Το νομοσχέδιο που παρουσίασε πρόσφατα ο Νίκος Δένδιας για τις Ένοπλες Δυνάμεις δεν είναι απλώς ένα πακέτο τεχνικών μέτρων για τον εκσυγχρονισμό της στρατιωτικής θητείας. Πρόκειται για ένα συγκροτημένο σχέδιο με το οποίο ισχυρίζεται ότι επιχειρεί να αναδιαμορφώσει την εικόνα του στρατού και να ενισχύσει την «αποτρεπτική ικανότητα» της χώρας. Οι αλλαγές δεν περιορίζονται σε μισθολογικά ή διαδικαστικά θέματα, αλλά αγγίζουν την καθημερινότητα, την επιλογή επαγγελματικής πορείας, ακόμη και τα δικαιώματα των στρατευμένων.
Το ν/σ εντάσσεται στο πλαίσιο της γενικής στροφής της κυβέρνησης, όπως και της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο σύνολό της, σε όλο και περισσότερες στρατιωτικές δαπάνες και το πρόγραμμα ReArm Europe. Η πολιτική αυτή έχει σκοπό να προστατέψει τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών αρχουσών τάξεων απέναντι στους ανταγωνιστές τους. Η νέα κούρσα εξοπλισμών αναμένεται να φτάσει τα 800 δις ευρώ (τα οποία θα αφαιρεθούν από την παιδεία, την υγεία, το κοινωνικό κράτος, κλπ, σε ολόκληρη την Ευρώπη). Για να πειστούν οι λαοί να αποδεχτούν αυτή την αιμορραγία, και για να βρεθούν άνθρωποι που είναι διατεθειμένοι να κουβαλήσουν όλα αυτά τα όπλα, πρέπει να φτιαχτεί ένα ιδεολογικό πλαίσιο. Έτσι, πέρα από τις δαπάνες, προσπαθούν να πείσουν τη νεολαία να στραφεί στον στρατό σαν επαγγελματική επιλογή (αξιοποιώντας την πτώση του βιοτικού επιπέδου) και ταυτόχρονα αυστηροποιούν τη λειτουργία της στρατιωτικής θητείας.
«Κίνητρα» για περισσότερο στρατό στη ζωή των νέων
Στην πράξη, το νομοσχέδιο προβλέπει ότι από το 2026 όλοι οι κατατασσόμενοι θα υπηρετούν στον Στρατό Ξηράς, με κατάργηση της θητείας σε Ναυτικό και Αεροπορία. Η διάρκεια παραμένει 12 μήνες, αλλά εισάγεται δυνατότητα 9μηνης θητείας για όσους καταταγούν αμέσως μετά το λύκειο, μέτρο που εμφανίζεται ως κίνητρο για πρώιμη στράτευση. Παράλληλα, περιορίζονται οι αναβολές για σπουδές, ενώ η εξαγορά της θητείας αυστηροποιείται: πλέον αφορά μόνο όσους είναι άνω των 35 ετών και συνοδεύεται από σημαντική αύξηση κόστους. Όλα αυτά λειτουργούν πρακτικά ως φίλτρα κοινωνικής και οικονομικής επιλογής: η δυνατότητα εξαγοράς και η ευελιξία περιορίζονται ιδιαίτερα για τους νέους των λαϊκών στρωμάτων.
Παράλληλα, δημιουργείται νέο σύστημα ηλεκτρονικής καταγραφής εφέδρων, με καταγραφή δεξιοτήτων και διαθεσιμότητας, το οποίο επιτρέπει την ταχεία κινητοποίηση προσωπικού και την αξιοποίηση ειδικοτήτων, από επικοινωνίες έως anti-drone τεχνολογίες. Το σύστημα αυτό, πέρα από την οργάνωση της εφεδρείας, εισάγει μια μορφή διαρκούς επιτήρησης των πολιτών.
Στο ίδιο πλαίσιο, εισάγεται η εθελοντική στράτευση γυναικών (ηλικίες 20–26) και προγράμματα μέριμνας για το στρατιωτικό προσωπικό, όπως στεγαστικά προγράμματα και άλλα μέτρα που στοχεύουν στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του. Τα παραπάνω παρουσιάζονται ως «κίνητρα» και στην πραγματικότητα στοχεύουν στο να δελεάσουν νέους να ενταχθούν στο στρατό (δεν είδαμε βέβαια κάτι αντίστοιχο πχ για προσλήψεις σε γιατρούς ή εκπαιδευτικούς).
Αυστηροποίηση Διαδικασίας Απαλλαγήςω και Αντιρρησιών Συνείδησης
Το νομοσχέδιο Δένδια επιφέρει σημαντικές αλλαγές στη διαδικασία απαλλαγής από τη στρατιωτική θητεία, ενισχύοντας την αυστηρότητα και τον έλεγχο. Στο επίκεντρο βρίσκεται η ανάγκη της κυβέρνησης να ελέγξει περισσότερο τον στρατευμένο πληθυσμό, παρουσιάζοντας τις αλλαγές ως μέτρα «τάξης» και «αποτελεσματικής οργάνωσης» ή «επιστροφής στη σοβαρότητα» όπως είπε ο υπουργός στην παρουσίαση του νομοσχεδίου.
Πρώτον, περιορίζονται οι δυνατότητες αναβολής. Οι φοιτητές σε ΑΕΙ δικαιούνται πλέον αναβολή μέχρι τη συμπλήρωση του 25ου έτους, ενώ οι φοιτητές πολυτεχνικών και ιατρικών σχολών μπορούν να αναβάλουν τη θητεία τους έως τα 28 έτη.
Δεύτερον, η διαδικασία αναγνώρισης των αντιρρησιών συνείδησης γίνεται πιο πολύπλοκη και περιοριστική. Οι ενδιαφερόμενοι πλέον πρέπει να αποδείξουν ότι οι λόγοι αντίρρησής τους πηγάζουν από σταθερές και συνειδητές ηθικές, φιλοσοφικές ή θρησκευτικές πεποιθήσεις, και ότι εφαρμόζονται αυστηρά στην καθημερινή τους ζωή. Η εκτίμηση της αυθεντικότητας των αιτημάτων γίνεται από ειδικές επιτροπές. Το πως βέβαια θα κρίνονται όλα τα παραπάνω παραμένει σε μια «γκρίζα ζώνη».
Τρίτον, οι αναγνωρισμένοι αντιρρησίες συνείδησης υποχρεούνται να εκπληρώσουν εναλλακτική υπηρεσία στον δημόσιο τομέα, η οποία πρέπει να ολοκληρωθεί εντός καθορισμένων προθεσμιών και υπό αυστηρή επίβλεψη. Το νομοσχέδιο προβλέπει επίσης την πιθανότητα ανάκλησης της αναγνώρισης σε περιπτώσεις «μη συνεπούς συμπεριφοράς».
Τέλος, η αυστηροποίηση της διαδικασίας συνδέεται άμεσα με το γενικότερο σχέδιο της κυβέρνησης για ενίσχυση της πειθαρχίας και της επιτήρησης μέσα στο στράτευμα. Καθιστά σαφές ότι η στρατιωτική θητεία δεν είναι μόνο ζήτημα «ανάγκης υπεράσπισης των εθνικών συμφερόντων», αλλά και εργαλείο κοινωνικής πειθάρχησης και ελέγχου.
Εξειδικευμένες δεξιότητες και μονάδες υψηλής ετοιμότητας
Το νομοσχέδιο προβλέπει επίσης ανάπτυξη προγραμμάτων εκπαίδευσης σε υψηλής τεχνολογίας στρατιωτικές δεξιότητες και αναβάθμιση μονάδων ειδικών δυνατοτήτων, όπως ταχείες ομάδες αντιμετώπισης σύγχρονων απειλών (π.χ. anti-drone, ηλεκτρονικός πόλεμος, επικοινωνίες). Αυτή η κίνηση δεν στοχεύει μόνο στην ενίσχυση της επιχειρησιακής δυνατότητας του στρατού αλλά εισάγει και μια νέα λογική αξιοποίησης ανθρώπινου του δυναμικού. Έτσι η θητεία γίνεται δρόμος απόκτησης τεχνικών δεξιοτήτων υψηλής ζήτησης, που, αντί να παρέχεται δωρεάν στο πλαίσιο της δημόσιας εκπαίδευσης συνδέονται με υποχρεώσεις και δεσμεύσεις του εκπαιδευόμενου απέναντι τόσο στο κράτος και τις ένοπλες δυνάμεις.
Οι πραγματικές επιδιώξεις της κυβέρνησης
Η κυβέρνηση με τις αλλαγές για τον «εκσυγχρονισμό» των Ενόπλων Δυνάμεων, βάζει μπροστά ένα σχέδιο διπλής κατεύθυνσης:
Από τη μια μεριά η στρατιωτική υπηρεσία προβάλλεται ως ευκαιρία καριέρας, με κίνητρα και προνόμια για όσους θέλουν να την ακολουθήσουν ως επαγγελματική πορεία. Στην ίδια λογική εξάλλου γίνεται και η προσπάθεια να εξοικειωθεί η νεολαία με τον στρατό σε εκδηλώσεις όπως η πρόσφατη κατασκήνωση της Σχολής Ευελπίδων που απευθυνόταν σε μαθητές και μαθήτριες.
Από την άλλη, οι αυστηροί κανόνες και η επιτήρηση που προωθούνται, έχουν στόχο να επιβάλλουν την πειθαρχία προς τις «ανώτερες αρχές», ιδιαίτερα στα χαμηλότερα στρώματα και τη νεολαία.
Τα μέτρα αυτά πρέπει να συζητηθούν πλατιά σε χώρους νεολαίας αλλά και στο εργατικό κίνημα, και να αναζητηθούν τρόποι να μπει φρένο στην στρατιωτικοποίηση των ζωών μας, καθώς αυτή φέρει μεγάλους πολιτικούς και κοινωνικούς κινδύνους.