Tου Χρήστου Κεφαλή
μέλους της ΣΕ της Μαρξιστικής Σκέψης
Οι μαρξιστές κλασικοί, ιδιαίτερα ο Λένιν, χαρακτήριζαν την αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία ως μια μορφή δικτατορίας της αστικής τάξης. Με αυτό είχαν υπόψη όχι μόνο το γεγονός ότι η νομική ισότητα των δικαιωμάτων μετατρέπεται σε έμπρακτη ανισότητα λόγω της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, αλλά και ότι το αστικό κράτος ακόμα και όταν έχει τη μορφή μιας κοινοβουλευτική δημοκρατία, σε κάθε κρίσιμη στιγμή και θέμα παραμερίζει αδίστακτα δημοκρατικούς κανόνες και ελευθερίες, για να προστατέψει τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης.
Αυτές οι απόψεις των μαρξιστών έτυχαν οξείας πολεμικής από τους εκπροσώπους της αντίδρασης, που τις χαρακτήρισαν αδιάλειπτα δογματικές και προκατειλημμένες. Οι πρόσφατες αποκαλύψεις του Σνόουντεν, ωστόσο, όχι μόνο τις δικαιώνουν αλλά δείχνουν ότι τα πράγματα είναι χειρότερα. Σήμερα τα δημοκρατικά δικαιώματα καταστρατηγούνται ακόμη και για τους ίδιους τους κρατούντες, ακόμη και για τους επικεφαλής πανίσχυρων κρατών όπως η Γερμανία, αφού, όπως αποδεικνύεται η ίδια η Γερμανίδα καγκελάριος, η κ. Μέρκελ, παρακολουθείται επί χρόνια από τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ.
Το σκάνδαλο παρακολούθησης της Μέρκελ
Οι προηγούμενες «διαρροές» του Σνόουντεν είχαν φέρει σε φως ένα τεράστιο δίκτυο παρακολούθησης που η αμερικάνικη NSA (National Security Agency, Εθνική Υπηρεσία Ασφάλειας) είχε αναπτύξει παγκόσμια, για να υποκλέπτει e-mail, διαδικτυακές δραστηριότητες, τηλεφωνήματα, κοκ1.
Αυτό που αποκάλυψε παραπέρα στα τέλη Οκτώβρη ο Σνόουντεν είναι ότι εν γνώσει της αμερικάνικης κυβέρνησης, παρακολουθούνταν επιπλέον δεκάδες ηγέτες κρατών, 35 συνολικά τον αριθμό, περιλαμβανόμενης της Μέρκελ, εδώ και μια δεκαετία, από το 20022. Αν και αξιωματούχοι του NSA προσπάθησαν να αποσυνδέσουν τον Ομπάμα, άλλες αναφορές ακόμη και από αμερικανικές πηγές βεβαιώνουν ότι ο Ομπάμα όχι μόνο γνώριζε αλλά είχε δώσει εντολή για συνέχιση των παρακολουθήσεων3.
Οι αποκαλύψεις για την παρακολούθηση της Μέρκελ είχαν ισχυρό αντίκτυπο στη γερμανική κοινή γνώμη. Μια δημοσκόπηση το Νοέμβρη έδειξε ότι μόλις το 31% των Γερμανών θεωρούν τις ΗΠΑ αξιόπιστο σύμμαχο, συγκριτικά με 50% τον Ιούλη. Ακόμη πιο δραματική ήταν η πτώση της δημοτικότητας του Ομπάμα: ενώ το 75% των Γερμανών είχε θετική γνώμη γι’ αυτόν τον Σεπτέμβρη του 2012, σήμερα το ποσοστό έχει πέσει στο 43%. Σε αντιπαράθεση, πάνω από το 60% θεωρούν τον Σνόουντεν ήρωα και 50% υποστηρίζουν να του χορηγηθεί άσυλο από τη γερμανική κυβέρνηση.
Ακόμη και η γερμανική άρχουσα τάξη έδειξε ιδιαίτερα θορυβημένη και εξοργισμένη από όσα είδαν το φως. Η γερμανική κυβέρνηση δήλωσε πρόθυμη να καλέσει τον Σνόουντεν να καταθέσει στη γερμανική δικαιοσύνη, εγγυώμενη την ασφάλειά του, και στις 31 Οκτώβρη ο Γερμανός νομικός, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος των Πρασίνων, Χανς Κρίστιαν Στρέμπελε επισκέφτηκε τον Σνόουντεν στη Μόσχα με σχετικές προτάσεις. Το Spiegel, έκανε λόγο για τη
«μεγαλύτερη πολιτική υπόθεση της πρόσφατης ιστορίας»
εκτιμώντας ότι
«οι σύμμαχες υπηρεσίες ασφάλειας μεταχειρίζονταν τη Γερμανίδα καγκελάριο σαν έναν Αγιατολάχ του Ιράν»4.
Ευμενή σχόλια για τον Σνόουντεν έκανε και η Süddeutsche Zeitung, αλλά και αρκετοί Γερμανοί πολιτικοί.
Ενώ η αγανάκτηση της γερμανικής ελίτ είναι κατανοητή, στην πραγματικότητα η γερμανική άρχουσα τάξη δεν έχει ηθικό δικαίωμα να προβαίνει σε τέτοιες διαμαρτυρίες. Η ίδια η αποστροφή του Σπίγκελ ότι φέρονται στη Μέρκελ σαν σε Αγιατολάχ του Ιράν είναι εδώ διαφωτιστική. Η γερμανική ελίτ θεωρεί φυσιολογικό να παρακολουθούνται οι ηγέτες χωρών του Τρίτου Κόσμου και όσοι αποκαλεί «τρομοκράτες», εξανίσταται και διαμαρτύρεται μόνο όταν οι παρακολουθήσεις στρέφονται εναντίον της. Η αλήθεια όμως είναι ότι εισπράττει αυτά που η ίδια και οι κυβερνήσεις, της Αγγλίας, της Γαλλίας, κλπ, βοήθησαν επί δεκαετίες να γίνουν στους άλλους. Άλλωστε στις αρχικές αποκαλύψεις του ο Σνόουντεν είχε δώσει στοιχεία για την αγαστή συνεργασία της NSA με τις μυστικές υπηρεσίες των ευρωπαϊκών χωρών στις διεθνείς παρακολουθήσεις.
Οι απειλές ενάντια στη Guardian στη Βρετανία
Οι ευθύνες των ευρωπαϊκών αρχουσών τάξεων υπογραμμίζονται παραπέρα από μια παράλληλη εξέλιξη στα μέσα Οκτώβρη στη Βρετανία, εξέλιξη πολύ χαρακτηριστική των επίμονων προσπαθειών των αστικών κυβερνήσεων να εμποδίσουν τη συνέχιση των αποκαλύψεων του Σνόουντεν μέσω του Τύπου.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός Κάμερον σε λόγο του στο κοινοβούλιο απείλησε με διώξεις την Guardian, τη βρετανική εφημερίδα που δημοσίευσε τα ντοκουμέντα του Σνόουντεν. Ο Κάμερον υποστήριξε τις εκκλήσεις για μια κοινοβουλευτική έρευνα σχετικά με το αν η Guardian παραβίασε τους νόμους για την εθνική ασφάλεια, ισχυριζόμενος μάλιστα ότι η ίδια η διεύθυνση της Guardian παραδέχτηκε έμμεσα την ενοχή της δεχόμενη να καταστρέψει ορισμένα επιπλέον αρχεία που είχε θέσει στη διάθεσή της ο Σνόουντεν.
«Νομίζω», είπε, «το βέβαιο γεγονός είναι ότι αυτό που συνέβηκε έχει βλάψει την εθνική ασφάλεια, και… οι ίδιοι οι άνθρωποι της Guardian το παραδέχτηκαν αυτό όταν συμφώνησαν, όταν τους ζητήθηκε ευγενικά από τον σύμβουλό μου για θέματα εθνικής ασφάλειας να καταστρέψουν τα αρχεία που είχαν, προχώρησαν και κατέστρεψαν αυτά τα αρχεία».
Οι ισχυρισμοί του Βρετανού πρωθυπουργού αποτελούν όμως ψέματα. Στην πραγματικότητα, η διεύθυνση της Guardian αναγκάστηκε να καταστρέψει τους φακέλους όταν ο αρχισυντάκτης της Άλαν Ράσμπριτζερ και άλλοι δημοσιογράφοι της απειλήθηκαν ότι διαφορετικά θα ασκηθούν διώξεις εναντίον τους. Σε μια δήλωσή της για το θέμα, η Guardian το επιβεβαίωσε αυτό, σημειώνοντας ότι
«Ο πρωθυπουργός έχει λάθος να λέει ότι η Guardian κατέστρεψε τα ηλεκτρονικά αρχεία επειδή συμφωνήσαμε ότι το ρεπορτάζ μας ήταν επιβλαβές. Καταστρέψαμε τα αρχεία επειδή η κυβέρνηση είπε ότι θα χρησιμοποιούσε την πλήρη δύναμη του νόμου για να εμποδίσει μια εφημερίδα να δημοσιεύσει οτιδήποτε γύρω από την NSA ή την GCHQ»5.
Το περιστατικό είναι χαρακτηριστικό της ωμότητας με την οποία οι άρχουσες τάξεις ενεργούν για να μη βγουν τα άπλυτά τους στη φόρα. Είναι όμως εξίσου διαφωτιστικό ότι όλα τα άλλα κόμματα του βρετανικού κοινοβουλίου, του «ναού της δημοκρατίας», συντάχτηκαν με τον Κάμερον. Ο ηγέτης των Φιλελεύθερων Δημοκρατών αναπληρωτής πρωθυπουργός Νικ Κλεγκ και ο εκπρόσωπος του Εργατικού Κόμματος Κιθ Βαζ, πρόεδρος της Επιτροπής Εσωτερικών Υποθέσεων, υποστήριξαν με δηλώσεις τους την ανάγκη έρευνας γύρω από την «επικίνδυνη συμπεριφορά» της Guardian.
Αναρωτιέται μόνο κανείς τι θα γινόταν αν αύριο προέκυπταν στοιχεία για παρακολούθηση και του Κάμερον από τις αμερικάνικες μυστικές υπηρεσίες, όπως έγινε με τη Μέρκελ…
Ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός
Οι απολογητές του καπιταλισμού αποκήρυσσαν επί δεκαετίες το σοσιαλισμό ως μια μορφή ολοκληρωτισμού, εκμεταλλευόμενοι ιδιαίτερα τη σταλινική τρομοκρατία, τις αυθαιρεσίες των μυστικών υπηρεσιών όπως η Στάζι και η KGB, κ.ά.
Η ζωή όμως δείχνει σήμερα ότι και ο καπιταλισμός έχει τα δικά του «ολοκληρωτικά» χαρακτηριστικά – ένα ηλεκτρονικό ολοκληρωτισμό που έχει τις ρίζες του στην προσπάθεια να διαιωνιστεί η εκμετάλλευση. Το μέλλον επιφυλάσσεται ακόμα χειρότερο. . Αν η παγκόσμια οικονομική κρίση εκτρέφει ήδη το φασισμό, η δημιουργία των δικτύων παρακολούθησης παρέχει έναν εξαιρετικά επικίνδυνο μηχανισμό ελέγχου και μαζικής χειραγώγησης. Και αν οι τωρινοί κρατούντες δεν το κάνουν ακόμη, μια αυριανή αυταρχική, (στρατιωτική ή ακροδεξιά κυβέρνηση) θα τον βρει έτοιμο και θα μπορεί σίγουρα να τον αξιοποιήσει για να επιφέρει συντριπτικά κτυπήματα ενάντια στην Αριστερά και το εργατικό και κοινωνικά κινήματα.
Οι διαμαρτυρίες των κρατούντων στη Γερμανία δεν είναι έτσι κάτι παραπάνω από «των δειλών τα παρακάλια και παράπονα» – για να θυμηθούμε το στίχο του πάντα επίκαιρου Καβάφη. Φαινόμενα όπως αυτά που αποκάλυψε ο Σνόουντεν απορρέουν τελικά από την επιμονή τους να υπερασπίζουν το σάπιο καπιταλιστικό σύστημα, το οποίο δεν μπορεί να κρατηθεί πλέον στη ζωή παρά μόνο με τέτοια μέσα.
__________
Σημειώσεις