1941- 1945: Κατοχή της Ελλάδας και Εθνική Αντίσταση

Με αφορμή τη συμπλήρωση 71 χρόνων από τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 1944 δημοσιεύουμε ένα παλιότερο άρθρο της συντρόφισσας Μαρίας Καπαράκη για την περίοδο της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης, το οποίο καταπιάνεται και με τα Δεκεμβριανά

 

Η Εθνική Αντίσταση είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο στην ιστορία του ελληνικού κινήματος. Οι πτυχές του αγώνα της Αντίστασης και τα επιτεύγματα των ηρώων της πολλά, και τεράστιος ο όγκος των πληροφοριών που αξίζει να αναφερθούν για να έχει κάποιος μια πλήρη εικόνα για την πορεία και την κατάληξη του κινήματος.

Υπόβαθρο – κοινωνική και οικονομική κατάσταση

Στην έναρξη του πολέμου η Ελλάδα ήταν κατά βάση μια αγροτική χώρα. Ο πληθυσμός της υπαίθρου πλησίαζε τα 5 εκατ. Η μεγάλη πλειοψηφία του ήταν αγρότες και από αυτούς η μεγάλη πλειοψηφία μικροϊδιοκτήτες. Οι κάτοικοι των πόλεων ήταν περίπου 2,3 εκατ. με το προλεταριάτο να φθάνει το 1930 τις 300.000, εκ των οποίων ένα σημαντικό τμήμα βιομηχανικοί εργάτες. Επρόκειτο για ένα νέο, φρέσκο στρώμα εργατών επηρεασμένο, βέβαια, κι από το πνεύμα της Ρώσικης Επανάστασης.

Η Ελλάδα ήταν αντιμέτωπη με μια σειρά αντιφάσεις, λόγω και της αργοπορημένης και ανολοκλήρωτης αστικοδημοκρατικής επανάστασης στην περιοχή. Ταυτόχρονα, οι επιπτώσεις της Μικρασιατικής Καταστροφής, του Κραχ του 1929 και της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης δημιούργησαν ένα εκρηκτικό μείγμα στην ελληνική κοινωνία ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1930.

Η  τριπλή κατοχή της Ελλάδας (από τους Γερμανούς, τους Ιταλούς και τους Βούλγαρους) όξυνε τις αντιθέσεις, όπως είναι φυσικό. Ο Τρότσκι σε ένα κείμενό του εν έτει 1940 έγραφε:

«Στις ηττημένες χώρες η θέση των μαζών θα επιδεινωθεί αμέσως στο έπακρο. Στην κοινωνική καταπίεση προστίθεται η εθνική καταπίεση, που το κύριο βάρος της το σηκώνουν επίσης εργάτες… …Μπορεί να περιμένει κανείς με βεβαιότητα τη γοργή μετατροπή όλων των κατακτημένων χωρών σε πυριτιδαποθήκες…».

Αυτά τα λίγα λόγια του Τρότσκι αποτελούν ακριβή περιγραφή της κατάστασης που θα επικρατούσε στην Ελλάδα την περίοδο της κατοχής.

Ο αγώνας της εθνικής αντίστασης είχε διπλό χαρακτήρα: από τη μία χαρακτήρα εθνικό-απελευθερωτικό κι από την άλλη χαρακτήρα ταξικό. Συνδύαζε τον πόλεμο των ανταρτών στις επαρχίες και στα βουνά της Ελλάδας με σπουδαίες απεργίες και διαδηλώσεις στα αστικά κέντρα (κυρίως στην Αθήνα) και νέες δομές λαϊκής εξουσίας από το κίνημα.

Η τριπλή κατοχή

Οι Γερμανοί μόλις εισήλθαν στην Αθήνα (27 Απριλίου 1941) όρκισαν φιλική προς αυτούς κυβέρνηση με πρωθυπουργό το στρατηγό Γεώργιο Τσολάκογλου. Οι Ιταλοί και οι Βούλγαροι ακολούθησαν τους Γερμανούς στην κατάληψη τμημάτων της χώρας και αμέσως τέθηκε σε εφαρμογή σχέδιο διαμελισμού της Ελλάδας.

Η οικονομία βρέθηκε σε κατάσταση διάλυσης. Οι κατακτητές, και ιδίως οι Γερμανοί και οι Βούλγαροι, δαπανούσαν για την συντήρησή τους πόρους της χώρας. Οι Γερμανοί δέσμευσαν όλα τα αγαθά, το φυσικό πλούτο και την παραγωγή. Έτσι, από την πρώτη στιγμή, η προμήθεια τροφίμων και όλων των βασικών ειδών έγινε εξαιρετικά δύσκολη για τον περισσότερο κόσμο. Συγχρόνως το πληθωρισμός καλπάζει και τα εισοδήματα εκμηδενίζονται με ραγδαίο ρυθμό. Εμφανίζεται η μαύρη αγορά και η πείνα αρχίζει να μαστίζει πόλεις και χωριά. Τον τρομερό χειμώνα του 1941-42 ο λεγόμενος Μεγάλος Λιμός σκοτώνει γύρω στις  300.000 άτομα στα μεγάλα αστικά κέντρα.

Πρώτες αυθόρμητες αντιδράσεις

Υπό αυτές τις συνθήκες ο ελληνικός λαός άρχισε να αναζητά τρόπους αντίστασης και επιβίωσης. Στην ύπαιθρο θα αρχίσει η ένοπλη αντίσταση. Οι πρώτες αντιδράσεις είναι αυθόρμητες και χωρίς καθοδήγηση. Άλλωστε κανένα κόμμα δεν είχε πάρει απόφαση για ένοπλο αγώνα. Η πείνα μαστίζει τα χωριά όλο και πιο πολύ, και οι δυνάμεις κατοχής λεηλατούν βάναυσα τα χωριά παίρνοντας ακόμη και τα τελευταία λίγα τρόφιμα που θα βρουν.

Οι αγρότες, για να μην τους επιτάξουν τη σοδειά, ανέπτυξαν μορφές αυτο-οργάνωσης. Έξω από κάθε χωριό παραφύλαγαν στα «καραούλια» και μόλις εμφανιζόντουσαν οι κατακτητές για να λεηλατήσουν τα χωριά ειδοποιούσαν. Οι κάτοικοι έφευγαν τότε για το βουνό παίρνοντας μαζί τους ότι μπορούσαν, τρόφιμα, ζώα, πράγματα, και κρύβονταν σε δάση, σπηλιές και χαράδρες μέχρι να περάσει ο κίνδυνος. Μερικοί, συνήθως νέοι, έπαιρναν και παλιά κρυμένα όπλα. Έτσι αρχίζουν σιγά- σιγά να συγκροτούνται μικρές ένοπλες ομάδες ανταρτών με διάφορα ονόματα σε πάρα πολλές περιοχές της χώρας.

Οι ομάδες τρέφονταν από τους χωρικούς και με τη σειρά τους προστάτευαν ένοπλα τα χωριά από επερχόμενες επιδρομές των κατακτητών. Αρχικά οι ομάδες αποτελούνταν από ένα ανομοιογενές και ατίθασο υλικό το οποίο θα μπορούσε να έχει εκφυλιστεί. Όμως, η ύπαρξη του ΕΛΑΣ και μεγαλοκαπετάνιων όπως ο Βελουχιώτης, μετέτρεψαν το δυναμικό αυτό σε επαναστατική δύναμη.

Οι πρώτες μεγάλες εξεγέρσεις στην ύπαιθρο

Η πρώτη μεγάλη μαζική ένοπλη αντίσταση στους κατακτητές σημειώθηκε στη Δράμα το Σεπτέμβρη του ’41 ενάντια στους Βούλγαρους. Πρωτοστάτες στην εξέγερση ήταν η ομάδα «Λαϊκοί Εκδικητές», στην οποία έπαιξαν σημαντικό ρόλο και μέλη του ΚΚΕ.

Οι νεκροί στην πόλη της Δράμας και στα γύρω χωριά από τη βαρβαρότητα των κατοχικών στρατευμάτων υπολογίζονται 7.000-8.000. Τον Οκτώβρη του ’41 μια σειρά από χωριά της Μακεδονίας δέχτηκαν βάρβαρες επιθέσεις, με ομαδικές εξοντώσεις κατοίκων και εμπρησμούς σπιτιών. Αυτές οι επιδρομές, σε συνδυασμό με τα γεγονότα της Δράμας, είχαν συγκλονιστική επίδραση στον ελληνικό λαό, ο οποίος αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι μόνο με ένοπλο αγώνα μπορεί να αντιμετωπιστεί ο κατακτητής.

Τον Σεπτέμβρη του ‘41 ιδρύεται με πρωτοβουλία του ΚΚΕ, και σε συνεργασία με το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδος, την Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας και το Αγροτικό Κόμμα Ελλάδος το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ), με στόχο «…την απελευθέρωση του Έθνους από τον ξένο ζυγό…». Μόλις ιδρύθηκε το ΕΑΜ, το ΚΚΕ έκανε κάλεσμα για συνεργασία όλων των κομμάτων «…σ’ ένα εθνικό μέτωπο της απελευθέρωσης» χωρίς όμως αποτέλεσμα.

Λίγες μέρες νωρίτερα είχε ανακοινωθεί η ίδρυση του Εθνικού Δημοκρατικού Ελληνικού Συνδέσμου (ΕΔΕΣ), ο οποίος ήταν δημιούργημα των αγγλικών μυστικών υπηρεσιών (στη συνέχεια του αντάρτικου οι ηγέτες του δεν δίστασαν να συνεργαστούν με τους Γερμανούς για να πλήξουν τους αντάρτες του ΕΛΑΣ).

Οι μεγάλες απεργίες

Ταυτόχρονα αρχίζουν και μαζικές διαμαρτυρίες και δράσεις του κινήματος στην πόλη της Αθήνας ήδη από τον Οκτώβρη του ’41. Με πρωτοβουλία διάφορων επαγγελματικών οργανώσεων και συλλόγων εργαζομένων άρχισαν να λειτουργούν λαϊκά συσσίτια. Τους επόμενους μήνες πραγματοποιούνται φοιτητικές κινητοποιήσεις και τον Απρίλη του ’42 αρχίζουν μεγάλες απεργίες που συνεχίζονται όλο το καλοκαίρι, παρά την τρομοκρατική διαταγή της Ανώτατης Γερμανικής Διοίκησης που απειλούσε με βαρύτατες ποινές –ακόμα και θάνατο– τους απεργούς ή διαδηλωτές.

Το Σεπτέμβρη του ’42, με πρωτοβουλία του ΕΑΜ, οργανώνεται μεγάλη απεργία και διαδηλώσεις σε Αθήνα και Πειραιά, στις οποίες συμμετείχαν εργαζόμενοι από όλους σχεδόν κλάδους. Ύστερα από 8 μέρες απεργίας, διαδηλώσεων και συγκρούσεων οι απεργοί κέρδισαν σημαντικές αυξήσεις στα ημερομίσθια και στους μισθούς, ενώ οι όσοι απεργοί είχαν συλληφθεί και κλειστεί σε στρατόπεδα συγκέντρωσης αφέθηκαν ελεύθεροι.

Σε μια προσπάθεια καταστολής του κινήματος γίνεται από τις γερμανικές αρχές μια επιχείρηση βίαιης πολιτικής επιστράτευσης για την καταναγκαστική εργασία των Ελλήνων εργατών στα γερμανικά εργοστάσια (είχαν κάνει και εθελοντική προσπάθεια αλλά απέτυχε πλήρως). Ως απάντηση οργανώνονται μαζικές διαδηλώσεις. Το Φλεβάρη του ’43 σχεδόν κάθε μέρα οργανώνεται κάποια απεργία ή διαδήλωση εργατών. Στις 5 Μάρτη σε γενική απεργία του ΕΑΜ ενάντια στα σχέδια επιστράτευσης, 100.000 άτομα κατεβαίνουν στους δρόμους, 5 άτομα σκοτώνονται από τα πυρά των αστυνομικών και 50 τραυματίζονται.

Ο πρωθυπουργός Λογοθετόπουλος αντικαθίσταται αναγκαστικά από τον ευνοούμενο των Ναζί Ιωάννη Ράλλη. Οι απεργίες συνεχίζονται όλο το καλοκαίρι, και τον Σεπτέμβρη, με εκατοντάδες χιλιάδες στους δρόμους.

Όσο περνούσε ο καιρός και οι επαναστατικές διαδικασίες προχωρούσαν, η ελληνική αστική τάξη στρεφόταν όλο και πιο πολύ στις κατοχικές δυνάμεις αναζητώντας σωτηρία από τον «κομμουνιστικό κίνδυνο». Ο Ράλλης το καλοκαίρι του ’43, ύστερα από διαταγή του ίδιου του Χίτλερ, θα ιδρύσει τα περιβόητα Τάγματα Ασφαλείας για να «αντιμετωπίσει τον κομμουνισμό».  Όπως είναι γνωστό, τα Τ.Α. εξαπέλυσαν έναν απίστευτα σκληρό και αποκρουστικό όργιο τρομοκρατίας στην Αθήνα, την Πελοπόννησο και την Κεντρική Ελλάδα, με την έγκριση βέβαια και των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών.

Οι μαζικοί εργατικοί αγώνες στην Αθήνα, αλλά και σ’ άλλες πόλεις (πχ Βόλος) αλληλεπιδρούν με την ανάπτυξη του αντάρτικου στα βουνά. Ο ένας αγώνας παίρνει κουράγιο από τον άλλο. Ταυτόχρονα, φθάνουν στο βουνό από την πόλη καταδιωκόμενοι από τις αρχές κατοχής και στελεχώνουν το αντάρτικο.

Το αντάρτικο δυναμώνει

Με την ίδρυση του ΕΑΜ η αντίσταση άρχισε να οργανώνεται και κεντρικά, σημειώνοντας πρωτοφανή ανάπτυξη. Το Φεβρουάριο του ‘42 η κεντρική επιτροπή του ΕΑΜ αποφάσισε την ίδρυση ένοπλων ανταρτικών σωμάτων, στα οποία δόθηκε η ονομασία Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΛΑΣ). Επικεφαλής τους ορίστηκε από το ΕΑΜ ο γεωπόνος από τη Λαμία, Θανάσης Κλάρας, ο οποίος έλαβε αμέσως το ψευδώνυμο Άρης Βελουχιώτης. Τα πρώτα ανταρτικά σώματα έδρασαν στη Στερεά Ελλάδα. Τους επόμενους μήνες οι αντάρτες του Βελουχιώτη συγκρούονται με τα ιταλικά στρατεύματα σε μια σειρά από περιοχές της Στερεάς Ελλάδας και νικούν, προκαλώντας κάποιες φορές και μεγάλες απώλειες στους Ιταλούς.

Δυαδική εξουσία – νέοι θεσμοί εξουσίας του αντάρτικου

Σε μεγάλες περιοχές της ορεινής Στερεάς Ελλάδας οι αντάρτες αφοπλίζουν τη χωροφυλακή και γίνονται απόλυτοι κύριοι στα χωριά. Οι αντιστασιακές οργανώσεις και οι ένοπλες ομάδες αναλαμβάνουν αρμοδιότητες όπως η εξασφάλιση των ειδών διατροφής, η επίλυση διαφόρων ζητημάτων που προέκυπταν στη ζωή των κοινοτήτων, κ.ά. Έτσι, ειδικά στα ορεινά χωριά, αρχίζει να αναδύεται μια νέα εξουσία, στηριγμένη στη δύναμη κυρίως του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και πλαισιωμένη από τους κατοίκους των χωριών.

Η νέα εξουσία άρχισε να δημιουργεί τους δικούς της θεσμούς. Μια επιτροπή, αιρετή κι ανακλητή που ιδρύθηκε τον Αύγουστο του ’41 σε κοινότητες της Ευρυτανίας αποτέλεσε την αρχή. Το παράδειγμα αυτό μιμήθηκαν ταχύτατα και τα γύρω χωριά. Στα τέλη του ’42, αρχίζουν να λειτουργούν σε χωριά της Ευρυτανίας Επιτροπές Λαϊκής Αυτοδιοίκησης, Λαϊκής Δικαιοσύνης, Διανομής τσιφλικιών και γενικές συνελεύσεις κατοίκων. Σύντομα τέτοιες δομές άρχισαν να εξαπλώνονται, λίγο πολύ αυθόρμητα, σ’ ολόκληρη την Ελλάδα. Η πρωτοβουλία για τη δημιουργία αυτών των θεσμών άνηκε σε τοπικά στελέχη του ΚΚΕ, αν και η ηγετική ομάδα του ΚΚΕ αρχικά αντιμετώπιζε επιφυλακτικά ως εχθρικά το σχηματισμό τους. Αυτός ο τρόπος οργάνωσης επεκτείνεται και συγκροτείται ανά επαρχία, με τη δημιουργία της Επαρχιακής Αυτοδιοίκησης.

Ταυτόχρονα βγαίνει στην επιφάνεια ξανά το αγροτικό ζήτημα, που παρέμενε άλυτο σε πολλές περιοχές της χώρας. Η Ευρυτανία ήταν μία από αυτές, με σημαντικό αριθμό τσιφλικιών.

Αρχίζει η διανομή τσιφλικιών σε χωριά της Ευρυτανίας, συνήθως από επιτροπές εκλεγμένες απ’ όλο το χωριό. Όταν μαθεύτηκαν από τα γύρω χωριά τα νέα για τις απαλλοτριώσεις, οι κάτοικοι θέλουν να κάνουν το ίδιο. Στις γραμμές του ΚΚΕ υπάρχει διαπάλη γι’ αυτό το θέμα. Υπήρξε χωριό της Ευρυτανίας στο οποίο τα ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ και του ΕΑΜ αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στην κατάληψη του τσιφλικιού. Σε ένα άλλο χωριό, πάλι της Ευρυτανίας, το τοπικό στέλεχος του ΚΚΕ τέθηκε σε δυσμένεια γιατί πήρε την πρωτοβουλία για κατάληψη και απαλλοτρίωση του τσιφλικιού.

Παράλληλα, καταστρέφονται συστηματικά και τα όργανα της παλιάς εξουσίας. Τα τμήματα της χωροφυλακής αφοπλίζονται και διαλύονται. Καίγονται μέχρι και εφορίες.

Τον Απρίλη του’ 43 με μια Εγκύκλιο της Επιτροπής του ΕΑΜ στη Στερεά Ελλάδα καθιερώνεται η ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών. Για πρώτη φορά οι γυναίκες συμμετέχουν στις πολιτικές και πολιτιστικές δραστηριότητες, ακόμα και στον ένοπλο αγώνα. Διόλου τυχαία η πλειοψηφία των μελών του ΕΑΜ αποτελείται από γυναίκες.

Ακόμη και πολέμιοι του ΕΑΜ εκθιάζουν τα επιτεύγματα της νέας αυτής εξουσίας: ανάπτυξη των τηλεπικοινωνιών, βελτίωση των αυτοκινητοδρόμων, λειτουργεία σχολείων και υπηρεσιών που είχαν κλείσει με τον πόλεμο, οργάνωση της κοινωνικής ζωής, κά.

Και παρότι η ηγεσία του ΚΚΕ και του ΕΑΜ έλεγε στις μάζες «ο αγώνας είναι μόνο εθνικοαπελευθερωτικός, μην τον χρωματίζετε», ήταν εμφανές ότι αγώνας ξεπερνούσε κατά πολύ τα όρια αυτά. Τα νέα όργανα εξουσίας είχαν άλλωστε σαφή επιρροή από τα ρώσικα σοβιέτ. Το κυρίαρχο όργανο ήταν η γενική συνέλευση, στην οποία ήταν μαζεύονταν οι κάτοικοι και έπαιρναν αποφάσεις, εκλέγοντας επιτροπές που ήταν αιρετές και υπόλογες.

Η κορύφωση της ένοπλης αντίστασης στην ύπαιθρο

Από τις αρχές του 1943 το κύμα της ένοπλης αντίστασης στην ύπαιθρο ενδυναμώθηκε. Μετά τη  συνθηκολόγηση της Ιταλίας, τον Σεπτέμβρη του ’43 αποδέκτες της δράσης του αντάρτικου υπήρξαν βασικά οι Γερμανοί. Από τα τέλη του ‘43 οι επιχειρήσεις των ανταρτών εναντίον των Γερμανών και των ταγματασφαλιτών πύκνωσαν, όπως και τα αντίποινα από τους Γερμανούς. Το Δίστομο, τα Καλάβρυτα και τα Ανώγεια πυρπολούνται και εκτελείται η πλειοψηφία των κατοίκων ή ολόκληρος ο πληθυσμός τους. Τα στρατόπεδα στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη γέμισαν πολιτικούς κρατούμενους, τους οποίους οι φασίστες εκτελούσαν στο σκοπευτήριο της Καισαριανής ή στο Επταπύργιο. Ο συνολικός απολογισμός των θυμάτων είναι τρομακτικός. Περίπου 50.000 Έλληνες εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς, τους Ιταλούς και τους Βούλγαρους.

Η στρατηγική του ΚΚΕ ή αλλιώς γιατί έχασε η επανάσταση

Οι περιοχές της υπαίθρου απελευθερώνονταν από αντάρτες η μία μετά την άλλη και στις πόλεις- ειδικά στην Αθήνα- είχε ξεσπάσει ένα τεράστιο κύμα απεργιών και διαδηλώσεων. Παράλληλα είχε δημιουργηθεί μια νέα δημοκρατική δομή λαϊκής εξουσίας με τη συνεργασία αγροτών και ανταρτών που έθετε σε αμφισβήτηση την σμπαραλιασμένη εξουσία της ελληνικής αστικής τάξης. Επί της ουσίας είχαν τεθεί οι βάσεις για μια σοσιαλιστική κοινωνία αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου. Κι όμως, το ιστορικό αυτό επαναστατικό κίνημα οδηγήθηκε λίγο καιρό μετά σε ήττα. Οι απαντήσεις γι’ αυτό βρίσκονται στις απίστευτες προδοσίες και τις συνειδητές στρατηγικές επιλογές της ηγεσία του κινήματος, της ηγεσία του ΚΚΕ και του ΕΑΜ, που λειτουργούσαν βέβαια υπό τον πλήρη έλεγχο του Στάλιν και της 3ης Διεθνούς.

Η θεωρία των σταδίων

Σύμφωνα με το ΚΚΕ η μισο-φεουδαρχική Ελλάδα έπρεπε πρώτα να πραγματοποιήσει την αστικοδημοκρατική της επανάσταση ή τον εθνικοαπελευθερωτικό της αγώνα στη συγκεκριμένη περίπτωση, και αργότερα –όταν θα ωρίμαζαν οι όροι…– να προχωρήσει στη σοσιαλιστική επανάσταση (η γνωστή σταλινική «Θεωρία των Σταδίων»). Δεν είναι τυχαίο ότι το ΕΑΜ στην ιδρυτική του διακήρυξη το ’41 χαρακτήριζε αυτόν τον αγώνα αυστηρά και μόνο απελευθερωτικό, παλλαϊκό και εθνικό, και άφηνε όλα τα ζητήματα της οργάνωσης και της πολιτείας για την περίοδο μετά την απελευθέρωση.

Απέναντι στη θεωρία των σταδίων, δεν μπορούμε να μην κάνουμε μία αναφορά στη θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης του Τρότσκι, η οποία έβρισκε πλήρης εφαρμογή στις συνθήκες της φασιστικής κατοχής στην Ελλάδα. Η ελληνική αστική τάξη είχε έρθει καθυστερημένα στο ιστορικό προσκήνιο και δεν μπορούσε να παίξει κανέναν ιστορικά προοδευτικό ρόλο, δεν μπόρεσε καν να δώσει στο ελληνικό προλεταριάτο στοιχειώδεις δημοκρατικές ελευθερίες. Ζητήματα όπως το αγροτικό, και βέβαια το ζήτημα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, μπορούσαν να λυθούν, όχι σε συμμαχία με την αστική τάξη (τα λεγόμενα «Λαϊκά Μέτωπα»), αλλά ενάντια στην αστική τάξη, με την κατάληψη της εξουσίας από το προλεταριάτο.

Το χτύπημα του αντάρτικου του Έβρου και της Κόκκινης Καλαμπάκας

Ταυτόχρονα η ηγεσία καταπολεμά οποιαδήποτε επιχείρηση ανταρτών ξεφεύγει από τον έλεγχο, όπου δηλ. αναπτύσσονται κινήματα που είχαν στόχο όχι μόνο την απελευθέρωση από τους ξένους κατακτητές, αλλά και από τους ντόπιους καπιταλιστές, όπως στον Έβρο και την Καλαμπάκα. Στον Έβρο οι ντόπιοι ηγέτες του αντάρτικου χαρακτηρίστηκαν εξτρεμιστές και προβοκάτορες, κυνηγήθηκαν και εκτελέστηκαν ενώ στην Καλαμπάκα το πολιτικό γραφείο του ΚΚΕ έστειλε ανθρώπους να διαγράψουν την οργάνωση και να την ξαναφτιάξουν.

Η υπόσκαψη και διάλυση των θεσμών της λαϊκής εξουσίας

Άλλο ένα μέλημα της ηγεσίας του ΚΚΕ ήταν η υπονόμευση των θεσμών της αναδυόμενης λαϊκής εξουσίας. Πχ, την άνοιξη του ’43, η Καρδίτσα ελευθερώνεται από τον ΕΛΑΣ και τη διοίκησή της αναλαμβάνει η Λαϊκή Επιτροπή. Όμως, η κεντρική ηγεσία του ΕΑΜ αποφάσισε τη διάλυσή της και διευκόλυνε την επάνοδο στην εξουσία του παλιού δημάρχου και κοινοτικού συμβούλου.

Τον Αύγουστο του ’43 εγκρίνεται και εφαρμόζεται ένας Κώδικας Αυτοδιοίκησης για τη Στερεά Ελλάδα, με τον οποίο η ανακλητότητα των αιρετών αντιπροσώπων παύει να ισχύει παντού και πάντα, και άρχιζει να περιορίζεται με διάφορους θεσμικούς όρους. Επιπλέον ο Κώδικας όριζε ότι

«σε καμία περίπτωση τα δικαστήρια δεν έπρεπε να διατάξουν απαλλοτρίωση κτημάτων».

Η ίδρυση της ΠΕΕΑ

Στα τέλη του ’43- αρχές του ’44 η ηγεσία του ΕΑΜ προσεγγίζει πάλι τον Γεώργιο Παπανδρέου και άλλους αστούς πολιτικούς, προτείνοντας το σχηματισμό προσωρινής κυβέρνησης στην Ελεύθερη Ελλάδα. Το Μάρτη του ’44 ιδρύεται η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), στην οποία συμμετέχει κατά κύριο λόγω το ΕΑΜ, και ορίζεται ως η ανώτατη πολιτική εξουσία στην ελεύθερη Ελλάδα. Αυτό γέμισε ενθουσιασμό τις λαϊκές μάζες, γιατί την  θεώρησαν σαν τη δική τους «κυβέρνηση του βουνού».  Όμως, όπως θα αποδεικνυόταν, θα αποτελούσε τελικά το βασικό όργανο για την κατάπνιξη του επαναστατικού κινήματος.

Στις 4 Απρίλη, με την Πράξη 12 η ΠΕΕΑ επαναφέρει τον αστικό κώδικα που ίσχυε πριν την κατοχή, δηλαδή τον κώδικα της δικτατορίας του Μεταξά. Καταργείται το αιρετό και ανακλητό, καταργούνται οι λαϊκοί δικαστές και οι λαϊκοί επίτροποι στο εξής θα διορίζονται. Περιστέλεται ο ρόλος της γενικής συνέλευσης και αφαιρείται ουσιαστικά από τους νέους θεσμούς όλο το ταξικό και επαναστατικό τους περιεχόμενο.

Η συμφωνία του Λιβάνου

Την άνοιξη του ’44 οι εκπρόσωποι της ΠΕΕΑ και του ΚΚΕ πήγαν στο Λίβανο για να διαπραγματευτούν τη συμμετοχή τους στη διορισμένη από τη Βρετανία κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου. Η συνδιάσκεψη του Λιβάνου εξελίσσεται σε δικαστήριο κατά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και στα τέλη του Μάη υπογράφεται «Η Συμφωνία του Λιβάνου». Ο βασικότερός της όρος ήταν η ενοποίηση και πειθάρχηση όλων των αντάρτικων ομάδων υπό τις εντολές της Εθνικής κυβέρνησης. Η ηγεσία του αγώνα έπαιρνε την εξουσία από τα χέρια του πανίσχυρου αντάρτικου και την παρέδιδε στην άρχουσα τάξη και τους Βρετανούς.

Το Μάη του ’44 ο Παπανδρέου ορκίζεται ενώπιον του βασιλιά και συγκροτεί κυβέρνηση εθνικής ενότητας με 20 υπουργούς (δίνονται 5 υπουργεία στο ΕΑΜ). Η συνθηκολόγηση είναι πλήρης.

Όταν τα νέα της συμφωνίας του Λιβάνου ανακοινώθηκαν στα βουνά, ξεσηκώθηκε θύελλα. Οι αντάρτες αντέδρασαν, και σε κάποιες περιπτώσεις καταδίκασαν οργανωμένα τη συμφωνία και ζήτησαν την ακύρωσή της. Όμως η Κ.Ε. του ΚΚΕ εγκρίνει ομόφωνα τη συμφωνία του Λιβάνου και αναγγέλει στην κυβέρνηση του Καΐρου ότι αποδέχεται να συμμετέχει στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας με τους όρους συμφωνίας.

Για να καταλαγιάσουν τις φωνές αντίδρασης στα τέλη Ιούλη εμφανίζεται στα βουνά, για πρώτη φορά από την έναρξη του κινήματος, σοβιετική στρατιωτική αποστολή για να πείσει τους αντάρτες να δεχτούν τη συμφωνία του Λιβάνου και να υποδεχτούν τους Βρετανούς σαν ήρωες.

Παρόλα αυτά, την ίδια περίοδο ο ΕΛΑΣ θριαμβεύει στα πεδία των μαχών. Η μία μετά την άλλη οι πόλεις και τα χωριά απελευθερώνονται ύστερα από σκληρές μάχες εναντίον των Ναζί που, ενώ αποχωρούν, πράττουν φρικτά εγκλήματα.

Η συμφωνία της Καζέρτας

Η υποταγή του αντάρτικου ολοκληρώνεται με τη συμφωνία της Καζέρτας, που υπογράφεται τον Σεπτέμβρη του ’44 μεταξύ της κυβέρνησης εθνικής ενότητας, εκπροσώπων του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ και Βρετανών αξιωματούχων. Συμφωνείται:

  • Όλες οι αντάρτικες δυνάμεις που δρουν στην Ελλάδα να τεθούν υπό τις διαταγές της ελληνικής κυβέρνησης εθνικής ενότητας, η οποία τις θέτει υπό τις διαταγές του στρατηγού Σκόμπυ (ο διορισμένος αρχιστράτηγος όλων των συμμαχικών δυνάμεων στην Ελλάδα).
  • Ο ΕΛΑΣ να σταματήσει να δρα στην περιφέρεια Αττικής, στην Θράκη, τη Θεσσαλονίκη, και στην Πελοπόννησο. Ειδικά το τελευταίο σημάδευε κατευθείαν εναντίον του Άρη Βελουχιώτη που, μαζί με τους μαυροσκούφηδές του, συνέχιζε να ελευθερώνει χωριά και πόλεις της Πελοποννήσου, συντρίβοντας τις δυνάμεις κατοχής και τους Έλληνες συνεργάτες τους.

Η απελευθέρωση της Αθήνας και τα Δεκεμβριανά

Στις 12 Οκτώβρη του ’44, τα ναζιστικά στρατεύματα αποχωρούν από την Αθήνα και οι δρόμοι της Αθήνας γεμίζουν για μέρες από χαρούμενα πλήθη, σε τεράστιες διαδηλώσεις του ΕΑΜ . Όμως, στους αντάρτες του ΕΛΑΣ απαγορεύεται να μπουν στην Αθήνα.

Το Δεκέμβρη του ’44, ο λαός πεινούσε και δυστυχούσε. Ο πληθωρισμός κάλπαζε, οι τιμές των τροφίμων ήταν απλησίαστες, οι μαυραγορίτες εξακολουθούσαν να πλουτίζουν και οι δοσίλογοι έμεναν ατιμώρητοι.

Η κυβέρνηση είχε ως μοναδικό μέλημά της τον αφοπλισμό των ανταρτών, τη διάλυση του ΕΛΑΣ και την αποκατάσταση του αστικού μηχανισμού. Την 1η Δεκέμβρη του ’44 ο στρατηγός Σκόμπυ (που ήταν πλέον και διοικητής του ΕΛΑΣ) στέλνει τελεσίγραφο στον ΕΛΑΣ: «Παραδώστε τα όπλα σας και φύγετε από την Αθήνα πριν τις 10 Δεκεμβρίου».

Τα στελέχη της κυβέρνησης διχάζονται και ακολουθεί η παραίτηση των υπουργών του ΕΑΜ στις 2 Δεκέμβρη. Το ΚΚΕ και το ΕΑΜ απαντούν με γενική απεργία και τεράστια ειρηνική διαδήλωση την Κυριακή 3 Δεκέμβρη, στην οποία η αστυνομία ανοίγει πυρ. Σκοτώνονται 28 άτομα και τραυματίζονται 150. Την επόμενη μέρα το ΚΚΕ ξανακαλεί σε γενική απεργία. Οι μαρτυρίες λένε για 400 ίσως και 500 χιλιάδες κόσμο στους δρόμους. Στην επιστροφή της πορείας από την κηδεία των νεκρών της προηγούμενης μέρας αρχίζουν ξανά πυκνοί πυροβολισμοί εναντίον του πλήθους, κυρίως από μέλη της ακροδεξιάς οργάνωσης «Χ» και δοσίλογους. Ο απολογισμός είναι 100 νεκροί και τραυματίες.

Τις επόμενες εβδομάδες η Αθήνα και ο Πειραιάς μετατράπηκαν σε πεδίο μάχης. Έφεδροι της ΕΛΑΣ, γυναίκες και νέοι στήνουν οδοφράγματα στους δρόμους της πόλης και συγκρούονται με τανκς και αεροπλάνα του βρετανικού στρατού, αλλά και με τις συμμορίες των δοσίλογων.

Ύστερα από 33 μέρες οδομαχιών οι αντάρτες αναγκάζονται να αποχωρήσουν. Ο ΕΛΑΣ εγκαταλείπει την Αθήνα ηττημένος, αν και εξακολουθεί να κυριαρχεί στα 4/5 της χώρας. Νικήθηκε γιατί η ηγεσία του ΚΚΕ έκανε μέχρι τελευταία στιγμή ότι περνούσε από το χέρι της για να ηττηθεί το επαναστατικό κίνημα, πολιτικά και στρατιωτικά. Το πιο χαρακτηριστικό είναι ότι όλος ο μάχιμος ΕΛΑΣ και ο Βελουχιώτης είχαν απομακρυνθεί στην Ήπειρο, σε δευτερεύουσας σημασίας επιχειρήσεις, και τους είχε απαγορευτεί η είσοδος στην Αθήνα.

Η Συμφωνία της Βάρκιζας

Στις 11 Γενάρη η ηγεσία του ΚΚΕ συμφωνεί και υπογράφει ανακωχή με την κυβέρνηση Πλαστήρα, τον οποίο οι Βρετανοί είχαν φέρει για να αντικαταστήσει τον δυσφημισμένο πλέον Γ. Παπανδρέου.

Στις 12 Φλεβάρη του ’45, ύστερα από 10 μέρες διαπραγματεύσεων μεταξύ αντιπροσωπείας του ΕΑΜ (Σιάντος, Παρτσαλίδης και Τσιριμώκος) και της κυβέρνησης Πλαστήρα, υπογράφεται η κατάπτιστη συμφωνία της Βάρκιζας, η οποία περιλάμβανε τα εξής:

  • Ο ΕΛΑΣ, ο ΕΛΑΝ (το ναυτικό των ανταρτών) και η Πολιτοφυλακή διαλύονταν και διατάσσονταν να παραδώσουν αμέσως τα όπλα.
  • Τα πολιτικά αδικήματα αμνηστεύονται, αλλά εξαιρούνται από την αμνηστία όσοι αρνηθούν να παραδώσουν τα όπλα τους μέχρι τις 15 Μάρτη και τα «συναφή» αδικήματα θεωρούνται κοινά και διώκονται. Με λίγα λόγια δίνεται πάτημα στην αντίδραση να εξαπολύσει άγριο διωγμό εναντίον των αγωνιστών της εθνικής αντίστασης, με δήθεν κατηγορίες για διάπραξη κοινών αδικημάτων στην περίοδο της κατοχής.

Η συμφωνία αυτή ήταν πραγματικά το τελευταίο καρφί στο φέρετρο του κινήματος και το επιστέγασμα μιας μακράς συνειδητών λαθεμένων στρατηγικών επιλογών της ηγεσίας του ΚΚΕ και της 3ης Διεθνούς.

Ωστόσο, αρκετή ποσότητα όπλων και πυρομαχικών κρύφτηκε και δεν παραδόθηκε. Μερικές μονάδες του ΕΛΑΣ, και πρώτα απ’ όλα ο πρωτοκαπετάνιος του, ο Άρης Βελουχιώτης, αρνήθηκαν να παραδώσουν τα όπλα και παρέμειναν στα βουνά.

Το τέλος του Άρη

Ο Βελουχιώτης προσπαθούσε έστω και τελευταία στιγμή να αφυπνίσει την ηγεσία του ΚΚΕ και ήλπιζε ότι με την επιστροφή του Ζαχαριάδη στην Αθήνα θα άλλαζε η κατάσταση.

Όμως η ηγεσία του ΚΚΕ είναι αμείλικτη: αποκηρύσσει όσους αρνούνται να πειθαρχήσουν, και βέβαια και τον ίδιο τον Βελουχιώτη. Ο Ζαχαριάδης με την επιστροφή του γράφει στον Ριζοσπάστη:

«…Η συμφωνία της Βάρκιζας να εκτελεστεί γρήγορα και 100%. Αν κάποιος μεσ’ απ’ τις γραμμές μας, στις πόλεις είτε στα βουνά αντιδρά ακόμα, εμείς θα τον χτυπήσουμε ανοιχτά και θα τον διώξουμε».

Και λίγες μέρες αργότερα καταγγέλει τον Βελουχιώτη για  «ύποπτη και τυχοδιωκτική δράση» και τον καταδικάζει σε θάνατο. Λίγες μέρες αργότερα, στις 16 Ιούνη, ο Βελουχιώτης πεθαίνει.

Η Λευκή Τρομοκρατία

Μετά τον αφοπλισμό του αντάρτικου ξέσπασε ένα μεγάλο κύμα διώξεων και βίας εις βάρος μελών του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ- ΚΚΕ και των φιλικά προσκείμενων τους (η λεγόμενη Λευκή Τρομοκρατία). Ακολούθησαν χιλιάδες δολοφονίες από παρακρατικούς, δεκάδες χιλιάδες συλλήψεις και βασανισμοί, καθώς και λεηλασίες, καταστροφές και βιασμοί γυναικών.

Παρά την εξόντωση του Άρη και άλλων ηρώων του αντάρτικου και παρά το πλήρες ξεπούλημα του κινήματος, οι επαναστατικές διεργασίες δεν έπαψαν να λαμβάνουν χώρα στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας. Αυτός ήταν ο λόγος που λίγους μήνες μετά την ήττα του 1ου αντάρτικου ξέσπασε ο Ελληνικός Εμφύλιος, που αποτελεί ένα άλλο σπουδαίο κεφάλαιο στην ιστορία του ελληνικού κινήματος.

Ακολουθήστε το «Ξ» στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία άρθρα μας.

Μπορείτε επίσης να βρείτε αναρτήσεις, φωτογραφίες, γραφικά, βίντεο και ηχητικά μας σε facebook, twitter, instagram, youtube, spotify.

Ενισχύστε οικονομικά το xekinima.org

διαβάστε επίσης:

7,276ΥποστηρικτέςΚάντε Like
990ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
1,118ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
430ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής

Επίκαιρες θεματικές

Πρόσφατα άρθρα