Του Ανδρέα Παγιάτσου
Αποκαλυπτική είναι μια ακόμα δημοσκόπηση, αυτή τη φορά της MRB, για τις πραγματικές διαθέσεις των ελληνικών λαϊκών στρωμάτων απέναντι στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αλλά και στο θέμα της στάσης απέναντι στους δανειστές σε σχέση με την παραμονή στην Ευρωζώνη.
Δανειστές και ευρώ
Στο ερώτημα αν η κυβέρνηση πρέπει να αποδεχθεί τα μέτρα που ζητούν οι δανειστές ή να συγκρουστεί μαζί τους, ακόμα και αν αυτό σημαίνει έξοδο της χώρας από το ευρώ, οι απαντήσεις έχουν ως εξής.
Το 54,8% απαντά ότι η κυβέρνηση πρέπει
«να απορρίψει τα νέα μέτρα που ζητούν οι δανειστές ακόμα και αν αναγκαστεί να έρθει σε σύγκρουση/ρήξη με τους δανειστές, με ορατή πιθανότητα την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη και την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα».
Με την άποψη αυτή συμφωνεί και το 29,6% των ψηφοφόρων της ΝΔ (στις εκλογές του 2015) ενώ στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ το ίδιο ποσοστό εκτινάσσεται στο 66,2%!
Με την άποψη
«να αποδεχθεί τα νέα μέτρα που της προτείνουν οι εταίροι και δανειστές ώστε να μην έρθει σε σύγκρουση /ρήξη μαζί τους για να κλείσει άμεσα η αξιολόγηση»
συμφωνεί μια μειοψηφία των ερωτηθέντων, μόνο το 32,2%.
Στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ το ποσοστό που υιοθετούν την πιο πάνω άποψη είναι μόνο το 22,3% ενώ στους ψηφοφόρους της ΝΔ το ποσοστό είναι 54,4%.
Έκπληξη;
Αυτά τα αποτελέσματα δεν θα έπρεπε να προκαλούν έκπληξη. Κατ’ αρχήν γιατί δεν αποτελούν παρά συνέχεια τάσεων που έχουν διαπιστωθεί και από άλλες δημοσκοπήσεις που έγιναν στο πρόσφατο παρελθόν. Ενδεικτικές είναι οι δημοσκοπήσεις της ALCO για το περιοδικό ZERO τον Γενάρη, του Πανεπιστημίου της Μακεδονίας για τον ΣΚΑΪ και της ALCO για το περιοδικό Παραπολιτικά τον Ιούλη που πέρασε (2016).
Πέρα όμως απ’ τις δημοσκοπήσεις, υπάρχει και η κοινή λογική. Το «Ξ» υποστήριξε σε πάμπολλα άρθρα του ότι αν μπροστά στον ελληνικό λαό έμπαιναν τα πραγματικά διλήμματα και οι πραγματικές θυσίες που απαιτούσε η παραμονή στο ευρώ, τα λαϊκά στρώματα θα επέλεγαν χωρίς καμία αμφιβολία την έξοδο από την Ευρωζώνη.
Το αναλύσαμε (κι όχι μόνο το «Ξ» αλλά και άλλες δυνάμεις της Αριστεράς) ιδιαίτερα σε σχέση με το δημοψήφισμα του Ιούλη του 2015 όταν εξηγούσαμε ότι το 61,5% που ψήφισε ΟΧΙ σε συνθήκες παγκόσμιας εκστρατείας κατατρομοκράτησης του ελληνικού λαού σήμαινε χωρίς καμία αμφιβολία ότι τα λαϊκά στρώματα ήταν έτοιμα και σύγκρουση και επομένως και για έξοδο από την Ευρωζώνη.
Τα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης και παραπληροφόρησης όπως και οι δημοσκοπικές εταιρείες που ελέγχονται από τους καπιταλιστές, βέβαια, ποτέ δεν θέτουν τα ζητήματα όπως πρέπει και όπως είναι, ποτέ δεν πρόκειται να επιχειρήσουν μια αντικειμενική παρουσίαση της κατάστασης όπως έχει. Γιατί αποτελούν τμήμα των μηχανισμών της προπαγάνδας της άρχουσας τάξης.
Έτσι το ερώτημα που συνήθως θέτουν στα λαϊκά στρώματα, σε σχέση με το ευρώ, είναι αν προτιμούν το ευρώ από τη δραχμή. Και η φυσιολογική απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, με δεδομένη και την ασταμάτητη προπαγάνδα-τρομοκρατία της άρχουσας τάξης, είναι το ευρώ.
Με βάση αυτή την πραγματικότητα στην προαναφερόμενη δημοσκόπηση της MRB στο ερώτημα
«εσείς προσωπικά θέλετε να παραμείνει στην ζώνη του ευρώ»
οι απαντήσεις ήταν:
- Σίγουρα ΝΑΙ 46,4% και μάλλον ΝΑΙ 12,4% – σύνολο 58,8%
- Σίγουρα ΟΧΙ 17,4% και μάλλον ΟΧΙ 20% – σύνολο 38,1 %
Έτσι, το 58,8% λέει ότι υπό κανονικές συνθήκες θα προτιμούσε το ευρώ έναντι του εθνικού νομίσματος, αλλά αν είναι η παραμονή στο ευρώ να σημαίνει κι άλλα μέτρα, προτιμά σύγκρουση με τους δανειστές και έξοδο από την Ευρωζώνη σε ποσοστό 54,8%! Απλά πράγματα!
Αυτή τη διάθεση του ελληνικού λαού, που συνάδει με όλη την ιστορία του, των αγώνων και της αυτοθυσίας για τα δικαιώματα και την αξιοπρέπειά του, ήρθε η «Αριστερά» του κυρίου Τσίπρα να προσβάλει και να αμαυρώσει προδίδοντας τη θέληση του λαού με το προσβλητικό «δεν είχαμε εντολή για ρήξη» στο δημοψήφισμα του Ιούλη του 2015.
Πληρώνουν τα ψέματα και την εξαπάτηση
Και βέβαια αυτή την προσβολή της θέλησης και της αξιοπρέπειας του λαϊκού κινήματος, ο Τσίπρας και η ηγετική ομάδα, την πληρώνουν.
Η δημοσκόπηση της MRB επιβεβαιώνει αυτό που έχουν δείξει άπειρες άλλες δημοσκοπήσεις την τελευταία περίοδο:
- Μόνο 2,1% πιστεύει πως τα πράγματα πάνε γενικά καλά κι από αυτά μόνο 0,9% θεωρεί πως τα πράγματα πάνε πολύ καλά.
- Στο ερώτημα ποιος μπορεί αν αντιμετωπίσει καλύτερα τα προβλήματα του τόπου ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ η απάντηση είναι «κανένας από τους δύο» κατά 50,6% (13,2% ο ΣΥΡΙΖΑ και 32,6 % η ΝΔ).
- Η διαφορά ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ μεγαλώνει με την πρώτη να παίρνει στην πρόθεση ψήφου 30,7% (από 29,6% τον Δεκέμβρη του 2016) και τον ΣΥΡΙΖΑ να χάνει κι άλλο έδαφος, στο 16% (από 16,7% τον περασμένο Δεκέμβρη).
Αν γίνουν εκλογές στο σύντομο μέλλον δεν υπάρχει καμία περίπτωση να τις κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Κάποια μέτρα του είδους 13η σύνταξη στους χαμηλοσυνταξιούχους, που δόθηκε τον περασμένο Δεκέμβρη (και θεωρήθηκε προμήνυμα εκλογών) δεν μπορούν να αλλάξουν τη γενική εικόνα. Και δεν μπορεί στη κυβέρνηση να είναι τόσο αφελείς ώστε να πιστεύουν κάτι τέτοιο.
Μόνη ελπίδα του ΣΥΡΙΖΑ
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει μόνο μία ελπίδα. Να «επενδύσει» στην ανάπτυξη της οικονομίας τους επόμενους μήνες και να κρατηθεί όσο περισσότερο γίνεται στην κυβέρνηση ώστε να μπορέσει να προχωρήσει σε κάποιες παροχές, έστω μικρές.
Τα περιθώρια για κάτι τέτοιο είναι πολύ περιορισμένα, αλλά δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η κυβέρνηση έχει κάποια περισσότερη ευελιξία με την οικονομία σε ανάπτυξη παρά σε ύφεση. Κάποιες αριστερές αναλύσεις[*] που υποστηρίζουν ότι είναι αδύνατο να υπάρξει ανάπτυξη όσο η χώρα είναι στην Ευρωζώνη και ότι όπου να ’ναι καταρρέει η κυβέρνηση (κάτι που είχε αρχίσει να γράφεται ήδη από τον δεύτερο μήνα της δεύτερης εκλογής του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση) δεν είναι ρεαλιστικές.
Η οικονομία βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε ανάπτυξη, έστω περιορισμένη και ασταθή, κι αυτό θα συνεχίσει για ένα διάστημα. Θα πρόκειται για μια αδύναμη, αναιμική στην ουσία, ανάπτυξη η οποία δεν πρόκειται να λύσει κανένα από τα μεγάλα προβλήματα της οικονομίας και της κοινωνίας. Θα είναι αναιμική ακριβώς γιατί θα στηρίζεται στη βάση της συνέχισης των πολιτικών της λιτότητας, των μισθών πείνας και της διάλυσης των εργασιακών σχέσεων. Παρ’ όλα αυτά, το σταμάτημα της διαρκούς πορείας ύφεσης της οικονομίας θα δώσει κάποια περιθώρια στην κυβέρνηση και θα προσφέρει πιθανά κάποια μικρή ανάσα σε εργατικά στρώματα. Ο Τσίπρας μπορεί να περιορίσει ως ένα βαθμό την διαρκή υποχώρηση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ μόνο αν η οικονομία βγει από την ύφεση και αν στηριγμένος σ’ αυτή την ανάπτυξη κάνει κάποιες μικροπαροχές πατώντας και πάνω σε μια μικρή μείωση της ανεργίας. Θα κοιτάξει να κρατηθεί στην κυβέρνηση με νύχια και δόντια για το 2017, ελπίζοντας και σε μια νίκη του («φίλου» του) Σούλτς στη Γερμανία, ο οποίος πιστεύει ότι δεν θα είναι τόσο «κακός» όσο ο Σόιμπλε…
Όσο έχει τον στόχο της ανάπτυξης της οικονομίας, η κυβέρνηση θα καταφέρνει πιθανά να διατηρεί την ελάχιστη ενότητα δυνάμεών της (σε επίπεδο κομματικών μηχανισμών) που να της επιτρέπουν να διατηρείται στην εξουσία. Αυτό δεν σημαίνει πως θα τα καταφέρει – ο δρόμος περνά από συνεχείς «κατολισθήσεις» και σε κάθε γωνία παραμονεύει το «ατύχημα». Ακριβείς προβλέψεις επομένως δεν μπορούν να γίνουν αλλά απόψεις του είδους όπου να ‘ναι καταρρέουν δεν βοηθάνε καθόλου την κατάσταση και την πολιτική της Αριστεράς.
Τι πρέπει να προβληματίζει την Αριστερά
Το σημαντικό από τη μεριά της Αριστεράς είναι ότι δεν έχει τίποτα να φοβάται από το να μπει η οικονομία σε φάση ανάπτυξης.
Μια φάση ανάπτυξης μπορεί να λειτουργήσει θετικά για το κίνημα βοηθώντας το να μπει σε μια πιο αγωνιστική φάση, καθώς θα νοιώθει πως έχει περισσότερα περιθώρια για διεκδικήσεις. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα σε μια συγκυρία όπως είναι η σημερινή που το κίνημα έχει περάσει από σοβαρές ήττες και που προσπαθεί να κλείσει τις πληγές του. Αυτό είναι πολύ πιο σημαντικό από το αν θα κερδίσει μερικούς «πόντους» ο Τσίπρας…
Άλλο είναι που πρέπει να προβληματίζει την Αριστερά και δη την ριζοσπαστική Αριστερά η οποία έχει την «κρίσιμη μάζα» (δηλαδή την ελάχιστη κοινωνική απήχηση) ώστε να επιφέρει σοβαρές ανατροπές στο πολιτικό σκηνικό. Το ΚΚΕ παραμένει ουσιαστικά στάσιμο, η ΛΑΕ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι στα «αζήτητα» – σε ποσοστά γύρω στο 1%.
Μήπως είναι ώρα να αναλογιστεί τι λάθος κάνει η Αριστερά και παραμένει καθηλωμένη; Από την ηγεσία του ΚΚΕ δεν μπορεί κανείς να ελπίζει τίποτα γιατί είναι ικανοποιημένη με το ρόλο του Μεσσία που έχει επιλέξει και γιατί στο εσωτερικό του το κόμμα είναι «νεκρό». Από τη ΛΑΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ όμως, στο εσωτερικό των οποίων υπάρχει εσωτερική ζωή και ζύμωση, χρειάζεται μια επανεξέταση της πορείας τους.