Στις αρχές του Γενάρη η Συνομοσπονδία Εργατών Λιβάνου κάλεσε διαδηλώσεις και απείλησε με γενική απεργία αν η κυβέρνηση προχωρούσε στην εφαρμογή του προγράμματος «μεταρρυθμίσεων» της, το οποίο θα οδηγήσει σε αυξήσεις στους φόρους και σε απολύσεις. Αν αυτό το κάλεσμα είχε οργανωθεί από πραγματικούς αντιπροσώπους των εργαζομένων, θα είχε πολύ μεγάλη ανταπόκριση και θα τους ένωνε στην βάση των κοινών τους διεκδικήσεων. Οι ηγεσίες των συνδικάτων, που στην πλειοψηφία τους είναι υποστηρικτές της κυβέρνησης Σινιόρα, δεν οργάνωσαν τις διαδηλώσεις σωστά και τελικά έκαναν πίσω συνολικά. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης χρησιμοποίησαν αυτή την ευκαιρία καλώντας αυτά γενική απεργία, την Τρίτη 23 Γενάρη.
Οι «μεταρρυθμίσεις» και η διάσκεψη στο Παρίσι
Οι μεταρρυθμίσεις στις οποίες αναφέρεται η κυβέρνηση Σινιόρα σε καμιά περίπτωση δεν αφορούν την βελτίωση της ζωής των Λιβανέζων. Στον καπιταλισμό η λέξη μεταρρύθμιση πάντα συνοδεύεται από ιδιωτικοποιήσεις, αυξήσεις στους φόρους, αύξηση της ανεργίας και της φτώχειας και ταυτόχρονα αύξηση των κερδών των ήδη πλούσιων καπιταλιστών.
Η κυβέρνηση Σινιόρα δεν αποτελεί καμιά εξαίρεση σε αυτό τον κανόνα καθώς ούτε εξαίρεση, ούτε πρωτοτυπία δεν αποτελεί η επιχειρηματολογία της για τα μέτρα που θέλει να εφαρμόσει. «Οι περικοπές της κυβέρνησης στόχο έχουν να εξασφαλίσουν την οικονομική ανάπτυξη και να βελτιώσουν το βιοτικό επίπεδο των Λιβανέζων, να προωθήσουν την κοινωνική ασφάλεια, να ξεδιπλώσουν σημαντικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις και να εξασφαλίσουν έναν πλεονασματικό προϋπολογισμό, να προσελκύσουν επενδυτές, να εφαρμόσουν μια συντηρητική δημοσιονομική πολιτική και να εξασφαλίσουν οικονομική στήριξη για το Λίβανο μέσα από διεθνή οικονομική βοήθεια και δανεισμό», δήλωσε ο Σινιόρα.
Σε αυτή την κατεύθυνση στις 25 Γενάρη έγινε και η διεθνής διάσκεψη δωρητών στο Παρίσι στην οποία συμμετείχαν πάνω από 40 χώρες οι οποίες έδωσαν περίπου 7 δις δολάρια σαν οικονομική βοήθεια για την ανοικοδόμηση του κατεστραμμένου Λιβάνου. Σταγόνα στον ωκεανό αν σκεφτεί κανείς πως τα δημόσια χρέη του Λιβάνου αγγίζουν τα 41 δις δολάρια!
Τα βάρη για μια ακόμα φορά στις πλάτες των
εργαζομένων
Ο Σινιόρα προκειμένου να εξασφαλίσει αυτή την βοήθεια παρουσίασε στους δωρητές ένα 29σέλιδο σχέδιο μεταρρυθμίσεων στο οποίο συμπεριλαμβάνονται ιδιωτικοποιήσεις όπως αυτή του Διεθνούς Αεροδρομίου Ραφίκ Χαρίρι, της κινητής τηλεφωνίας, της εταιρίας ηλεκτρισμού καθώς και αυξήσεις στους άμεσους και έμμεσους φόρους.
Την στιγμή λοιπόν που το 60% των Λιβανέζων ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας και με μισθούς που δεν έχουν αυξηθεί από το 1996 (!) παρόλο που ο πληθωρισμός καλπάζει, η κυβέρνηση συνεχίζει να υποστηρίζει το μεγάλο κεφάλαιο και να ρίχνει τα βάρη της ανοικοδόμησης του Λιβάνου στους εργαζόμενους.
Έτσι, η Συνομοσπονδία Εργατών Λιβάνου, με την υποστήριξη των κομμάτων της αντιπολίτευσης (Χεζμπολά, Αμάλ κ.α.), και υπό την πίεση των εργαζομένων, κάλεσε τους εργαζόμενους να απορρίψουν τις μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης και την διάσκεψη των δωρητών στο Παρίσι και να κάνουν καθιστική διαμαρτυρία στο υπουργείο οικονομικών.
Η διαδήλωση καλέστηκε στην βάση 12 σημείων που περιλαμβάνουν: την καταπολέμηση της ανεργίας, την δημιουργία θέσεων εργασίας ώστε να σταματήσει το φαινόμενο της μετανάστευσης των νέων, την ενίσχυση της γεωργίας, της βιομηχανίας και του δημόσιου τομέα, την καταπολέμηση της διαφθοράς κλπ.
Προ-εμφυλιακό το τοπίο
Η Χεζμπολά και ο ηγέτης της Αμάλ στρατηγός Αούν. που εδώ και περίπου 2 μήνες καλούν τον κόσμο σε διαδηλώσεις για να γίνουν νέες εκλογές και για τον σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας, αιτήματα μακριά από τις ανάγκες και τα προβλήματα των Λιβανέζων εργαζομένων, εκμεταλλεύτηκαν το κλίμα και την αδράνεια της ηγεσίας των συνδικάτων όσον αφορά την οργάνωση γενικής απεργίας και πήραν την πρωτοβουλία να καλέσουν αυτά τους εργαζόμενους σε γενική απεργία.
Οι διαδηλώσεις την ημέρα της γενικής απεργίας –που νέκρωσε τη χώρα- δεν άργησαν να εξελιχθούν σε συγκρούσεις ανάμεσα σε νεαρούς χριστιανούς υποστηρικτές της αντιπολίτευσης και σε φιλοκυβερνητικές δυνάμεις και ανάμεσα σε Σιίτες και Σουνίτες. Ο Λίβανος παρέλυσε και μετατράπηκε σε πεδίο μάχης που ξυπνούσε μνήμες από τον μακροχρόνιο εμφύλιο πόλεμο. Ο απολογισμός των συγκρούσεων είχε 4 νεκρούς και 100 τραυματίες.
Τόσο η κυβέρνηση, όσο και ο Νασράλα μπροστά σε αυτό το ξέσπασμα βίας έκαναν έκκληση για «αυτοσυγκράτηση» και επιστροφή στον διάλογο, ενώ κηρύχθηκε και απαγόρευση της κυκλοφορίας.
Μαρία Μπουτζαρέλου