Ακόμη και για τα δεδομένα της Νιγηρία, οι πρόσφατες εθνικές και πολιτειακές εκλογές αυτού του Απρίλη ήταν μια απάτη.
Από την αρχή της διαδικασίας, η κυβερνητική κλίκα ήταν αποφασισμένη ότι η φατρία τους θα διατηρούσε τον έλεγχο του νιγηριανού κράτους και με αυτόν τον τρόπο θα διατηρούσε τη δυνατότητά της να λεηλατεί το τεράστιο εισόδημα της χώρας από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο.
Η νοθεία ξεκίνησε πέρυσι με την προετοιμασία του αποκαλούμενου «εκλογικού καταλόγου». Όταν ο κατάλογος συντάχθηκε, καταγγέλθηκαν πολλά φαινόμενα απάτης. Ο πρόεδρος της εκλογικής επιτροπής, INEC, δήλωσε τον Οκτώβρη 2006 ότι ο αναμενόμενος αριθμός εγγεγραμμένων ψηφοφόρων ήταν 98 εκατομμύρια, αλλά στο τέλος μόνο 61 εκατομμύρια ονόματα καταχωρήθηκαν και πολλά από αυτά ήταν ψεύτικα! Ο εκλογικός κατάλογος θα δημοσιοποιούνταν τον Φεβρουάριο έτσι ώστε οι ψηφοφόροι να μπορούσαν να ελέγξουν αν τα ονόματά τους ήταν μέσα και να μάθουν σε ποια εκλογικά κέντρα θα ψήφιζαν, αλλά στις περισσότερες περιοχές αυτό δεν συνέβη.
Ταυτόχρονα η INEC χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση σαν εργαλείο για να εμποδίσει την προεκλογική εκστρατεία των κομμάτων της αντιπολίτευσης, εκτοξεύοντας ενάντια τους κατηγορίες για διαφθορά, απομακρύνοντας τους υποψηφίους τους ή αντικαθιστώντας τους αυθαίρετα με άλλους. Αυτό συνέβη στο Λάγος, όπου η INEC αντικατέστησε τον Lanre Arogundade, μέλος του Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κινήματος (DSM, CWI στη Νιγηρία), που είχε εκλεγεί ως υποψήφιος του Εθνικού Κόμματος Συνείδησης (NCP), με έναν υποψήφιο που δεν ήταν καν μέλος του NCP και στην πραγματικότητα ζει στις ΗΠΑ!
Βία και νοθεία
Από όλη τη Νιγηρία στάλθηκαν εκατομμύρια καταγγελίες ψηφοφόρων σύμφωνα με τις οποίες σε πολλούς δεν επετράπη καν να ψηφίσουν, υπήρχαν τεράστιες ελλείψεις ψηφοδελτίων, εκεί που υπήρχαν ήταν συμπληρωμένα πριν τις εκλογές, η δωροδοκία ψηφοφόρων γινότανε ανοιχτά, και πολλά εκλογικά κέντρα ή άνοιξαν αργά ή δεν άνοιξαν καθόλου. Στην ουσία, τα επίσημα αποτελέσματα ήταν προϊόν βίας και νοθείας.
Ενώ το μεγαλύτερο μέρος αυτής της απάτης έγινε από το κυβερνών κόμμα, το Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα (PDP), σε περιοχές όπου την πλειοψηφία έχουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης χρησιμοποίησαν ακριβώς τις ίδιες μεθόδους για να νοθεύσουν τα αποτελέσματα και να διατηρήσουν την εξουσία τους.
Αν και η συμμετοχή ήταν μικρή, όπου υπήρξαν διαμαρτυρίες ενάντια στη φανερή νοθεία αντιμετωπίστηκαν με την σκληρή κρατική καταστολή και τις οπλισμένες συμμορίες. Οι παρατηρητές της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανέφεραν ότι πάνω από 200 άνθρωποι σκοτώθηκαν σε αυτές τις εκλογές που τις περιέγραψαν με ευγένεια σαν «μη αξιόπιστες».
Ο συντάκτης του BBC Αφρικής συνόψισε την κατάσταση ως εξής: «μπορεί να υπάρχει πραγματική αγανάχτηση στη Νιγηρία, αλλά υπάρχει την ίδια ώρα και απελπισία – οι άνθρωποι ξέρουν τους κινδύνους που έχουν οι διαμαρτυρίες και οι διαδηλώσεις. Πολλοί άνθρωποι στη Νιγηρία αισθάνονται μακριά από την πολιτική διαδικασία, κυρίως επειδή παραδοσιακά οι πρόεδροι και οι κυβερνήσεις τους ενδιαφέρονται πολύ λίγο για αυτούς. Βλέπουν τις εκλογές σαν ένα παιχνίδι μεταξύ της ελίτ. Έτσι, είναι γεγονός πως τέτοιου είδους εκλογές δεν αποτελούν έκπληξη, αν και η πλήρης ανικανότητα, αδεξιότητα και προκλητικότητα των κυβερνόντων αυτή τη φορά εξαγρίωσαν τους πολίτες περισσότερο από ότι συνήθως. Αυτές οι εκλογές ήταν απλά ένα σύμπτωμα του πολιτικού συστήματος της Νιγηρίας – ενός συστήματος ελεγχόμενου από το χρήμα – και το έπαθλο ήταν ο έλεγχος του τεράστιου πετρελαϊκού πλούτου της χώρας. Με τόσα πολλά να διακυβέβονται, επενδύθηκαν τόσα πολλά στους υποψήφιους, που πάση θυσία έπρεπε να κερδίσουν ξανά.»
Εντούτοις, παρά το φόβο της καταστολής και την κατανόηση των εργαζομένων ότι όλοι οι βασικοί αντίπαλοι υποψήφιοι αντιπροσωπεύουν διαφορετικές ομάδες των κλεφτών και των καταπιεστών, αυτές οι εκλογές άνοιξαν μια νέα και ενδεχομένως ασταθή περίοδο στη Νιγηρία. Εάν και όταν ο νέος Πρόεδρος, Umaru Yar’Adua, αναλάβει τα καθήκοντα του, θα ηγηθεί μιας αδύναμης κυβέρνησης, χωρίς καμμιά λαϊκή υποστήριξη.
Επίσης, είναι αξιοσημείωτο πως ενώ οι δυτικές κυβερνήσεις έχουν κατακρίνει τις εκλογές δεν απαιτούν την ακύρωσή τους. Ο ιμπεριαλισμός, φοβάται το ξέσπασμα λαϊκών κινημάτων, θέλει «σταθερότητα» στη Νιγηρία, την μεγαλύτερη χώρα της Αφρικής, που έχει το ένα τέταρτο του πληθυσμού της ηπείρου και αποτελεί τον όγδοο μεγαλύτερο εξαγωγέα πετρελαίου στον κόσμο. Έτσι, η Ουάσιγκτον λέει ουσιαστικά στους νιγηριανούς ότι πρέπει να αποδεχτούν την νοθεία σε αυτές τις εκλογές προς όφελος της σταθερότητας, για να μπορούν πιό εύκολα να εκμεταλλεύονται την χώρα.
Η τραγωδία σε αυτές τις εκλογές ήταν ότι δεν υπήρξε καμία πολιτική φωνή που να εκπροσωπεί τους απλούς νιγηριανούς, ειδικά τους εργαζόμενους και τους φτωχούς της πόλης και της επαρχίας. Δεν υπήρξε κανένα κόμμα να τους αντιπροσωπεύσει που να μην έχει εξαγοραστεί από τη μια ή την άλλη από τις μεγάλες συμμορίες.
Αυτό σημαίνει ότι δυστυχώς μπορεί να μην υπάρξει καμία άμεση δυναμική απάντηση σε αυτό το όργιο βίας και νοθείας. Αυτό όμως δεν σημαίνει καθόλου ότι η άρχουσα τάξη μπορεί να εφησυχάζει.
Κλεμμένος πλούτος
Η τιμή του πετρελαίου έχει αυξηθεί από $20 το βαρέλι το 1999, σε πάνω από $60 τώρα. Αλλά οι εργαζόμενοι στην Νιγηρία δεν έχουν δει τίποτα από αυτή την πετρελαϊκή άνθηση. Πράγματι αυτό που βλέπουν είναι να ληστεύεται θρασύτατα ο πλούτος της χώρας τους. Ήδη ανάμεσα στο 2000 και το 2005 η χώρα κατακλύστηκε από μαζικές κινητοποιήσεις και γενικές απεργίες. Δυστυχώς όμως, όλα αυτά δεν οδήγησαν σε θεμελιώδης αλλαγές επειδή οι συνδικαλιστικές ηγεσίες δεν ετόλμησαν να αντιμετωπίσουν την κυβερνητική ελίτ.
Η εκλογική απάτη στις εκλογές του Απριλίου σημαίνει πως τώρα πιά το θέμα των δημοκρατικών δικαιωμάτων θα συνδεθεί με τα ζωτικής σημασίας οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα και θα προκαλέσει ένα εκρηχτικό μείγμα που θα απειλεί να εκραγεί.
Το Δημοκρατικό Σοσιαλιστικό Κίνημα (CWI) που έπαιξε έναν σημαντικό ρόλο στις μαζικές κινητοποιήσεις από το 2000 μέχρι και το 2005, σήμερα καλεί τους ηγέτες των συνδικάτων και την αντιπολίτευση να καλέσουν εθνικές διαμαρτυρίες, όχι μόνο ενάντια στις απάτες που έγιναν στις εκλογές, αλλά για «να τελειώσει η κυριαρχία των απατεώνων σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης». Αυτό, υποστηρίζει το DSM, απαιτεί μια «συνειδητή στρατηγική για το χτίσιμο μιας νέας πολιτικής οργάνωσης που θα συσπειρώσει την πλειοψηφία, αποδείχνοντας στη πράξη ότι στοχεύει στην θεμελιώδη αλλαγή της κοινωνίας και όχι απλά στην ανταλλαγή της μιας συμμορίας με μια άλλη.» Ώστε να χρησιμοποιηθούν οι τεράστιοι πόροι της Νιγηρίας προς όφελος της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού της.
Για περισσότερες πληροφορίες: www.socialistnigeria.org/index.php και
www.socialistworld.net.