Άρθρο της Σύνταξης από το «Ξεκίνημα» τεύχος 430 (14 – 28 Απρίλη)
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, η διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με τους «θεσμούς» έχει διακοπεί (από τα ξημερώματα της Τρίτης, 12 Απρίλη) καθώς, παρά τις δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών περί σύγκλισης στα σημεία διαφορών, το χάσμα ανάμεσα στις δύο πλευρές παραμένει μεγάλο.
Συγκεκριμένα, το ΔΝΤ ζητά επιπλέον «αίμα» σε φορολογικό (μείωση αφορολόγητου ορίου, αλλαγές στις κλίμακες φορολόγησης) ασφαλιστικό (άμεσες περικοπές στις συντάξεις) και «κόκκινα δάνεια» (πλήρης απελευθέρωση της πώλησής τους στα funds).
Το πρόβλημα στις διαπραγματεύσεις φαίνεται και από την απόφαση του Α. Τσίπρα να μεταβεί εσπευσμένα στο Παρίσι και το Στρασβούργο έτσι ώστε να συναντήσει τους… νέους, σοσια-ληστές «σύμμαχους», Φ. Ολάντ και Μ. Σουλτς. Ο πρωθυπουργός επιδιώκει «πολιτική λύση» στο αδιέξοδο, ελπίζοντας ότι οι «σύμμαχοί» του στην ΕΕ θα ασκήσουν πιέσεις ώστε να μετριαστούν οι απαιτήσεις του ΔΝΤ και να κλείσει η αξιολόγηση μέχρι το τέλος του Απρίλη.
***
Οι «θεσμοί» και ειδικά το ΔΝΤ, ζητούν διαρκώς νέα σκληρά μέτρα. Η διαρροή των Wikileaks σχετικά τη στάση και τις επιδιώξεις του ΔΝΤ είναι αποκαλυπτική: η συζήτηση για ένα νέο, παράλληλο μνημόνιο το οποίο θα εμπεριέχει ένα καινούριο πακέτο μέτρων λιτότητας είναι ανοιχτή.
Για να προωθήσουν τα σχέδιά τους τα στελέχη του ΔΝΤ εμφανίζονται έτοιμα να χρησιμοποιήσουν ακόμα και ένα «πιστωτικό γεγονός», για να προκαλέσουν ασφυξία στην ελληνική οικονομία και να αναγκάσουν την κυβέρνηση να υποκύψει στις απαιτήσεις του.
Είναι γεγονός ότι υπάρχει μια διαφορά στην προσέγγιση ανάμεσα στην ΕΕ (βασικά τη Γερμανία) και το ΔΝΤ όσον αφορά το ελληνικό πρόγραμμα. Η ΕΕ, σε αντίθεση με το ΔΝΤ, αποδέχεται την κατά γράμμα εφαρμογή της συμφωνίας του Ιούλη, χωρίς όμως να αποδέχεται το θέμα της αναδιάρθρωσης του χρέους στο άμεσο μέλλον, πράγμα που είναι βασικός στόχος της κυβέρνησης.
Ο Σόιμπλε δεν χάνει ευκαιρία να το ξεκαθαρίζει:
«Οι συμφωνίες του περασμένου καλοκαιριού είναι ξεκάθαρες: αν η πρώτη αξιολόγηση του προγράμματος ολοκληρωθεί με επιτυχία και τότε υπάρχει ακόμη η ανάγκη να γίνει κάτι για την αναδιάρθρωση του χρέους, τότε θα το συζητήσουμε. Μέχρι στιγμής, δεν μπορώ να διακρίνω από την ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους μία ανάγκη για την αναδιάρθρωσή του. Προς το παρόν, δεν βλέπω την ανάγκη για αυτό».[1]
Από την άλλη, το ΔΝΤ εκτιμά ότι το ελληνικό χρέος είναι «εξαιρετικά μη βιώσιμο», πράγμα που το συνδέει με επιπλέον μέτρα, μέχρι, σε κάποια επόμενη φάση να υπάρξει κάποιου είδους απομείωση του χρέους.
Η διαφορά ανάμεσα στους δύο μπορεί να παρουσιαστεί ως εξής: μια «νέα σκληρή λιτότητα» ή μια «νέα ακόμα σκληρότερη λιτότητα»!
Μέσα σε αυτό το δίπολο, ο ΣΥΡΙΖΑ τάσσεται με τη μεριά της Γερμανίας, ελπίζοντας ότι με αυτόν τον τρόπο το ΔΝΤ θα απομονωθεί και είτε θα απορριφθούν οι απαιτήσεις του είτε δεν θα συμμετέχει στο νέο πρόγραμμα. Η ΕΕ όμως ξεκαθαρίζει σε όλους τους τόνους ότι η συμμετοχή του Ταμείου είναι απαραίτητη!
***
Για τα λαϊκά στρώματα η συζήτηση αυτή δεν έχει καμία σημασία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε τον περασμένο Ιούλη να υποταχθεί στις απαιτήσεις των δανειστών, υπογράφοντας το Μνημόνιο και ελπίζοντας ότι θα μπορέσει να το «διαχειριστεί» καλύτερα από τους προκατόχους του. Η περίοδος από την επανεκλογή του και μετά, δείχνει ότι κάτι τέτοιο αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί αυταπάτη.
Η στοίχιση της κυβέρνησης πίσω από την «καλή» Γερμανία έτσι ώστε να αποπεμφθεί το «κακό» ΔΝΤ δεν σημαίνει τίποτα για την ουσία του ζητήματος: τα Μνημόνια και οι πολιτικές τους θα συνεχιστούν και θα βαθύνουν. Γιατί, ας μην ξεχνάμε: αυτό που συζητάνε αυτή τη στιγμή δεν είναι απλά η συνέχιση των προηγούμενων πολιτικών! Είναι ένα νέο πακέτο αντιλαϊκών μέτρων, επιπλέον όλων των προηγούμενων – ένα νέο κύκλο λιτότητας! Και γι’ αυτή τη νέα επιδρομή ενάντια στο λαϊκό εισόδημα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν μπορεί να κατηγορήσει κανέναν άλλο πέρα από τον εαυτό της.
______________
[1] Αντίθετος σε αναδιάρθρωση χρέους ο Σόιμπλε