σε pdf εδώ
Οι πρώτες μέρες του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση έφεραν, επιτέλους, το χαμόγελο την αισιοδοξία και την υπερηφάνεια σε εκατομμύρια εργαζόμενους στη χώρα!
Οι δημόσιες δεσμεύσεις και τα πρώτα βήματα για αποκατάσταση του βασικού μισθού στα 750 €, για κατάργηση της αντεργατικής νομοθεσίας, για επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων, επαναφορά του δώρου των Χριστουγέννων για τους χαμηλοσυνταξιούχους, σταμάτημα των πλειστηριασμών, επαναπρόσληψη των εργαζομένων της ΕΡΤ, σταμάτημα των ιδιωτικοποιήσεων, η επαναπρόσληψη των απολυμένων από το δημόσιο, η κατάργηση της «αξιολόγησης» και της «εφεδρείας» (δηλαδή των απολύσεων) η κατάργηση της «εισόδου» των 5 € στα νοσοκομεία, η επαναφορά της Κυριακάτικης αργίας, το σταμάτημα των πλειστηριασμών, κλπ, δεν είναι καθόλου μικρά ζητήματα! Για μια κοινωνία που πέρασε τη λαίλαπα των κυβερνήσεων των Τροϊκανών, αποτελούν μια μεγάλη ανατροπή! Αποτελούν την απαρχή της «αντεπίθεσης» για να πάρουμε πίσω αυτά που μας στέρησαν όλα αυτά τα χρόνια!
Κάποιοι θέλουν να σβήσουν το χαμόγελο…
Όμως κάποιοι εμφανίζονται αποφασισμένοι να σβήσουν το χαμόγελο από τα χείλη των Ελλήνων εργαζομένων.
Οι αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (στις 4/2/15) και η στάση της Γερμανικής Κυβέρνησης όπως την ξεκαθάρισε ο Σόιμπλε στη συνάντηση με τον Βαρουφάκη (στις 5/2/15) ξεκαθαρίζουν το πεδίο: Δεν είναι διατεθειμένοι να κάνουν καμία σοβαρή παραχώρηση στην ελληνική κυβέρνηση στην προσπάθειά της να διασφαλίσει τα στοιχειώδη για τους Έλληνες εργαζόμενους και φτωχούς.
Αυτό που στην πραγματικότητα διεκδικεί η ελληνική κυβέρνηση από τους λεγόμενους «εταίρους» είναι πολύ «μικρό» σε σχέση και με τις αρχικές της διακηρύξεις, αλλά και σαν οικονομικό μέγεθος. Η προσπάθεια της κυβέρνησης εστιάζεται στο να διασφαλίσει, μέσα από επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους και μείωσης των επιτοκίων, ότι το πρωτογενές πλεόνασμα σε ετήσια βάση δεν θα είναι στο 4% (κατ’ ακρίβεια στο 4,3 – 4,5% από το 2016 και μετά) αλλά στο 1 – 1,5% του ΑΕΠ. Με δεδομένο δε ότι το 1 – 1,5% αποτελεί θέμα «διαπραγμάτευσης», σημαίνει πως θα μπορούσε να καταλήξει κάπου γύρω στο 2 – 2,5% αντί για το 4%. Με αυτό τον τρόπο αντί να πηγαίνει το 4% περίπου του ΑΕΠ κάθε χρόνο στην εξόφληση του χρέους, θα πηγαίνει ένα μικρότερο ποσοστό[1].
Αυτό μεταφράζεται στην εξοικονόμηση μερικών, μόνο, δισ. € σε ετήσια βάση. Ενός «μικροποσού», στην πραγματικότητα, με το οποίο όμως η κυβέρνηση θα μπορεί να ελαφρύνει λίγο τα βάρη που έχουν οδηγήσει σε φτώχεια και απελπισία εκατομμύρια εργαζομένων, ανέργων και φτωχών. Σε αυτό το στοιχειώδες, το διευθυντήριο των Βρυξελών λέει «όχι».
Μεγάλες υποχωρήσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έκανε τεράστιες παραχωρήσεις στην προσπάθεια της να καταλήξει σε μια συμφωνία με τους λεγόμενους «εταίρους». Άφησε στην άκρη και το θέμα της μείωσης («διαγραφής του μεγαλύτερου μέρους») του χρέους, καθώς και το θέμα της «πανευρωπαϊκής διάσκεψης για το χρέος» με βάση και το ιστορικό προηγούμενο της μείωσης του γερμανικού χρέους μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο. Εγκατέλειψε το θέμα των επανεθνικοποιήσεων των ιδιωτικοποιημένων δημόσιων επιχειρήσεων. Ο Γιάννης Βαρουφάκης έφτασε στο σημείο να υποστηρίζει ότι επενδύσεις όπως αυτές της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά είναι ευπρόσδεκτες γιατί «εκσυγχρονίζουν την οικονομία» και «αυξάνουν την ανταγωνιστικότητα». Ξεκαθάρισε επίσης, ότι το χρέος θα αποπληρωθεί στο σύνολό του «και μάλιστα με τόκους». Οι Δραγασάκης και Σακελλαρίδης ξεκαθάρισαν ότι η κυβέρνηση δεν θα αγγίξει τις διοικήσεις των Τραπεζικών Ομίλων (παρότι οι τράπεζες ιδιοκτησιακά ανήκουν στο δημόσιο, αφού αυτό έχει την πλειοψηφία των μετοχών, αλλά οι διοικήσεις είναι στα χέρια ιδιωτικών συμφερόντων).
Παρόλα αυτά η ΕΚΤ και η γερμανική άρχουσα τάξη είπαν «όχι».
Κι όχι μόνο αυτοί! Ακόμα και οι προβαλλόμενοι ως «σύμμαχοι» Ολάντ και Ρέντσι, στοιχίστηκαν πίσω από την ΕΚΤ και τον Σόιμπλε, με την ίδια ευκολία με την οποία αγκάλιαζαν την προηγούμενη μέρα τον Τσίπρα δηλώνοντας «κατανόηση» και «συμπάθεια» στις ελληνικές διεκδικήσεις! Με τέτοιους «φίλους» να μας λείπουν οι εχθροί.
Δεν είναι «διαπραγμάτευση», είναι «πόλεμος»
Η ελληνική κυβέρνηση λέει ότι τώρα ξεκινά η «διαπραγμάτευση». Αυτό όμως που ξεκίνησε από την πρώτη μέρα της εκλογής του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι «διαπραγμάτευση», είναι «πόλεμος»!
Όπως προέβλεπε, σε επανειλημμένα άρθρα και ανακοινώσεις του, το «Ξ», το διευθυντήριο των Βρυξελλών δεν είναι διατεθειμένο να ανεχτεί την ανατροπή της λιτότητας στην Ελλάδα, γιατί αυτό θα αποτελέσει το παράδειγμα για τους λαούς της υπόλοιπης Ευρώπης, και ιδιαίτερα του Νότου! Δεν είναι διατεθειμένο να ανεχτεί την άρνηση των Ελλήνων εργαζομένων να υποταχθούν, να σκύψουν το κεφάλι! Έχει την απαίτηση να συνεχίσουμε να πληρώνουμε για τις επόμενες δεκαετίες, για ένα χρέος που δεν δημιουργήσαμε και για το οποίο δεν φταίμε, έτσι ώστε οι πραγματικοί υπεύθυνοι να συνεχίζουν να πλουτίζουν στις δικές μας πλάτες.
Το όπλο τους: η απειλή της εξόδου από το €
Και το «όπλο» τους είναι ένα, αυτό που ήταν πάντα τα τελευταία χρόνια: η απειλή της εξόδου από το € μέσα από το σταμάτημα της χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας και της παροχής ρευστότητας στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι θέλουν σώνει και καλά την έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη. Ξέρουν πολύ καλά πως αυτό έχει κόστος και περιέχει μεγάλους κινδύνους για το € και την πορεία των ευρωπαϊκών οικονομιών. Όμως, πιο μεγάλο είναι το κόστος γι’ αυτούς αν ένας μικρός λαός, όπως οι Έλληνες, επιφέρουν μια συνολική ανατροπή των πολιτικών της λιτότητας που έχουν επιβάλει στο σύνολο της ΕΕ. Επομένως, θέλουν τη διατήρηση του € και θέλουν την παραμονή της Ελλάδας σ’ αυτό, ώστε να αποφύγουν επικίνδυνους κλυδωνισμούς, όμως την θέλουν υπό τον όρο ότι θα υποταχθεί στις απαιτήσεις τους!
Με άλλα λόγια μας θέλουν μέσα στο ευρώ αλλά γονατισμένους! Αυτό σημαίνει πως για να δεχτούν μια νέα συμφωνία με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, θα την πιέσουν τόσο πολύ ώστε να την αναγκάσουν να συρθεί σε μια νέα συμφωνία με αντάλλαγμα μερικά ψίχουλα!
Πώς απαντάμε;
Το ελληνικό εργατικό κίνημα, τα λαϊκά στρώματα, τα κοινωνικά κινήματα πρέπει να ζητήσουν και να απαιτήσουν από την ελληνική κυβέρνηση: ούτε βήμα πίσω!
Αν η απάντηση των Βρυξελών στο να τερματιστεί η λαίλαπα που διαλύει την ελληνική κοινωνία είναι το σταμάτημα της χρηματοδότησης και η πιστωτική ασφυξία, τότε και η δική μας απάντηση δεν μπορεί να είναι παρά μόνο μία: το € δεν είναι η «ιερή αγελάδα» που νομίζουν οι Βρυξέλες.
Από τα € που δίνει η Τρόικα στην Ελλάδα, το 90%, όπως δήλωσε ο ίδιος ο Γιάννης Βαρουφάκης, επιστρέφει στα ταμεία των δανειστών. Η απάντηση λοιπόν είναι πολύ απλή: «αν δεν δίνετε ευρώ για να αποπληρωθεί το χρέος, τότε δεν θα πάρετε τις δόσεις για την αποπληρωμή αυτού του χρέους».
Δεν πληρώνουμε το χρέος τους, προχωράμε στο πέρασμα του τραπεζικού συστήματος στα χέρια της κοινωνίας και των εργαζομένων, εθνικοποιούμε τις στρατηγικές επιχειρήσεις της χώρας, εφαρμόζουμε κοινωνικό και εργατικό έλεγχο και διαχείριση, δηλαδή δημοκρατία, στο δημόσιο και την παραγωγική διαδικασία, θέτουμε τέρμα στα παιγνίδια των κερδοσκόπων μέσα από τον έλεγχο της κίνησης κεφαλαίων και το δημόσιο έλεγχο του εξωτερικού εμπορίου, προχωράμε στο σχεδιασμό της οικονομίας για τις ανάγκες των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων, χτίζουμε δημοκρατικές δομές στην κοινωνία, τους εργατικούς χώρους και τις τοπικές κοινωνίες για να ελέγχουμε τις αποφάσεις που καθορίζουν τις ζωές μας.
Αυτή είναι η απάντηση στις απειλές του Ντράγκι και του Σόιμπλε.
Και την ίδια στιγμή αναζητούμε τους πραγματικούς μας συμμάχους, που δεν βρίσκονται στο επίπεδο των κυβερνήσεων (είτε της νότιας Ευρώπης είτε αλλού) αλλά μέσα στα εργατικά και λαϊκά στρώματα, μέσα στην ανερχόμενη «νέα» Αριστερά της Ευρώπης, νότιας και βόρειας, αλλά και διεθνώς, σε όλο τον πλανήτη.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ πιστεύει πως μπορεί να «μεταρρυθμίσει» την ΕΕ του κεφαλαίου και των πολυεθνικών, να την κάνει δημοκρατική και ανθρώπινη, μέσα από «διαπραγματεύσεις». Πρέπει να της πούμε ότι κάνει λάθος! Η ΕΕ των αφεντικών και η Ευρωζώνη, αυτή που ξέρουμε και ζούμε, είναι ένα ξοφλημένο, αντιδραστικό, κατασκεύασμα, ικανό μόνο να επιβάλλει αντιδημοκρατικές, απάνθρωπες, βάρβαρες πολιτικές. Πρέπει να περάσει στο «χρονοντούλαπο» της ιστορίας μια ώρα αρχύτερα. Κι αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από τους κοινούς αγώνες των εργαζομένων, με στόχο μια Ευρώπη που δεν θα ελέγχουν οι πολυεθνικές αλλά οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, μια Ευρώπη ενωμένη, σε εθελοντική, δημοκρατική, και ισότιμη βάση, μια Ευρώπη Σοσιαλιστική.