Άρθρο του Pete Dickenson, από το περιοδικό Socialism Today
Μετάφραση – επιμέλεια Άννα Κλείτσα
Η εκτεταμένη, τόσο χρονικά όσο και σε συνέπειες, ξηρασία στις ΗΠΑ έχει θέσει σε σημαντικό κίνδυνο όλες τις καλλιέργειες. (βλ. και https://xekinima.org/arthra/view/article/trofima-rokanizontas-kerdi/). Η τεράστια μείωση των αγροτικών προϊόντων έχει προκαλέσει συζητήσεις και για το θέμα των βιοκαυσίμων και για το αν πρέπει οι πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή τους να διοχετευτούν στην αγορά τροφίμων. Τα βιοκαύσιμα παράγονται από ακατέργαστα προϊόντα, όπως το καλαμπόκι και το φοινικέλαιο, που με την κατάλληλη επεξεργασία μπορούν να παράξουν αιθανόλη και να χρησιμοποιούνται σαν υποκατάστατα του πετρελαίου και των παραγώγων του στην κίνηση οχημάτων.
Τα βιοκαύσιμα έγιναν ιδιαίτερα “δημοφιλή” στις ΗΠΑ και σε άλλες ανεπτυγμένες καπιταλιστικά χώρες, επειδή συμβάλλουν στην ενεργειακή αυτονομία: παράγονται από καλλιέργειες και ακατέργαστα υλικά μέσα στην ίδια την χώρα και δεν απαιτείται η εισαγωγή τους. Κάτω από την πίεση “περιβαλλοντικών εκστρατειών ενημέρωσης”, η χρήση τους υποστηρίχθηκε τόσο από τις κυβερνήσεις όσο και από τις αυτοκινητοβιομηχανίες επειδή υποτίθεται πως είναι μια “πράσινη μορφή ενέργειας”. Έτσι, έφτασαν να αποτελούν μια επικερδή υπόθεση που αποσπά τεράστιες κρατικές επιδοτήσεις. Το αμερικάνικο Υπουργείο Γεωργίας εκτιμά ότι για την παραγωγή αιθανόλης χρησιμοποιείται μέχρι και το 40% της συνολικής παραγωγής καλαμποκιού ενώ στην Ευρώπη, σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ, η παραγωγή βιοντίζελ απορροφά το 60% της καλλιέργειας ελαιοκράμβης. Στις Φιλιππίνες, μια χώρα που παράγει μεγάλες ποσότητες βιοκαυσίμων από φοινικέλαιο, όσοι έχουν αυτοκίνητο υποχρεούνται να χρησιμοποιούν συγκεκριμένο ποσοστό βιοκαυσίμων για την κίνησή του.
Η εκτόξευση στις τιμές των τροφίμων που προκλήθηκε από την ξηρασία στις ΗΠΑ, έχει αναγκάσει πολλούς οργανισμούς, όπως το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα, να πιέσουν την αμερικάνικη κυβέρνηση σε επανεκτίμηση της στάσης της για τα βιοκαύσιμα. Αυτό βέβαια, δεν προκύπτει από μια ξαφνική κρίση ανθρωπισμού αυτών των οργανισμών: απλώς πιστεύουν πως οι μεγάλες κρατικές επιδοτήσεις στρεβλώνουν τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς.
Παρόλα αυτά, πολλοί αναλυτές πιστεύουν πως οι παραινέσεις αυτών των οργανισμών μάλλον δεν θα εισακουστούν, αφού το ζήτημα των επιδοτήσεων έχει μπει στην αρένα των προεκλογικών δεσμεύσεων, ειδικότερα στην πολιτεία της Αϊόβα, μια από τις μεγαλύτερες παραγωγούς αγροτικών προϊόντων στην χώρα (και με καθοριστικό ρόλο στο αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών). Αν η κυβέρνηση κόψει τις επιδοτήσεις στην παραγωγή αγροτικών προϊόντων που προορίζονται για βιοκαύσιμα, η τιμή του καλαμποκιού θα βρεθεί σ’ελεύθερη πτώση και μαζί της το εισόδημα των ντόπιων αγροτών. Αν συμβεί αυτό, μάλλον δεν θα έχουν και πολύ μεγάλη διάθεση να στηρίξουν τους Δημοκρατικούς στις εκλογές του Νοέμβρη… Γι αυτό τον λόγο, τόσο ο Ομπάμα όσο και ο Ρόμνει (ο υποψήφιος πρόεδρος του Ρεπουμπλικάνικου κόμματος) είναι ξεκάθαρα υπέρ της διατήρησης των επιδοτήσεων.
Σε όλη αυτή την αντιπαράθεση για τα βιοκαύσιμα, αυτό που έχει απασχολήσει λιγότερο είναι οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της χρήσης τους. Για την κοινωνία όμως, καθώς και τους ακτιβιστές της Αριστεράς και της οικολογίας, αυτό αποτελεί το πιο κρίσιμο σημείο. Συνεχώς πληθαίνουν τα στοιχεία που αποδεικνύουν πως τα βιοκαύσιμα δεν αποτελούν άλλη μια πηγή πράσινης ενέργειας καθώς στην πραγματικότητα απελευθερώνουν περισσότερα αέρια του θερμοκηπίου από αυτά που αποτρέπουν να εκλυθούν στην ατμόσφαιρα (από τη χρήση συμβατικών καυσίμων), ενώ παράλληλα είναι πηγή κοινωνικών προβλημάτων στις περιοχές όπου καλλιεργούνται.
Θεωρητικά, η παραγωγή τους στηρίχθηκε στο σκεπτικό πως αποτελούν ανανεώσιμη πηγή ενέργειας και δεν επιβαρύνουν την ατμόσφαιρα με επιπλέον εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Στην πράξη όμως, οι συνθήκες κάτω από τις οποίες παράγονται τα βιοκαύσιμα, δεν οδηγούν σε μια συνολική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Όταν υπολογίζει κανείς τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις οποιασδήποτε πηγής ενέργειας, είναι σημαντικό να υπολογίζει όλους τους παράγοντες: όχι μόνο τις επιπτώσεις από την χρήση τους, αλλά και τις επιπτώσεις μέχρι να παραχθούν. Για παράδειγμα, το καλαμπόκι που χρησιμοποιείται στην παραγωγή βιοκαυσίμων, μεταφέρεται σε πετρελαιοκίνητα βυτία και η αλυσίδα της παραγωγής ενέργειας είναι πολύ μεγάλη μέχρι την τελική κατανάλωσή τους. Υπάρχουν μελέτες που αποδεικνύουν ότι τέτοιες “δευτερεύουσες” επιπτώσεις παραγνωρίζονται τελείως παρόλο που φτάνουν μέχρι και το 60% της συνολικής ενέργειας που απαιτείται.
Επιπλέον, η διαδικασία μετατροπής του καλαμποκιού σε βιοκαύσιμο απαιτεί μεγάλα ποσά ενέργειας, που σε μεγάλο ποσοστό προέρχεται από μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας! Ερευνητές του Πανεπιστημίου Κορνέλ και του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϋ, βρήκαν ότι απαιτείται κατά 29% περισσότερη ενέργεια για να παραχθεί ένα γαλόνι (περίπου 3,8 λίτρα) αιθανόλης απ’ όση απαιτείται για ένα γαλόνι ορυκτού καυσίμου. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι για την καλλιέργεια καλαμποκιού απαιτούνται μεγάλες ποσότητες ενέργειας προερχόμενης από ορυκτά καύσιμα, δεδομένου ότι πριν καταλήξει το καλαμπόκι να μετατραπεί σε βιοκαύσιμο, χρειάζεται λιπάσματα, εγκαταστάσεις άρδευσης και μεταφορά.
Μια άλλη μελέτη του περιοδικού “Science” το 2008, αποκαλύπτει πως η χρήση αιθανόλης παραγόμενης από καλαμπόκι σχεδόν θα διπλασίαζε, σε παγκόσμια κλίμακα, την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου μέσα σε 30 χρόνια! Επιπλέον, αυτοί οι αέριοι ρύποι θα παρέμεναν και θα συνέχιζαν να επηρεάζουν την ατμόσφαιρα για άλλα 167 χρόνια!
Οι ερευνητές, αναλύοντας προηγούμενες μελέτες υπέρ της χρήσης των βιοκαυσίμων, αναφέρουν πως οι μελέτες αυτές δεν έλαβαν υπόψη τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που οφείλονται στην αποψίλωση των δασών και της μετατροπής χορτολιβαδικών εκτάσεων σε καλλιεργήσιμη γη. Με δυο λόγια, τα δάση, τα λιβάδια αλλά ακόμη και οι καλλιέργειες σιτηρών αντικαθίστανται με καλλιέργειες ικανές να μετατραπούν σε βιοκαύσιμα. Αυτό το φαινόμενο είναι εξαιρετικής σημασίας καθώς τα δάση μπορούν να απορροφήσουν πολύ μεγαλύτερα ποσοστά διοξειδίου του άνθρακα από οποιαδήποτε αγροτική καλλιέργεια. (για περισσότερες πληροφορίες βλ.: http://bit.ly/hwVsYT).
Το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ απάντησε πως η χρήση βιοκαυσίμων μπορεί να μειώσει κατά 19% την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου, σε σύγκριση με το πετρέλαιο, πράγμα που (ακόμη κι αν ισχύει), αντιμετωπίζει το πρόβλημα εντελώς επιφανειακά. Η έρευνα αυτή του Υπουργείου λαμβάνει υπόψη τη χρήση αιθανόλης στην αμερικάνικη πραγματικότητα, όπου δεν καταστρέφονται τροπικά δάση για να αντικατασταθούν από καλλιέργειες καλαμποκιού ή φοινίκων (για την παραγωγή φοινικέλαιου). Ωστόσο, ακόμη και στην Αμερική, μια έρευνα του περιοδικού “Science” έδειξε ότι οι εκπομπές αυξήθηκαν κατά 50%. Στην πραγματικότητα λοιπόν, η υπόθεση ότι η χρήση βιοκαυσίμων σε παγκόσμια κλίμακα θα οδηγήσει σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα σε αποψίλωση των τροπικών δασών προκειμένου να δημιουργηθεί χώρος για τις καλλιέργειες, δυστυχώς επιβεβαιώνεται από την σημερινή πραγματικότητα.
Ένας από τους λόγους που απέτυχε η συμφωνία του Κιότο να μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, ήταν η εξής απάτη: στην πραγματικότητα ενθάρρυνε την καταστροφή των τροπικών δασών και τη μετατροπή τους σε αγροτικές εκτάσεις, μεταξύ των οποίων καλλιέργειες φυτών για παραγωγή βιοκαυσίμων, με πιο χαρακτηριστικό το φοινικέλαιο.
Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, η περιβαλλοντική ζημιά σε όλη αυτή την υπόθεση είναι πως οι καλλιέργειες απορροφούν μόλις το 20% του διοξειδίου του άνθρακα σε σύγκριση με τα τροπικά δάση (τα τροπικά δάση είναι εξαιρετικής σημασίας στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, καθώς για το 10% του συνόλου των αερίων του θερμοκηπίου ευθύνεται η αποψίλωση των δασών καθώς τα δέντρα απορροφούν μεγάλες ποσότητες του διοξειδίου του άνθρακα). Στην Ινδονησία, που έχει ακολουθήσει μια πολιτική ευρείας χρήσης βιοκαυσίμων, το 72% των τροπικών δασών έχει καταστραφεί κι έχει αντικατασταθεί εν μέρει με την καλλιέργεια φοίνικα. Η καταστροφή των τροπικών δασών έχει επίσης πολλές επιπτώσεις στους ιθαγενείς πληθυσμούς: η γη και τα σπίτια τους αρπάζονται μέσα από τα χέρια τους, όσο το δάσος αποψιλώνεται.
Από περιβαλλοντική άποψη, δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία για τη συνέχιση της χρήσης βιοκαυσίμων. Ακόμη και κάτω από ιδανικές συνθήκες, είναι σχεδόν απίθανο η χρήση τους να μειώσει δραστικά τις εκπομπές αέριων ρύπων. Εν τω μεταξύ, οι εκτάσεις που αξιοποιούνται για καλλιέργεια των πρώτων υλών των βιοκαυσίμων, είναι ένας από τους παράγοντες που επηρεάζουν την αύξηση στις τιμές των τροφίμων. Πραγματικά ανανεώσιμες μορφές ενέργειας, όπως η αιολική, η ηλιακή και η παλιρροϊκή είναι και διαθέσιμες και ικανές να αποτελέσουν τη βάση μιας πράσινης πολιτικής στον τομέα της ενέργειας. Δυστυχώς, η χρήση τους φαίνεται μακρινή καθώς δεν φέρνουν τα κέρδη που θα ήθελαν οι μονίμως πεινασμένοι καπιταλιστές.