Άρθρο της Σύνταξης από το νέο τεύχος του «Ξ» (τεύχος 613) που κυκλοφόρησε την Παρασκευή 13 Ιούνη.
Με την παρέμβαση χιλιάδων μελών της Εθνοφρουράς και εκατοντάδων πεζοναυτών, με πλαστικές σφαίρες, συλλήψεις, δακρυγόνα, τραυματισμούς δημοσιογράφων ξένων δικτύων και ένα συνολικό όργιο καταστολής απάντησε η κυβέρνηση Τραμπ στις διαδηλώσεις που πραγματοποιούνται στο Λος Άντζελες ενάντια στο πρόγραμμα μαζικών απελάσεων που βρίσκεται σε εξέλιξη στην πόλη και αλλού. Ο κυβερνήτης της Καλιφόρνια, Γκάβιν Νιούσομ, όχι απλά διαφώνησε με την εισβολή του στρατού στην πολιτεία του, αλλά μήνυσε την κυβέρνηση για το γεγονός ότι τον παρέκαμψε αγνοώντας τη διαφωνία του για το θέμα (παραδοσιακά οι δήμαρχοι και οι κυβερνήτες των Πολιτειών είναι αυτοί που ζητάνε την παρέμβαση της Εθνοφρουράς αν το κρίνουν απαραίτητο).
Απαντώντας στον κυβερνήτη των Δημοκρατικών, ο Ντ. Τραμπ είπε ότι «αυτοί που προκαλούν το πρόβλημα είναι επαγγελματίες ταραχοποιοί», ότι είναι «κακοί άνθρωποι» και ότι «θα έπρεπε να είναι στη φυλακή».
Οι κινητοποιήσεις ξεκίνησαν μετά τις μαζικές επιδρομές μελών της Υπηρεσίας Μετανάστευσης και Τελωνείων (ICE) σε περιοχές της πόλης όπου ζουν κατά κύριο λόγο Λατίνοι, κατά τις οποίες πραγματοποιήθηκαν μαζικές συλλήψεις μεταναστών, που στην πλειοψηφία τους μεταφέρονται σε κέντρα κράτησης πριν απελαθούν- κάποιοι εντός 24 ωρών, χωρίς καμία νόμιμη διαδικασία ελέγχου, χωρίς να τους επιτρέπεται να δουν δικηγόρους ή συγγενείς.
Οι συνοικίες των μεταναστών, όχι μόνο στο Λος Άντζελες αλλά και στην υπόλοιπη χώρα, τρομοκρατούνται πλέον συστηματικά, ενώ πολλές οικογένειες χωρίζονται από τις κατασταλτικές δυνάμεις που εφαρμόζουν το πρόγραμμα απελάσεων της κυβέρνησης. Αυτή ήταν εξάλλου μια από τις κεντρικές προεκλογικές της «δεσμεύσεις», που όπως φαίνεται κάνει ό,τι είναι δυνατό για να τηρήσει. Η κυβέρνηση διαδίδει την προπαγάνδα ότι όσοι απελαύνονται είναι «εγκληματίες». Στην πραγματικότητα, η συντριπτική πλειοψηφία είναι «άνθρωποι της διπλανής πόρτας» οι οποίοι απάγονται από τα σπίτια τους μπροστά στα παιδιά τους ή από τους χώρους όπου δουλεύουν.
Το κίνημα από τη μεριά του, δεν είναι διατεθειμένο να δεχτεί αδιαμαρτύρητα το «μεγαλύτερο πρόγραμμα απελάσεων στην αμερικάνικη ιστορία», για το οποίο κόμπαζε ο Τραμπ τόσο προεκλογικά, όσο και μετεκλογικά. Αυτή εξάλλου θα ήταν μια δύσκολη υπόθεση ακόμη και χωρίς τις μαζικές αντιδράσεις των μεταναστευτικών κοινοτήτων και του αντιρατσιστικού κινήματος, καθώς οι μετανάστες αποτελούν ένα σημαντικό κομμάτι του εργατικού δυναμικού στις ΗΠΑ και η απότομη «αφαίρεση» τους από την αγορά εργασίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε σοβαρή απορρύθμιση την αμερικάνικη οικονομία.
Παρόλα αυτά όπως είναι λογικό, οι πρώτες μεγάλες αντιδράσεις έρχονται από τους ίδιους τους κατοίκους των πόλεων στις οποίες επιτίθεται ο Τραμπ. Η αρχή έγινε με το Λος Άντζελες, το οποίο εξάλλου έχει ισχυρές παραδόσεις αγώνων ενάντια στον ρατσισμό και την καταστολή (την Άνοιξη του 1992 η πόλη συγκλονίστηκε από ένα μαζικό κίνημα ενάντια στη ρατσιστική βία της αστυνομίας που άφησε πίσω του δεκάδες νεκρούς). Στο κίνημα ενάντια στις απελάσεις του Τραμπ, το Λος Άντζελες δίνει ξανά μαθήματα μαχητικότητας. Ο κόσμος της πόλης που έχει βγει στους δρόμους, όχι μόνο αντιστέκεται στις βίαιες επιθέσεις της αστυνομίας και του στρατού, αλλά ταυτόχρονα διοργανώνει περιπολίες στις γειτονιές, παρακολουθώντας κάθε κίνηση της μισητής ICE, προειδοποιεί και φυγαδεύει ανθρώπους που μπορεί να βρεθούν στο στόχαστρό της. Ιδιαίτερα στις περιοχές των μεταναστών, οι απλοί άνθρωποι προστατεύουν τους γείτονές τους.[2]
Η συνέχεια όπως όλα δείχνουν, μεταφέρεται και σε άλλες πόλεις και πολιτείες των ΗΠΑ, με τις πρώτες κινητοποιήσεις να διοργανώνονται στη Νέα Υόρκη, την Ατλάντα, το Σικάγο, το Ντάλας, και αλλού. Στις 14 Ιούνη, διοργανώνονται πάνω από 1.800 διαδηλώσεις σε ολόκληρη τη χώρα. Οι απλοί εργαζόμενοι στις ΗΠΑ φαίνεται να περνάνε στην αντεπίθεση, παρά τον ακραίο αυταρχισμό και την καταστολή της κυβέρνησης Τραμπ.