Η επίθεση της ηγεσίας του ΚΚΕ ενάντια στο ΣΥΡΙΖΑ ξεπέρασε κάθε όριο κατά τη διάρκεια του κινήματος που ξέσπασε μετά τη δολοφονία του Α. Γρηγορόπουλου. Σχεδόν από την πρώτη στιγμή ο Περισσός έβαλε στο στόχαστρο τον ΣΥΡΙΖΑ κατηγορώντας τον ότι «υποθάλπει τους κουκουλοφόρους» και ότι τους «χαϊδεύει τα αφτιά για ψηφοθηρικούς λόγους». Τόνοι λάσπης έπεσαν για άλλη μια φορά από το ΚΚΕ αλλά αυτή τη φορά η αντιπαράθεση ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα στελέχη του ΚΚΕ απείλησαν ακόμη και με ξύλο μέλη του ΣΥΡΙΖΑ (βλέπε και καταγγελία από το «Ξ» Βόλου, https://xekinima.org/news/display.php?tbl=news&id=703).
Αυτή η εκστρατεία κατασυκοφάντησης του ΣΥΡΙΖΑ συνοδεύτηκε και από προσπάθειες καπελώματος του κινήματος με τον πιο κυνικό τρόπο (βλέπε προσπάθεια κατάληψης σχολών στο όνομα της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ ή αποτροπής γενικών συνελεύσεων στις 12/12/08 – https://xekinima.org/news/display.php?tbl=news&id=702). Για αυτή τη στάση του το ΚΚΕ απέσπασε τα συγχαρητήρια από την κυβέρνηση, το ΛΑΟΣ και εφημερίδες όπως η Αυριανή.
Σε τέτοιες συνθήκες «λυσσασμένου πολέμου», με βρισιές και λάσπη, του ΚΚΕ προς το ΣΥΡΙΖΑ, προκύπτει ένα φυσιολογικό ερώτημα στον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και σε πολλούς ανένταχτους αγωνιστές της αριστεράς. Είναι ποτέ δυνατόν να υπάρξει συνεργασία ανάμεσα στο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ; Πολύ περισσότερο μια συνεργασία σε επίπεδο εθνικών εκλογών, που να δίνει νόημα στο σύνθημα για κυβέρνηση της αριστεράς; Κι αν όχι τι νόημα έχει να συνεχίσει ο ΣΥΡΙΖΑ να απευθύνει κάλεσμα συνεργασίας στο ΚΚΕ;
Η πρόταση για συνεργασία πρέπει να γίνεται
Το Ξ πιστεύει ότι ακόμη και σε τέτοιες συνθήκες ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να συνεχίσει να καλεί με τρόπο καθαρό και συγκεκριμένο το ΚΚΕ σε συνεργασία. Και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αναλάβει ο ΣΥΡΙΖΑ την ευθύνη της άρνησης μιας τέτοιας συνεργασίας. Και εξηγούμαστε γιατί.
Καταρχήν γιατί οι εκατοντάδες χιλιάδες αγωνιστές (μαθητές, φοιτητές και εργαζόμενοι) καταλαβαίνουν πως η συνεργασία της αριστεράς είναι πολύ σημαντική ώστε να προχωρήσουν και να έχουν επιτυχία οι αγώνες. Αντιλαμβάνονται ακόμη πως μόνο χαμένο μπορεί να βγει το κίνημα αν τα αμφιθέατρα και τα σχολεία μετατραπούν σε αρένες αντιπαράθεσης (ενίοτε και βίαιης) ανάμεσα στο ΚΚΕ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Με δυο λόγια το κίνημα καταλαβαίνει πως η συνεργασία της αριστεράς κάνει το ίδιο πιο δυνατό και άρα κάνει πιο μεγάλη την πιθανότητα επιτυχίας. Η πρόταση λοιπόν συνεργασίας ανταποκρίνεται στο αντικειμενικό συμφέρον του ίδιου του κινήματος. Για αυτό οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να πάψουν να καλούν το ΚΚΕ σε κοινές προτάσεις αγώνα, για κοινές πορείες και κινητοποιήσεις στις συνελεύσεις των φοιτητών, στα σχολεία κοκ, όσο κι αν αυτό επιμένει να αρνείται.
Μέσα από ένα τέτοιο καθαρό κάλεσμα από το ΣΥΡΙΖΑ ο κόσμος καταλαβαίνει ποιος βάζει το κομματικό συμφέρον πάνω από το συμφέρον του αγώνα. Όταν τα στελέχη του ΚΚΕ βρίζουν το ΣΥΡΙΖΑ, η δική μας απάντηση θα πρέπει να είναι «έχουμε πολλές πολιτικές και ιδεολογικές διαφωνίες, αλλά πιστεύουμε πως πρέπει από κοινού να παλέψουμε για να κερδίσουν οι αγώνες των νέων και των εργαζομένων».
Απέναντι σε αυτή την απλή αλήθεια η ηγεσία του ΚΚΕ δεν μπορεί να απαντήσει. Κι έχει σημασία αυτό να το ακούει και να το ξέρει το πλατύ, μαζικό κίνημα, στη νεολαία και τους εργαζόμενους.
«Μετά τη ΝΔ τι; Πάλι ΠΑΣΟΚ;»
Πέρα όμως από τις άμεσες ανάγκες του κινήματος που βρίσκεται σε εξέλιξη, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να αποφύγει το να τοποθετηθεί στη βάση των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων εξελίξεων. Γιατί και πάλι ο κόσμος και οι αγωνιστές ρωτάνε: «Μετά από τη ΝΔ τι; Πάλι ΠΑΣΟΚ;».
Απέναντι σε αυτό το ερώτημα ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να πει καθαρά «θα μπορούσε να υπάρξει αριστερή διέξοδος αν το ΚΚΕ συνεργάζονταν με το ΣΥΡΙΖΑ στη βάση ενός προγράμματος υπέρ των εργαζομένων και της νεολαίας, σε σύγκρουση με το κεφάλαιο, δηλαδή στη βάση ενός σοσιαλιστικού προγράμματος» και να συνεχίσει εξηγώντας ότι με ευθύνη του ΚΚΕ δεν γίνεται μια τέτοια συνεργασία.
Όσο κι αν αυτή η προοπτική φαίνεται σήμερα πιο δύσκολη αφού τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ έχουν πέσει και η ηγεσία του ΚΚΕ αρνείται πεισματικά ένα τέτοιο ενδεχόμενο, η πρόταση αυτή πρέπει να γίνεται, σαν προοπτική, σαν στόχος μάχης. Και, ταυτόχρονα, και για λόγους «διαπαιδαγώγησης» του κινήματος, για να είναι ενήμερο για τις θέσεις και προτάσεις της κάθε πλευράς.
Εκτεθειμένη στη βάση η ηγεσία του ΚΚΕ
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σωστό να επιμένει να συνεχίζει να καλεί το ΚΚΕ σε συνεργασία και στην προοπτική της αριστερής διακυβέρνησης για τον επιπλέον λόγο ότι η βάση του ΚΚΕ σε καμία περίπτωση δεν απορρίπτει εκ των προτέρων μια τέτοια συνεργασία. Το 30% όσων ψήφισαν ΚΚΕ στις προηγούμενες εκλογές δήλωσαν ότι βλέπουν θετικά την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για κυβέρνηση της αριστεράς (δημοσκόπηση VPRC που δημοσιεύτηκε στην Κ. Ελευθεροτυπία στις 29/11/08).
Με αυτό τον τρόπο οι αγωνιστές, οι ανένταχτοι αριστεροί και κυρίως τα χιλιάδες ανιδιοτελή μέλη του ΚΚΕ θα καταλάβουν ότι είναι ευθύνη της ηγεσίας του ΚΚΕ που δεν γίνεται μια τέτοια αριστερή συνεργασία με βάση την οποία θα μπορούσαμε να ανατρέψουμε το σημερινό τοπίο υπέρ των εργαζομένων.
Στο βαθμό που η ηγεσία του ΚΚΕ θα συνέχισε την τυφλή σταλινική της πορεία, θα έμπαιναν έτσι οι βάσεις για την αποδέσμευση σημαντικών κομματιών της βάσης του ΚΚΕ. Και αυτό θα είναι μια πολύ σημαντική διαδικασία, αφού η βάση του ΚΚΕ αποτελείται από χιλιάδες ανιδιοτελείς ταξικούς αγωνιστές απαραίτητους στην προοπτική πολιτικών και κοινωνικών ανατροπών.
Με δυο λόγια ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να συνεχίσει την αριστερή στροφή του, την δυναμική εμπλοκή στο κίνημα καλώντας παράλληλα το ΚΚΕ σε συνεργασία. Συνεργασία στη βάση ενός αριστερού, ταξικού, σοσιαλιστικού προγράμματος, βέβαια, διαφορετικά, ένα νερόβραστο πρόγραμμα αποτελεί το ιδανικό άλλοθι για την ηγεσία του ΚΚΕ για να καταγγείλει και να αρνηθεί.
Τα αποτελέσματα αυτής της προσέγγισης θα είναι η πιο μεγάλη συνεισφορά του ΣΥΡΙΖΑ στο εργατικό και νεολαιίστικο κίνημα που βγαίνει στο προσκήνιο και αναζητά ριζοσπαστική διέξοδο στα σημερινά αδιέξοδα του ελληνικού καπιταλισμού.