Σχόλιο του «Ξ»
Για έκτη συνεχόμενη μέρα καίγεται η Ρόδος, σε ένα ακόμη περιβαλλοντικό έγκλημα που πέρα από τον αυτονόητο πόνο για τον ανυπολόγιστο φυσικό πλούτο που χάνεται, προκαλεί τεράστια οργή!
Μεγάλο μέρος του νησιού έχει ήδη καεί όπως φαίνεται από τις δορυφορικές φωτογραφίες, μόλις λίγες μέρες μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές στην Αττική και το Λουτράκι και δύο χρόνια μετά τη φωτιά που έκαψε ολόκληρη τη Βόρεια Εύβοια.
Χωριά και ξενοδοχεία κάηκαν επίσης, ανθρώπινες ζωές βρέθηκαν σε κίνδυνο, κάτοικοι του νησιού που έχασαν τα σπίτια τους βρέθηκαν να κοιμούνται σε σχολεία, τουρίστες που ήρθαν να γνωρίσουν την ελληνική φύση γνώρισαν τελικά τον τρόμο της καταστροφής της.
Για άλλη μια φορά η κυβέρνηση, έχοντας προ πολλού διαλύσει την Πυροσβεστική Υπηρεσία, έχοντας απαξιώσει κάθε έννοια πρόληψης στον τομέα της προστασίας των δασών, εφαρμόζει μόνο μία πολιτική, αυτή των εκκενώσεων.
Το λιγοστό προσωπικό της πυροσβεστικής, με ανεπαρκή εξοπλισμό και γερασμένα οχήματα προσπαθεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες, μέσα σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες και με πολλά ταυτόχρονα μέτωπα.
Έτσι, όταν οι δυνάμεις μιας περιοχής μεταφέρονται για να αντιμετωπίσουν μια μεγάλη φωτιά σε άλλη περιοχή, αφήνουν εκτεθειμένο και ευάλωτο τον δικό τους τομέα ευθύνης, με αποτέλεσμα κάθε νέα φωτιά που θα ξεκινήσει εκεί να μην μπορεί να αντιμετωπιστεί άμεσα, όταν δηλαδή μπορεί να σβήσει εύκολα.
Εκκενώσεις
Το μόνο που δείχνει να απασχολεί την κυβέρνηση είναι να μη φορτωθεί την ευθύνη για ανθρώπινες απώλειες. Οτιδήποτε άλλο, δάση, οικόσιτα και άγρια ζώα, σπίτια και αγροτικές εκτάσεις, μπορούν να θυσιαστούν στον βωμό των περικοπών και της εγκατάλειψης.
Φωτογραφίες όπως αυτή με τα άλογα που τρέχουν να σωθούν, ή με τον μαύρο ουρανό στον οποίο οριακά διακρίνεται ο ήλιος, περιγράφουν τη «λογική» της κυβέρνησης: ας καούν όλα, αρκεί να μην δαπανήσουν τα απαιτούμενα ποσά για ουσιαστική δασοπροστασία και δασοπυρόσβεση.
Όταν φτάνουμε στο σημείο να απαιτείται εκκένωση οργανωμένων οικισμών, χωριών, κλπ, προκειμένου να μην κινδυνέψουν άνθρωποι, σημαίνει ότι έχουμε επιτρέψει στη φωτιά να γιγαντωθεί σε τέτοιο βαθμό που πλέον είναι εξαιρετικά δύσκολο ή και αδύνατο να σβήσει μέχρι να βρει μπροστά της θάλασσα ή άλλο φυσικό εμπόδιο.
Κλιματική αλλαγή
Μπορεί η κυβέρνηση να μην έχει απολύτως κανένα σχέδιο για την προστασία του δασικού πλούτου της χώρας, έχει ανακαλύψει όμως μια εξαιρετικά βολικη δικαιολογία: Για όλα πλέον φταίει η κλιματική αλλαγή και τα ακραία καιρικά φαινόμενα που τη συνοδεύουν, οι παρατεταμένοι καύσωνες, η ξηρασία, κλπ.
Το γεγονός ότι η κλιματική αλλαγή επιδεινώνει την κατάσταση και δυσκολεύει την αντιμετώπιση των πυρκαγιών είναι δεδομένο. Όμως αυτό είναι κάτι που είναι από τα πριν γνωστό. Ο χρόνος για να παρθούν μέτρα υπάρχει, η κυβέρνηση αρνείται να τα πάρει.
Τι θα έπρεπε να κάνει λοιπόν ένα κράτος, έχοντας αναγνωρίσει αυτή την πραγματικότητα; Να προετοιμάζεται για να αντιμετωπίσει τις δυσκολότερες συνθήκες επενδύοντας στην πρόληψη, τους καθαρισμούς, τη συντήρηση των έργων δασοπροστασίας (δεξαμενές, δασικοί δρόμοι, κλπ) την πρόσληψη επαρκούς προσωπικού φύλαξης για τον έγκαιρο εντοπισμό και αναγγελία των δασικών πυρκαγιών. Να δαπανά τα απαραίτητα κονδύλια στον απαραίτητο εξοπλισμό, μέσα ατομικής προστασίας, σύγχρονα, επαρκή και ασφαλή οχήματα, στελέχωση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας με το απαιτούμενο προσωπικό, ώστε να μην φτάνουν οι φωτιές να επεκτείνονται τόσο ώστε να μην μπορούν να σβήσουν.
Εγκληματικές επιλογές
Ένα κράτος, έστω και ελάχιστα σοβαρό, αυτό θα έκανε. Όμως το ελληνικό κράτος της «μεταμνημονιακής» εποχής και της κυβέρνησης Μητσοτάκη επενδύει σε περισσότερη αστυνομία και αστυνομικό εξοπλισμό για να καταστέλλει κάθε μορφή αντίστασης στις εγκληματικές πολιτικές του. Κι αν τα πράγματα φτάσουν στο απροχώρητο, οι αστυνομικοί θα χτυπάνε απελπισμένους ανθρώπους που αρνούνται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους που καίγονται και οι «αύρες» θα στέλνονται στα πύρινα μέτωπα για τα μάτια του κόσμου, αφού δύο επιπλέον οχήματα μπορεί να είναι πολύ αποτελεσματικά απέναντι στις διαδηλώσεις, αλλά δεν είναι τίποτα μπροστά στις πραγματικές ανάγκες της δασοπυρόσβεσης.