Εδώ και τρία χρόνια ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρόεδρός του ακολουθούν την τακτική του «ώριμου φρούτου» απέναντι στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Περιμένουν δηλαδή να πέσει η δημοτικότητά της και να μην ξαναβγεί στις επόμενες εκλογές, λόγω των αντιλαϊκών πολιτικών της, χωρίς να κάνουν οι ίδιοι κάτι που να μετράει πραγματικά στα μάτια των λαϊκών στρωμάτων.
Πρόκειται για μια συνειδητή επιλογή που εξηγείται από τη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ το 2015 προς τον «ρεαλισμό των μνημονίων»: Έχοντας αρνηθεί τον ανατρεπτικό ρόλο κάθε κινηματικής διαδικασίας και έχοντας υποκύψει στο «θεσμικό πλαίσιο που βάζει η ΕΕ», δεν θα μπορούσε να διαφοροποιηθεί στις κεντρικές επιλογές της άρχουσας τάξης.
Η παρουσία Τσίπρα στη ΔΕΘ
Η παρουσία και η ομιλία στη ΔΕΘ δεν άλλαξαν κάτι σε σχέση με αυτό, ίσα ίσα επιβεβαίωσε τη ρότα του ΣΥΡΙΖΑ, παρόλο που κάποια από τα μέτρα που εξήγγειλε ο Τσίπρας, αν γίνονταν κάποια στιγμή πράξη, θα πρόσφεραν κάποια ανακούφιση στα χτυπημένα από την κρίση λαϊκά στρώματα.
Το ύφος, η ορολογία, τα συνθήματα του ΣΥΡΙΖΑ δεν διέφεραν πολύ από αυτά που έχει υιοθετήσει τα τελευταία χρόνια και κατά βάση χαρακτηρίζονται από την αταξικότητα και από την «εθνική απεύθυνση». Το σύνθημα που επέλεξε το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ ήταν το «Δικαιοσύνη παντού», ενώ το βασικό κλίμα που προσπάθησε να περάσει ήταν αυτό της «προοδευτικής διακυβέρνησης» στον αντίποδα της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Και πάνω σε αυτή τη βάση είναι που εξήγγειλε τις 6 «εθνικές προτεραιότητες» του ΣΥΡΙΖΑ.
- Επανακρατικοποίηση της ΔΕΗ προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ενεργειακή κρίση, εννοώντας όμως την ανάκτηση του 51% των μετοχών της.
- Αύξηση του κατώτερου μισθού και εφαρμογή της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής.
- Στήριξη του κοινωνικού κράτους, που περιλαμβάνει κατά βάση την κατάργηση των αντεργατικών νόμων Χατζηδάκη και στήριξη του ΕΣΥ.
- Παραγωγική ανασυγκρότηση, εννοώντας μ’ αυτό μια δικαιότερη διανομή των χρημάτων του Ταμείου Ανάκαμψης
- Μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη, που εκτός των άλλων θα περιλαμβάνουν τη νομοθετική κατοχύρωση του όρου «γυναικοκτονία» και μεταφορά της ΕΥΠ στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη
- Απάντηση στο δημογραφικό πρόβλημα με ενίσχυση των επιδομάτων παιδιών, ενίσχυση της μητρότητας κοκ.
Πρόκειται για μέτρα που αν εφαρμοζόντουσαν θα μπορούσαν να φέρουν ανακούφιση και να αποκαταστήσουν κάποιες από τις αδικίες που προκάλεσε η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ μάλιστα δηλώνει πως τα έχει κοστολογήσει με ακρίβεια και φτάνουν τα 5,6 δισ.
Το 2015…
Ωστόσο, η έλλειψη εμπιστοσύνης στις εξαγγελίες του Τσίπρα στηρίζεται στο γεγονός πως το μοτίβο «προτείνουμε καλά μέτρα, είναι κοστολογημένα, γι’ αυτό ψηφίστε μας» τα εργατικά και λαϊκά στρώματα το έχουν ξανακούσει από τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό έγινε από το βήμα της ΔΕΘ τον Σεπτέμβρη του 2014 με το περίφημο, κοστολογημένο «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης». Στην πράξη, λίγους μήνες μετά, έκανε τα αντίθετα από αυτά που υποσχόταν.
Κι αυτό παρότι τότε υπήρχαν σημαντικά κινήματα στη βάση της κοινωνίας που επεδίωκαν την ανατροπή των μνημονιακών κομμάτων και της όλης κατάστασης που είχε δημιουργήσει η Τρόικα και οι ελληνικές κυβερνήσεις. Η συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ μετά το δημοψήφισμα του 2015 και παρά το εκπληκτικό 62% του «Όχι» έβαλαν ταφόπλακα σε αυτό το κλίμα, όπως και στο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, το οποία ξαφνικά έγινε «ανεφάρμοστο» και γρήγορα μετατράπηκε σε νέο Μνημόνιο.
…και το σήμερα
Το πρόγραμμα της φετινής ΔΕΘ ωστόσο, δεν μοιάζει με αυτό της Θεσσαλονίκης το 2014. Ο Τσίπρας τόνισε πολλές φορές ότι όλα αυτά τα μέτρα είναι «μέσα στο θεσμικό πλαίσιο που βάζει η ΕΕ», ενώ το κόστος του προγράμματος είναι αντίστοιχο με αυτό που εξήγγειλε ο Μητσοτάκης (5,6 δισ. ο Τσίπρας, 5,5 δισ. ο Μητσοτάκης).
Αυτό που δεν είπε όμως ο Αλέξης Τσίπρας είναι αν αυτά τα μέτρα είναι αποδεκτά από την ελληνική άρχουσα τάξη. Αν δηλαδή το ελληνικό κεφάλαιο δεν θα εναντιωθεί σε παραπέρα αύξηση του βασικού μισθού, στην επαναφορά της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής (ΑΤΑ) μισθών, συντάξεων και επιδομάτων, σε ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, στην κατάργηση των αντεργατικών νόμων, στην κατάργηση της αστυνομικής παρουσίας στα πανεπιστήμια, κλπ.
Στην πραγματικότητα ο Τσίπρας, από την ίδια τη ΔΕΘ, έκανε εκπτώσεις σ’ αυτά που εξάγγειλε, μόλις στριμώχτηκε λιγάκι από δημοσιογράφους. Για παράδειγμα, σε ερώτηση δημοσιογράφου, σχετικά με την «κρατικοποίηση» της ΔΕΗ (δεν είναι καν κρατικοποίηση, αφού απλά θα αυξήσει τις μετοχές του κράτους μέχρι το 51%), απάντησε λέγοντας:
«…στη Γερμανία και σε όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες δεν ισχύει αυτός ο κανόνας της επιδότησης της αισχροκέρδειας με τα λεφτά των φορολογουμένων, άρα έχουνε ζημιές. Και το κράτος αναλαμβάνει. Και όταν περάσει η κρίση θα δούμε τι θα κάνουμε…»
«Όταν περάσει η κρίση, θα δούμε τι θα κάνουμε…»! Ούτε καν για τη ΔΕΗ, δηλαδή, δεν είναι διατεθειμένος ο Τσίπρας να προχωρήσει σε μια τολμηρή κίνηση, παρά τα μύρια όσα έχουμε δει να κάνουν οι διάφορες ιδιωτικές εταιρείες ενέργειας και στο θέμα της αισχροκέρδειας και στο θέμα των περιβόητων πια ΑΠΕ (Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας).
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι διατεθειμένη να δει έναν ενεργό ρόλο του κράτους στην οικονομία μέσα από την εθνικοποίηση στρατηγικών κομματιών της οικονομίας. Θεωρεί, στην ουσία, ότι θα βοηθήσει την καπιταλιστική αγορά να λειτουργεί με πιο ανθρώπινο και κοινωνικά ευαίσθητο τρόπο. Πρόκειται για αυταπάτη.
Συγκυβέρνηση με ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ
Βέβαια η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει την άνεση να υπόσχεται πολλά και διάφορα, σ’ αυτή τη φάση, ξέροντας πως μετά τις εκλογές δεν θα έχει κυβέρνηση πλειοψηφίας αλλά συνεργασίας, οπότε θα μπορεί πάντα να καταφεύγει στο «παιδιά, εγώ θέλω αλλά δεν μπορώ…».
Η εναλλακτική προοπτική στην κυβέρνηση του Μητσοτάκη που παρουσίασε ο Τσίπρας στη ΔΕΘ ήταν η «προοδευτική διακυβέρνηση», που στην πράξη σημαίνει κυβέρνηση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ. Το ΚΚΕ είναι δεδομένο πως θα αρνηθεί, ενώ και το ΜΕΡΑ 25 με τον Γιάνη Βαρουφάκη έχει έμμεσα ξεκαθαρίσει τη στάση του, θέτοντας σαν όρο τη διαμόρφωση ενός μίνιμουμ προγράμματος πριν από τις εκλογές, πράγμα βέβαια που ο Τσίπρας αρνείται. Έτσι, στην προοπτική συγκυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ με το ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ αυτό που θα βάζει τα όρια της πολιτικής της συγκυβέρνησης είναι το τελευταίο – και με αυτήν την έννοια οποιοδήποτε προγραμματικό σημείο που παρουσίασε ο Τσίπρας μπορεί να αναιρεθεί.
Το «να φύγει ο Μητσοτάκης» είναι αρκετό;
Η πραγματικότητα είναι ότι στην πορεία προς τις εκλογές το μόνο «χαρτί» που έχει να παίξει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι η απαίτηση ενός όλο και μεγαλύτερου στρώματος των εργαζομένων και της νεολαίας «να φύγει ο Μητσοτάκης». Από την άλλη είναι φανερό ότι αυτό από μόνο του δεν είναι αρκετό για να αναδείξει τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια πραγματική εναλλακτική και να του δώσει δυναμική.
Μετά από δέκα χρόνια αλλεπάλληλων επιθέσεων στα πλαίσια των μνημονιακών προσαρμογών, με τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας να παραμένουν και να ετοιμάζονται να αναδειχθούν με εκρηκτικό τρόπο το επόμενο διάστημα, ο ελληνικός καπιταλισμός παραμένει σε κρίση. Και η τελεσίδικη επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ να κινείται εντός των πλαισίων αυτού του συστήματος βάζει και τα όρια των πολιτικών του προτάσεων που είναι πάντα δειλές και πάντα υπό αναίρεση, πότε λόγω της Τρόικας, πότε λόγω των συμμάχων του.
Είναι δεδομένο πως πλατιά στρώματα της κοινωνίας θα ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ για να φύγει ο Μητσοτάκης, όμως αυτό δεν είναι πραγματική απάντηση ούτε και η λύση. Εξάλλου, ήταν οι πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ που επέτρεψαν στον Μητσοτάκη να εκλεγεί το 2019, ας μην το ξεχνάμε αυτό, κι ας ψάχνει ό,τι δικαιολογίες θέλει ο Τσίπρας. Η μοναδική λύση βρίσκεται στα αριστερά – στο χτίσιμο μιας Αριστεράς που όπως λέει και το σύνθημα:
«Δεν θα ξεπουλιέται και δεν θα ξεπουλά».