Πριν από μερικά χρόνια, ο βουλευτής της ΝΔ και δημοσιογράφος Μπάμπης Παπαδημητρίου «εξηγούσε» ότι το νερό στην Ελλάδα είναι «απαράδεκτα φθηνό». Το σκεπτικό πίσω από αυτή του τη δήλωση ήταν πως αν η τιμή του νερού αυξηθεί, τότε οι καταναλωτές θα είναι πιο προσεκτικοί και θα περιοριστεί η κατασπατάλησή του. Το επιχείρημα αυτό χρησιμοποιείται συχνά από τους διάφορους νεοφιλελεύθερους σε ολόκληρο τον κόσμο, που προσπαθούν να πείσουν ότι για την κατασπατάλησή του φταίνε κατά κύριο λόγο τα νοικοκυριά, επομένως η ιδιωτικοποίηση και η αύξηση της τιμής του έχει στόχο την προστασία και την επάρκεια του γιατί όποιος πληρώνει ακριβά το νερό το προσέχει περισσότερο.
Πλούσιοι και φτωχοί
Πρόσφατη έρευνα για την κατανάλωση νερού στο Κέηπ Τάουν της Νότιας Αφρικής καταρρίπτει αυτό το επιχείρημα, δείχνοντας πως αυτοί που στην πραγματικότητα ξοδεύουν αλόγιστα το νερό, είναι αυτοί που δεν θα είχαν κανένα πρόβλημα να το πληρώσουν ακόμη κι αν ήταν ακριβότερο: οι πλούσιοι της πόλης. Αυτοί είναι εξάλλου που έχουν πισίνες για να γεμίσουν, που πλένουν τακτικά τα (αρκετά) αυτοκίνητά τους, που γενικά ζουν στην πολυτέλεια χωρίς να σκέφτονται τι ξοδεύουν, είτε πρόκειται για λεφτά, είτε για φυσικούς πόρους.
Σύμφωνα με την έρευνα, η μικρή μειοψηφία της υπερ-πλούσιας ελίτ του Κέηπ Τάουν (δηλαδή το 1,4% του πληθυσμού) μαζί με τους κατοίκους που ανήκουν γενικά στα μεγάλα εισοδήματα (το 12,3%) καταναλώνουν πάνω από το μισό νερό της (51%). Από την άλλη, το φτωχότερο 61,5% του τοπικού πληθυσμού, καταναλώνει μόλις το 27,3% του νερού.
Ανάμεσα σε άλλα, η έρευνα αναφέρει ότι αυτή η υπερβολική κατανάλωση νερού από τους πλούσιους ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τις μεγάλες ελλείψεις που έχουν παρουσιαστεί σε τουλάχιστον 80 μεγαλουπόλεις τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Από τα παραπάνω είναι καθαρό πως ενδεχόμενη αύξηση της τιμής του νερού, απλά θα δυσκολέψει ακόμη περισσότερο τη ζωή και την καθημερινότητα των φτωχότερων στρωμάτων και δεν πρόκειται να σταματήσει την κατασπατάλησή του από τους πλούσιους.
Η πραγματικότητα όμως είναι ότι οι καταναλωτικές συνήθειες των κατοίκων των μεγάλων πόλεων μικρή επίπτωση έχουν στην κατανάλωση νερού, συνολικά. Η μεγαλύτερη σπατάλη νερού έχει να κάνει με την αγροτική και βιομηχανική του χρήση.
Αγροτική παραγωγή
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων κα Αγροτικής Παραγωγής (FAO) το 70% της χρήσης γλυκού νερού σήμερα, αντιστοιχεί στο πότισμα των καλλιεργειών του πλανήτη.
Ο οργανισμός βέβαια εξηγεί πως ένα σημαντικό μέρος αυτής της ποσότητας δεν απορροφάται από τα αγροτικά φυτά, αλλά μετά το πότισμα καταλήγει ξανά στις υπόγειες αποθήκες νερού και έτσι μπορεί να ξαναχρησιμοποιηθεί. Μόνο που μετά την πρώτη χρήση του, το νερό αυτό θα έχει «εμπλουτιστεί» με χημικά λιπάσματα, φυτοφάρμακα, ορμόνες, κλπ, που χρησιμοποιούνται σε μεγάλες ποσότητες στην αγροτική παραγωγή, ιδιαίτερα από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα. Οι δεκαετίες του 50 και του 60, ήταν για την βιομηχανία αγροτικών προϊόντων η περίοδος της λεγόμενης «πράσινης επανάστασης», μιας διαδικασίας κατασκευής σπόρων αγροτικών φυτών που θα έδιναν μεγαλύτερη παραγωγή.
Αυτοί οι σπόροι, οι οποίοι αποφέρουν τεράστια κέρδη στις εταιρείες που τους κατασκεύασαν και τους πουλάνε (είναι προϊόντα διασταυρώσεων, προκειμένου να αποκτήσουν τα αγροτικά φυτά συγκεκριμένα χαρακτηριστικά) είναι πολύ πιο απαιτητικοί σε νερό, λιπάσματα και φυτοφάρμακα, με αποτέλεσμα τόσο τα φυτά που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση, όσο και οι ζωοτροφές (σχεδόν δηλαδή το σύνολο της παραγωγής τροφής) να απαιτεί την κατασπατάληση –και την εκτεταμένη ρύπανση– των υδάτινων πόρων του πλανήτη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι για να επιβιώσει ένας άνθρωπος χρειάζεται να καταναλώνει περίπου δύο λίτρα νερό την ημέρα. Την ίδια ώρα, τα τρόφιμα που χρειάζεται να καταναλώσει στη διάρκεια μιας ημέρας, απαιτούν περίπου 3.000 λίτρα νερού για να παραχθούν.
Νερό και για την πυρηνική ενέργεια
Μια από τις πιο υδροβόρες δραστηριότητες (πέρα από τους υπόλοιπους κινδύνους που τη συνοδεύουν) είναι η παραγωγή πυρηνικής ενέργειας. Ένας πυρηνικός σταθμός απαιτεί τη χρήση μεγάλων ποσοτήτων νερού κατά την κατασκευή του, σε όλη τη διάρκεια της λειτουργίας του (προκειμένου να ψύχονται οι εγκαταστάσεις) αλλά και κατά την επεξεργασία των ραδιενεργών αποβλήτων.
Δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα από την Ευρώπη είναι ενδεικτικά της σπατάλης. Στην Γαλλία, η οποία παράγει περίπου το 70% της ηλεκτρικής ενέργειάς της σε πυρηνικά εργοστάσια, η παραγωγή αυτή αντιστοιχεί περίπου στο 31% της κατανάλωσης νερού, δεύτερη μετά την αγροτική παραγωγή (45%) και πολύ πιο πάνω από την ανθρώπινη κατανάλωση (21%).
Στη Βρετανία στα τέλη του Μάρτη εγκρίθηκε η περιβαλλοντική μελέτη για την κατασκευή ενός νέου πυρηνικού σταθμού στο Σάφοκ, ο οποίος κατά την κατασκευή και τα πρώτα δέκα χρόνια της λειτουργίας του αναμένεται να καταναλώνει κατά μέσο όρο δύο εκατομμύρια λίτρα νερό την ημέρα.
Από την καταστροφή στην υποκρισία
Πρόκειται για μια σταθερή πρακτική του συστήματος του κέρδους και των εκπροσώπων του. Πρώτα εξαντλούν και καταστρέφουν τους φυσικούς πόρους και το περιβάλλον και στη συνέχεια προσπαθούν να φορτώσουν τις ευθύνες στην κοινωνία. Στην περίπτωση του νερού η προσπάθεια αυτή συνδυάζεται με επιχειρήματα που στοχεύουν να πείσουν για την «ανάγκη» να αυξηθεί η τιμή του και να ιδιωτικοποιηθεί όπου εξακολουθεί να είναι ακόμα δημόσιο.
Στην πραγματικότητα όπου εφαρμόζονται τέτοιου είδους σχέδια, δεν αποτρέπουν τη ρύπανση και την κατασπατάληση του νερού που βασίζεται στο καταστροφικό μοντέλο παραγωγής (από την ενέργεια και τη βιομηχανική παραγωγή μέχρι τα τρόφιμα) αλλά στερεί από ακόμη περισσότερους φτωχούς στον πλανήτη την πρόσβαση σε καθαρό, πόσιμο νερό.