Του Δημήτρη Πανταζόπουλου
Το Σαββατοκύριακο 22 και 23 Νοεμβρίου στην Ελλάδα δεν διεξήχθη κανένας αγώνας πρωταθλήματος στις επαγγελματικές ποδοσφαιρικές κατηγορίες. Ο λόγος ήταν ότι η ΕΠΟ αποφάσισε να μην ορίσει διαιτητές για κανέναν αγώνα λόγω της επίθεσης που έγινε από αγνώστους στο διαιτητή Χ. Ζωγράφο. Σε οποιοδήποτε άλλο πρωτάθλημα που διέπεται από στοιχειώδεις νόμους και κανονισμούς η στάση αυτή της ΕΠΟ θα ήταν η αρχή της διαλεύκανσης της υπόθεσης καταρχήν και της σύγκρουσης με τη σαπίλα στο εσωτερικό του ποδοσφαίρου. Κάτι τέτοιο όμως δεν ισχύει στη χώρα μας. Αντίθετα, το γεγονός αυτό έφερε στην επιφάνεια τόσο την εν λόγω σαπίλα όσο και την ένταση με την οποία συγκρούονται τα αφεντικά των μεγάλων ΠΑΕ.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Τις τελευταίες δεκαετίες στο ελληνικό επαγγελματικό ποδόσφαιρο έχει διαμορφωθεί μια κατάσταση στην οποία τα πάντα καθορίζονται και ελέγχονται από το περίφημο παρασκήνιο και το ίδιο το παιχνίδι στην πραγματικότητα, δηλαδή το ποιος παίζει ή δεν παίζει καλό ποδόσφαιρο και μπορεί να κερδίσει τον έναν ή τον άλλον αντίπαλο, παίζει ελάχιστο έως ανύπαρκτο ρόλο. Οι επιχειρηματίες-αφεντικά των μεγάλων ΠΑΕ ανταγωνίζονται για το ποιος θα ελέγξει την ομοσπονδία, τις αποφάσεις των διαιτητών, των δικαιοδοτικών οργάνων κοκ. Στο πλάι όλων αυτών εκατομμύρια τζογάρονται σε νόμιμο ή παράνομο στοιχηματισμό με αποτέλεσμα οι τσέπες κάποιων να γεμίζουν βρώμικο χρήμα.
Για να λέμε λοιπόν τα πράγματα με το όνομά τους, το ελληνικό επαγγελματικό ποδόσφαιρο μαστίζεται από μια μαφία μπράβων και τζόγου, υπό την καθοδήγηση μεγάλων επιχειρηματιών.
Σύγκρουση μέχρις εσχάτων
Ας μη γελιόμαστε, οι καπιταλιστές-αφεντικά των ΠΑΕ δεν κάνουν ότι κάνουν για το καλό των συλλόγων τους. Τον αθλητισμό και την ιστορία των μεγάλων σωματείων τα έχουν γραμμένα στα παλιά τους τα παπούτσια. Η εμπλοκή τους στο ποδόσφαιρο αφορά αποκλειστικά τα επιχειρηματικά τους σχέδια και τη χρήση των ομάδων σαν ασπίδα προστασίας απέναντι σε κάθε έλεγχο αλλά και για το ενδεχόμενο ξέπλυμα χρήματος και τη δημιουργία προσωπικών οπαδικών στρατών για κάθε είδους εξυπηρετήσεις.
Η κόντρα λοιπόν του Δημήτρη Μελισσανίδη και του Βαγγέλη Μαρινάκη, που προϋπήρχε αλλά έγινε δημόσια τις τελευταίες μέρες, δεν αφορά σε καμιά περίπτωση το καλό του ελληνικού ποδοσφαίρου αλλά το διακαή πόθο και των δύο να ελέγξουν το παρασκήνιο. Την ίδια στιγμή δεν έχουμε καμιά αυταπάτη ότι οι υπόλοιποι ζάμπλουτοι επιχειρηματίες και αφεντικά των μεγάλων κυρίως ΠΑΕ (Αλαφούζος, Σαββίδης κτλ) είναι άμεμπτοι και εκτός της όλης διαμάχης.
Σήμερα, σε όλους αυτούς δε φτάνουν οι επιθέσεις και οι απειλές σε διαιτητές και δημοσιογράφους, οι εκβιασμοί και ο έλεγχος των πάντων στο ποδόσφαιρο, αλλά θέλουν να αναβαθμίσουν το ρόλο τους. Έτσι ο Μπέος, από υπόδικος παράγοντας του ποδοσφαίρου γίνεται δήμαρχος Βόλου και ο Μαρινάκης, μέσω Μώραλη βεβαίως, ορίζει τα δημοτικά πράγματα του Πειραιά. Απέναντι σε αυτά, ο Μελισσανίδης μπορεί να μην κατάφερε, παρά το γεγονός ότι έβαλε λυτούς και δεμένους, να ελέγξει το δήμο Ν. Φιλαδέλφειας, αλλά προσπαθεί να παίξει επί ίσοις όροις στο ποδόσφαιρο.
Το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι
Όλα αυτά τα χρόνια οι παροικούντες στην Ιερουσαλήμ γνωρίζουν ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι «άντρο ακολασίας». Παρόλα αυτά κανείς δεν κάνει τίποτα. Είναι όλοι τους συνένοχοι: πρόεδροι και παράγοντες ΠΑΕ, η ΕΠΟ, η δικαιοσύνη και φυσικά η κυβέρνηση. Είναι από δύσκολο έως αδύνατο να βρεις κάποιον καθαρό στον οποίο να ανατεθεί η κάθαρση. Οι λίγκες είναι συνεταιρισμοί των ΠΑΕ. Η ομοσπονδία (ΕΠΟ) και οι παράγοντες της είναι υπό τον έλεγχο του ενός ή του άλλου επιχειρηματία. Η διαιτησία το ίδιο.
Η αθλητική δικαιοσύνη είναι ανίκανη να «σπάσει αυγά» όπως έχει δείξει και η εμπειρία από τις πολυδιαφημισμένες διώξεις για τα στημένα παιχνίδια το 2011 από τις οποίες έμειναν μόνο οι πηχυαίοι τίτλοι στις εφημερίδες και τα «αποκαλυπτικά» ρεπορτάζ στις τηλεοράσεις αφού το αποτέλεσμά τους ήταν μια τρύπα στο νερό και η κατάσταση παρέμεινε ίδια και χειρότερη με τους ίδιους ακριβώς πρωταγωνιστές.
Μήπως η κυβέρνηση λοιπόν μπορεί να δώσει λύση; Μόνο σαν αστείο μας ακούγεται αυτό το ενδεχόμενο. Οι Μαρινάκης και Μελισσανίδης είναι «κολλητοί» του πρωθυπουργού, ο Αλαφούζος ιδιοκτήτης του ΣΚΑΙ και της Καθημερινής που έχουν αναλάβει εργολαβικά την υπεράσπιση της κυβερνητικής πολιτικής και ο Σαββίδης επιφανής αγοραστής επιχειρήσεων που η κυβέρνηση πουλάει με τις περίφημες αποκρατικοποιήσεις. Όπως λοιπόν ο σκύλος δε δαγκώνει το χέρι που τον ταΐζει, έτσι και ο Σαμαράς δεν υπάρχει περίπτωση να κυνηγήσει φίλους και συνεργάτες – αν ήθελε, θα το είχε ήδη κάνει άλλωστε.
Μήπως η UEFA και η FIFA είναι η λύση; Άλλο ένα τραγικό αστείο. Αρκεί να δει κανείς τον τρόπο με τον οποίο διερευνήθηκαν οι καταγγελίες για την ανάθεση των επόμενων Μουντιάλ σε Ρωσία και Κατάρ για να καταλάβει τι παίζεται και εκεί.
Και οι οπαδοί;
Για την κατάσταση που περιγράφουμε υπάρχουν σοβαρές ευθύνες και μέσα στο οπαδικό κίνημα. Δυστυχώς τις τελευταίες δεκαετίες μεγάλα κομμάτια οπαδών έχουν γαλουχηθεί ώστε να επιθυμούν, όχι η ομάδα τους να παίζει ωραίο ποδόσφαιρο και να κερδίζει μες τα γήπεδα, αλλά να έχουν τον έλεγχο και την εξουσία στο εξωγηπεδικό παρασκήνιο. Λειτουργούν έτσι περισσότερο σαν υπερασπιστές των προέδρων των ΠΑΕ παρά σαν υπερασπιστές του συλλόγου και του αθλήματος.
Από την άλλη πρέπει να πούμε ότι σημαντικός αριθμός οπαδών σε όλες τις ομάδες (αλλού περισσότερο και αλλού λιγότερο) βλέπει τα πράγματα διαφορετικά και προσπαθεί να συγκρουστεί με την κυρίαρχη βρωμιά.
Είναι ξεκάθαρο ότι δεν υπάρχει καμία λύση για όλη αυτή την κατάσταση που να μην περιλαμβάνει αυτούς τους οπαδούς.
Δράση τώρα
Για όλους όσους μας αρέσει το ποδόσφαιρο και το αντιλαμβανόμαστε σαν μια ευχάριστη διασκέδαση και σαν ένα λαϊκό άθλημα το οποίο τα αφεντικά των ΠΑΕ το πήραν και το ξεφτίλισαν, αλλά και για όσους ασχολούνται με το ποδόσφαιρο (αναφερόμαστε κυρίως στις εκατοντάδες ποδοσφαιριστών στις επαγγελματικές κατηγορίες που δεν απολαμβάνουν παχυλά συμβόλαια αλλά αμείβονται με μεροκάματα – και αυτά όταν τα παίρνουν) η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Οφείλουμε λοιπόν να αναλάβουμε δράση.
Ταυτόχρονα η Αριστερά οφείλει να έχει θέση για τα όσα γίνονται στο ποδόσφαιρο, γιατί το ποδόσφαιρο είναι ένα λαϊκό άθλημα, ένας χώρος στον οποίο με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συμμετέχουν και εμπλέκονται εκατομμύρια άνθρωποι των λαϊκών στρωμάτων. Αυτή η θέση δεν μπορεί να είναι ούτε ένας εύκολος αφορισμός, ούτε η επαγγελία της «δευτέρας παρουσίας» του σοσιαλισμού που θα λύσει όλα τα προβλήματα. Όταν η βρωμιά ξεχειλίζει χρειάζονται απαντήσεις και πρακτικές λύσεις η εφαρμογή των οποίων πρέπει να μπορεί να αρχίσει άμεσα.
Συντονισμός των υγιώς σκεπτόμενων οπαδών: Το πρώτο βήμα είναι σαφώς και το πιο δύσκολο γιατί προϋποθέτει το συντονισμό των υγιών κομματιών των οπαδών των διαφορετικών ομάδων. Δεν αιθεροβατούμε πιστεύοντας ότι αυτό είναι απλό και εύκολο να γίνει αλλά δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Μόνο η συντονισμένη δράση των «από μέσα» μπορεί να δημιουργήσει τις απαραίτητες πιέσεις για τα επόμενα βήματα. Όλοι μαζί πρέπει να διεκδικήσουμε κατ’ αρχήν διαφάνεια σε όλες τις αποφάσεις των οργάνων του ποδοσφαίρου και λόγο στις διοικήσεις των ομάδων.
Ν’ ανοίξουν τα βιβλία: Αυτό σημαίνει να ανοίξουν τα βιβλία όλων των ΠΑΕ και να ελεγχθούν διεξοδικά τα οικονομικά όλων όσων εμπλέκονται σε αυτές (και όχι μόνο των προέδρων) και των συγγενικών τους προσώπων. Το ίδιο να απαιτηθεί και για όλους όσους εμπλέκονται στο ποδόσφαιρο (στελέχη ΕΠΟ και δικαιοδοτικών οργάνων, διαιτητές κοκ). Όποιος εμπλέκεται στην μαυρίλα την οποία «ο κόσμος έχει τούμπανο…» να πάει φυλακή και να του απαγορευτεί κάθε σχέση φανερή ή όχι με το ποδόσφαιρο.
Κατάργηση του τζόγου: Τέλος πρέπει να ζητήσουμε την κατάργηση όλων των μορφών του στοιχήματος στον αθλητισμό.
Όχι στην εμπορευματοποίηση του αθλητισμού: Από κει και πέρα πρέπει να αλλάξει ριζικά ο τρόπος που λειτουργεί το ποδόσφαιρο και αυτό δεν αφορά μόνο την Ελλάδα. Όσο το άθλημα θα παραμένει πλήρως εμπορευματοποιημένο και γύρω του θα διακινείται πακτωλός χρημάτων από συμβόλαια, χορηγούς, στοιχηματικό τζόγο κ.ο.κ., οριστική κάθαρση δε μπορεί να υπάρξει.
Το ξαναλέμε ότι γνωρίζουμε καλά ότι όλα τα παραπάνω δεν είναι ούτε απλά ούτε εύκολα, όμως άλλη λύση δεν μπορεί να υπάρξει. Για τους οπαδούς και τους παίκτες και όσους ασχολούνται με το ποδόσφαιρο η πρόκληση είναι μπροστά μας – το ίδιο ισχύει και για τη μελλοντική κυβέρνηση της Αριστεράς. Ιδού η Ρόδος λοιπόν…
Μπορεί να γίνει…
Το ίδιο Σαββατοκύριακο που στην Ελλάδα δεν είχαμε ποδόσφαιρο, στην Ισπανία, μία ομάδα από σε ένα εργατικό προάστιο της Μαδρίτης, η Rayo Vallecano, αποφάσιζε σύσσωμη (διοίκηση, προπονητής, παίκτες) να κάνει πράξη το μότο της («orgullo de la clase obrera» – περηφάνια της εργατικής τάξης) και να αναλάβει να βρει και να πληρώσει σπίτι για την 85χρονη Κάρμεν που η τράπεζα της έκανε έξωση[1]. Η Rayo Vallecano μπορεί να μην είναι μια φαντασμαγορική ομάδα με τεράστια συμβόλαια εκατομμυρίων, αλλά παραμένει μία ομάδα που θυμίζει το λαϊκό χαρακτήρα του ποδοσφαίρου και το ότι ένα αθλητικό σωματείο πρέπει να είναι κομμάτι της γειτονιάς του ή της πόλης του με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Έδειξε ακόμη ότι όσα περιγράφουμε πιο πάνω υπάρχουν, σε μικρά κύτταρα δίπλα μας.
Είναι στο χέρι μας να διαλέξουμε ποιο ποδόσφαιρο από τα δυο θέλουμε και να το επιβάλλουμε.
________________________