Σχόλιο από το «Ξ»
Τα μαύρα έβαλε ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων με την ανακοίνωση της αύξησης του κατώτατου μισθού και της κατάργησης του υποκατώτατου από την κυβέρνηση. Στην ανακοίνωση βέβαια αναφέρουν ότι «δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κατώτατος μισθός των εργαζομένων πρέπει να βελτιωθεί».
Στην συνέχεια όμως, λένε ότι το ύψος των μισθών «συνδέεται με την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητά της, το μέγεθος της ανεργίας και της αδήλωτης εργασίας».
Πραγματικά είναι πολύ αποκαλυπτική η δήλωση τους. Τι μας λένε οι κύριοι του ΣΕΒ; Ότι ο μισθός συνδέεται με το ύψος της ανεργίας. Παραδέχονται λοιπόν οι εργοδότες ότι χρησιμοποιούν την απειλή της ανεργίας για να δίνουν χαμηλότερους μισθούς. Και επίσης παραδέχονται ότι αν είναι πολύ ψηλοί οι μισθοί αυτό θα οδηγήσει σε περισσότερη αδήλωτη εργασία. Δηλαδή ότι θα παρανομήσουν μη δηλώνοντας τους εργαζόμενους, προκειμένου να διασφαλίσουν τα κέρδη τους.
***
Όσον αφορά την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα, θα συμφωνήσουμε ότι αυτές επηρεάζουν το «κόστος της εργασίας». Μόνο που η παραγωγικότητα δεν έχει να κάνει με το τι κάνουν οι εργαζόμενοι αλλά με το τι κάνουν οι εργοδότες. Μεγαλύτερη παραγωγικότητα σημαίνει υψηλότερες επενδύσεις σε τεχνολογία, σε υποδομές, μηχανήματα, μηχανοργάνωση, κτλ.
Οι Έλληνες εργαζόμενοι δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να κατηγορηθούν για την μειωμένη παραγωγικότητα καθώς είναι οι πιο σκληρά εργαζόμενοι σε όλη την Ευρώπη, με βάση στοιχεία του ΟΟΣΑ. Δουλεύουμε 2.035 ώρες το χρόνο, ενώ οι Γερμανοί εργάζονται μόλις 1.363 ώρες. Ούτε μπορούν να κατηγορηθούν για «υψηλές αμοιβές» μια και σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat το μισθολογικό κόστος στην Ελλάδα είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη, ενώ ο κατώτατος μισθός είναι στην ουσία πάνω μόνο από τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ.
Το γεγονός ότι η χώρα με τις λιγότερες ώρες εργασίας είναι η Γερμανία και η χώρα με τις υψηλότερες αμοιβές η Δανία, δείχνει και που είναι το πρόβλημα. Όχι στις ώρες εργασίας ή στις αμοιβές αλλά στις επενδύσεις και την τεχνολογία.
***
Αυτό εξάλλου φαίνεται και από την πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, η οποία αποκαλύπτει ότι
«η μεταποιητική βιομηχανία, κατά την μνημονιακή περίοδο 2010-2016, αντί να χρησιμοποιήσει την μείωση κατά 37% του μοναδιαίου κόστους εργασίας για να μειώσει τις τιμές της και να αυξήσει έτσι την ανταγωνιστικότητά της και τις εξαγωγικές της επιδόσεις, στράφηκε σε μια πολιτική αύξησης των περιθωρίων κέρδους».
Δηλαδή, ενώ μειώθηκαν οι μισθοί κατά περίπου 40%, ούτε οι τιμές έπεσαν, αλλά ούτε και έγιναν επενδύσεις! Όμως ανέβηκαν τα κέρδη των καπιταλιστών! Γίνεται λοιπόν για άλλη μια φορά φανερό ότι οι καπιταλιστές, όσες «θυσίες» και να ζητούν από τους εργαζόμενους, στο όνομα υποτίθεται του καλού για την «εθνική οικονομία», το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η αύξηση των κερδών τους. Αυτός είναι ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα, εντελώς παρασιτικός στο σώμα της κοινωνίας.
Και φυσικά δεν βάλαμε «όλοι το χέρι στην τσέπη», καθώς τα κέρδη των επιχειρήσεων αυξήθηκαν πολύ. Μόνο το 2017, τα κέρδη προ φόρων των 500 πιο κερδοφόρων επιχειρήσεων αυξήθηκαν σε σχέση με το 2016 κατά 25%!
***
Έρχονται τώρα λοιπόν οι εργοδότες, για να ζητήσουν προκειμένου να αυξήσουν τους μισθούς να μειωθούν οι φόροι που πληρώνουν, να μειωθούν οι εισφορές, ενώ ζητούν «εξορθολογισμό» της διαιτησίας (δηλαδή την κατάργηση του δικαιώματος των εργαζομένων να προσφεύγουν στο κράτος όταν υπάρχει εργοδοτική αυθαιρεσία). Δηλαδή, ακόμα και αυτή τη μικρή αύξηση, που δίνει μια ανάσα αλλά καθόλου δεν ισοφαρίζει τις μειώσεις που έγιναν όλα αυτά τα χρόνια, ακόμα και αυτή την αύξηση που είναι προς το παρόν αμφίβολη και εξαρτάται από το αν οι θεσμοί θα δεχτούν να μην μειωθεί το αφορολόγητο, ακόμα λοιπόν και αυτή την αύξηση οι εργοδότες θέλουν να την πληρώσουμε εμείς!