11.000 άνθρωποι που ανήκουν κυρίως σε κοινότητες ιθαγενών της Βραζιλίας, αλλά και οργανώσεις και ακτιβιστές για την προστασία του περιβάλλοντος και τα δικαιώματα των ιθαγενών, έχουν κινηθεί νομικά ενάντια στη νορβηγική εταιρεία Hydro και τις εγκαταστάσεις της με την ονομασία Alunorte για τις καταστροφικές εξορύξεις βωξίτη (από τον οποίο παράγεται αλουμίνιο) στις εκβολές του Αμαζονίου, στην περιοχή Μπαρκαρένα.
Η υπόθεση είναι γνωστή εδώ και αρκετά χρόνια, αλλά η δικαστική διαμάχη και οι απόψεις των κατοίκων παρουσιάστηκαν πρόσφατα στο ρεπορτάζ του Bloomberg με τίτλο «The Human Cost of Going Green» (το κόστος της πράσινης μετάβασης στην ανθρώπινη ζωή). Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, η αύξηση της ζήτησης για αλουμίνιο σχετίζεται με την αύξηση της παραγωγής των «πράσινων» μοντέλων αυτοκινητοβιομηχανιών όπως η Ford, η οποία αγοράζει το αλουμίνιο που παράγεται στην περιοχή.
Η διαδικασία της εξόρυξης
Οι δημοσιογράφοι που έκαναν την έρευνα περιγράφουν τη διαδικασία ως εξής: καταρχήν προκειμένου να ξεκινήσει ένα ορυχείο να κατασκευάζεται, απαιτείται πρώτα απ’ όλα να αποψιλωθούν μεγάλες δασικές εκτάσεις. Στη συνέχεια σκάβονται μεγάλα ορύγματα και αφαιρείται το μετάλλευμα, το οποίο έπειτα στέλνεται σε κοντινές εγκαταστάσεις επεξεργασίας με πλοία διά μέσω του ποταμού. Το μετάλλευμα διαχωρίζεται από το χώμα και τα υπόλοιπα υλικά σε μια διαδικασία που παράγει μεγάλες ποσότητες τοξικών αποβλήτων. Η διαδικασία διαχωρισμού παράγει εκατομμύρια τόνους αποβλήτων «πλούσιων» σε βαρέα μέταλλα και τα απόβλητα αυτά καταλήγουν σε ανοιχτές λίμνες γύρω από τις εγκαταστάσεις. Από εκεί διαρρέουν στο έδαφος και τα νερά του ποταμού και επηρεάζουν το τοπικό οικοσύστημα στο σύνολό του.
Οι κάτοικοι περιγράφουν ότι σχεδόν τίποτα πλέον δεν φυτρώνει στις εκτάσεις όπου κάποτε καλλιεργούσαν δέντρα μάνγκο και άλλα αγροτικά προϊόντα που τους επέτρεπαν να επιβιώνουν. Σημαντική είναι και η μείωση των ψαριών του ποταμού, που κάποτε αποτελούσαν άλλη μια βασική πηγή εισοδήματος για τους κατοίκους. Η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο μετά την υπερχείλιση των λιμνών με τα τοξικά απόβλητα το 2018, μετά από ισχυρές βροχές που έπληξαν την περιοχή.
Η Σιμόν Περέιρα (Simone Pereira) ερευνήτρια του Ομοσπονδιακού Πανεπιστημίου της Πάρα, εξηγεί ότι τα απόβλητα που καταλήγουν στα νερά του ποταμού σε καθημερινή βάση περιέχουν τόσα διαφορετικά χημικά στοιχεία, που στην πραγματικότητα μιλάμε για ολόκληρο τον περιοδικό πίνακα. Τα στοιχεία αυτά επηρεάζουν το σύνολο του οικοσυστήματος, την τροφική αλυσίδα και τελικά τους ανθρώπους που ζουν στην περιοχή, καθώς δεν έχουν άλλον τρόπο να επιβιώσουν από το να πιούν και να ποτίσουν τις καλλιέργειές τους με αυτή την τοξική σούπα.
Τα βαρέα μέταλλα και οι επιπτώσεις τους
Αυτό δείχνουν και οι εξετάσεις των κατοίκων, παρότι οι περισσότεροι από αυτούς δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα για εξειδικευμένους ιατρικούς ελέγχους και είναι αναγκασμένοι να αρκεστούν σε αυτούς που χρηματοδοτεί η κυβέρνηση στην περιοχή εξαιτίας της εκτεταμένης ρύπανσης. Οι περισσότεροι ωστόσο παρουσιάζουν μεγάλες συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων στον οργανισμό τους, σε κάποιες περιπτώσεις πολύ πάνω από τα επιτρεπτά όρια. Το αποτέλεσμα είναι να παρουσιάζουν πολλά διαφορετικά προβλήματα υγείας, ανάμεσα στα οποία δυσλειτουργίες του πεπτικού και του αναπνευστικού συστήματος, ενώ παράλληλα εντοπίζεται αύξηση στους θανάτους βρεφών, τις γενετικές αλλοιώσεις, κα.
Ανάμεσα σε αυτά που διεκδικούν οι κάτοικοι στη δικαστική διαμάχη τους με την εταιρεία, είναι να αναλάβει η τελευταία το κόστος των εξετάσεων και της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης των ανθρώπων των οποίων η υγεία, η ζωή, το περιβάλλον και τα μέσα διαβίωσης έχουν επηρεαστεί δραματικά από την εξόρυξη και τη ρύπανση που τη συνοδεύει.
Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι νομικές και επιστημονικές ομάδες που εκπροσωπούν τους κατοίκους, είναι η άρνηση της εταιρείας να τους επιτρέψει την έρευνα στις εγκαταστάσεις της, τις μεθόδους και τα υλικά που χρησιμοποιεί στη διαδικασία του διαχωρισμού των μεταλλευμάτων.
Ενώ δηλαδή μπορεί να αποδειχτεί η ρύπανση του νερού και του εδάφους με συγκεκριμένα τοξικά στοιχεία, δεν υπάρχει η δυνατότητα να συνδεθούν αυτά με την εξορυκτική δραστηριότητα, καθώς η κυβέρνηση επιτρέπει σκανδαλωδώς στην εταιρεία να αρνείται την πρόσβαση σε αυτά τα στοιχεία.
Η Hydro τηρεί τους κανόνες και η Ford δεν ήξερε τίποτα
Αντί να δώσει τη δυνατότητα στους ερευνητές να διαπιστώσουν μόνοι τους πόσο «αθώα» είναι, η εξορυκτική Hydro αρκείται απλά να δηλώνει ότι τηρεί όλους τους κανόνες ασφάλειας και προστασίας του περιβάλλοντος.
Από την άλλη μεριά, η Ford, που προμηθεύεται το αλουμίνιο, απαντώντας στην έρευνα του Bloomberg αρχικά αρνήθηκε ότι γνώριζε οτιδήποτε σχετικό με την προέλευση των πρώτων υλών που χρησιμοποιεί και στη συνέχεια δεσμεύτηκε να προχωρήσει σε δική της έρευνα. Το πόσο πιθανό είναι μια πολυεθνική του μεγέθους της Ford να μην ξέρει από πού προέρχονται και κάτω από ποιες συνθήκες παράγονται οι πρώτες ύλες που αγοράζει, δεν χρειάζεται ιδιαίτερο σχολιασμό.
Όσο αυξάνονται οι απαιτήσεις για μεταλλεύματα, κάτω από τις σημερινές συνθήκες έντονου καπιταλιστικού ανταγωνισμού, τόσο θα επεκτείνεται η καταστροφή. Και η Ford έχει το τελευταίο διάστημα αυξήσει δραματικά τις απαιτήσεις της σε αλουμίνιο, το οποίο (όπως περιγράφεται στο ρεπορτάζ) είναι πολύ ελαφρύτερο από το ατσάλι που χρησιμοποιούνταν στα παλιότερα μοντέλα οχημάτων, επομένως επιτρέπει στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα να εξοικονομούν περισσότερη ενέργεια προκειμένου να είναι ελκυστικά στη νέα «πράσινη» αγορά που αναπτύσσεται παγκόσμια.
Αυτή η νέα τάση αποτελεί έναν επιπλέον κίνδυνο για το περιβάλλον αντί για μια απάντηση στο πρόβλημα των αέριων ρύπων. Ακόμη κι αν αφήναμε στην άκρη το γεγονός ότι οι μπαταρίες των «πράσινων» οχημάτων φορτίζουν κυρίως με ρεύμα που έχει παραχθεί από ορυκτά καύσιμα, οι ίδιες οι μπαταρίες απαιτούν για την κατασκευή τους μεγάλες ποσότητες μετάλλων, που εξορύσσονται κυρίως σε χώρες της Αφρικής, της Νότιας Αμερικής και της Ασίας με μεθόδους που αφήνουν πίσω τους ανεπανόρθωτες καταστροφές στα τοπικά οικοσυστήματα, τοξικές λίμνες αποβλήτων και δραματική υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου και της υγείας των ντόπιων πληθυσμών.
Ο Αμαζόνιος σε θανάσιμο κίνδυνο
Η περίπτωση της Μπαρκαρένα είναι μόλις ένα από τα αμέτρητα παραδείγματα μαζικών αποψιλώσεων, ρύπανσης και αφανισμού βιοποικιλότητας σε ένα από τα σημαντικότερα οικοσυστήματα του πλανήτη. Από τις πολυεθνικές επιχειρήσεις παραγωγής τροφίμων που εξαφανίζουν δασικές εκτάσεις για να φυτέψουν στη θέση τους σόγια και καλαμπόκι για ζωοτροφές, αχανείς φάρμες εκτροφής βοοειδών, κ.α., μέχρι τις εξορυκτικές που δηλητηριάζουν το έδαφος και το νερό αναζητώντας χρυσό, βωξίτη και άλλα μεταλλεύματα, ο Αμαζόνιος και μαζί οι κοινότητες ιθαγενών που ζουν γύρω του, βρίσκονται σε θανάσιμο κίνδυνο.
Η διεθνής αλληλεγγύη στα κινήματα για την υπεράσπιση του τροπικού δάσους του Αμαζονίου γίνεται όλο και πιο απαραίτητη, καθώς μικρές κοινότητες, χωρίς τους απαραίτητους πόρους, συχνά απομονωμένες από τον υπόλοιπο κόσμο, βρίσκονται μόνες τους απέναντι σε πανίσχυρες πολυεθνικές. Είναι απαραίτητη για τον επιπλέον λόγο ότι ο αγώνας τους δεν περιορίζεται στη διάσωση του δάσους, των μέσων διαβίωσης και του τρόπου ζωής τους, αλλά αφορά συνολικά το μέλλον του πλανήτη.