Η Διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας, με βάση τις μνημονιακές της δεσμεύσεις, μετα την τρίτη κατά σειρά ανακεφαλαιοποίηση, ετοιμάζεται για ακόμα μία μαζική μείωση προσωπικού.
Παρακάτω δημοσιεύουμε την ανακοίνωση της “Πρωτοβουλίας“- ανεξάρτητης, αγωνιστικής, συνδικαλιστικής κίνησης στην ΕΤΕ σχετικά με την ανάγκη αντίστασης των εργαζομένων στα σχέδια των Τραπεζιτών.
ΟΧΙ σε άλλη μία “ΕΘΕΛΟΥΣΙΑ ΕΞΟΔΟ”
Παλιά συνταγή με νέα χαρακτηριστικά για την περαιτέρω μείωση του προσωπικού
Βρισκόμαστε λίγες ημέρες πριν την ανακοίνωση ενός ακόμη προγράμματος μαζικής μείωσης των θέσεων εργασίας στην ΕΤΕ, μια ακόμη “εθελούσια έξοδο”, τη φορά αυτή με εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά και στόχευση σε σχέση με τις προηγούμενες.
Εδώ και πάνω από μια δεκαετία, η μέθοδος αυτή ακολουθήθηκε πιστά από όλες τις διοικήσεις, και με αυξημένο, είναι η αλήθεια, ενδιαφέρον από την πλευρά των εργαζόμενων. Το διαρκές σχέδιο, με βάση το οποίο οι θέσεις εργασίας στην ΕΤΕ έχουν περιοριστεί ήδη κατά τουλάχιστον 35% από την εποχή της συγχώνευσης με την “Κτηματική”, δεν αντιμετωπίστηκε ποτέ από τις κάθε φορά πλειοψηφίες του ΣΥΕΤΕ, ενώ η στάση της συλλογικής μας εκπροσώπησης ενίσχυε την τάση πρόωρης αποχώρησης των συναδέλφων από την τράπεζα. Καλυπτόμενη πίσω από την έωλη λογική ότι “δεν πρόκειται για απολύσεις”, στην ουσία καλλιέργησε την προσμονή πρόωρης αποχώρησης σε μεγάλο αριθμό συναδέλφων, χωρίς να αντιληφθεί τις τεράστιες ανακατατάξεις σε όρους εργασίας που προκλήθηκαν, ούτε και να συνεκτιμήσει τη συντριπτική πίεση που δέχθηκαν τα ασφαλιστικά μας ταμεία. Με τη στάση αυτή, αντί να αποδομήσει, αποδέχτηκε το νεοφιλελεύθερο επιχείρημα, ότι η μισθοδοσία του προσωπικού αποτελεί κόστος, το οποίο με “βελούδινους” όρους θα πρέπει να εξορθολογιστεί.
Τι κέρδισε η εργοδοσία – Τι χάσαμε εμείς;
Εύκολα απαντιέται το ερώτημα γιατί οι τράπεζες και κυρίως η ΕΤΕ επιλέγουν εδώ και χρόνια τη συγκεκριμένη πρακτική. Σίγουρα τους κοστίζει κάτι παραπάνω από τις κανονικές απολύσεις, ωστόσο ούτε πολιτικό κόστος χρεώνονται για τη μαζική μείωση προσωπικού, ούτε συλλογικές αντιστάσεις βρίσκουν, αφού από τους Συλλόγους και την ΟΤΟΕ υπάρχει η πλήρης αποδοχή της “μη απόλυσης”, ούτε προκαλείται γενικότερη οικονομική αναταραχή που αφορά τη βιωσιμότητα των μεγεθών τους, όπως ενδεχομένως θα συνέβαινε αν επιχειρούσαν μαζικές απολύσεις.
Τι έχασε, όμως, η πλευρά των εργαζομένων τα χρόνια αυτά;
Το προφανές είναι η υπερεντατικοποίηση που επικρατεί σχεδόν σε όλους τους χώρους της ΕΤΕ, με κύρια αιχμή το Δίκτυο, αλλά και συγκεκριμένες Διευθύνσεις. Η κατάσταση αυτή έχει οδηγήσει σε αύξηση των περιστατικών υγείας, ακόμη και μοιραίων, που προκύπτουν λόγω εργασιακού στρες.
Διενεργείται επιπλέον μεταβολή στη σύνθεση του προσωπικού, όπου υποβαθμίζεται συστηματικά η πρόβλεψη του κανονισμού εργασίας για δημόσιο διαγωνισμό πρόσληψης τακτικού προσωπικού και αντί αυτού επεκτείνεται συνεχώς η πρόσληψη με ατομικές συμβάσεις ειδικών συνεργατών, αλλά και η ενοικίαση ή εργολαβική απασχόληση εργαζομένων σε υπηρεσίες της τράπεζας. Ειδικά για την περίπτωση της ενοικίασης, το απαράδεκτο νομικό πλαίσιο που εισήχθη στα τέλη της δεκαετίας του ‘90 και ισχύει απαράλλακτο μέχρι σήμερα, δίνει το δικαίωμα στην εργοδοσία να υποκαθιστά εργασία με ελαστική απασχόληση, με μηδενικά δικαιώματα και με απλές διαδικασίες απόλυσης. Αν αναλογιστούμε ότι σήμερα στην ΕΤΕ πάνω από το 10% του προσωπικού βρίσκεται εκτός Κλαδικής και Επιχειρησιακής ΣΣΕ, αντιλαμβανόμαστε την τάση συνολικής υποβάθμισης των εργασιακών δικαιωμάτων μας.
Τεράστιο κόστος, τέλος, προκάλεσαν οι εθελούσιες στα ασφαλιστικά μας ταμεία, στο βαθμό που πρόωρα συσσώρευσαν κόστος παροχών σε αυτά, χωρίς ποτέ αυτό να αναπληρωθεί σε αναλογιστικούς όρους από τη διοίκηση της ΕΤΕ. Η κατάσταση αυτή συνέβαλε στα προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί στο Λογαριασμό Επικούρησης, το Ταμείο Αυτασφαλείας και το ΤΥΠΕΤ, τα οποία επιδεινώθηκαν με την εσφαλμένη επενδυτική επιλογή μονομερούς τοποθέτησης σε μετοχές ΕΤΕ, όπως φυσικά και από το καταστροφικό PSI+ του 2012.
Στόχος οι μέσες ηλικίες και όσοι δεν προσαρμόζονται σε λογικές στοχοθεσίας και απουσίας δικαιωμάτων
Αν μέχρι το 2013 η εθελούσια αποχώρηση αφορούσε προσωπικό κοντά στη συνταξιοδότηση, τη χρονιά εκείνη έγινε μια στροφή-τομή στην πρακτική της “εθελούσιας”. Θυμόμαστε ότι για πρώτη φορά υπήρχε “Πρόγραμμα Β’”, με βάση το οποίο 100άδες συνάδελφοι έφυγαν από την τράπεζα, αποδεχόμενοι “εθελοντικά” την απόλυσή τους χωρίς συμπληρωμένα ασφαλιστικά όρια. Θεωρούμε αστήρικτο το επιχείρημα ότι όλοι αυτοί είχαν λόγους να φύγουν που αφορούν στην προσωπική ζωή τους ή σε άλλα επαγγελματικά σχέδια. Κάτι άλλο συμβαίνει, που ο ΣΥΕΤΕ τότε δεν έψαξε και σήμερα το βρίσκουμε όλοι μπροστά μας.
Από τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας, προκύπτει ότι η μείωση κατά πάνω από 1000 άτομα τώρα και άλλα τόσα μέχρι το 2018 δεν καλύπτεται ούτε στο 30% από συναδέλφους με ώριμα ασφαλιστικά δικαιώματα. Μαθαίνουμε ότι ενδεχομένως να υπάρξει αυτή τη φορά και πρόγραμμα τύπου “sabbatical”, δηλαδή εθελοντικής μακροχρόνιας άδειας με πληρωμή μέρους του μισθού για την περίοδο απουσίας από την τράπεζα, αλλά με αβέβαιο μέλλον για τον υπάλληλο που θα ασκήσει αυτό το δικαίωμα, κάτι που φαίνεται να βρίσκει υποστήριξη ως σχέδιο ακόμη και από κάποιους εκλεγμένους συνδικαλιστές.
Όλα αυτά μας δείχνουν ότι στο στόχαστρο της εργοδοσίας θα μπουν δυο βασικές κατηγορίες συναδέλφων. Από τη μία, οι εργαζόμενοι “μέσης υπηρεσιακής ηλικίας”, με το δήθεν κίνητρο μιας ίσως ενδιαφέρουσας προοπτικής σε κάποια άλλη δουλειά, κάτι που στις σημερινές καταστροφικές συνθήκες στην οικονομία των Μνημονίων αποτελεί οδυνηρή αυταπάτη. Από την άλλη, οι εργαζόμενοι που μέχρι σήμερα δεν πειθαρχούν σε λογικές στοχοθεσίας, εργοδοτικής αυθαιρεσίας και υποβάθμισης των εργασιακών σχέσεων, και αγωνίζονται να έχουν δικαιώματα.
Είναι αδιανόητο η προοπτική αυτή να αντιμετωπίζεται σήμερα από το συνδικαλιστικό μας φορέα ως “βελούδινο σενάριο”. Είναι αδιανόητο, επίσης, το σώμα των συναδέλφων να μην ενημερώνεται για την απειλή που εγκυμονείται.
Κόντρα στο πλάνο αναδιάρθρωσης να διεκδικήσουμε διατήρηση των θέσεων εργασίας και προσλήψεις
ΟΧΙ, η επικείμενη εθελούσια δεν είναι ένα “αναγκαίο κακό”.
ΟΧΙ, τα χαρακτηριστικά της, αλλά και αυτά των ιθυνόντων που τη σχεδίασαν και θα την επιβάλουν, δεν διασφαλίζουν τη δήθεν “ελευθερία του δικαιώματος”. Αντιθέτως, προδιαθέτουν για έντονες πιέσεις, κύρια στις στοχευμένες κατηγορίες, όπως αναλύθηκαν.
Γνωρίζουμε, ότι η επικείμενη εθελούσια είναι βασική πρόβλεψη του πλάνου αναδιάρθρωσης (restructuring plan), του Μνημονίου που επιβλήθηκε στην τράπεζα από τον SSM της ΕΚΤ και την κυβέρνηση, για την 3η κατά σειρά ανακεφαλαιοποίησή της το 2015. Παρά την εξαιρετική σημασία του για την εργασία μας, οι όροι του πλάνου αναδιάρθρωσης ποτέ δεν απασχόλησαν το συνδικαλιστικό κίνημα. Αντίθετα, με την υπογραφή ΣΥΕΤΕ και ΟΤΟΕ, αποτελούν κομμάτι των συλλογικών συμβάσεων, στο βαθμό που στα κείμενά τους ενσωματώνονται ως το αναγκαίο περιοριστικό πλαίσιο που καθορίζει τη συμφωνία.
Πως, λοιπόν, το συνδικαλιστικό κίνημα να αντισταθεί στις “εθελούσιες” απολύσεις, όταν έχει ήδη αποδεχτεί ότι αυτές πρέπει να γίνουν; Όταν ποτέ δεν άνοιξε την προσπάθεια να τις αποτρέψει;
Καλούμε τους εργαζόμενους που δε θέλουν να ασκήσουν το δικαίωμα τους για μία “εθελούσια έξοδο” να μην ανταποκριθούν στις προσκλήσεις ή τις πιέσεις που θα δεχτούν.
Καλούμε τις αγωνιστικές δυνάμεις του ΣΥΕΤΕ σε συντονισμένη δράση για την ενημέρωση και την κινητοποίηση των συναδέλφων/ισσών με στόχο την αποτροπή της μαζικής μείωσης των θέσεων εργασίας.
Δεν θα συναινέσουμε στις αποφάσεις του πλάνου αναδιάρθρωσης, που ως τελικό στόχο έχει όχι τον περιορισμό του “κόστους”, αλλά των δικαιωμάτων του τακτικού προσωπικού και κυρίως την επέκταση της ελαστικής απασχόλησης.
ΑΠΑΝΤΟΥΜΕ ΜΕ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ – ΣΥΣΠΕΙΡΩΝΟΜΑΣΤΕ ΣΥΛΛΟΓΙΚΑ