13 χρόνια τώρα η ελληνική και η σλαβομακεδόνικη εξωτερική πολιτική είχαν στοιχειώσει το ζήτημα της ονομασίας του γειτονικού κράτους. Η σκανδαλώδης υποκρισία των 2 αστικών τάξεων και των κυβερνήσεων τους να προβάλουν το όνομα ως το «ιερό και το όσιο» της ύπαρξης μας, έχει πια αποκαλυφθεί. Όλη τους η αγωνία στρέφεται τώρα στην αναζήτηση ενός αξιοπρεπούς συμβιβασμού. Ακόμα και τώρα όμως, δεν μοιάζουν διατεθειμένες να υποχωρήσουν εύκολα στην μάχη για το γόητρο… Έτσι το σχέδιο Νίμιτς, που πρότεινε την αναγνώριση της γείτονας ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας-Σκόπια», τελεί ακόμα σε αναμονή.
Για τους εργαζόμενους και στις 2 πλευρές, οι εθνικιστικές διαμάχες και οι «νονοί», δεν βελτίωσαν καθόλου την καθημερινή τους ζωή. Όμως υποχρεώθηκαν να υπομείνουν «πολύ κακό για το τίποτα», ακριβώς γιατί η αριστερά και οι συνδικαλιστικές ηγεσίες, είναι πολύ περισσότερο γυμνές από ταξικές και διεθνιστικές προτάσεις, κάθε φορά που προκύπτουν «εθνικά ζητήματα».
Ο ΣΥΝ προτρέπει την κυβέρνηση να φερθεί υπεύθυνα. Επαναλαμβάνοντας την πάγια τακτική του να αναθέτει στις αστικές τάξεις, τις κυβερνήσεις και τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, τον πρωταγωνιστικό ρόλο για την επίλυση ζητημάτων, τα οποία οι ίδιοι προκάλεσαν…
Το δε ΚΚΕ, διά στόματος της Α.Παπαρήγα υποστηρίζει ότι «αυτό που καθιστά επικίνδυνη την πολιτική των κυβερνήσεων του δικομματισμού είναι ότι προτάσσουν το αμερικανικό και ΝΑΤΟικό συμφέρον στην περιοχή έναντι του ελληνικού». Αλήθεια ποιο είναι αυτό το «ελληνικό συμφέρον»; Έχουμε όλοι το ίδιο «συμφέρον» μέσα στην χώρα μας; Που βρίσκεται η ταξική προσέγγιση σ’ αυτή την θέση; Που βρίσκεται σ’ αυτή την ανάλυση η θέση για τον ρόλο των ντόπιων αστικών τάξεων; Που κρύφτηκαν οι ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις της ελληνικής αστικής τάξης;
«…σε ό,τι αφορά αυτή καθαυτή την ονομασία της γειτονικής χώρας το ΚΚΕ επιμένει πως αν αυτή θα εμπεριέχει τον όρο «Μακεδονία» ή «Μακεδονικό», τότε ο όρος πρέπει να έχει μόνο γεωγραφικό προσδιορισμό και όχι εθνοτικό». Τι σημαίνει αυτή η θέση; Μήπως ότι το “Μακεδονία” σαν εθνικός προσδιορισμός ανήκει στους Έλληνες;
Όμως πίσω από τις κοκορομαχίες για το όνομα, οι έλληνες επιχειρηματίες θέλησαν να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τα χαμηλά μεροκάματα και τα αδύναμα συνδικάτα της πΓΔΜ προκειμένου να βρουν νέα πεδία κερδών στα Βαλκάνια.
Με επενδύσεις 800 εκατ. ευρώ την τελευταία 5ετία, η ελληνική αστική τάξη κρατάει τα σκήπτρα στην γείτονα. Η Ελλάδα είναι ο 3ος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος, καλύπτοντας το 12%, μετά από Γερμανία (15,5%) και Σερβία (12,3%), ενώ υπολογίζεται ότι το 40% της σλαβομακεδόνικης οικονομίας περνάει μέσα από ελληνικούς διαύλους.
Ο Η.Κυριακίδης στέλεχος της κοινοπραξίας «Μάρμαρα Κυριακίδης», το θέτει πιο ωμά: «το θέμα της ονομασίας μπορεί να αποτελέσει πεδίο αντιπαράθεσης μόνο για φανατικούς και ως επί το πλείστον οι επιχειρηματίες δεν είναι φανατισμένοι».
Για τους σλαβομακεδόνες και αλβανούς εργαζόμενους –προφανώς και για τους έλληνες εδώ- η ζωή τους δεν έγινε πιο ρόδινη από τότε. Η παραοικονομία στην γείτονα αντιστοιχεί στο 45% της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας και η ανεργία αγγίζει το 38%. Η οικονομία είναι μια από τις ασθενέστερες των Βαλκανίων, με ετήσιο ακαθάριστο κατά κεφαλήν εισόδημα 2.282 $ και μέσο μηνιάτικο 190 ευρώ. Η αλβανική μειονότητα (1/4 του πληθυσμού) παραμένει ανικανοποίητη, και δυσανασχετεί με ένα όνομα που δεν αποδίδει τον πολυεθνικό χαρακτήρα του κράτους.
Όποια κι αν είναι η τύχη του σχεδίου Νίμιτς, η ανάγκη ανεξάρτητων ταξικών διεθνιστικών πρωτοβουλιών στην περιοχή παραμένει. Και επειδή η παραδοσιακή αριστερά δεν μπορεί να ανταποκριθεί, τότε χρειαζόμαστε μια άλλη αριστερά πραγματικά διεθνιστική.
Μια αριστερά που θα βάλει μπροστά το δικό της σχέδιο για το πώς μπορούν να έρθουν πιο κοντά οι εργαζόμενοι των δύο χωρών στην πάλη για τα κοινά προβλήματα. Και γι’ αυτό το σχέδιο – το δικό της – να πάρει την πλήρη ευθύνη υλοποίησης. Που θα ανοίγει την συζήτηση μεταξύ των πραγματικών πρωταγωνιστών της ευημερίας και της ειρήνης στην περιοχή, τους εργαζόμενους, τα λαϊκά στρώματα, τη νεολαία. Που θα προτάσσει το ταξικό συμφέρον με κοινή πάλη ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, την λιτότητα, για αξιοπρεπείς μισθούς-συντάξεις, με κοινές μέρες δράσης. Με τακτικές επισκέψεις και συναντήσεις με τα εκεί συνδικάτα και τις εργατικές οργανώσεις.
Με κοινές εκστρατείες για την απομόνωση των εθνικιστών και στις 2 πλευρές. Με πλήρη σεβασμό στις ιδιαιτερότητες και στα δικαιώματα των μειονοτήτων στην περιοχή (αλβανική, τουρκική, σλαβομακεδόνικη) και την υπεράσπιση του δημοκρατικού δικαιώματος στον αυτοπροσδιορισμό.
Με κοινή πάλη για την απαλλαγή από τα ξένα στρατεύματα στην περιοχή, και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις.
Με την πρόταξη του μοναδικού οράματος που θα απαλλάξει τα Βαλκάνια από τον χαρακτηρισμό της «πυριδιταποθήκης της ιστορίας», του οράματος μιας εθελοντικής σοσιαλιστικής ομοσπονδίας.
Κομμάτι αυτού του σχεδίου θα ήταν και το ζήτημα του ονόματος. 3 όμως θα ήταν τα κριτήρια αυτής της συζήτησης: α) η περιθωριοποίηση των εθνικιστών ώστε να μην αναμοχλεύουν μίση χρησιμοποιώντας το όνομα, β) η έμπρακτη αναγνώριση των ευαισθησιών γύρω από το όνομα και των 3 πλευρών –έλληνες, σλαβομακεδόνες, αλβανική μειονότητα γ) καμιά δύναμη καταναγκασμού δεν μπορεί να γίνει επιτρεπτή στην τελική απόφαση, η οποία ανήκει πρωτευόντως στους κατοίκους της γειτονικής μας χώρας.
Με βάση αυτά τα κριτήρια είναι σίγουρο πως οιεργαζόμενοι θα μπορούσαν να λύσουν εύκολακαι πολύ γρήγορα το “πρόβλημα” της ονομασίας
Χριστίνα Ζιάκκα