μέρος α’
Το πλήρες κείμενο θα ολοκληρωθεί σε τέσσερις συνέχειες στη διάρκεια των επόμενων ημερών
Του Ανδρέα Παγιάτσου
Όταν η ηγεσία του ΚΚΕ κατηγορήθηκε για «διολίσθηση προς τον Τροτσκισμό» για «τροτσκισμό», «νεοτροτσκισμό» κλπ, σε άρθρα γραμμένα από μερικούς αντιπολιτευόμενους του ΚΚΕ (όπως πχ στη «Νέα Σπορά») το θέμα αυτό προκάλεσε, στην αρχή, σε πολλούς από μας, κάποια έκπληξη και μειδιάματα. Δεν μπορούσαμε να πάρουμε στα σοβαρά τέτοιου είδους κριτική. Ήταν φανερό πως τα άτομα που είχαν κάνει τις σχετικές αναφορές, είχαν μάθει για τον Τρότσκι διαβάζοντας Στάλιν και σταλινικούς συγγραφείς! Όταν όμως στη συνέχεια η κατηγορία αυτή άρχισε να εμφανίζεται με συστηματικό τρόπο και να κυκλοφορεί και σε χώρους εκτός του ΚΚΕ, τότε τα πράγματα ήταν φανερό πως γινόντουσαν πιο «σοβαρά» κι απαιτούσαν κάποια απάντηση.
Το θέμα βέβαια δεν έχει να κάνει με την υπεράσπιση προσώπων. Έχει να κάνει με την υπεράσπιση ιδεών. Οι ιδέες όμως εκφράζονται πάντα από πρόσωπα. Έτσι η σύγκρουση ανάμεσα στον Στάλιν και τον Τρότσκι δεν αφορά σύγκρουση προσώπων – αυτή είναι η ερμηνεία που ταιριάζει στους αναλυτές της άρχουσας τάξης. Από τη σκοπιά της Μαρξιστικής ανάλυσης, πίσω από τη σύγκρουση Στάλιν και Τρότσκι, βρίσκεται η σύγκρουση κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, ιδεολογίας, πολιτικού προγράμματος και μεθόδου. Το παρόν κείμενο, σύντομο λόγω των πολλών άλλων απαιτήσεων της εποχής και της περιόδου, δεν φιλοδοξεί να καταπιαστεί συνολικά μ’ αυτή τη διαμάχη. Θα καταπιαστεί μόνο με μερικές πτυχές που αφορούν τις αντιπαραθέσεις των ημερών που διανύουμε.
ένα πρώτο "παράδοξο"
Το πράγμα φαίνεται εκ πρώτης όψεως κάπως παράλογο. Η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ, στο προηγούμενο συνέδριο της (το 18ο, το 2008) έκανε μία καθαρή και δημόσια στροφή στην υιοθέτηση του Σταλινισμού σαν το κοινωνικό και πολιτικό της μοντέλο. Είχαν μεσολαβήσει 20 σχεδόν χρόνια από την πτώση του τείχους του Βερολίνου, στο τέλος του 1989. Στη διάρκεια των δύο αυτών δεκαετιών, η ηγεσία του ΚΚΕ «συζητούσε» υποτίθεται, αναζητώντας τα αίτια της πτώσης και της κατάρρευσης των σταλινικών μονοκομματικών δικτατοριών. Για να καταλήξει, ότι η αιτία της κατάρρευσης του Σοβιετικού μπλοκ δεν ήταν άλλη από την εγκατάλειψη του Σταλινισμού: το γεγονός πως οι επίγονοι του Στάλιν δεν ήταν άξιοι να συνεχίσουν το έργο του μετά το θάνατό του! Αυτήν όμως την ηγεσία, που εκπροσωπείται από την Παπαρήγα, το Μαΐλη, το νέο γ. γ. Κουτσούμπα, κλπ, που επίσημα δηλώνει σταλινική, μερικοί από τους διαφωνούντες του ΚΚΕ (αλλά και από άλλους χώρους) καταγγέλλουν σαν «νεο-τροτσκιστική»!! Διερωτάται κανείς αν έχουμε εδώ ένα συναγωνισμό ανάμεσα σε διαφωνούντες (ή και άλλους) για το ποιος είναι περισσότερος Σταλινικός από τον άλλο!
Υπάρχει βέβαια ένα σημείο στο οποίο οι διαφωνούντες του ΚΚΕ, της κάθε απόχρωσης, είναι υποχρεωμένοι να ομοφωνήσουν, κι αυτό είναι ότι η ηγεσία του κόμματος συμπεριφέρθηκε απέναντι σ’ αυτούς με ένα ολοφάνερα σταλινικό τρόπο: τους «έσβησε» από το τελευταίο, 19ο, συνέδριο. Οι απόψεις τους εξαφανίστηκαν ολοκληρωτικά, δεν υπήρξε ούτε ένας αντιπρόσωπος στο συνέδριο που να τοποθετηθεί κατά της κεντρικής εισήγησης και της ηγεσίας, το συνέδριο τέλειωσε μάλιστα μια μέρα νωρίτερα γιατί… οι σύνεδροι δεν είχαν τι να πουν! Κι όλα αυτά τη στιγμή που είχε γίνει «χαμός» στην κομματική βάση και από τις στήλες του Ριζοσπάστη στην προσυνεδριακή περίοδο.
το κατηγορητήριο
Αλήθεια τελικά, πόσα ξέρουν για τον Τρότσκι και τον Τροτσκισμό αυτοί που κατηγορούν την ηγεσία του ΚΚΕ για «τροτσκισμό» ή «νεο-τροτσκισμό»;
Η κατηγορία του «νεοτροτσκισμού» αφορά δύο κεντρικές πτυχές της πολιτικής της ηγεσίας του ΚΚΕ:
- Η πρώτη αφορά την απομονωτική-σεκταριστική[1] πολιτική της προς την υπόλοιπη Αριστερά και το υπόλοιπο μαζικό και εργατικό κίνημα: το γεγονός ότι η ηγεσία του ΚΚΕ αρνείται να συνεργαστεί με οποιονδήποτε καταγγέλλοντας όλους τους άλλους σαν όργανα, σε τελευταία ανάλυση, της άρχουσας τάξης.
- Η δεύτερη αφορά το γεγονός ότι η ηγεσία του ΚΚΕ προβάλλει ένα «μάξιμουμ» πρόγραμμα («σοσιαλιστικής», υποτίθεται, ανατροπής και «εργατικής/λαϊκής εξουσίας») χωρίς να έχει επαρκείς και πειστικές προτάσεις για το «τι κάνουμε σήμερα» σαν απάντηση στην κρίση και στην πρωτοφανή επίθεση που δέχεται το εργατικό κίνημα και τα λαϊκά στρώματα.
Οι δύο αυτές πτυχές είναι βέβαια στενά συνδεδεμένες και συμπληρώνουν η μία την άλλη. Η άρνηση του ΚΚΕ να κάνει ουσιαστικές προτάσεις για τα άμεσα καθήκοντα της περιόδου και, η αντί γι’ αυτό, προβολή ενός «μάξιμουμ» προγράμματος που εναποθέτει τις λύσεις σ’ ένα απομακρυσμένο σοσιαλιστικό μέλλον, αποξενωμένο από τις σημερινές συγκρούσεις, πάει χέρι-χέρι με την άρνηση συμμετοχής σε συνεργασίες (κοινωνικές, ταξικές, πολιτικές).[2] Από μια σκοπιά, γιατί η ανάγκη των συνεργασιών προκύπτει από την ανάγκη της πάλης για τα άμεσα, πιεστικά κοινωνικά προβλήματα. Όταν εναποθέτεις τη λύση αυτών των προβλημάτων στη «δευτέρα παρουσία» όπως κάνει η ηγεσία του ΚΚΕ, τότε και οι συνεργασίες δεν έχουν κάποια ιδιαίτερη αξία.
καμία σχέση
Όταν λέμε ότι όσοι κατηγορούν την ηγεσία του ΚΚΕ σαν «τροτσκιστική» (κάποιου είδους) πρέπει να μην έχουν «διαβάσει» Τρότσκι ή να μην έχουν ασχοληθεί με στοιχειώδη σοβαρότητα μαζί του, το εννοούμε. Γιατί όλη η ζωή, όλο το έργο και όλα τα γραπτά του Τρότσκι δεν έχουν καμία σχέση με καμία από τις πιο πάνω κατηγορίες ή κριτικές.
Το τελευταίο πράγμα το οποίο μπορεί να κατηγορήσει κανείς τον Τρότσκι είναι ότι δεν ήταν υπέρ της συνεργασίας της Αριστεράς και των πλατιών ταξικών κοινωνικών και πολιτικών μετώπων! Και το τελευταίο επίσης πράγμα το οποίο μπορεί κανείς να κατηγορήσει τον Τρότσκι, ήταν ότι πρόβαλλε ένα «μάξιμουμ πρόγραμμα» ανατροπής του καπιταλισμού και σοσιαλιστικής επανάστασης υποτιμώντας, υποβαθμίζοντας και αγνοώντας την πάλη για τα άμεσα καθημερινά προβλήματα των εργατικών και λαϊκών μαζών!
μια πρώτη αντίφαση
Προτού σταθούμε αναλυτικά σ’ αυτά τα θέματα, ας σταθούμε σε μια πρώτη και γενική αντίφαση που χαρακτηρίζει όλα όσα λένε οι επικριτές του Τρότσκι.
Είναι γνωστό «τοις πάσι» ότι η βασική κατηγορία την οποία αντιμετωπίζει ο Τρότσκι από τον χώρο του Σταλινισμού (και Μαοϊσμού) όλων των αποχρώσεων, πάντα και παντού, είναι ότι ήταν Μενσεβίκος. Η βασική ερμηνεία του όρου Μενσεβικισμός είναι κάποιος που ανήκει στο χώρο της Αριστεράς αλλά δεν θέλει επαναστατικές αλλαγές. Μενσεβίκος είναι ο ρεφορμιστής – κάποιος που θέλει να διαχειριστεί το καπιταλιστικό σύστημα αλλά όχι να το ανατρέψει, κι έτσι καταλήγει σε καιροσκόπο, οπορτουνιστή, εμπόδιο και εχθρό των επαναστατικών κινημάτων και ανατροπών.
Όσοι όμως κατηγορούν την ηγεσία του ΚΚΕ για «τροτσκιστική διολίσθηση» ταυτίζουν τον Τρότσκι με «αριστερισμό», «υπερεπαναστατικότητα» και σεκταρισμό. Το ακριβώς αντίθετο δηλαδή του Μενσεβικισμού.
Εδώ έχουμε μια πρώτη αντίφαση: τελικά ο Τρότσκι τι είναι; Ρεφορμιστής και καιροσκόπος ή «αριστεριστής», «υπερεπαναστάτης» και «σεχταριστής»; Ή αν είναι και τα δύο ταυτόχρονα, πώς εξηγείται αυτό; Οι κατήγοροί του πρέπει να αποφασίσουν για τι θα τον κατηγορήσουν…
Όλα δείχνουν πάντως πως η φάβα έχει κάποιο λάκκο. Ας ξεκινήσουμε ψάχνοντας λίγο μερικά θέματα ιστορίας…
Μπολσεβίκοι και Μενσεβίκοι και οι διαμάχες του Λένιν με τον Τρότσκι
Η κατηγορία του Μενσεβικισμού για τον Τρότσκι, οφείλεται στο γεγονός ότι στη διάσπαση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Ρωσίας (ΣΔΕΚΡ)[3] το 1903,όταν το κόμμα διασπάστηκε σε «Πλειοψηφία» (Μπολσεβίκους) και «Μειοψηφία» (Μενσεβίκους) [4] ο Τρότσκι ψήφισε ενάντια στον Λένιν, που είχε την υποστήριξη (οριακά) της πλειοψηφίας των αντιπροσώπων και υπέρ της μειοψηφίας του συνεδρίου (τους Μενσεβίκους).
Η σύγκρουση του Λένιν με τους Μενσεβίκους το 1903 πήρε φαινομενικά ένα οργανωτικό χαρακτήρα[5]. Ο Τρότσκι θεώρησε πως ο Λένιν ήταν πολύ σκληρός με την παλιά γενιά της ηγεσίας του κόμματος και υπερβολικά διοικητικός, κι έτσι καταψήφισε τις προτάσεις του. Οι πραγματικές πολιτικές διαφορές αποκαλύφθηκαν στη συνέχεια.
Ο Τρότσκι, το 1903, δεν είχε καταλάβει τι κρυβόταν πίσω από τη διαμάχη για τα οργανωτικά ζητήματα – ως ένα βαθμό και λόγω μικρής εμπειρίας καθώς ήταν μόνο 24 χρόνων και είχε γνωρίσει την παλιά γενιά για ελάχιστο χρόνο σε σχέση με τον Λένιν. Ένα χρόνο μετά, το 1904, έχοντας δει τον πολιτικό δρόμο στον οποίο είχαν μπει οι Μενσεβίκοι έκοψε τους δεσμούς του μαζί τους, και προχώρησε στην έκδοση δικής του εφημερίδας[6] και στην οργάνωση μιας νέας συσπείρωσης, πέρα από τους Μπολσεβίκους, τους Μενσεβίκους (και άλλες τάσεις που παραδοσιακά υπήρχαν στο ΣΔΕΚΡ) μαζί με άλλα επιφανή στελέχη του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος [7]
Η τελική διάσπαση Μπολσεβίκων και Μενσεβίκων δεν έγινε το 1903 αλλά το 1912. Χρειάζεται βέβαια να τονίσουμε κι εδώ, κάτι στο οποίο θα επανέλθουμε στη συνέχεια, ότι: και σαν διακριτή τάση μέσα στο ΣΔΚΡ αλλά και σαν ανεξάρτητη οργάνωση από το 1912 και μετά οι Μπολσεβίκοι συνεργαζόντουσαν με τους Μενσεβίκους, για τα ζητήματα του εργατικού κινήματος και της ταξικής πάλης, σε σταθερή βάση.
Όταν έγινε η διάσπαση του 1912, η οποία έγινε με πρωτοβουλία του Λένιν, ο Τρότσκι άστραψε και βρόντηξε, κατηγορώντας τον Λένιν για διασπαστή, και βέβαια σε αντίστοιχους τόνους απάντησε ο Λένιν. Έτσι η σύγκρουση ανάμεσα στις δυο κορυφαίες φυσιογνωμίες της ρωσικής επανάστασης πήρε νέες διαστάσεις.
Όμως, αν κάτι είναι σίγουρο από τα πιο πάνω είναι πως δεν μπορεί κανείς να κατηγορήσει τον Τρότσκι για διασπαστή και σεχταριστή! Ήταν υπέρ της ενότητας του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος σ’ όλη τη διάρκεια της πορείας μέχρι το 1912 παρά τις αντιθέσεις των τάσεων και φραξιών στο εσωτερικό του και ενάντια στη διάσπαση του 1912. Η δε κριτική του Λένιν προς αυτόν ήταν προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση απ’ αυτή που του γίνεται σήμερα: ήταν υπερβολικά «ενωτικός»!
ο Λένιν και ο Τρότσκι στην επανάσταση
Το ερώτημα είναι ποιος είχε δίκαιο, ανάμεσα στον Λένιν και τον Τρότσκι, σ’ αυτή την μακρά διαμάχη, από το 1903 μέχρι το 1917;
Η απάντηση είναι πως είχε δίκαιο ο Λένιν. Ο Λένιν κατάλαβε πολύ έγκαιρα τις προοπτικές και το δρόμο που είχαν πάρει οι Μενσεβίκοι. Κατάλαβε από το 1903 πως η ενότητα με τους Μενσεβίκους ήταν αδύνατη σε μακροπρόθεσμη βάση, και γι’ αυτό χρειαζόταν η ξεχωριστή οργάνωση των δυνάμεων της επανάστασης. Αυτό, βέβαια, είναι διαφορετικό θέμα από την ενότητα στη δράση, όπως αναφέραμε και πιο πάνω, και που θα επαναλαμβάνουμε με κίνδυνο να γίνουμε φορτικοί! Μπολσεβίκοι και Μενσεβίκοι είχαν στενή και τακτική συνεργασία και πριν το 12 και μετά, και κατά την πορεία της επανάστασης του ’17, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Ο Τρότσκι άργησε να κατανοήσει τα πιο πάνω. Συνειδητοποίησε το δίκαιο του Λένιν το 1917, όταν μέσα στη φωτιά των επαναστατικών γεγονότων που ξεκίνησαν τον Φλεβάρη αποκαλύφθηκε ο πλήρης αντεπαναστατικός ρόλος των Μενσεβίκων. Μετά την επιστροφή του Λένιν από την εξορία και με την εμφάνιση των θέσεων του Απρίλη (δείτε συνέχεια) κι όταν οι Μπολσεβίκοι δεν ήταν ακόμα παρά μια μειοψηφία μέσα στα Σοβιέτ, Λένιν και Τρότσκι συναντήθηκαν και συναποφασίστηκε η ένταξη του ρεύματος του Τρότσκι, των «Μεσραγιόντσι», στην οργάνωση των Μπολσεβίκων.
Αυτό το λάθος του σε σχέση με την κατανόηση της πραγματικής φυσιογνωμίας των Μενσεβίκων, και της υπερβολικής έμφασής του στο θέμα της ενότητας, ο Τρότσκι το αναγνώρισε πολλές φορές στη μετέπειτα πορεία του. Γραπτά, δημόσια και καθαρά αναγνώρισε πως η αδυναμία του να κατανοήσει στην πλήρη τους διάσταση τα αντεπαναστατικά χαρακτηριστικά των Μενσεβίκων αποτελούσε το πιο μεγάλο λάθος της ιστορικής του διαδρομής!
Αλήθεια πόσοι από τους υπερασπιστές του Σταλινισμού ή των παραφυάδων του μας έχουν συνηθίσει σε τέτοιου είδους αυτοκριτική και ειλικρίνεια;
συμπέρασμα πρώτο
Αν υπάρχει κάτι για το οποίο πρέπει να γίνει κριτική στον Τρότσκι δεν είναι κάποιου είδους σεκταρισμός, αλλά το γεγονός ότι είχε μια υπερβολική εμμονή στα θέματα της ενότητας (τονίζουμε τη διαφορά της «ενότητας» από τη «συνεργασία») της Αριστεράς. Όσοι του ασκούν κριτική μέσα στους διαφωνούντες του ΚΚΕ και αλλού, προφανώς δεν έχουν επαρκή γνώση της διαδρομής του Τρότσκι και τον κατηγορούν για τα ακριβώς αντίθετα απ’ αυτά για τα οποία θα έπρεπε να του κάνουν κριτική. Η υπερβολική έμφαση του Τρότσκι στα ζητήματα της ενότητας ήταν η πιο βασική αιτία της σύγκρουσης του με τον Λένιν, που συχνά έπαιρνε πολύ οξείς τόνους. Αυτό κράτησε μέχρι το 1917 που η συμφωνία τους στα άμεσα και στρατηγικά καθήκοντα της επανάστασης, όπως θα δούμε πιο κάτω, τους ένωσε.