριστικό ρόλο στις κεντρικές του θέσεις και να υιοθετούν θέσεις όπως:
«δημόσια ιδιοκτησία των 300 μονοπωλίων, ιδιωτικών τραπεζών, χρηματιστικών ιδρυμάτων και ασφαλιστικών εταιρειών που κυριαρχούν στην οικονομία και … τη δημιουργία ενός εθνικού σχεδίου σοσιαλιστικής παραγωγής»
Στο συνέδριο του 1968, πέντε εκατομμύρια μέλη του κόμματος ψήφισαν υπέρ της κατάργησης της αντεργατικής νομοθεσίας. Η συνείδηση των εργαζόμενων μαζών στη Βρετανία ήταν τέτοια, που αν ο Μάης του 68 στη Γαλλία είχε νικήσει, θα μπορούσε να επεκταθεί ταχύτατα στην υπόλοιπη Ευρώπη και τον κόσμο. Ιδιαίτερα η τεράστια αγανάκτηση γύρω από τον πόλεμο του Βιετνάμ, φάνηκε σε όλη της την έκταση στις μαζικές διαδηλώσεις του 1968.
Ο Ρίτσαρντ Κρόσμαν, μετέπειτα υπουργός αλλά που εκείνη την εποχή βρισκόταν στην αριστερή πτέρυγα του κόμματος, σχολίαζε:
«Δεν είναι αλήθεια, ότι βρισκόμαστε εν μέσω μιας επανάστασης, που μπορεί μάλιστα να νικήσει; Πάντα πίστευα ότι θα ήταν πραγματικά συναρπαστικό να ζει κανείς το 1848, αλλά τώρα αντιλαμβάνομαι ότι ζούμε την πιο σημαντική στιγμή που μπορώ να θυμηθώ μετά τον πόλεμο… στα ανατολικά και τα δυτικά του σιδηρού παραπετάσματος, τα καθεστώτα τίθενται υπό αμφισβήτηση και εμφανίζονται νέες δυνάμεις, από τη βάση της κοινωνίας, χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την κοινοβουλευτική δημοκρατία όπως την ξέρουμε. Εξεγείρονται ενάντια στην κοινοβουλευτική δημοκρατία, η οποία ήταν ένα ιδανικό για το 1848, αλλά σήμερα αποτελεί τμήμα μιας ολιγαρχίας, κομμάτι του κατεστημένου στη δύση, όπως ο κομμουνισμός είναι κομμάτι του κατεστημένου στην ανατολή. Αυτές οι εξεγέρσεις, αυτή τη χρονιά, είναι και στις δύο περιπτώσεις αντικαθεστωτικές. Περιέργως, όταν το σκέφτομαι, λίγη από την κατάθλιψή μου εξανεμίζεται».
Ρίτσαρντ Κρόσμαν, «Τα ημερολόγια ενός Υπουργού», 1977, τόμος 3ος, σ.σ. 76-77
Ριζοσπαστικοποίηση στην Ιταλία
Μπορούμε να φανταστούμε την επιτάχυνση των κοινωνικών γεγονότων και τις προσδοκίες για αλλαγή, ιδιαίτερα ανάμεσα στη νεολαία και τους εργαζόμενους των γειτονικών χωρών, από τα όσα συνέβησαν το Μάη και τον Ιούνη στη Γαλλία, που χτύπησαν σαν κεραυνός. Στην Ιταλία για παράδειγμα ο ιστορικός Πολ Γκίνσμποργκ έγραψε αργότερα, σε σχέση με τα γεγονότα του 1968 και την αντανάκλαση τους στο γνωστό ως «καυτό φθινόπωρο» της επόμενης χρονιάς (1969) στην Ιταλία:
«Ακολούθησε η πιο εκπληκτική περίοδος κοινωνικών ζυμώσεων, η πιο σημαντική φάση συλλογικής δράσης στην ιστορία της χώρας. Κατά τη διάρκειά της, η κοινωνική δομή της χώρας αμφισβητήθηκε σε όλα τα επίπεδα. Σε καμία φάση το κίνημα στην Ιταλία δεν έφτασε την ένταση και τις επαναστατικές δυνατότητες των γεγονότων του Μάη του 1968 στη Γαλλία, αλλά το ιταλικό κίνημα διαμαρτυρίας ήταν το πιο βαθύ και μακροχρόνιο στην Ευρώπη. Εξαπλώθηκε από τα σχολεία και τις σχολές στα εργοστάσια, για να ξαναβγεί έξω στην κοινωνία και να αγκαλιαστεί από το σύνολό της».
Πολ Γκίνσμποργκ: «Ιστορία της Σύγχρονης Ιταλίας», σ. 298
Άλλη μια εικόνα της δύναμης της ιταλικής εργατικής τάξης, μπορούμε να πάρουμε από τη Ροσσάνα Ροσσάντα, μια από τους βασικούς συντάκτες της αριστερής εφημερίδας «Il Manifesto»:
«Το παράδοξο με το ”καυτό φθινόπωρο” του 1969 είναι ότι ήταν μόνο η αρχή. Αντί οι εργάτες να βάλουν μπρος τις μηχανές όπως συνήθως μετά τις καλοκαιρινές διακοπές, εργοστάσιο μετά το εργοστάσιο καταλαμβανόταν από τους εργάτες με το μεγάλο εργοστάσιο της Fiat να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή… Το ”καυτό φθινόπωρο” ήταν ο μεγαλύτερος και πιο ”προχωρημένος” βιομηχανικός αγώνας από την εποχή του πολέμου – όχι μόνο μια απεργία, αλλά μια διαδικασία κατά την οποία οι εργάτες πήραν στα χέρια τους το σύνολο της παραγωγικής διαδικασίας, κάνοντας στην άκρη την ιεραρχία των διοικήσεων. Δεν ήταν μια έμπειρη δύναμη, δοκιμασμένη μέσα από δεκαετίες καταπίεσης, αλλά νέοι εργάτες, συχνά ανειδίκευτοι, των οποίων η εκπαίδευση είχε προκύψει από το χαοτικό περιβάλλον της κοινωνίας στην οποία είχαν μεγαλώσει. Πήραν κάτι από τις ηχηρές φοιτητικές κινητοποιήσεις της προηγούμενης χρονιάς και το έκαναν δικό τους.
»Ήταν η επανάσταση αυτό που είχε στο μυαλό της η εργατική νεολαία, όταν πέρασε τις πύλες των εργοστασίων και τα κατέλαβε; Η απόφαση αυτή μεταδόθηκε σαν σπίθα από εργοστάσιο σε εργοστάσιο: πάλεψαν για να αλλάξουν τους εργασιακούς τους χώρους, για να τους κρατήσουν στα χέρια τους. Απαλλάχτηκαν από τη συνήθεια της υπακοής. Όταν μιλούσαν στις συνελεύσεις, οι ηγέτες των συνδικάτων έπρεπε να περιμένουν στην ουρά για το μικρόφωνο, όπως οι υπόλοιποι ανειδίκευτοι εργάτες. Ήταν στο χώρο τους. Μιλούσαν για όσα γίνονταν μέχρι τότε, για όσα δεν μπορούσαν να ανεχτούν και για το τι έπρεπε να γίνει. Το διακύβευμα ήταν τεράστιο. Για το κεφάλαιο, δε θα μπορούσε να υπάρξει μεγαλύτερη πρόκληση. Τα μέσα ενημέρωσης το ήξεραν. Αρχικά χάρηκαν όταν είδαν το Κομμουνιστικό Κόμμα και τα συνδικάτα να μένουν στο περιθώριο, αλλά αργότερα τρομοκρατήθηκαν».
Ροσσάνα Ροσσάντα «Ο σύντροφος από το Μιλάνο», από το περιοδικό New Left Review (Νέα Αριστερή Επιθεώρηση) Γενάρης – Φλεβάρης 2008
Αυτά τα γεγονότα προκάλεσαν τρόμο σε μεγάλα τμήματα της ιταλικής αστικής τάξης.
«Ενδεικτική του κλίματος της εποχής ήταν η ομολογία, πολλά χρόνια αργότερα, ενός από τους βασικούς χρηματιστές του Μιλάνου, του Άλντο Ραβέλι, ενός ανθρώπου που δεν ενέδιδε εύκολα στον πανικό:
»“Αυτά ήταν τα χρόνια κατά τα οποία –σας το λέω για να σας δώσω μια εικόνα της ατμόσφαιρας που επικρατούσε– έκανα δοκιμές για να διαπιστώσω πόσο χρόνο θα μου έπαιρνε να δραπετεύσω στην Ελβετία. Έφυγα από το σπίτι μου στη Βαρέζα και πήγα στα σύνορα με τα πόδια”».
Πολ Γκίνσμποργκ: «Η Ιταλία και οι διαμάχες της, 1980 – 2001», σ. 40
Ο Ραβέλι δε χρειάστηκε τελικά να κάνει το ταξίδι με τα πόδια στα σοβαρά. Δε χρειάστηκε, επειδή κυριολεκτικά, οι ηγέτες των μαζικών οργανώσεων της ιταλικής εργατικής τάξης, στο τέλος έσωσαν τον καπιταλισμό.
Κάτι, όμως το οποίο δεν ήταν καθόλου εύκολο καθώς για μια δεκαετία περίπου αναπτυσσόταν μαζική αντίσταση σε ολόκληρη τη χώρα – από τα τέλη της δεκαετίας του 60 και σχεδόν για τι σύνολο της δεκαετίας του 70.
Αιματηρή εξέγερση στο Μεξικό
Τα αντίστοιχα φαινόμενα στο νεοαποικιακό κόσμο δεν ήταν λιγότερο σημαντικά. Τα γεγονότα στο Μεξικό τον Οκτώβρη του 1968, στο επίπεδο της έντασης των αγώνων, βρίσκονται στην ίδια κλίμακα με τα αντίστοιχα γεγονότα της Γαλλίας και της Ιταλίας. Αν και εκείνο το διάστημα είχαν πολύ μικρή κάλυψη από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης τα γεγονότα του Μεξικού ήταν τα πιο αιματηρά της χρονιάς. Μπήκαν όμως σε δεύτερη μοίρα εξαιτίας της εισβολής των σοβιετικών τανκς στην Τσεχοσλοβακία (την περίοδο εκείνη η Τσεχία και η Σλοβακία ήταν ένα ενιαίο κράτος) λίγες μέρες πιο πριν.
«Οι ιστορικοί γράφουν για τα μαύρα γάντια στις γροθιές που υψώθηκαν από τους Αμερικανούς ολυμπιονίκες δρομείς στους αγώνες του Μεξικού. Δε γράφουν όμως τόσο πολλά για τα λευκά γάντια που φορούσαν τα μεξικανικά στρατεύματα, τα τανκς πίσω τους, τα ελικόπτερα πάνω τους, τα οποία πυροβολούσαν φοιτητές, οικογένειες και εργάτες, στη γειτονιά του Τλατελόλκο στην πόλη του Μεξικούστις 2 Οκτώβρη, μια εβδομάδα πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες».
«Η πραγματική φωνή της επανάστασης», Ed Vulliamy, «The Observer», 20 Γενάρη 2008
Η μεξικανική άρχουσα τάξη, κατέφυγε στην τακτική των «εξαφανίσεων», πετώντας τα πτώματα των δολοφονημένων στη θάλασσα, πριν ακόμη ξεκινήσει να το κάνει η αιματοβαμμένη δικτατορία της Αργεντινής στη δεκαετία του 70. Τα γεγονότα του Μεξικού είναι βαθιά χαραγμένα στη συλλογική μνήμη του λαού της χώρας, ιδιαίτερα των ριζοσπαστικοποιημένων στρωμάτων της νεολαίας και της εργατικής τάξης.
Την ώρα που βρισκόταν σε εξέλιξη η εξέγερση όμως, ο Φιντέλ Κάστρο παρέμεινε σιωπηλός, αρνούμενος να υποστηρίξει τους εξεγερμένους του 1968.
Αυτό συνέβη εν μέρει γιατί η καπιταλιστική κυβέρνηση του Μεξικού ήταν η μόνη που αναγνώριζε το κουβανικό καθεστώς. Από την άλλη όμως και γιατί ανησυχούσε ότι μια ενδεχόμενη επιτυχημένη επανάσταση στο Μεξικό, με την εργατική τάξη στην ηγεσία της, θα είχε ισχυρό αντίκτυπο μέσα στην ίδια την Κούβα, της οποίας η κοινωνία θα απαιτούσε πραγματική εργατική δημοκρατία.
Πράγματι, όσοι συμμετείχαν στα γεγονότα στο Μεξικό, υποστήριζαν την ιδέα μιας «δεύτερης μεξικανικής επανάστασης», που να ολοκληρώσει αυτό που άρχισε η επανάσταση του 1910 και το έργο που δεν κατάφεραν να φέρουν σε πέρας ο Πάντσο Βίγια και ο Εμιλιάνο Ζαπάτα. Αυτά τα γεγονότα αντανακλώνται στη μεξικανική κοινωνία ακόμη και σήμερα. Οδήγησαν στην ανατροπή του «Θεσμικού Επαναστατικού Κόμματος» (PRI) το οποίο κυβερνούσε τη χώρα για 70 χρόνια. Αντανακλάστηκαν επίσης στο κίνημα των «Ζαπατίστας» στις αρχές της δεκαετίας του 90 και σε μια σειρά κινηματικές διαδικασίες που ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια.
Οι επιπτώσεις του πολέμου στο Βιετνάμ
Το 1968, η αμερικανική άρχουσα τάξη είχε ήδη αρκετά προβλήματα με τις κοινωνικές αναταράξεις που προκαλούσε ο πόλεμος του Βιετνάμ.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, είναι το γεγονός ότι 3.250 νέοι φυλακίστηκαν γιατί αρνήθηκαν να πολεμήσουν για λόγους συνείδησης. Υπολογίζεται ότι αυτοί που απέφυγαν με άλλους τρόπους τη στρατολόγηση έφτασαν τους 250.000, ενώ ένα εκατομμύριο διέπραξε κάποιου είδους στρατιωτικό αδίκημα.
Όμως, μόλις 25.000 κατέληξαν κατηγορούμενοι, ενώ σύμφωνα με σχετική μελέτη:
«Ο αριθμός των επιλέξιμων για το στρατό Αμερικανών που κατάφεραν για επαγγελματικούς λόγους και λόγους σπουδών να πάρουν αρκετές αναβολές προκειμένου να αποφύγουν την επιστράτευση, έφτασε συνολικά στα 15 εκατομμύρια».
Το αποτέλεσμα ήταν:
«Ο πόλεμος να διεξάγεται κατά κύριο λόγο από τους γιους των φτωχών, λευκών και μαύρων, των οποίων οι γονείς δεν είχαν αρκετή επιρροή. Οι γιοι των οικογενειών που είχαν επιρροή ήταν προστατευμένοι, γιατί σπούδαζαν».
Μάικλ Μακλίαρ: «Βιετνάμ: ο πόλεμος των δέκα χιλιάδων ημερών» σ. 313
Οι πρώτοι ανάμεσα σε αυτά τα «γεράκια – κοτόπουλα», αυτοί δηλαδή που απέφυγαν τη στρατολόγηση, ενώ υποστήριζαν τον πόλεμο, ήταν ο Τζορτζ Μπους και οι όμοιοί του.
Η σφαγή στο Βιετνάμ ήταν ένας βασικός λόγος για τον οποίο ξεσηκώθηκε μαζικά η νεολαία σε παγκόσμιο επίπεδο, σε ένα κίνημα που είχε ξεκινήσει νωρίτερα, αλλά ξέσπασε σε όλη του την έκταση το 1968.
Η απίστευτη βία και η καταστροφή που εξαπέλυσε στο Βιετνάμ ο αμερικανικός καπιταλισμός με τις επιθέσεις από τα βομβαρδιστικά αεροσκάφη B-52 και το χημικό «Agent Orange», συμπυκνώνονται στη σφαγή του My Lai την ίδια χρονιά, της οποίας οι φρικιαστικές λεπτομέρειες αποκαλύφθηκαν αργότερα. Επίσημα, ο αμερικανικός στρατός παραδέχεται τη σφαγή διακοσίων αμάχων Βιετναμέζων, σύμφωνα όμως με τις εκτιμήσεις ενός στρατιωτικού συγγραφέα, ο αριθμός πρέπει να φτάνει τους επτακόσιους. Η τιμωρία του ενορχηστρωτή του εγκλήματος, του Υπολοχαγού Γουίλιαμ Κάλεη, ήταν… η τριήμερη παραμονή του σε στρατιωτική φυλακή.
Σταλινική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία
Τα κινήματα στην Ανατολική Ευρώπη, σε ένα βαθμό αντανακλούσαν αυτά της Δυτικής. Η «Άνοιξη της Πράγας» χαρακτηρίστηκε από την αποπομπή των ακραίων Σταλινικών από την ηγεσία του Τσεχοσλοβάκικου Κομμουνιστικού Κόμματος.
Ωστόσο, η αντικατάσταση του σταλινικού Νοτόβνι από τον «μετριοπαθή» Αλεξάντερ Ντούπτσεκ, δε σήμαινε και το αυτόματο πέρασμα στην εργατική δημοκρατία. Ο «σοσιαλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο» που υποσχόταν ο Ντούπτσεκ, μια προοπτική που αγκαλιάστηκε μαζικά τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και έξω από αυτή, δεν οδήγησε σε πραγματικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση.
Η αλήθεια όμως είναι ότι η χαλάρωση των σταλινικών αλυσίδων οδήγησε σε σημαντικές πολιτικές ζυμώσεις, με πολλούς εργαζόμενους να αναζητούν και να συζητάνε θέματα όπως η εργατική δημοκρατία, η ελευθερία του τύπου, οι ιδέες του Τρότσκι, ο δημοκρατικός έλεγχος και διαχείριση στη βιομηχανία. Αυτό που αντιπροσώπευε ο Ντούπτσεκ στην πραγματικότητα όμως ήταν μια άλλη γραφειοκρατία, που σκοπό είχε να προλάβει επαναστατικές διαδικασίες στη βάση της κοινωνίας.
Αυτή η κατάσταση δε θα μπορούσε να γίνει ανεκτή από τη Σταλινική γραφειοκρατία της ΕΣΣΔ.
Στην Πολωνία του 1956 αναγκάστηκαν να δεχτούν την εξουσία του Γκομούλκα, ο οποίος όπως ο Ντούπτσεκ, εκπροσωπούσε ένα πιο φιλελεύθερο και εθνοκεντρικό γραφειοκρατικό καθεστώς. Τη δεδομένη στιγμή (το 1956) ήταν ήδη απασχολημένοι με την Ουγγρική επανάσταση, όπου κυριαρχούσαν οι ιδέες της εργατικής δημοκρατίας, μια πραγματικά θανάσιμη απειλή για το σταλινισμό. Αναγκάστηκαν έτσι να ανεχτούν τον Γκομούλκα και την άνοδό του στην εξουσία. Τα γεγονότα της Τσεχοσλοβακίας το 1968 όμως, κινούνταν μέσα στα πλαίσια μιας πολύ διαφορετικής παγκόσμιας κατάστασης, αλλαγές οι οποίες είχαν επηρεάσει και τα σταλινικά κράτη στην Ανατολική Ευρώπη και τη Ρωσία. Η παραμονή του Ντούπτσεκ στην εξουσία θα μπορούσε να ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου στην Πολωνία, την Ανατολική Γερμανία, την Ουγγαρία, όπως και όλα τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης που βρίσκονταν υπό το σταλινικό ζυγό.
Επομένως, η συντριβή της «Άνοιξης της Πράγας» ήταν επιβεβλημένη για τον Μπρέζνιεφ και την σταλινική κλίκα και μάλιστα έγινε αποδεκτή και από τον Κάστρο στην Κούβα, ο οποίος μετά από μικρή καθυστέρηση προκειμένου πρώτα να ζυγίσει τα πράγματα, έσπευσε να υποστηρίξει τα ρωσικά τανκς στην Πράγα.
Οι εξελίξεις αυτές έβαλαν τη βάση για το μαζικό ξεφούσκωμα των αυταπατών γύρω από το σταλινισμό και αποτέλεσαν ένα σημαντικό χτύπημα στην ιδέα της σχεδιασμένης οικονομίας, πάνω στην οποία βασιζόταν όχι μόνο η Τσεχοσλοβακία, αλλά και ολόκληρη η Ανατολική Ευρώπη. Εκτός των άλλων, τα παραπάνω γεγονότα έδωσαν τροφή στην ιδέα της επαναφοράς του καπιταλισμού.
Οι επαναστατικές ιδέες παραμένουν ζωντανές
Από διεθνή σκοπιά, το 1968 είχε αντίστοιχη σημασία με το 1848 και το 1917. Έτσι, σήμερα, οι καπιταλιστές προσπαθούν να διαλύσουν το φάντασμα του 1968. Σχεδόν 40 χρόνια μετά τα γεγονότα του Μάη, το 2007, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, ο Νικολά Σαρκοζί δήλωνε ότι η νίκη του στις εκλογές θα πετύχαινε ακριβώς αυτό:
«Ο Μάης του 1968 επέβαλε σε όλους μας έναν διανοητικό και ηθικό σχετικισμό… Οι κληρονόμοι του Μάη του 68 εισήγαγαν την ιδέα ότι δεν υπήρχε πλέον διαφορά ανάμεσα στο καλό και το κακό, την αλήθεια και το ψέμα, την ομορφιά και την ασχήμια. Αυτή η κληρονομιά του Μάη του 68 έφερε τον κυνισμό στην κοινωνία και την πολιτική».
Όσο απίστευτο κι αν φαίνεται, ισχυρίστηκε ακόμη και ότι το ’68 συνέβαλε
«στην εξασθένιση του ήθους των καπιταλιστών και προετοίμασε το έδαφος για έναν ασυνείδητο καπιταλισμό διεφθαρμένων αφεντικών».
Όχι, αυτά είναι ενδημικά χαρακτηριστικά του καπιταλισμού, τα οποία η γενιά του 68 προσπάθησε να ανατρέψει.
Οι Γάλλοι καπιταλιστές στράφηκαν ενάντια στη Γαλλική Επανάσταση, την ηρωική Κομμούνα του 1871, το κύμα των εργοστασιακών καταλήψεων του 1936 και σήμερα προσπαθούν να αποδομήσουν το 1968.
Όπως και στις προηγούμενες περιπτώσεις, έτσι και στην περίπτωση του 1968 δε θα καταφέρουν να διαγράψουν το παράδειγμα που μας προσφέρει η χρονιά αυτή, των επαναστάσεων και των εξεγέρσεων.
Είναι καθήκον των επαναστατών Σοσιαλιστών και των Μαρξιστών να κρατήσουμε ζωντανές τις παραδόσεις του 1968, αλλά και να συμβάλουμε στο να βγουν τα συμπεράσματα που απαιτούνται από τα ελλείμματα και τα λάθη που οδήγησαν αυτά τα κινήματα στην ήττα, προκειμένου ανοίξουμε το δρόμο για να χτιστεί ένα σοσιαλιστικό μέλλον για την ανθρωπότητα.