Του Ανδρέα Παγιάτσου
Όλες οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιώνουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ κινείται γύρω στο 15% – λίγο πάνω λίγο κάτω. Αυτά τα ποσοστά δείχνουν πως η κοινωνία στηρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ. Απέναντι στην διαρκή επίθεση που δέχεται το βιοτικό επίπεδο και τα δικαιώματα, απέναντι στη σαπίλα και την διαφθορά του πολιτικού συστήματος, όπως αποκαλύπτεται από το σκάνδαλο με τη Ζήμενς, ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί την ελπίδα εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων για καλύτερες μέρες.
Πως θα μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ να ανταποκριθεί σ’ αυτές τις προσδοκίες;
Η κοινωνία ανοίγει δρόμο στον ΣΥΡΙΖΑ
Όταν η κοινωνία δίνει 15% σε ένα πολιτικό σχηματισμό, στην ουσία τον βάζει στον δρόμο της διεκδίκησης της εξουσίας. Αν ανταποκριθεί θετικά σ’ αυτή την προοπτική, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να εκτιναχθεί, να διπλασιάσει τα ποσοστά του. Αν δεν μπορέσει να ανταποκριθεί θετικά τότε εύκολα μπορεί να πέσει μισό.
Ο τρόπος με τον οποίο σκέφτονται τα πλατιά λαϊκά στρώματα δεν είναι ο ίδιος μ’ αυτόν που σκέφτονται τα κομματικά στελέχη και οι συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ. Η δυναμική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ δίνει την ελπίδα σε ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας ότι μπορεί να ανατρέψει τις σημερινές αντιλαϊκές πολιτικές από τους βουτηγμένους στη διαφθορά Νεοδημοκράτες και Πασόκους κυβερνήτες, αναλαμβάνοντας την διακυβέρνηση.
Μ’ αυτή την έννοια, το κομμάτι της κοινωνίας που στρέφεται προς τον ΣΥΡΙΖΑ αναμένει από αυτόν «κυβερνητική πρόταση». Ζητά να καταλάβει, δηλαδή, τι ακριβώς λογαριάζει να κάνει, ποιες ακριβώς πολιτικές σκέφτεται να εφαρμόσει ο ΣΥΡΙΖΑ αν ο κόσμος του δώσει αρκετή δύναμη ώστε να καθορίσει την επόμενη διακυβέρνηση του τόπου.
Αν τα λαϊκά στρώματα δεν δουν μια “κυβερνητική πρόταση” από τον ΣΥΡΙΖΑ, τότε η κοινωνική δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να υποχωρήσει. Αυτή η “κυβερνητική πρόταση” λείπει σήμερα από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μπορεί η ιδρυτική διακήρυξη του ΣΥΡΙΖΑ να έχει ένα καθαρό αντινεοφιλελεύθερο χαρακτήρα, και να κάνει αρκετές αναφορές στον σοσιαλισμό, όμως αυτό δεν είναι αρκετό. Αυτό που καλείται σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ να κάνει είναι να φύγει από τις γενικές αναφορές σε θέσεις και αρχές και να πει συγκεκριμένα τι λογαριάζει στο επίπεδο της πρακτικής πολιτικής.
Ποιο πρόγραμμα;
Η αντίθεση στις πολιτικές των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ δεν είναι αρκετή για να διατηρήσει την κοινωνική δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ, χρειάζονται μια σειρά από θετικές προτάσεις, που να απαντούν στα καθημερινά προβλήματα των εργαζομένων και των νέων.
Ποιες είναι αυτές;
Οι όποιες προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούν παρά να ξεκινούν από τις ανάγκες της κοινωνίας – των λαϊκών στρωμάτων – και να δίνουν απαντήσεις και λύσεις. Δεν μπορούν δηλαδή παρά να περιέχουν:
– Την δραστική αύξηση των μισθών και των μεροκαμάτων των χαμηλόμισθων.
– Για να αντιμετωπιστεί η ακρίβεια, να καθιερωθεί η Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή και να χτυπηθεί η εξουσία των μονοπωλίων και των καρτέλ (βλέπε συνέχεια).
– Την ανατροπή της σημερινής εικόνας των εργασιακών σχέσεων, της κοινωνίας των 700 ευρώ, της μερικής απασχόλησης και των προσωρινών συμβάσεων. Που σημαίνει ανατροπή όλων των αντεργατικών νόμων των προηγούμενων κυβερνήσεων.
– Λιγότερες ώρες δουλειάς για να δουλεύουν περισσότεροι και να αντιμετωπιστεί η ανεργία: σε πρώτη φάση 35ωρο, 7ωρο, 5μερο, με προοπτική παραπέρα μείωσης. Η υπάρχουσα τεχνολογία επιτρέπει διατήρηση του σημερινού επιπέδου της παραγωγής με μόνο 4 ώρες δουλειά την ημέρα και 20 τη βδομάδα, φτάνει να εισαχθεί στην παραγωγή σύγχρονη τεχνολογία που να αντικαταστήσει εργατικά χέρια.
– Ανατροπή όλων των προηγούμενων αντι-ασφαλιστικών νόμων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Κανένας να μην πρέπει να δουλεύει μετά τα 60 -55 για τα βαρέα και ανθυγιεινά.
— Ανατροπή της πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων. Αυτό σημαίνει επιστροφή στο δημόσιο όλων των επιχειρήσεων που έχουν ιδιωτικοποιηθεί, με αποζημιώσεις μόνο στους μικρομετόχους.
– Διαφάνεια, κοινωνικός έλεγχος και διαχείριση από συμβούλια στα οποία την πλειοψηφία να αποτελούν εκπρόσωποι των εργαζομένων, σε όλες τις επιχειρήσεις του δημοσίου και στον δημόσιο τομέα γενικά. Με άλλα λόγια κοινωνικός-εργατικός έλεγχος και διαχείριση, από εκπροσώπους που να ελέγχονται και να είναι ανακλητοί ανά πάσα στιγμή από τους εργαζόμενους που εκπροσωπούν, και με την παρουσία εκπροσώπων κοινωνικών, επιστημονικών και τοπικών φορέων, όπως απαιτούν οι περιστάσεις. Μόνο έτσι μπορεί να χτυπηθεί η κακοδιαχείριση και η διαφθορά στο δημόσιο.
– Πρέπει να χτυπηθεί η δικτατορία της αγοράς, το γεγονός ότι τη ζωή 11 εκατομμυρίων Ελλήνων ελέγχουν 50 οικογένειες και 30 μεγάλες επιχειρήσεις. Αυτό απαιτεί την κοινωνικοποίηση των στρατηγικών μονάδων που ελέγχουν την οικονομία (τράπεζες, ενέργεια, ασφαλιστικές επιχειρήσεις, εφοπλιστικό κεφάλαιο, τηλεπικοινωνίες, μονοπώλια/ολιγοπώλια) που σημαίνει να περάσουν στην ιδιοκτησία του δημοσίου κάτω από συνθήκες κοινωνικού-εργατικού ελέγχου και διαχείρισης.
– Βαριά φορολογία στο κεφάλαιο, για να καλυφθούν τα ελλείμματα τα οποία οι κυβερνήσεις φορτώνουν στα λαϊκά στρώματα (από 45% φορολογία στα κέρδη οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ το μειώσανε στο 25% σήμερα, με προοπτική παραπέρα μείωσης). Επιτροπές κοινωνικού-εργατικού ελέγχου για να ελέγχουν την φοροδιαφυγή και την εισφοροδιαφυγή των εργοδοτών.
– Δημόσια Παιδεία, Υγεία, κοινωνικό κράτος. Να ξαναχτιστούν, μέσα από μαζικές επενδύσεις που θα προέλθουν από τους πιο πάνω πόρους.
Προοπτική και όραμα
Τα σημεία αυτά είναι τα βασικά σημεία, τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ έχει υποχρέωση, κατά τη γνώμη μας να δώσει στην κοινωνία. Αυτά πρέπει να πει για να δώσει στα λαϊκά στρώματα μια εικόνα του πως φαντάζεται μια διακυβέρνηση στην οποία αυτός έχει τον κύριο λόγο. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι έτοιμος να προχωρήσει στην εφαρμογή ενός τέτοιου προγράμματος τότε θα αποδειχθεί, απλά, ένα νέου τύπου ΠΑΣΟΚ.
Με ένα τέτοιο πρόγραμμα ο ΣΥΡΙΖΑ θα δώσει συγκεκριμένο περιεχόμενο στην πάλη ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό την οποία πρεσβεύει. Θα δώσει όραμα και προοπτική στα λαϊκά στρώματα και το μαζικό κίνημα. Να είμαστε σίγουροι για ένα πράγμα: όταν μπει ένα τέτοιο πρόγραμμα μπροστά στα λαϊκά στρώματα, θα το αγκαλιάσουν μαζικά και θα παλέψουν για την εφαρμογή του.
Ασφαλώς ένα τέτοιο πρόγραμμα θα προκαλέσει την οργή του κατεστημένου. Όσο περισσότερο όμως το κεφάλαιο ωρύεται τόσο περισσότερο τα λαϊκά στρώματα θα συσπειρώνονται και θα στηρίζουν.
Μαζί με ποιους; (ή τι σημαίνει κυβέρνηση της αριστεράς;)
Σε ότι αφορά τις πολιτικές δυνάμεις οι οποίες θα αναλάβουν την εφαρμογή ενός τέτοιου προγράμματος, η απάντηση σ’ αυτό είναι απλή: ήδη ο ΣΥΡΙΖΑ απορρίπτει κατηγορηματικά την κεντροαριστερά, δηλαδή την συγκυβέρνηση με το ΠΑΣΟΚ και καλεί το σύνολο της αριστεράς να στηρίξει την ενωτική προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ.
Η υπόλοιπη αριστερά είναι βασικά το ΚΚΕ.
Το κάλεσμα προς το ΚΚΕ πρέπει να γίνει, έτσι, πιο σαφές και πιο συγκεκριμένο. Ακόμα και μια απλή στατική μετάφραση των σημερινών ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ δείχνει τις εκρηκτικές δυνατότητες που υπάρχουν: τα δύο κόμματα μαζί παίρνουν στις δημοσκοπήσεις 20-25%, την ίδια στιγμή που οι αναποφάσιστοι κυμαίνονται στο 25-30%. Μια απλή αναγωγή αυτών των ποσοστών δίνει υποστήριξη στην αριστερά που φτάνει το 30-35%.
Ακόμα και στατικά, δηλαδή, η συνεργασία της Αριστεράς θα την καθιστούσε, με τα σημερινά δεδομένα , πιθανά πρώτο κόμμα.
Πόσο μάλλον όταν ληφθεί υπόψη η δυναμική που θα αποκτούσε στην κοινωνία (και θα αποκτούσε τεράστια δυναμική!) η προοπτική της ενωμένης αριστεράς, στην προοπτική μιας κυβέρνησης της αριστεράς.
Ένα τεράστιο κομμάτι της εκλογικής υποστήριξης του ΠΑΣΟΚ θα μετακινούνταν προς τα αριστερά. Η αποχή, το λευκό και το άκυρο, καθόλου αμελητέα ποσοστά, θα μετατρέπονταν σε αριστερούς ψήφους! Ακόμα και η ΝΔ θα έχανε προς την αριστερά!
Μα αφού το ΚΚΕ δεν θα δεχτεί;
Κάποιοι θα πουν ότι το ΚΚΕ δεν πρόκειται να δεχτεί.
Αυτή που δεν θα θέλει με τίποτα να δεχτεί, θα είναι η ηγεσία του ΚΚΕ. Η βάση όμως, οργανωμένη και εκλογική, είναι άλλο ζήτημα. Θα παρακολουθεί, και αδυνατώντας να κατανοήσει πως είναι δυνατό η ηγεσία του να λέει όχι σε μια πρόταση για μια αριστερή κυβέρνηση, στη βάση ενός προγράμματος ταξικού, εργατικού, σοσιαλιστικού, θα στηρίξει το εγχείρημα και την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι το ΚΚΕ ή θα ακολουθήσει ή θα βρεθεί αντιμέτωπο με μια τεράστια κρίση, μεγαλύτερη κι από του 1990, με ένα μεγάλο κομμάτι της βάσης του να εγκαταλείπει μαζικά την ηγεσία.
Με άλλα λόγια, αν ο ΣΥΡΙΖΑ πάρει την πρωτοβουλία για ένα πρόγραμμα όπως το πιο πάνω, ένα πρόγραμμα σοσιαλιστικό, και καλέσει το ΚΚΕ σε μια κοινή κυβέρνηση της αριστεράς, τότε, ακόμα κι αν το ΚΚΕ αρνηθεί, η ισχύς του ΣΥΡΙΖΑ στην κοινωνία θα εδραιωθεί και θα μεγαλώσει. Και είτε έτσι είτε αλλιώς, η εκ θεμελίων ανατροπή του πολιτικού σκηνικού όπως το ξέρουμε σήμερα θα έχει δρομολογηθεί.
Πολιτικό πρόγραμμα, δράση, μαζικό κίνημα
Στην πιο πάνω πρόταση υπάρχουν ενστάσεις. Κάποιοι σύντροφοι στον ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζουν πως δεν είναι της ώρας «κυβερνητικά προγράμματα» αλλά ότι η ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ είναι να κάνει προτάσεις για την ανάπτυξη του κινήματος.
Το λάθος αυτής της άποψης, κατά τη γνώμη μας, είναι ότι δεν βλέπει τη σύνδεση ανάμεσα σε ένα γενικό πολιτικό πρόγραμμα και σε ένα πρόγραμμα δράσης του κινήματος. Το αντίθετο ισχύει. Οι εργατικοί και κοινωνικοί αγώνες μπορούν πολύ πιο εύκολα να αναπτυχθούν όταν η κοινωνία έχει μπροστά της μια πολιτική προοπτική που την εμπνέει, μια αριστερά που δυναμώνει και απειλεί όλο και περισσότερο την εξουσία των καπιταλιστών.
Στην πραγματικότητα, η προοπτική των μεγάλων εργατικών αγώνων θα πάρει μια τεράστια ώθηση αν οι εργαζόμενοι δουν πολιτική προοπτική στους αγώνες τους. Και θα βοηθήσει αποφασιστικά τον ΣΥΡΙΖΑ να λύσει την βασική αδυναμία που τον χαρακτηρίζει σήμερα: που είναι να παρέμβει αποφασιστικά μέσα στο εργατικό κίνημα και να κλείσει την ψαλίδα ανάμεσα στην μεγάλη απήχηση στην κοινωνία και την μικρή, οργανωμένη δράση και παρέμβαση του.
Έτσι θα μπορέσουν να αναπτυχθούν τα κινήματα στη βάση της κοινωνίας τα οποία μπορούν να στηρίξουν μια κυβέρνηση της αριστεράς που επιδιώκει την εφαρμογή ενός σοσιαλιστικού προγράμματος.
Η άποψη ότι πρέπει πρώτα να αναπτυχθούν τα μαζικά κινήματα και στη συνέχεια να τεθεί ζήτημα πολιτικής προοπτικής και εξουσίας από την αριστερά δεν είναι σωστή – τα δύο πάνε μαζί, σε μια διαρκή αλληλοεπίδραση.
Το πραγματικό πρόβλημα – και πως το αντιμετωπίζουμε.
Το πραγματικό πρόβλημα σε όλα όσα περιγράφουμε πιο πάνω είναι κατά τη γνώμη μας, η αδυναμία του συνόλου των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ να συμφωνήσουν πάνω σε ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα.
Από τη μια είναι η «ανανεωτική» τάση του ΣΥΝ, η οποία με τίποτα δεν είναι διατεθειμένη να στηρίξει ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα.
Από την άλλη υπάρχει μεγάλη ασάφεια στο εσωτερικό των αριστερών του ΣΥΝ όπου πολλοί αγωνιστές θέλουν να δουν την ανατροπή του καπιταλισμού και τον σοσιαλισμό, αλλά δεν νοιώθουν σίγουροι για το πώς. Πολλοί απ’ αυτούς τους σ. έχοντας προέλθει από το χώρο του ΚΚΕ μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1990, δεν έχουν ακόμη βρει πλήρεις απαντήσεις στο ιδεολογικό κενό που δημιουργήθηκε μετά. Ανάλογη εικόνα, ασάφειας και αντιθέσεων υπάρχει και σε σχέση με τις υπόλοιπες συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ – το μίγμα φιλοτροτσκιστικών οργανώσεων, ευρωκομμουνιστικών και μαοϊκών συνιστωσών, έχει πολλά θετικά αλλά ταυτόχρονα και πολλές αντιθέσεις.
Επομένως; Μήπως πρέπει, επειδή είναι αδύνατο να συμφωνούν όλοι, να καταλήξουμε σε ένα συμβιβασμό, ένα πρόγραμμα νερόβραστο, το οποίο στην ουσία να ικανοποιεί όλες τις πλευρές;
Η δική μας απάντηση είναι όχι.
Μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αναπτυχθεί μια πάλη, μια πάλη πολιτική και καθαρή. Ανάμεσα στους υπερασπιστές ενός σοσιαλιστικού προγράμματος από τη μια και όσους διαφωνούν από την άλλη. Αυτή η πολιτική μάχη οφείλει να λάβει σοβαρά υπόψη τον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ στον οποίο πρέπει να δοθεί η δυνατότητα να εκφέρει λόγο και άποψη. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να κινηθεί στην κατεύθυνση της συγκρότησης του σε ένα πολιτικό φορέα με μέλη, με δικαιώματα και υποχρεώσεις. Που να αποφασίζουν για την πολιτική γραμμή και να ελέγχουν την ηγεσία.
Η αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, μέσα και έξω από τον ΣΥΝ, πρέπει να δώσει από κοινού αυτή τη μάχη. Με υπομονή και επιμονή – αυτά τα θέματα δεν λύνονται σε 24 ώρες, θέλουν τον χρόνο τους. Θα έχει μαζί της τη συντριπτική πλειοψηφία των λαϊκών στρωμάτων, των ανιδιοτελών αγωνιστών, των μελών και υποστηριχτών του ΣΥΡΙΖΑ. Η δεξιά πτέρυγα επισείει τον κίνδυνο της διάσπασης του ΣΥΝ. Η αριστερά πρέπει να σταματήσει να φοβάται αυτή την προοπτική. Δεν είναι σωστό στο όνομα της ενότητας να καταλήγουμε σε νερόβραστους συμβιβασμούς. Γιατί τελικά οδηγούμαστε σε εγκατάλειψη αρχών και οραμάτων.
Η αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να δώσει με δύναμη και αυτοπεποίθηση αυτή τη μάχη. Δεν έχει τίποτα να φοβηθεί – γιατί θα έχει την βάση και τον κόσμο μαζί της.