Της Ηλέκτρας Κλείτσα. Αναδημοσίευση από το blog της Green Attack
Πως γίνεται το ένα έκτο (1/6) σχεδόν του πληθυσμού του πλανήτη (γύρω στο 1 δις άνθρωποι) να λιμοκτονεί, ο μισός πλανήτης, (τρία δις άνθρωποι), να ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας (εισόδημα κάτω από περίπου 40€ το μήνα!) και ταυτόχρονα το ένα τρίτο της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων να καταλήγει στα σκουπίδια;
Κι όμως γίνεται! Πρόσφατη έκθεση του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO) αποτυπώνει σε όλη του την έκταση τον απόλυτο παραλογισμό με τον οποίο λειτουργεί η παγκόσμια αγορά ειδών διατροφής.
Σύμφωνα με την έρευνα του FAO κάθε χρόνο 1,3 δισεκατομμύρια τόνοι τροφίμων (το 1/3 της συνολικής παραγωγής) καταλήγουν στα σκουπίδια! Αυτό συμβαίνει την ίδια στιγμή που η συνολική παραγωγή ειδών διατροφής των χωρών της υποσαχάριας Αφρικής, ανέρχεται σε 230 εκατομμύρια τόνους.
Οι εταιρείες των τροφίμων δεν ασχολούνται με αυτό το πρόβλημα – δεν τις ενδιαφέρει. Αυτό που τις ενδιαφέρει είναι η περαιτέρω αύξηση της παραγωγής τροφίμων, γιατί από εκεί αντλούν τα κέρδη τους.
Για τις πολυεθνικές των τροφίμων το να ξεκινήσουν μια εκστρατεία για τον περιορισμό της σπατάλης και της καταστροφής των τροφίμων θα αποτελούσε την πιο παράλογη επιλογή. Για τις κοινωνίες του πλανήτη όμως, η πολιτική των πολυεθνικών που θέλουν να παράγονται όλο και περισσότερα τρόφιμα κι ας καταλήγουν στα σκουπίδια, είναι ο απόλυτος παραλογισμός. Ιδιαίτερα όταν το περιβάλλον του πλανήτη εκπέμπει σήμα κινδύνου, λόγω της κατάχρησης (από αυτές τις ίδιες εταιρείες και τις κυβερνήσεις) των δυνατοτήτων που μας παρέχει η φύση. Κι ακόμα περισσότερο όταν στο όνομα της αύξησης της παραγωγής τροφίμων, για να αντιμετωπιστεί υποτίθεται η πείνα, οι πολυεθνικές στρέφονται στα μεταλλαγμένα τα οποία δεν αποτελούν τίποτε άλλο από τη μετατροπή των ανθρώπων σε πειραματόζωα, με συνέπειες που θα αποκαλυφθούν σε 10, 20, ή 30 χρόνια – όταν δηλαδή θα είναι πολύ αργά.
Το καζίνο των τροφίμων
Τα τελευταία χρόνια οι εταιρίες τροφίμων είδαν τα κέρδη τους να απογειώνονται. Το ίδιο ακριβώς συνέβη με τις τιμές των τροφίμων στην παγκόσμια αγορά. Μέσα στη διετία 2007-08 η τιμή του ρυζιού αυξήθηκε κατά 217%, του σιταριού 136%, του καλαμποκιού 125%1. Οι δικαιολογίες των πολυεθνικών τροφίμων, των παραγόντων της αγοράς και των κυβερνήσεων στην προσπάθειά τους να πείσουν ότι αυτά τα πράγματα είναι φυσιολογικά κι ότι δεν είναι οι ίδιοι υπεύθυνοι για τις στρατιές των πεινασμένων, ήταν λίγο – πολύ οι αναμενόμενες: οι ξηρασίες, η καταστροφή σοδειών, και γενικά μείωση της παραγωγής οδήγησαν στην αύξηση των τιμών.
Η αλήθεια είναι ότι αυτό που τις προκάλεσε, ήταν οι διάφοροι κερδοσκόποι, που τρομαγμένοι από την οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση που χτύπησε τις ΗΠΑ ξεκινώντας από τα στεγαστικά δάνεια εκείνη την περίοδο, έσπευσαν να βρουν πιο ασφαλείς τομείς για να “επενδύσουν” τα κεφάλαιά τους. Για την ακρίβεια, μεγάλα κερδοσκοπικά κεφάλαια που μέχρι τότε τζογάρονταν στην αγορά κατοικίας, έπεσαν στην αγορά τροφίμων, προκαλώντας την αλματώδη άνοδο των τιμών.
Καλλιστεία λαχανικών
Λίγα χρόνια μετά, οι τιμές των τροφίμων αλλά και ο αριθμός των ανθρώπων που υποσιτίζονται παγκόσμια εξακολουθούν να βρίσκονται στα ύψη, ενώ εκατομμύρια τόνοι τροφίμων καταλήγουν στις χωματερές. Είναι πλέον προφανές ότι το επιχείρημα περί «μείωσης της παραγωγής» ήταν άλλο ένα παραμύθι. Ωστόσο, για τους «σοφούς» των αγορών, η ευθύνη και πάλι βρίσκεται κάπου μακριά από τους ίδιους: Οι καταναλωτές στις ανεπτυγμένες χώρες, είναι υποτίθεται ασυνείδητοι και αγοράζουν πολύ μεγαλύτερες ποσότητες τροφίμων από αυτές που πραγματικά χρειάζονται. Έτσι τελικά τα τρόφιμα πετιούνται ενώ ένα μεγάλο κομμάτι του παγκόσμιου πληθυσμού πεινάει.
Στην πραγματικότητα βέβαια, (και πάλι σύμφωνα με στοιχεία του FAO) ένα πολύ σημαντικό ποσοστό των «άχρηστων» τροφίμων, όχι απλά δε φτάνει στο καλάθι του «άπληστου» καταναλωτή, αλλά ούτε καν στο ράφι του super market, γιατί δεν ανταποκρίνεται στις αισθητικές προδιαγραφές όσων αποφασίζουν τι μπορεί και τι δεν μπορεί να πωληθεί. Μια ντομάτα π.χ. οφείλει να είναι ολοστρόγγυλη και κατακόκκινη. Οτιδήποτε άλλο, από τη στιγμή που απομακρύνεται από το «πρότυπο», δεν αξίζει ούτε καν να χαριστεί, ή να γίνει λίπασμα. Μια μόνο θέση του αξίζει: ο κάδος των σκουπιδιών!
Έτσι για παράδειγμα, οι πατάτες που καλλιεργούνται στο ίδιο χωράφι, που έχουν όλες την ίδια θρεπτική αξία, την ίδια γεύση και είναι εξίσου ασφαλείς (ή εξίσου επικίνδυνες), μπορεί να έχουν εντελώς διαφορετική κατάληξη. Αυτές που είναι καλοσχηματισμένες, μεσαίου μεγέθους, χωρίς σημάδια, θα πωληθούν, ενώ οι πολύ μεγάλες, οι πολύ μικρές, οι στραβοχυμένες θα πάνε με συνοπτικές διαδικασίες στο καλάθι των αχρήστων.
Ο απόλυτος παραλογισμός
Και για να ολοκληρωθεί η παράνοια, την ώρα που συμβαίνουν όλα τα πιο πάνω, τεράστιες δασικές εκτάσεις αποψιλώνονται, ώστε να μετατραπούν σε χωράφια για την καλλιέργεια φυτών που προορίζονται για την παραγωγή βιοκαυσίμων. Στη Βραζιλία για παράδειγμα, ένα πολύ σημαντικό ποσοστό των αερίων του θερμοκηπίου παράγεται από την καύση δασικών εκτάσεων του Αμαζονίου για το σκοπό αυτό, ενώ σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ και του FAO το 2007, η εξάπλωση της βιομηχανίας βιοκαυσίμων είναι από μόνη της αρκετή για να παραμείνουν οι τιμές των τροφίμων σε ψηλά επίπεδα για τουλάχιστον μια δεκαετία.
Όσο τα τρόφιμα αποτελούν αντικείμενο κερδοσκοπίας, όσο οι αγορές και τα χρηματιστήρια μπορούν να παίζουν με τις τιμές των αγροτικών προϊόντων, όσο τα κριτήρια για το τι μπορεί και τι δεν μπορεί να φτάσει στο πιάτο μας δεν είναι η ασφάλεια ή η θρεπτική του αξία, αλλά το κατά πόσο ανταποκρίνεται σε ένα πολύ συγκεκριμένο μοντέλο που να υπηρετεί καλύτερα την κερδοσκοπία των πολυεθνικών των τροφίμων, τόσο ο παραλογισμός θα διαιωνίζεται.
____________________________