Ιάκωβος Παναγόπουλος
Παγκόσμια Πρεμιέρα: 22 Οκτ. 2009
Χρώμα: Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: Παντελής Βούλγαρης
Ηθοποιοί: Χρήστος Καρτέρης, Μάριος Ποντίκας, Γιώργος Αγγέλκος, Βικτώρια Χαραλαμπίδου, Γιώργος Συμεωνίδης, Βαγγέλης Μουρίκης.
Το Ψυχή Βαθιά αποτελεί την προτελευταία επιτυχία του Παντελή Βούλγαρη, η οποία γυρίστηκε πριν την Μικρή Αγγλία και απέσπασε πολλές διακρίσεις σε διεθνή φεστιβάλ καθώς και μεγάλο αριθμό εισιτηρίων στις κινηματογραφικές αίθουσες.
Πλοκή
Στην ταινία αυτή ο Παντελής Βούλγαρης αποφάσισε να καταπιαστεί με το εξαιρετικά σημαντικό ιστορικό και πολιτικό ζήτημα του Ελληνικού Εμφυλίου πολέμου. Ασχολείται κυρίως με την λήξη του εμφυλίου κατά την περίοδο του 1949. Η αφήγηση της ταινίας επικεντρώνεται στην προσωπική ιστορία δύο αδελφών του Βλάσση (Δημοκρατικός Στρατός) και του Ανέστη (Εθνικός Στρατός) οι οποίοι μάχονται στον ίδιο πόλεμο αλλά σε ξεχωριστά στρατόπεδα. Ταυτόχρονα, με την ιστορία χαρτογραφείται ιστορικά η Ελλάδα κατά την περίοδο του εμφυλίου πολέμου καθώς αναφέρονται περιστατικά, όπως ο ρόλος των Αμερικάνων, η παρθενική χρήση των Ναπαλμ στο Γράμμο, ο ρόλος του Στάλιν και το θέμα της βοήθειας που δεν ήρθε ποτέ από την Σοβιετική Ένωση, κ.ο.κ. Η πλοκή της ταινίας τελειώνει με την εκτέλεση του μικρού Βλάσση από τον Εθνικό Στρατό και το τέλος του εμφυλίου πολέμου με την υπερίσχυση του Εθνικού Στρατού.
Ανάλυση
Το Ψυχή Βαθιά είναι μια ταινία που εκτός το ότι είναι αισθητικά άρτια, όπως και όλες οι δουλειές του Παντελή Βούλγαρη, γέμισε τις αίθουσες σε όλη την Ελλάδα, φέρνοντας ξανά στο προσκήνιο το ζήτημα του Εμφυλίου και ανοίγοντας πολλές συζητήσεις. Ο κατ’ αρχήν λόγος που γέμισε τις αίθουσες δεν είναι άλλος από το ίδιο το ιστορικό πλαίσιο και την ιστορική σημασία του Εμφυλίου Πολέμου. Μια σελίδα της Ελληνικής ιστορίας η οποία κρατείται ακόμη και σήμερα καλά κρυμμένη και φυλαγμένη από τα μάτια των πολλών.
Το ερώτημα που τίθεται φυσικά είναι αν κατάφερε ο δημιουργός να προσεγγίσει και να αναλύσει σωστά το δύσκολο αυτό ζήτημα – του εμφυλίου πολέμου.
Η λαϊκή παροιμία λέει πως «Η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται»… Αν τροποποιήσουμε λιγάκι το ρητό αυτό θα λέγαμε «Η πολιτική πλευρά της ταινίας από την αρχή φαίνεται». Και δυστυχώς αυτή δεν είναι καθόλου ικανοποιητική.
Ο δημιουργός στην αρχή της ταινίας αναφέρει τους πεσόντες ανά πόλεμο από τον Βαλκανικό μέχρι τον Εμφύλιο, θέλοντας έτσι να δείξει το μέγεθος του αριθμού των θυμάτων κατά την περίοδο που αναφέρεται η ταινία. Όμως εντέχνως και με πλήρη συναίσθηση της ευθύνης που φέρει, αφαιρεί από το χρονικό πλαίσιο του Εμφυλίου την πρώτη περίοδο της λευκής τρομοκρατίας που ανάγκασε τους κομουνιστές να ανέβουν στα βουνά πράγμα που αποτέλεσε και τη βασική αιτία εκκίνησης του εμφυλίου πολέμου.
Η ταινία αν και χαρακτηρίζεται σαν ουδέτερη στην πραγματικότητα διαστρεβλώνει επανειλημμένα τα ιστορικά γεγονότα προσπαθώντας να προβάλει ένα πλαίσιο εθνικής συμφιλίωσης και ενότητας. Αυτή, φυσικά είναι και η επίσημη γραμμή του κατεστημένου και του κράτους.
Σε όλη την διάρκεια της ταινίας προβάλλεται συνεχώς το μότο του «εθνικού διχασμού» και των «Ελλήνων που βρέθηκαν στα δίχτυα των μεγάλων δυνάμεων» με αποκορύφωμα την σκηνή, με τον εξαιρετικό κατά τα άλλα Θανάση Βέγγο, να αναφέρει:
«Δεν είναι πόλεμος αυτό που μας βρήκε κύριε Ταξίαρχε. Ντροπή είναι! Έλληνες να τουφεκάνε Έλληνες».
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό το αίσθημα διακατέχει μεγάλα τμήματα ή και την πλειοψηφία του πληθυσμού, μετά τα όσα πέρασε ο τόπος στον εμφύλιο και μετά. Όμως η ιστορική αλήθεια δεν μπορεί να αλλοιώνεται στο όνομα ιδεολογικών κριτηρίων, για τον ίδιο λόγο τα εγκλήματα και η απόδοση ευθυνών δεν μπορούν να παραγράφονται.
Από την αρχή κιόλας της αφήγησης ο δημιουργός παρουσιάζει την τότε κυβέρνηση αλλά και τους αξιωματούχους του Ελληνικού στρατού ωσάν φιλεύσπλαχνους πατριώτες οι οποίοι με πόνο καρδιάς αναγκάζονται να εξοντώσουν και να εκτελέσουν εν ψυχρό τα «αδέλφια τους», λόγω των εντολών των Αμερικάνων.
Εξαιρετικά παραδείγματα είναι η πρώτη σκηνή της ταινίας, όπου θέτει και το ιδεολογικό πλαίσιο, στην οποία ο Βασιλιάς με την κυβέρνηση «αναγκάζονται» να προχωρήσουν στην εξόντωση των κομουνιστών μετά από το τελεσίγραφο των Αμερικάνων. Ένα επίσης τραγικό παράδειγμα σκόπιμης ιστορικής παραχάραξης είναι και η αντίρρηση του Στρατηγού σχετικά με την χρήση Ναπάλμ στο πεδίο της μάχης. Κάτι το οποίο συγκρούεται ανοιχτά με τα «Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου» που εξέδωσε το 1998 η Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού. Στα αρχεία αναφέρεται ότι οι Στρατηγοί όχι μόνο δεν διαφώνησαν αλλά είχαν παραπονεθεί κιόλας στους Αμερικάνους για την καθυστερημένη χρήση των Ναπάλμ στον Γράμμο.
Τέλος ένα παρόμοιο δείγμα διαστρέβλωσης εμφανίζεται και στην συνάντηση του Καπετάνιου Ντούλα με τον ανθυπολοχαγό Τριαντάφυλλο και την «συγκινητική» και «ανθρώπινη» μεταχείριση του από τον Εθνικό Στρατό.
Από την άλλη ένα επίσης πολύ σημαντικό πλαίσιο που παρουσιάζεται στην ταινία είναι και ο ρόλος του Στάλιν και της Σοβιετικής Ένωσης σχετικά με τη βοήθεια που αγωνιωδώς περίμενε το Κομουνιστικό Κόμμα. Εδώ ο ρόλος της Σοβιετικής Ένωσης παρουσιάζεται ακριβώς όπως ήταν: Ανύπαρκτος! Φυσικά δεν πρέπει να υπάρχουν αυταπάτες για τον λόγο που παρουσιάζεται αυτή η ιστορική αλήθεια από τον Παντελή Βούλγαρη. Ο οποίος δένει εξαιρετικά με αυτόν τον τρόπο όλο το πολιτικό πλαίσιο της Εθνικής Συμφιλίωσης με τους «κακούς ξένους που μπλέκουν την φτωχή Ελλάδα στα συμφέροντα τους» .
Συμπεράσματα
Συμπερασματικά, το Ψυχή Βαθιά είναι μια ταινία στην οποία πρέπει να δοθεί μια ιδιαίτερη σημασία, καθώς θίγει για πολλοστή φορά το ζήτημα της ιστορικής αλήθειας και των γεγονότων που συνέβησαν εκείνη την περίοδο. Όσο και να θέλει και να προσπαθεί ο Παντελής Βούλγαρης να παρουσιάσει την «ανθρώπινη» και «φιλεύσπλαχνη» πλευρά του Εθνικού Στρατού και της τότε Κυβέρνησης, οι γνώστες της ιστορίας και οι συλλογικές μνήμες του λαού δεν ξεχνάνε εύκολα. Δεν ξεχνάνε τις «φιλεύσπλαχνες» κυβερνήσεις του Τσολάκογλου που συνεργάστηκε με τους Ναζί, την «ανθρωπιστική» κυβέρνηση του Παπανδρέου που μαζί με τους Χίτες και τους Άγγλους μακέλεψαν όλη την Εθνική Αντίσταση, την κυβέρνηση Πλαστήρα η οποία έδωσε γη και ύδωρ στους ταγματασφαλίτες για να ξεπαστρέψουν όσους κομουνιστές δεν πρόλαβαν οι προκάτοχοι του, ούτε ξεχνάμε τις μνήμες από εκατοντάδες φωτογραφίες με αποκεφαλισμένους αντάρτες και αντάρτισσες δίπλα σε χαμογελαστούς ταγματασφαλίτες οι οποίες φιγουράρανε στα περίπτερα των εφημερίδων προς εκφοβισμό και συμμόρφωση.
Αυτού του είδους η «ουδέτερη» ανάλυση της ιστορίας εκείνων των χρόνων δεν είναι καινούργια μόδα καθώς στηρίζεται στο λεγόμενο «νέο κύμα» της ιστοριογραφίας. Οι εκφραστές του οποίου, με ένα μείγμα παλιού καλού αντικομουνισμού και ανύπαρκτων ιστορικών πηγών προσπαθούν να δώσουν την δική τους «αντικειμενική» οπτική των ιστορικών γεγονότων.
Είναι χρέος λοιπόν η μελέτη και η αναζήτηση της ιστορικής αλήθειας πίσω από τα καλοφτιαγμένα χολιγουντιανά πλάνα του κ. Βούλγαρη και η αφύπνιση της συλλογικής μνήμης με στόχο να αποδοθούν ιστορικές ευθύνες στους υπευθύνους και όχι να καλυφθούν τα γεγονότα σε ένα πλαίσιο «εθνικής συμφιλίωσης».