Χρήστος Κεφαλής
Μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του θεωρητικού περιοδικού «Μαρξιστική Σκέψη».
Η εκλογή του Τραμπ ως νέου προέδρου των ΗΠΑ προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στις ΗΠΑ και διεθνώς. Σε μια πρωτοφανή αυθόρμητη έκρηξη εκατομμύρια βγήκαν στους δρόμους ενάντια στον Τραμπ στη γυναικεία πορεία τον Ιανουάριο του 2017, μια μέρα μετά την ορκωμοσία του, συνειδητοποιώντας τον κίνδυνο που αντιπροσωπεύει για τα στοιχειώδη δημοκρατικά δικαιώματα και τις ελευθερίες. Οι διαμαρτυρίες, που συνεχίζονται έκτοτε σε πολλά μέτωπα, από το μεταναστευτικό ως την κλιματική αλλαγή και τη χρηματοδότηση των επιστημονικών ιδρυμάτων, προσέλκυσαν και γνωστές προσωπικότητες.
Ανάμεσα στους κριτικούς του Τραμπ περιλαμβάνεται η διακεκριμένη ηθοποιός Μέριλ Στριπ, η οποία, κατά τη βράβευσή της στις Χρυσές Σφαίρες στις 8 Ιανουαρίου του 2017, εξέφρασε δημόσια την αντίθεσή της στον 49ο Αμερικανό πρόεδρο. Η Στριπ καταδίκασε πρακτικές του Τραμπ όπως η διακωμώδηση ανθρώπων με κινητικά προβλήματα, χαρακτηρίζοντας επικίνδυνο το γεγονός ότι οι «παραστάσεις του Τραμπ» αποδεικνύονται αποτελεσματικές. Αργότερα, επανερχόμενη στο θέμα, εκτίμησε την εκλογή του Τραμπ ως μια απόδειξη του πόσο εύθραυστες είναι οι δημοκρατικές ελευθερίες στις ΗΠΑ.
Το κίνημα ενάντια στον Τραμπ όπως και η κριτική της Στριπ δεν χαρακτηρίζεται ακόμη από ξεκάθαρες κατευθύνσεις και σαφήνεια. Ωστόσο, κάθε καλόπιστος, προοδευτικός άνθρωπος, θα αναγνωρίσει μια αξία στη στάση της Στριπ, που είχε το σθένος να διακηρύξει θαρραλέα τις πεποιθήσεις της. Πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για μια σοβαρή, ποιοτική ηθοποιό, γνωστή για τις φιλελεύθερες απόψεις της, αλλά με μικρή άμεση ανάμειξη στην πολιτική. Εξίσου προφανής είναι η χρησιμότητα μια τέτοιας φωνής, που μπορεί να επιδρά παρακινητικά σε αδιάφορα ή καθυστερημένα τμήματα της κοινής γνώμης, τα οποία συχνά βρίσκονται έξω από την επιρροή της έτσι κι αλλιώς αδύναμης Αριστεράς στις ΗΠΑ.
Αυτό το περιστατικό εξηγεί τις ωμές επιθέσεις που δέχτηκε η Στριπ από ΜΜΕ προσκείμενα στον Τραμπ και γενικά στο συντηρητικό και ακροδεξιό κατεστημένο των ΗΠΑ. Παραδόξως, με τις επιθέσεις αυτές συντάχθηκε έμμεσα στη χώρα μας η ιστοσελίδα Ίσκρα, αναδημοσιεύοντας με επαινετικό τρόπο μια χυδαία κριτική που άσκησε στη Στριπ το Ινστιτούτο Ρον Πολ. Η κριτική δημοσιεύθηκε στο σάιτ του Ινστιτούτου στις 10/1/2017 και αναδημοσιεύθηκε στην Ίσκρα την επομένη με το χαρακτηριστικό τίτλο
«Ron Paul Institute: Η ηθοποιός Meryl Streep “βρωμάει” καθαρή ανόθευτη υποκρισία»[1].
Η επίθεση της Ίσκρα στην Στριπ είναι ιδιαίτερα ενδεικτική λογικών που επικρατούν σε ορισμένους σχηματισμούς και ομάδες της Αριστεράς, με σταλινικές συχνά παραδόσεις, οι οποίες, μη έχοντας τη δύναμη να διορθώσουν τις απόψεις τους, εγκαταλείπουν τη μαρξιστική ταξική θεώρηση. Το αποτέλεσμα είναι να συγχέουν τις προοδευτικές με τις αντιδραστικές κριτικές στο κατεστημένο, υιοθετώντας και προβάλλοντας συχνά ξεκάθαρα αντιδραστικές και ακροδεξιές απόψεις. Τέτοιες ακριβώς απόψεις πρεσβεύει, όπως θα δούμε, το Ινστιτούτο Ρον Πολ, και από αυτή τη σκοπιά επιτίθεται στην Στριπ. Γι’ αυτό, αν και έχει περάσει καιρός, δεν είναι άσκοπο να ασχοληθούμε με τη συγκεκριμένη ανάρτηση της Ίσκρα.
Δυο λόγια για τον Ρον Πολ και το Ινστιτούτο του
Το κείμενο στην Ίσκρα ξεκινά με τις ακόλουθες εκτιμήσεις:
«Σε μια πολύ ιδιαίτερη κριτική προβαίνει το Ron Paul Institute κατά της ηθοποιού Meryl Streep η οποία κατά την διάρκεια της απονομής των χρυσών σφαιρών επιτέθηκε με σφοδρότητα κατά του Donald Trump. H Meryl Streep σε ομιλία της την Κυριακή 8/1/2017 στην εκδήλωση για τις Χρυσές Σφαίρες επιτέθηκε κατά του Donald Trump. Και όμως … βρωμούσε από καθαρή, ανόθευτη υποκρισία επισημαίνει το Ron Paul Institute. Επειδή η Meryl Streep, δυστυχώς, είναι ότι η κοινή φυλή των φιλελεύθερων υποκριτών του Hollywood».
Το ότι το Ινστιτούτο Ρον Πολ προέβηκε σε μια «πολύ ιδιαίτερη κριτική» κατά της Στριπ είναι βέβαια αναμφισβήτητο. Για όσους όμως αποκαλούν τους εαυτούς τους αριστερούς, μια τέτοια διαπίστωση εμφανώς δεν αρκεί, όπως για παράδειγμα δεν θα αρκούσε η διαπίστωση ότι ο Μιχαλολιάκος ή ο Κασιδιάρης ασκούν «πολύ ιδιαίτερη κριτική» στη «νέα τάξη». Είναι απαραίτητο να κατανοείται επίσης ο χαρακτήρας της κριτικής, το αν γίνεται από μια προοδευτική ή από μια αντιδραστική σκοπιά. Και ο καθένας που γνωρίζει έστω και λίγα για τον Ρον Πολ και το Ινστιτούτο του θα αντιληφθεί ότι η κριτική τους στη Στριπ γίνεται από ακροδεξιά σκοπιά, μια σκοπιά παρόμοια εκείνης του ίδιου του Τραμπ, αποτελώντας στην ουσία μια επιδέξια συγκαλυμμένη επίθεση στο ριζοσπαστικό κίνημα ενάντια στον Τραμπ που αναπτύσσεται στις ΗΠΑ.
Ακόμη και μια ελάχιστη ματιά στις θέσεις του Ρον Πολ, όπως παρουσιάζονται στη βιογραφία του στη Wikipedia, αρκεί για να το δείξει αυτό[2].
Ο Ρον Πολ είναι ένας συντηρητικός πολιτικός, τοποθετημένος κατά καιρούς στη δεξιά πτέρυγα των Ρεπουμπλικάνων και στο λεγόμενο «Ελευθεριακό Κόμμα», ένα κόμμα που τάσσεται υπέρ της «απελευθέρωσης» του μεγάλου κεφαλαίου από όλους του ελέγχους, ευρισκόμενο ανάμεσα στους παραδοσιακούς Ρεπουμπλικάνους και τις ακραίες αντιδραστικές δυνάμεις που στηρίζουν τον Τραμπ.
Ρεπουμπλικάνος αρχικά, ο Πολ αποχώρησε το 1987 και έβαλε υποψηφιότητα για πρόεδρος με το Ελευθεριακό Κόμμα. Ακόμη και τότε διακρινόταν για τις υπερσυντηρητικές του θέσεις, όπως η αντίθεση στο δικαίωμα της άμβλωσης. Στις προκριματικές του 1992 συντάχθηκε με τον υποστηρικτή του Τραμπ στις προεδρικές εκλογές του 2016, κατηγορημένο συχνά ως αντισημίτη και αρνητή του Ολοκαυτώματος, Ρεπουμπλικάνο Μπουκάναν, απέναντι στην υποψηφιότητα του Μπους, με τον οποίο Μπουκάναν διατηρεί στενές σχέσεις. Ο Πολ παρέμεινε μέλος του Κογκρέσου ως το 2013, πάντα με τους Ρεπουμπλικάνους, παίρνοντας μέρος και στις προκριματικές τους εκλογές για την ανάδειξη του προεδρικού υποψηφίου τους στα 2008 και 2012.
Στα κοινωνικά ζητήματα, ο Πολ έχει υποστηρίξει εξαιρετικά αντιδραστικές θέσεις. Αναφορικά με το περιβάλλον, βεβαιώνει ότι τα δικαιώματα της ατομικής ιδιοκτησίας πρέπει να τίθενται πάνω από την προστασία του, ενώ αντιτάσσεται σε κάθε δημόσιο σύστημα υγείας. Στο θέμα των μεταναστών έχει εκφραστεί υπέρ της αυξημένης προστασίας των συνόρων και ενάντια στη δημόσια πρόνοια, την παροχή υπηκοότητας και την αμνηστία για τους παράνομους μετανάστες. Η μόνη διαφοροποίηση του Πολ απέναντι στην κύρια μερίδα της αμερικάνικης ελίτ είναι η εναντίωση στη στρατιωτική ανάμειξη των ΗΠΑ σε διάφορες κρίσεις στο εξωτερικό, αλλά οι σχετικές διακηρύξεις του, ανάλογες εκείνων του Τραμπ, έχουν έντονο το στοιχείο της δημαγωγίας.
Ταυτόχρονα, ο Πολ ήταν αρκετά δραστήριος στο να οργανώνει διάφορα συντηρητικά και ακροδεξιά think tanks. Διετέλεσε πρόεδρος του Πολίτες για μια Υγιή Οικονομία, ενός συντηρητικού οργανισμού ενεργού στα 1984-2004, που περιέγραφε τον εαυτό του ως ένα κίνημα «εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών της βάσης αφιερωμένο στις ελεύθερες αγορές και στην περιορισμένη διακυβέρνηση». Ταυτόχρονα, ο Πολ θεωρείται «διανοητικός νονός» του υπεραντιδραστικού «κινήματος» Tea Party, που αντιμάχεται τη θεωρία της εξέλιξης, υπερασπίζει τη θρησκευτικό σκοταδισμό, και τα μέλη του υποστήριξαν σχεδόν ομόθυμα τον Τραμπ, κερδίζοντας πολλές φορές τον έπαινό του.
Μέρος των δραστηριοτήτων του Πολ ήταν και η δημιουργία, το 1976, του Ιδρύματος για τα Ορθολογικά Οικονομικά και την Εκπαίδευση, του οποίου χρημάτισε πρόεδρος. Αυτό το ίδρυμα ίδρυσε το Ινστιτούτο Ρον Πολ για την Ειρήνη και την Ευημερία, στην ιστοσελίδα του οποίου εμφανίστηκε η επίθεση στη Στριπ, την οποία αναπαρήγαγε η Ίσκρα.
Η στενή σύνδεση του Πολ με ακροδεξιούς υποστηρικτές του Τραμπ όπως ο Μπουκάναν είναι σημαντική γιατί ξεσκεπάζει τον υποκριτικό χαρακτήρα των αναφορών του ίδιου και του Ινστιτούτου του στην «παγκόσμια ειρήνη» και της «κριτικής» του στον Ομπάμα ή τον Τραμπ από δήθεν φιλειρηνική σκοπιά. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια πολεμική ανάμεσα σε ομάδες της αντίδρασης που συμμερίζονται σχεδόν τις ίδιες θέσεις, αλλά η κάθε μια διεκδικεί για τον εαυτό της την ηγεμονία στο στρατόπεδο της αντίδρασης, θεωρώντας ότι θα υπηρετούσε καλύτερα τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Αυτό θα γίνει ακόμη πιο ξεκάθαρο ρίχνοντας μια ματιά στους στενούς συνεργάτες του Ρον Πολ. Σε μια ανάρτηση στο σάιτ του Ινστιτούτου Μίζες, του οποίου Ανώτερος Συνεργάτης είναι και ο Πολ, διαβάζουμε, π.χ., για ένα συμπόσιο με θέμα «Οι προοπτικές για την ειρήνη στα χρόνια του Τραμπ», που έλαβε χώρα στις 8 Απρίλη του 2017[3]. Οι ομιλητές, πέραν του Πολ, περιλάμβαναν τους Ντέιβιντ Στόκμαν, Φιλ Τζιράλντι, Λιου Ρόκγουελ, Χαντ Τούλεϊ, Τζεφ Ντέιστ και Ντάνιελ ΜακΆνταμς. Όλοι αυτοί είναι ακραίοι νεοφιλελεύθεροι, οπαδοί της ασύδοτης αγοράς –κάτι σαν τον δικό μας Τζήμερο– ενώ αρκετοί συνδέονται με το λεγόμενο «ελευθεριακό κίνημα» και τον ίδιο τον Πολ, αλλά και τον Τραμπ.
Για να αρκεστούμε σε ένα παράδειγμα, ο Λιου Ρόκγουελ, για χρόνια επιτελάρχης και σύμβουλος του Ρον Πολ, είναι ένας δραστήριος «ελευθεριακός», συγγραφέας και οπαδός του «αναρχοκαπιταλισμού». Ο Ρόκγουελ, που παριστάνει και αυτός τον «κριτικό» του Τραμπ, έχει παίξει σημαντικό ρόλο στη συνένωση της ακροδεξιάς πτέρυγας των «ελευθεριακών» με το σάιτ του, καθώς και με τη δουλειά του στο Ινστιτούτο Μίζες. Το σάιτ του, που έχει την προμετωπίδα «Anti-state, anti-war, pro-market», καταχωρεί συχνά άρθρα που αντιτίθενται στον «ιμπεριαλισμό» και τον «οικονομικό φασισμό» (με το τελευταίο εννοούν την υποχρέωση των πλουσίων να πληρώνουν φόρους).
Το πόσο «κριτικοί» στον Τραμπ είναι ο Ρόκγουελ και οι όμοιοί του φαίνεται από ένα άρθρο γραμμής στο σάιτ του, με τίτλο
«Ο Τραμπ είναι ο τέλειος πρόεδρος» (!).
Η συγγραφέας, Κάρεν Κβιατκόβσκι, ξεκινά αναγνωρίζοντας ότι ένα κύμα άγχους και οργής διατρέχει τις ΗΠΑ. «Η άσκηση της εξουσίας» από τον Τραμπ «φαίνεται παρανοϊκή» και «προκαλεί φόβο». Συνεχίζει όμως για να πει ότι ο ίδιος ο Τραμπ δεν ευθύνεται διόλου για τα προβλήματα της χώρας:
«Οι πολιτικά ενεργοί, αδαείς πιστοί της κυβέρνησης σε αυτή τη χώρα έχουν όλοι εργαστεί για να δημιουργήσουν τα προβλήματα του κράτους, τα οποία φορτώνεται ο Τραμπ και για τα οποία κατηγορείται».
Στην πραγματικότητα, ο Τραμπ είναι ο καλύτερος πρόεδρος που μπορεί να έχουν οι ΗΠΑ:
«Η Αμερική τώρα οδηγείται από το καλύτερο που μπορεί να παράγει, το καλύτερο που μπορεί να εκλέξει. Και όμως, ο Τραμπ είναι μοναδικός κατά το ότι εκπληρώνει τις υποσχέσεις της εκστρατείας του, χρησιμοποιώντας την εκτελεστική εξουσία για να περιορίσει και να αντιστρέψει τη νομοθεσία, και για πρώτη φορά στη ζωή μου, διορίζοντας πραγματικούς ανθρώπους στα διάφορα πόστα της κυβέρνησης, με βάση τα πάθη και τις δεξιότητές τους, ή ακόμη καλύτερα, την προηγούμενη κριτική τους αυτής ή εκείνης της υπηρεσίας».
Το τελευταίο είναι ένας έπαινος για τον διορισμό από τον Τραμπ ανθρώπων όπως ο Σκοτ Προύιτ ως επικεφαλής στην Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος, του ίδιου Προύιτ που είχε μηνύσει την υπηρεσία 14 φορές από κοινού με βιομηχανικά συμφέροντα ενάντια σε μέτρα περιβαλλοντικής προστασίας.
Για τους ιδιοτελείς αντιδραστικούς όπως ο Ρόκγουελ, η Κβιατκόβσκι και οι όμοιοί τους είναι, βέβαια, αυτονόητο πως το πραγματικό κακό και η πηγή όλων των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ, βρίσκεται στη «βαριά φορολογία» των πλουσίων, και πως όταν καταργηθούν οι όποιες υφιστάμενες ρυθμίσεις, θα λυθούν αυτόματα και τα προβλήματα. Για να μην αφήσει δε αμφιβολίες, η συγγραφέας καταλήγει πως για όλα φταίνε οι ακτιβιστές για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την προστασία του περιβάλλοντος:
«Οι οπαδοί των ανθρώπινων δικαιωμάτων, της ισότητας και του περιβάλλοντος… έχουν για δεκαετίες ανεχτεί και προάγει μια εξωτερική πολιτική που καταστρέφει σταθερά τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ισότητα και το περιβάλλον».[4]
Σάμπως να ήταν οι οπαδοί του περιβάλλοντος και της ισότητας που διαχειρίζονταν την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, και όχι οι διάφοροι Μπους και Τσέινι.
Είναι αδύνατο να μη δει κανείς τον εντελώς υποκριτικό χαρακτήρα μιας τέτοιας «κριτικής» στον Τραμπ. Ουσιαστικά, η Κβιατκόβσκι και οι όμοιοί της υπερασπίζουν τις κατευθύνσεις της πολιτικής του Τραμπ και τον καλούν να κτυπήσει ακόμη πιο αποφασιστικά τα μαζικά κινήματα. Το κάνουν όμως αυτό με πονηρό τρόπο, διαχωρίζοντας φραστικά τον εαυτό τους από τον Τραμπ και εκμεταλλευόμενοι επιδέξια το γεγονός ότι αυτά τα κινήματα στις ΗΠΑ δεν έχουν απαλλαγεί από τη φθοροποιό επιρροή του Δημοκρατικού Κόμματος.
«“Σε ευχαριστούμε κ. Τραμπ” –η Κβιατκόβσκι έχει γράψει και άρθρο με αυτό τον τίτλο[5]– για όσα κάνεις για μας, διασφαλίζοντας τα συμφέροντά μας και την ιδιοκτησία μας. Εμείς όμως –αυτό είναι το μόνο σίγουρο– θα κάναμε όσα κάνεις καλύτερα από σένα. Εσύ δεν έχεις καταφέρει ακόμη να φτιάξεις το τείχος και να κάνεις τους μετανάστες να παραδεχτούν πως είναι για το καλό τους και πρέπει να το δεχτούν αδιαμαρτύρητα. Εμείς αυτά όλα θα τα είχαμε καταφέρει κιόλας και θα είχαμε κάνει πράξη τον αναρχοκαπιταλισμό, αποφεύγοντας τις περιττές εντάσεις» – να ποια είναι στην ουσία η θέση αυτών των σαχλών και μωροφιλόδοξων αντιδραστικών.
Φυσικά ο ίδιος ο Ρον Πολ ή ο Ρόκγουελ και οι ομοϊδεάτες τους στο στιλ της Κβιατκόβσκι μπορεί να πιστεύουν ή να καμώνονται πως πιστεύουν ότι οι «διαφορές» τους με τον Τραμπ είναι πολύ μεγάλες και ουσιαστικές. Στην πραγματικότητα όμως, για να δανειστούμε μια έκφραση του Λένιν, οι «διαφορές» αυτές είναι ίδιες με τη διαφορά ανάμεσα σε ένα μαύρο και σε ένα μπλε διάβολο. Το να τις αναγνωρίζει κανείς ως ουσιώδεις είναι δείγμα αφέλειας· ο καθένας θα δει τον εντελώς επουσιώδη χαρακτήρα τους.
Η επίθεση του Ινστιτούτου Ρον Πολ στη Στριπ
Από αυτά και μόνο προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι η κριτική του Ινστιτούτου Ρον Πολ στη Στριπ δεν μπορεί να είναι μια αμερόληπτη, αντικειμενική κριτική, αλλά μια κριτική από τη σκοπιά των πιο αντιδραστικών κύκλων του αμερικάνικου κατεστημένου που συνδέονται με τον Τραμπ και ανησυχούν από τη δυναμική του αναπτυσσόμενου εναντίον του κινήματος. Αλλά ας δούμε μερικά σημεία της κριτικής για του λόγου το αληθές.
Το άρθρο κατηγορεί τη Στριπ για υποκρισία, επειδή ενώ κριτικάρει τον Τραμπ δεν είχε κριτικάρει ποτέ στο παρελθόν τον Ομπάμα. Σε μια αποστροφή αναφέρουν:
«Η Meryl Streep και οι φίλοι της ανησυχούν για την προφανή περιφρόνηση του Trump για τους αλλοδαπούς. Όμως όλες οι χώρες που βομβαρδίστηκαν από την κυβέρνηση Ομπάμα ήταν μουσουλμανικές κατά μια σύμπτωση. Και που ήταν η Meryl Streep όταν οι άνθρωποι του Ομπάμα διαπραγματευόταν για λογαριασμό της Αλ Κάιντα με τους αντάρτες στη Συρία;… Όταν απέτυχε η “ανθρωπιστική επέμβαση” του Obama στη Λιβύη που αποδείχθηκε καταστροφική καθώς μετέτρεψε τη χώρα σε ένα αποτυχημένο κράτος, επιτρέποντας την τρομοκρατική ομάδα ISIS να ανθίσει που ήταν η Meryl Streep;»
Η Στριπ, αν και έχει παίξει σε αρκετές ταινίες που περνούν προοδευτικά μηνύματα, δεν είχε μέχρι πρόσφατα μια ενεργό ανάμειξη στην πολιτική. Το 2014, όταν της απονεμήθηκε, όπως και σε μια σειρά άλλες προσωπικότητες, το Προεδρικό Μετάλλιο για την Ελευθερία, είχε προβεί σε μια εγκωμιαστική δήλωση για τον Ομπάμα. Ένας αριστερός θα μπορούσε να την κριτικάρει γι’ αυτό, ταυτόχρονα όμως θα έπρεπε να αναγνωρίσει το θετικό χαρακτήρα της παρέμβασής της ενάντια στον Τραμπ, αποφεύγοντας το μηδενισμό που διακρίνει το άρθρο του Ινστιτούτου Ρον Πολ.
Αλλά υπάρχουν πολύ περισσότερα από το μηδενισμό στην παραπάνω κριτική.
Πρώτ’ απ’ όλα, ο αιτία που «άνθισε η τρομοκρατική ομάδα του ISIS» δεν ήταν, όπως απατηλά βεβαιώνουν, η επέμβαση του Ομπάμα στη Λιβύη. Η κύρια αιτία, όπως ξέρουν όλοι, ήταν η αμερικάνικη επέμβαση στο Ιράκ και το ακραίο χάος που προκάλεσε σε αυτή τη χώρα η αμερικάνικη κατοχή. Αυτό όμως δεν μπορούν να το πουν οι αρθρογράφοι του Ινστιτούτου Ρον Πολ, γιατί η επέμβαση αυτή έγινε από τις ρεπουμπλικάνικες προεδρίες του πατέρα και υιού Μπους, και το Ινστιτούτο πρόσκειται στη δεξιά πτέρυγα των Ρεπουμπλικάνων και στο ανάλογων αντιλήψεων Ελευθεριακό Κόμμα.
Η κριτική που ασκούν στον Ομπάμα, λοιπόν, δεν είναι μια αριστερή κριτική, αλλά μια υποκριτική κριτική αντιδραστικών, που χρησιμοποιούν τα αίσχη της διοίκησης Ομπάμα για να βγάλουν τον εαυτό τους λάδι για τα ανάλογα και χειρότερα ακόμη δικά τους αίσχη. Η Στριπ, στην κριτική της στον Τραμπ, πέρα από τις επισημάνσεις για τον ρατσισμό και το σεξισμό του, έκανε μια καίρια παρατήρηση για τον καιροσκοπισμό του Τραμπ, το γεγονός ότι οι διακηρύξεις του είναι «παραστάσεις», βολικά για τις επιδιώξεις του ψέματα, που και ο ίδιος δεν τα πιστεύει. Οι αρθρογράφοι του Ινστιτούτου Ρον Πολ ξέρουν κατά βάθος πως και οι ίδιοι είναι υποκριτές, που παριστάνουν ότι εναντιώνονται στα αίσχη της νέας τάξης, ενώ στην πραγματικότητα τα υποστηρίζουν και λένε με μια διαφορετική αμφίεση τα ίδια πράγματα με τους Τραμπ. Αυτό εξηγεί την εμπάθειά τους ενάντια στη Στριπ, που αισθάνονται ότι με την κριτική της στον Τραμπ ξεσκέπασε και τη δική του υποκρισία.
Κατά δεύτερο λόγο, δεν είναι αλήθεια ότι όλοι οι αντάρτες στη Συρία είναι όργανα της αλ Κάιντα και του ISIS. Αυτό είναι ένα ψέμα που επαναλαμβάνουν οι υποστηρικτές της δικτατορίας του Άσαντ, οι ακροδεξιοί και νεοφασίστες της Ευρώπης, μεταξύ αυτών και η Χρυσή Αυγή, για να καθυβρίζουν τις αραβικές επαναστάσεις ως «συνωμοσίες της νέας τάξης» και να δικαιολογούν την υποστήριξή τους στα αιματοβαμμένα καθεστώτα της περιοχής. Στην πραγματικότητα, οι αντάρτικες δυνάμεις στη Συρία περιλαμβάνουν και εντελώς δημοκρατικά στοιχεία, όπως οι Κούρδοι, που για καιρό πολεμούσαν τον ISIS χωρίς καμιά υποστήριξη της Δύσης. Και εδώ, λοιπόν, το Ινστιτούτο Ρον Πολ επαναλαμβάνει τις θέσεις των πιο ακραίων αντιδραστικών των ΗΠΑ, θέσεις που έχει κατά καιρούς διακηρύξει και ο Τραμπ, οι οποίοι προσβλέπουν σε ένα μέτωπο Άσαντ-Πούτιν-Ευρωπαϊκής ακροδεξιάς και των ΗΠΑ ενάντια στους λαούς της περιοχής.
Η κριτική τους στη Στριπ, ότι δεν είχε αντιταχθεί στο παρελθόν στον Ομπάμα, λέει μόνο τη μισή αλήθεια. Η υπόλοιπη μισή είναι ότι με την ανοικτή πολεμική της στον Τραμπ, ακόμη και χωρίς να το αντιλαμβάνεται η ίδια, στράφηκε αντικειμενικά και ενάντια στον Ομπάμα.
Πραγματικά, ο Ομπάμα υιοθέτησε μετά την εκλογή του Τραμπ μια στάση αναμονής και αποδοχής του νέου προέδρου, χωρίς να προβεί σε μια καταδίκη των αντιδημοκρατικών θέσεών του και των πλουτοκρατικών επιλογών του, έστω για τα μάτια του κόσμου. Προβαίνοντας σε μια τέτοια καταδίκη, και μάλιστα ηχηρή και κατηγορηματική, η Στριπ εξέθεσε την υποκρισία του Ομπάμα, την κενότητα των δημοκρατικών του διακηρύξεων. Αυτό επισημάνθηκε από σοβαρούς αναλυτές του κατεστημένου, που εκτίμησαν ότι η παρέμβαση της Στριπ έκανε μη διαχειρίσιμο το θέμα της διαδοχής στην προεδρία για τον Ομπάμα, ο οποίος, μεριμνώντας για τα συμφέροντα του αμερικάνικου κατεστημένου, επεδίωκε η όλη διαδικασία να γίνει αθόρυβα και ομαλά. Ενδεικτικά, ο Γουίλιαμ ΜακΓκερν, στη Wall Street Journal, εκτίμησε ότι η Στριπ «βάζει στο περιθώριο τον Ομπάμα», επειδή «τα χτυπήματά της στον Τραμπ θα είναι μια δύσκολη πράξη για να την ακολουθήσει ο αποχωρών πρόεδρος»[6]. Αυτή η κρίσιμη πλευρά διαφεύγει τελείως της προσοχής της Ίσκρα.
Η επικράτηση του Τραμπ στις αμερικάνικες προεδρικές εκλογές δεν ήταν κάτι τυχαίο. Συνδέεται με τη χρεοκοπία του φιλελεύθερου κατεστημένου που, με εκφραστή τον Ομπάμα, εφάρμοσε πιστά τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Αυτό το κατεστημένο δεν είναι ικανό ακόμη και τώρα, μετά την εκλογή του Τραμπ, για μια ουσιαστική αντιπολίτευση. Οι παρασκηνιακές του κινήσεις για απομάκρυνση του Τραμπ δεν είναι κάτι παραπάνω από αναποτελεσματικές μάχες οπισθοφυλακών.
Η μερίδα του κατεστημένου που εκφράζει ο Τραμπ το γνωρίζει αυτό πολύ καλά. Στις ΗΠΑ έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν κάτι που μοιάζει με ένα κίνημα της «σιωπηλής πλειοψηφίας» –το Breitbart, το σάιτ τους που λανσάρει τα φυλετικά, αντιμεταναστευτικά ιδεολογήματα, είναι το τρίτο αμερικάνικο ειδησεογραφικό σάιτ σε επισκεψιμότητα– την ώρα που οι φιλελεύθεροι αντίπαλοί τους τρέμουν κάθε πραγματικό κίνημα που μπορεί να βάλει φραγμό στον Τραμπ. Γι’ αυτό δικαιολογημένα υπολογίζουν ότι θα επικρατήσουν, αν η πάλη περιοριστεί ανάμεσα σε αυτούς και τους φιλελεύθερους. Εκείνο που τους ανησυχεί είναι η ανάπτυξη της μαζικής λαϊκής αντίδρασης ενάντια στον Τραμπ, η οποία, ωστόσο, χρειάζεται χρόνο για να αποκρυσταλλωθεί σε ένα αποτελεσματικό ανατρεπτικό κίνημα. Γι’ αυτό συκοφαντούν φωνές όπως της Στριπ, που στη σημερινή συγκυρία δίνουν ώθηση στην αφύπνιση του κόσμου.
Αυτό το περιστατικό εξηγεί τις ωμές επιθέσεις που δέχτηκε η Στριπ από τον ίδιο τον Τραμπ και όλα τα προσκείμενά του μέσα για τις δηλώσεις της. Χαρακτηριστικά, το Breitbart επιτίμησε τη Στριπ για μια σειρά περιπτώσεις που είχε πάρει προοδευτικές θέσεις στο παρελθόν, προσπαθώντας, όπως και το Ινστιτούτο Ρον Πολ, να εμφανίσει τις κριτικές της σαν έκφραση της υποκρισίας και του ελιτισμού του Χόλιγουντ:
«Ενώ το κοινό στις Χρυσές Σφαίρες ενθουσιάστηκε με την ομιλία της», σημειωνόταν σε άρθρο του Ντάνιελ Νουσμπάουμ, «τα σχόλια της Στριπ προκάλεσαν μια ισχυρή αρνητική αντίδραση στα κοινωνικά μέσα και σε μερικούς σχολιαστές, με πολλούς να υποστηρίζουν ότι τα σχόλια της ηθοποιού χρησίμευσαν για να καταδειχτεί και πάλι η απόσπαση ανάμεσα στους πλούσιους ηθοποιούς του Χόλιγουντ και το υπόλοιπο της χώρας»[7]. Ακόμη πιο άθλια ήταν τα σχόλια σε πιο «δεύτερης σειράς» ακροδεξιά μπλογκ και σάιτ, όπως το Gateway Pundit, που κάνουν τη «βρώμικη δουλειά» του Τραμπ[8].
Στη δεύτερη, πιο ισχυρή τοποθέτησή της το Φλεβάρη, όπου κατήγγειλε τον Τραμπ σαν ένα δημαγωγό που παρακινεί τους σύγχρονους μελανοχιτώνες, η Στριπ έδωσε μια πληρωμένη απάντηση στους κριτικούς της:
«Τρομάζει να κάνεις το μέτωπό σου στόχο. Και σε εκθέτει σε όλων των ειδών τις επιθέσεις και τους στρατούς των μελανοχιτώνων και των ρομπότ και χειρότερα, και ο μόνος τρόπος να το κάνεις είναι αν αισθάνεσαι ότι πρέπει να το κάνεις. Πρέπει να το κάνεις! Δεν έχεις επιλογή»[9].
Σε αυτές τις επιθέσεις των αντιδραστικών ρομπότ που κάνουν τα πάντα για να πνίξουν κάθε προοδευτική φωνή εντάσσεται και το άρθρο του Ινστιτούτου Ρον Πολ που αναδημοσίευσε και εγκωμίασε η Ίσκρα. Υιοθέτησε έτσι μια εντελώς λαθεμένη, ανόητη και αδικαιολόγητη στάση, ουσιαστικά ταυτιζόμενη με τις δυνάμεις της άκρας αντίδρασης.
Σημειώσεις
-
Βλέπε σχετικά, http://www.iskra.gr/ron-paul-institute-%CE%B7-%CE%B7%CE%B8%CE%BF%CF%80%CE%BF%CE%B9%CF%8C%CF%82-meryl-streep-%CE%B2%CF%81%CF%89%CE%BC%CE%AC%CE%B5%CE%B9-%CE%BA%CE%B1%CE%B8%CE%B1%CF%81%CE%AE-%CE%B1%CE%BD%CF%8C/.
-
Για τα επόμενα βλέπε στο λήμμα της Wikipedia Ron Paul, https://en.wikipedia.org/wiki/Ron_Paul.
-
«Symposium with Ron Paul: War and Peace in the Age of Trump», https://mises.org/events/symposium-ron-paul-war-and-peace-age-trump.
-
Κάρεν Κβιατκόβσκι, «Trump is the perfect president», https://www.lewrockwell.com/2017/01/karen-kwiatkowski/trump-perfect-president/.
-
Κάρεν Κβιατκόβσκι, «Thank you Mr. Trump», https://www.lewrockwell.com/2017/05/karen-kwiatkowski/thank-mr-trump/. Για το πόσο στενά συνδέονται μεταξύ τους όλοι αυτοί οι αντιδραστικοί, είναι χαρακτηριστικό ότι η Κβιατκόβσκι όχι μόνο εκθειάζει αδιάλειπτα τον Ρον Πολ σε ομιλίες της, αλλά έχει συνεισφέρει και σε μια συλλογή γι’ αυτόν, Ron Paul: A Life of Ideas, Variant Press, 2008.
-
Βλέπε σχετικά, Γουίλιαμ ΜακΓκερν, «Meryl Streep Upstages Obama» https://www.wsj.com/articles/meryl-streep-upstages-obama-1484007368. Το Breitbart, το σχεδόν επίσημο σάιτ του Τραμπ που περιγράφεται ως η «Πράβντα του Τραμπ», επιχείρησε να τεκμηριώσει μια δήθεν συμμετοχή του Ομπάμα στις προσπάθειες «υπονόμευσης» του Τραμπ, αλλά έφερε μόνο αστεία επιχειρήματα. «Μαρτυρία των στενών συνδέσεων του Ομπάμα με προσπάθειες να αντιταχθούν στον Τραμπ προέκυψε ότι μια ομάδα ανώτατων δικηγόρων για τη διοίκηση Ομπάμα σχημάτισε τον τελευταίο μήνα τη δική της οργάνωση με σκοπό την αξιοποίηση μεθόδων νομικών συμβουλών για να στοχευθούν οι πολιτικές του Τραμπ» (Άαρον Κλάιν, «Trump’s first 100 days: Establishment goes to war to halt president’s agenda», http://www.breitbart.com/big-government/2017/04/28/trumps-first-100-days-establishment-goes-to-war-to-halt-presidents-agenda/). Αυτό ισοδυναμεί με μια ομολογία ότι ο Ομπάμα δεν έχει πάρει καμιά πρωτοβουλία σε αυτό το πεδίο· αν το είχε κάνει θα είχαν κάτι πιο σημαντικό να πουν.
-
Ντάνιελ Νουσμπάουμ, «5 of Meryl Streep’s dumbest political comments», http://www.breitbart.com/big-hollywood/2017/01/09/5-meryl-streeps-dumbest-political-comments/.
-
Βλέπε π.χ. τα σχόλια του Τζιμ Χοφτ, «Did Hypocrite Meryl Streep Forget When Obama Mocked Disabled Americans?», http://www.thegatewaypundit.com/2017/01/hypocrite-meryl-streep-forget-obama-mocked-disabled-americans-video/ και «BOOM! Disabled Iraq War Veteran Responds to Meryl Streep», http://www.thegatewaypundit.com/2017/01/boom-disabled-iraq-war-veteran-responds-meryl-streep/.
-
«Meryl Streep says Trump provokes “brownshirts and bots and worse”», https://www.theguardian.com/film/2017/feb/12/meryl-streep-donald-trump-speech-brownshirts-bots-human-rights.