Ανταπόκριση από το σάιτ της «Σοσιαλιστικής Δράσης», αδελφής οργάνωσης του «Ξ» στο Χονγκ Κονγκ. Επιμέλεια: Μαρία Καπαράκη
Τις τελευταίες εβδομάδες βρίσκεται σε εξέλιξη στο Χονγκ Κονγκ ένα από τα πιο σημαντικά κινήματα των τελευταίων δεκαετιών[1]. Οι πρώτες κινητοποιήσεις πραγματοποιήθηκαν από φοιτητές και μαθητές, εξελίχθηκαν σε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις και καταλήψεις δημόσιων χώρων και κατάφεραν να συσπειρώσουν γύρω τους και τους εργαζόμενους, πολλοί κλάδοι των οποίων απεργούν εδώ και μέρες.
Το κίνημα αυτό έχει καθιερωθεί να ονομάζεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως «η επανάσταση της ομπρέλας», μιας και οι διαδηλωτές χρησιμοποιούν ομπρέλες για να προστατευτούν από τα δακρυγόνα, και ειδικά από τα σπρέι πιπεριού που χρησιμοποιεί η αστυνομία εναντίον τους.
Το κίνημα γιγαντώνεται…
Η καταστολή με την οποία ήρθε αντιμέτωπο το κίνημα από τις πρώτες κιόλας διαδηλώσεις του Σεπτέμβρη, όχι μόνο δεν κατάφερε να το τρομοκρατήσει αλλά, αντίθετα, το συσπείρωσε και κινητοποίησε ακόμα περισσότερο κόσμο που κατέβηκε στο δρόμο ενάντια στην αστυνομική καταστολή και τις δικτατορικές μεθόδους του καθεστώτος.
Μόλις μια βδομάδα μετά τις πρώτες κινητοποιήσεις, οι διαδηλώσεις στο Χονγκ-Κονγκ μετρούσαν μέχρι και 180.000 συμμετέχοντες. Μετά την κατάληψη της κεντρικής «Πλατείας των Πολιτών», οι καταλήψεις εξαπλώθηκαν και σε άλλους δημόσιους χώρους – σε συνοικίες όπως το Mong Kok (Μονγκ Κοκ) και το Causeway Bay (Κοζγουέι Μπέι) με δεκάδες χιλιάδες καταληψίες.
Επιπλέον, από τη Δευτέρα 29/9 βρίσκονται σε απεργία πάνω από 10.000 εργαζόμενοι της Γενικής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων του Χονγκ Κονγκ (HKCTU) από κλάδους όπως οι μεταφορές, η εκπαίδευση και οι δημόσιες υπηρεσίες.
…και η καταστολή σκληραίνει
Ήδη τις πρώτες μέρες καταλήψεων δημόσιων χώρων, η αστυνομία προσπάθησε ανεπιτυχώς να διαλύσει τη βασική, κεντρική κατάληψη. Η παρουσία των καταληψιών σε τέσσερα διαφορετικά μέρη ταυτόχρονα έπιασε απροετοίμαστη την αστυνομία, η οποία δεν κατάφερε να «σπάσει» το κίνημα. Αυτό αποτέλεσε μια πρώτη μεγάλη νίκη, αναπτερώνοντας το ηθικό των διαδηλωτών.
Ωστόσο, όσο το κίνημα εξελίσσεται, η κυβέρνηση και η αστυνομία εφαρμόζουν πιο οργανωμένα σχέδια καταστολής. Την Παρασκευή 3 Οκτώβρη, το κίνημα ήρθε αντιμέτωπο με μια πολύ πιο σκληρή επίθεση. Παραστρατιωτικές και ακροδεξιές ομάδες εξαπέλυσαν βίαιη επίθεση στην κατάληψη του Mong Kok, διαλύοντας τις εγκαταστάσεις και τραυματίζοντας δεκάδες άτομα.
Ταυτόχρονα, οι καταληψίες στο Causeway Bay ήρθαν αντιμέτωποι με μια πανομοιότυπη επίθεση, στην οποία πήραν μέρος και «Πρωτοβουλίες ανήσυχων πολιτών» οι οποίες συνδέονται με ομάδες υπεράσπισης της αστυνομίας(!) και πίσω από τις οποίες βρίσκεται η «κομμουνιστική» δικτατορία της κινέζικης κυβέρνησης.
Οι επιθέσεις της αστυνομίας ενάντια στις καταλήψεις ήταν απόλυτα συγχρονισμένες και οργανωμένες, και πολύ συνειδητά έγιναν μέρα-μεσημέρι, τις ώρες που υπάρχει λιγότερος κόσμος να υπερασπιστεί τις καταλήψεις.
Την ίδια στιγμή, το γραφείο του Λιούνγκ Τσουν – Γινγκ, του διορισμένου από την κινέζικη κυβέρνηση διοικητή του Χονγκ Κονγκ, έχει μετατραπεί σε απόρθητο φρούριο, λόγω του φόβου ότι κομμάτι του κινήματος θα επιδιώξει την κατάληψη του κτιρίου. Ο Τσουν – Γινγκ είναι μια έτσι κι αλλιώς μισητή φιγούρα για το κίνημα, υπήρξε ο οργανωτής της επίθεσης της αστυνομίας στην διαδήλωση της 28ης Σεπτέμβρη, και η παραίτησή του είναι πια –μεταξύ άλλων– ένα από τα πιο κεντρικά αιτήματα του κινήματος.
Η υπεράσπιση των καταλήψεων
Παρά τις προσπάθειες διάλυσης των καταλήψεων, τα αντανακλαστικά του κινήματος λειτούργησαν πολύ καλά για άλλη μια φορά. Λίγες ώρες μετά την επίθεση στο Mong Kok στις 3/10, στο σημείο μαζεύτηκαν πάνω από 10.000 άτομα για να υπερασπιστούν την κατάληψη.
Το ζήτημα της υπεράσπισης των πολλαπλών καταλήψεων που βρίσκονται σε εξέλιξη είναι ένα από τα βασικά καθήκοντα που προκύπτουν αυτή τη στιγμή, μιας και η παρουσία του κινήματος σε πολλά μέρη ταυτόχρονα αυξάνει τη δυναμική του.
Τα κινήματα καταλήψεων δημόσιων χώρων, που έχουν ξεσπάσει όλα τα τελευταία χρόνια σε διάφορες μεριές του πλανήτη, κατάφεραν να συσπειρώσουν μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας και, ανεξάρτητα από την τελική τους έκβαση, αποτέλεσαν στη φάση της ακμής τους μια δυναμική, μαζική επανεμφάνιση του κινήματος μετά από μια περίοδο καμπής.
Όπως αναδεικνύει και η περίπτωση του Χονγκ Κονγκ, η φλόγα αυτών των κινημάτων δεν έχει σβήσει ακόμα, το ίδιο και η δυνατότητα τέτοιου είδους κινητοποιήσεων να μετατραπούν σε κάτι μαζικό και επικίνδυνο για το καθεστώς.
Δεν είναι τυχαίο ότι από τις πρώτες κιόλας μέρες, στα πλαίσια της αυστηρής λογοκρισίας μπλοκαρίστηκε από την κινέζικη κυβέρνηση η ηλεκτρονική αναζήτηση για λέξεις όπως η «κατάληψη» (η λέξη «occupy», που έχει ταυτιστεί με το διεθνές κίνημα καταλήψεων δημόσιων χώρων).
Πιέσεις για διαπραγμάτευση
Όσο περνάνε οι μέρες, η μετριοπαθής ηγεσία του κινήματος (κυρίως δυνάμεις όπως το «Δημοκρατικό Κόμμα Κίνας») προσπαθεί όλο και περισσότερο να το οδηγήσει στην κατεύθυνση των διαπραγματεύσεων με το καθεστώς.
Η έκταση και η μαχητικότητα του κινήματος αυτού ήταν κάτι που εξέπληξε δυσάρεστα τα πιο συντηρητικά στελέχη της ηγεσίας του, που ξέρουν ότι τέτοια κινήματα έχουν προοπτικές να αναπτυχθούν και να βγουν εκτός του δικού τους ελέγχου. Δεν είναι τυχαίο ότι γι’ αυτό το λόγο μεγάλα τμήματα της ηγεσίας αποφεύγουν να καλέσουν σε συνέχιση των κινητοποιήσεων και να υπερασπιστούν καταλήψεις σαν αυτές του Mong Kok και του Causeway Bay.
Τέτοιου είδους στελέχη μιλούν για πιο «πραγματιστικές» λύσεις, παροτρύνοντας ουσιαστικά το κίνημα να προχωρήσει σε συμβιβασμούς αφήνοντας την εξουσία ως έχει, πράγμα που απέχει τελείως από την «πλήρη δημοκρατία» που απαιτεί το κίνημα αυτή τη στιγμή.
Η συζήτηση για το κρίσιμο θέμα των «διαπραγματεύσεων» έχει ανοίξει ήδη, όπως είναι φυσικό, στο εσωτερικό του κινήματος. Σε αυτή τη φάση, η αποδοχή των διαπραγματεύσεων με την κυβέρνηση από την πλευρά του κινήματος θα ήταν καταστροφική μιας και θα μετέφερε τον κρίσιμο αυτό αγώνα από τους δρόμους στα τραπέζια συζητήσεων.
«Μία χώρα, δύο συστήματα»
Σήμερα το Χονγκ Κονγκ κυβερνάται ως ειδική διοικητική περιοχή και απολαμβάνει σχετικά υψηλό βαθμό αυτονομίας από την Κίνα για μια σειρά από ζητήματα και αποφάσεις. Πρόκειται για το γνωστό πολιτικό μοντέλο με τίτλο «μία χώρα, δύο συστήματα».
Ωστόσο, το μοντέλο αυτό γίνεται όλο και λιγότερο δημοφιλές όσο περνάει ο καιρός. Είναι ενδεικτικό ότι σε πρόσφατη δημοσκόπηση που δημοσίευσε η εφημερίδα South China Morning Post –πριν ξεσπάσει το κίνημα– το 53% του κόσμου δήλωνε ότι δεν έχει καμία εμπιστοσύνη στο συγκεκριμένο μοντέλο.
Αυτή τη στιγμή είναι εξαιρετικά σημαντικό για το κίνημα να παλέψει να επεκταθεί και έξω από τα σύνορα του Χονγκ Κονγκ, δηλαδή στην υπόλοιπη Κίνα.
Σε αυτή τη φάση ένα κομμάτι του κινήματος, ειδικά αυτό που επηρεάζεται από τις πιο συντηρητικές τάσεις του, πιστεύει ότι κάτι τέτοιο δεν πρέπει να γίνει, γιατί θα προκαλέσει την οργή της κινέζικης «κομμουνιστικής» δικτατορίας και θα οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη καταστολή.
Ειδικά στην κρίσιμη καμπή που βρίσκεται τώρα ο αγώνας, η νοοτροπία αυτή δεν έχει τίποτα να προσφέρει. Η ιδέα ότι ένα σχετικά δημοκρατικό Χονγκ Κονγκ μπορεί να υπάρξει μέσα σε μια αυταρχική Κίνα είναι μια μεγάλη αυταπάτη. Είτε η μάχη για τα δημοκρατικά δικαιώματα θα επεκταθεί και εκτός του Χονγκ Κονγκ, με στόχο την πτώση του δικτατορικού καθεστώτος του ΚΚ Κίνας, είτε αυτό θα καταπνίξει κάθε αυτονομία και δημοκρατικό δικαίωμα που παλεύει να κερδίσει ή απολαμβάνει ήδη ο λαός του Χονγκ Κονγκ. Μέση οδός δεν υπάρχει.
Είναι απαραίτητο να γίνει έκκληση στους εργαζόμενους και τη νεολαία της ηπειρωτικής Κίνας να συμμετάσχουν στον αγώνα ενάντια στο αντιδημοκρατικό καθεστώς. Είναι ξεκάθαρο ότι όσο το ΚΚ βρίσκεται στην εξουσία δεν υπάρχει περίπτωση να γίνουν δημοκρατικές εκλογές στο Χονγκ Κονγκ (το βασικότερο αίτημα του κινήματος). Μόνο η ανατροπή αυτού του καθεστώτος θα επιτρέψει κάτι τέτοιο και για να γίνει αυτό απαιτούνται δυνάμεις πολύ μεγαλύτερες από αυτές των εργαζομένων και της νεολαίας του Χονγκ Κονγκ.
Απαραίτητα βήματα για τη συνέχιση και επιτυχία του αγώνα
Για να προχωρήσει μπροστά ο αγώνας που εξελίσσεται στο Χονγκ Κονγκ χρειάζεται, όχι μόνο να επεκταθεί, αλλά και να συγκροτηθεί από οργανωτική άποψη.
Πρόκειται για ένα κίνημα που ξέσπασε αυθόρμητα ξεκινώντας από τη νεολαία –πράγμα εξαιρετικά σημαντικό– το οποίο όμως κινείται χωρίς σχεδόν κανένα πρόγραμμα, οργάνωση ή συγκροτημένη ηγεσία, ακολουθώντας το ίδιο μοτίβο με πολλά άλλα εξαιρετικά μαζικά κινήματα (ακόμη και επαναστάσεις) που είδαμε σε παγκόσμια κλίμακα τα τελευταία χρόνια.
Σε αυτή τη φάση το κίνημα χρειάζεται να οργανωθεί και να επεξεργαστεί ένα καθαρό πρόγραμμα διεκδικήσεων. Είναι απαραίτητο να χτιστούν δημοκρατικές απεργιακές επιτροπές και επιτροπές κατάληψης, που θα συνδέουν τις μάχες από όλους τους διαφορετικούς χώρους και θα παίρνουν όλες τις σημαντικές αποφάσεις για την πορεία του αγώνα. Επιπλέον, είναι ζωτικής σημασίας η οργάνωση της αυτοάμυνας του κινήματος απέναντι στις βάναυσες επιθέσεις που δέχεται από την αστυνομία και το καθεστώς.
Η απουσία ενός μαζικού αριστερού ριζοσπαστικού εργατικού κόμματος στο Χονγκ Κονγκ αποτελεί ανάχωμα στην πορεία του κινήματος, γι’ αυτό και το χτίσιμο του αποτελεί καθήκον ιστορικής σημασίας για τους εργαζόμενους και τη νεολαία. Ένα τέτοιο κόμμα θα πρέπει να συνδέει την πάλη για δημοκρατία, με τον αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό και ενάντια στο σάπιο «κομμουνιστικό» καθεστώς της Κίνας – για τη δημοκρατική διαχείριση της οικονομίας από τους εργαζόμενους και την κοινωνία και για πραγματικό σοσιαλισμό.