Της Ηλέκτρας Κλείτσα, "Ματσέτα" στη Φιλοσοφική Αθήνας
Η «κίνηση των χιλίων», (πρωτοβουλία πανεπιστημιακών που υποστηρίζουν το νόμο – πλαίσιο για τα ΑΕΙ), ξαναχτυπά, με τις δηλώσεις του μέλους της, Γιώργου Παγουλάτου, καθηγητή της ΑΣΟΕΕ, στην «Καθημερινή» της 20ης Γενάρη:
«Τρία συμπεράσματα ΔΕΝ πρέπει να βγάλουμε από την περσινή κρίση: ότι το πανεπιστήμιο δεν χρειάζεται θεσμικές αλλαγές, ότι η πλειονότητα των μελών του (διδάσκοντες και φοιτητές) δεν τις επιθυμούν, και ότι η βία των μειοψηφιών θα καταφέρει να τις ακυρώσει».
Στο ίδιο άρθρο, ο Θ. Βερέμης, πρόεδρος του ΕΣΥΠ, δεν αρκείται στο να εξηγήσει τις προτάσεις του για το δημόσιο πανεπιστήμιο, αλλά αναφέρεται στο περσινό φοιτητικό κίνημα και όσους το υποστηρίζουν με τον πλέον προκλητικό τρόπο: «ανησυχούντες προστάτες του δημόσιου συμφέροντος, δημοσιογράφοι-δικαστές, χαλαροί συνεντευξιαστές, οργίλοι φωνακλάδες και μονομερείς γελωτοποιοί».
Πέρα από το γεγονός ότι οι παραπάνω δηλώσεις μπορούν να προέρχονται μόνο από ανθρώπους που δεν έχουν πραγματικά ιδέα για το τι θέλει και τι πιστεύει η πλειοψηφία των φοιτητών, πέρα από τους απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς, η διαπίστωση ότι το ελληνικό πανεπιστήμιο πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο, δεν μπορεί να οδηγεί με έναν αυτόματο τρόπο στο συμπέρασμα ότι όποιος δεν υπακούει τυφλά στα σχέδια της κυβέρνησης και των σοφών της, είναι τεμπέλης αιώνιος φοιτητής, που σαμποτάρει την πρόοδο και τη γνώση.
Για να πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή, πρέπει καταρχήν να δούμε ποια είναι τα πραγματικά, (και φυσικά καθόλου μικρά) προβλήματα του ελληνικού πανεπιστημίου, ξεκινώντας από το βασικότερο όλων: την χρηματοδότηση.
Γιατί πραγματικά, είναι αδύνατο να αλλάξουν προς το θετικό τα πράγματα στην ανώτατη εκπαίδευση, όσο αποφασισμένος κι αν είναι ο κύριος Βερέμης να πατάξει τις μειοψηφούσες στρατιές των αιώνιων φοιτητών, όσο η κρατική χρηματοδότηση παραμένει σε τόσο χαμηλά επίπεδα. Ανάμεσα σε 29 χώρες του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα παραμένει τελευταία στην κρατική χρηματοδότηση της εκπαίδευσης, με 3,3% του ΑΕΠ, την ώρα που ο μέσος όρος φτάνει το 5,4%. («Καθημερινή», 20/1).
Αν η προσπάθεια του κύριου Βερέμη και της «κίνησης των χιλίων», είναι να μας πείσουνε ότι για όλα τα προβλήματα της παιδείας φταίνε οι τεμπέληδες φοιτητές, και ότι πρέπει πλέον τα ίδια τα πανεπιστήμια να μπουν στην κούρσα της αναζήτησης πόρων για την επιβίωσή τους, μπορούμε απλά να ρίξουμε μια ματιά σε πανεπιστήμια του εξωτερικού που έχουν μπει ήδη σε αυτή τη διαδικασία.
Στην Πορτογαλία, τα δίδακτρα για τον πρώτο κύκλο σπουδών φτάνουν τα 950 ευρώ το χρόνο, ενώ το μάστερ κοστίζει από 3.000 έως 15.000, ανάλογα με το πανεπιστήμιο. Στη Γερμανία, ο μέσος όρος των διδάκτρων ανά εξάμηνο στα δημόσια πανεπιστήμια είναι περίπου 500 ευρώ, ενώ στα ιδιωτικά μπορεί να φτάσουν μέχρι και τις 10.000! Στο Βέλγιο, τα δίδακτρα στα πανεπιστήμια της γαλλόφωνης κοινότητας είναι 780 ευρώ, και στις αντίστοιχες σχολές της φλαμανδικής κοινότητας, 550 ευρώ. (στοιχεία από το «Ριζοσπάστη», 20/1).
Αν αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο οι «σοφοί» και η κυβέρνηση προσπαθούν να απαντήσουν στα προβλήματα της εκπαίδευσης, τότε είναι προφανές, ότι οι φοιτητές, που είναι οι πρώτοι που θα χτυπηθούν από τα νέα μέτρα, αλλά και η μεγάλη πλειοψηφία της πανεπιστημιακής κοινότητας, δεν έχουν άλλη επιλογή, από το να συνεχίσουν να παλεύουν ενάντια στην προσπάθεια περαιτέρω υποβάθμισης του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης.