Δημοσιεύουμε με πολλή καθυστέρηση άρθρο του συντρόφου Γιάννη Πιστιόλη για τη νέα εθνικιστική στροφή του κυπριακού σοσιαλιστικού κόμματος ΕΔΕΚ. Η καθυστέρηση έχει να κάνει με τις καταιγιστικές εξελίξεις των τελευταίων δύο βδομάδων στην Ελλάδα.
Στις 14 Ιουνίου έγινε το πολιτικό καταστατικό συνέδριο της ΕΔΕΚ. Το συνέδριο αυτό ενέκρινε την πολιτική εισήγηση του νέου προέδρου του κόμματος, Μαρίνου Σιζόπουλου, στην οποία αναφέρεται η απόρριψη από πλευράς του κόμματος της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας (ΔΔΟ). Να υπενθυμίσουμε ότι η ΔΔΟ αποτελούσε τη προγραμματική βάση για τη λύση του Κυπριακού, την οποία προέτασσε το ΕΔΕΚ μέχρι και αυτό το συνέδριο.
Αυτή η κίνηση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί τυχαία, μιας και το τελευταίο καιρό μια σειρά από κόμματα της Κύπρου προσπαθούν μια εθνικιστική αναδίπλωση στο ζήτημα της λύσης του Κυπριακού. Η κίνηση αυτή του ΕΔΕΚ μπορεί σε αυτό το πλαίσιο να μεταφραστεί σαν μια προσπάθεια σύμπλευσης και συναίνεσης με τις πολιτικές δυνάμεις (ΔΗΚΟ, Συμμαχία Πολιτκών, ΕΥΡΩΚΟ, δυνάμεις εντός του ΔΗΣΥ με αρχηγό την Ευρωβουλευτή Ελένη Θεοχάρους κ.α.) που κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση.[1]
Επίσης δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτή η απόφαση του ΕΔΕΚ έρχεται σε μια περίοδο, όπου έχουμε την εκλογή του Μουσταφά Ακιντζί στην Βόρεια Κύπρο, ο οποίος έχει ξεκινήσει μια προσπάθεια επαναπροσέγγισης μεταξύ των δυο κοινοτήτων με τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και από την άλλη μια σειρά από οργανώσεις Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων να προχωρούν ολόενα και περισσότερο σε συντονισμένες προσπάθειες για κοινό αγώνα, ξεπερνώντας τις εθνικιστικές αγκυλώσεις.[2]
Τι είναι η ΔΔΟ;
Η ΔΔΟ αποτελεί πάγια θέση της Ελληνοκυπριακής ηγεσίας από το 1977. Αυτό που προτείνεται είναι η δημιουργία ενός ομοσπονδιακού κράτους, που αποτελείται από 2 περιοχές που έχουν μια καθορισμένη αυτονομία και που η καθεμία έχει τα δικά της κρατικά όργανα (εκτελεστική, νομοθετική και δικαστική εξουσία). Παράλληλα υπάρχει μια ομοσπονδιακή- κεντρική κυβέρνηση, η οποία κατέχει αρμοδιότητες που ασκούνται σε όλο το ομοσπονδιακό κράτος. Συνεπώς ο λαός των σχετικά αυτόνομων περιοχών υπάγεται απ’ ευθείας σε δυο εξουσίες εκείνη της κεντρικής κυβέρνησης και εκείνη της περιοχής όπου κατοικεί. Οι εξουσίες αυτές κατά κανόνα δεν συγκρούονται. Παραδείγματα ομοσπονδιακών κρατών είναι οι Η.Π.Α., Καναδάς, Αυστραλία, Ελβετία.
Ποιο είναι το πρόβλημα;
Αυτή τη στιγμή πληθαίνουν οι φωνές μέσα στο ΕΔΕΚ που αντιτίθενται στην ισότιμη λύση του Κυπριακού, προσπαθώντας να κρατήσουν αποστάσεις από τον Τ/κ νεοεκλεγέντα πρόεδρο και να συσπειρώσουν την Ε/κ πλευρά στο πλαίσιο ενός προγράμματος με εθνικιστικές αποχρώσεις. Μερικά από τις τοποθετήσεις αυτές κατηγορούν την προσπάθεια για ομοσπονδιά ως ρατσιστική, υπερπροβάλλοντας τα προβλήματα που γεννιούνται από μια τέτοια σύνθετη κρατική δομή. Από την άλλη βέβαια δεν προτείνουν κάποια λύση, παρά μόνο της συνέχεια της “Κυπριακή Δημοκρατίας”.
Αυτά τα συνθήματα ξυπνούν μνήμες του 1974 και συναισθήματα αβεβαιότητας και ανασφάλειας.
Τόσο η ηγεσία της ΕΔΕΚ, όσο και των υπόλοιπων απορριπτικών[3] δυνάμεων, φοβούνται την επανένωση της Κύπρου, γιατί τους αφαιρεί τον κύριο λόγο ύπαρξης που στηρίζεται στον εθνικισμό, τον φόβο και την προκατάληψη, ενώ μη έχοντας κάτι εναλλακτικό να προτείνουν, στην ουσία δέχονται τη διχοτόμηση του νησιού.
Εδω θα πρέπει να τονίσουμε πως και το κομμάτι του πολιτικού συστήματος της Κύπρου που συσπειρώνεται γύρω από την κυβέρνηση Αναστασιαδή και το ΑΚΕΛ, κάνει προτάσεις οι οποίες δεν μπορούν να προσφέρουν πραγματικές λύσεις για τα προβλήματα των Ε/κ και Τ/κ εργαζομένων.[4]
Ακόμα, για την ηγεσία της ΕΔΕΚ αυτή η στάση επιβεβαιώνει την εγκατάλειψη κάθε ίχνους κοινωνικής ευαισθησίας και σοσιαλιστικού οράματος και την ταύτιση της με το εθνικιστικό κομμάτι της Ε/κυπριακης άρχουσας τάξης.
Ποια λύση για το Κυπριακό;
Η Νέα Διεθνιστική Αριστερά – ΝΕΔΑ (Κυπριακό τμήμα της CWI και αδελφή οργάνωση του "Ξ") πιστεύει ότι τα συγκρουόμενα συμφέροντα της Ε/Κ και Τ/Κ άρχουσας τάξης και των συμμάχων τους, δεν τους επιτρέπουν να φτάσουν σε μια μόνιμη λύση του εθνικού προβλήματος και αγωνίζεται με όλες της τες δυνάμεις για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου μετώπου Ε/Κ και Τ/Κ εργαζομένων που θα πρωτοστατήσει στην επανένωση της Κύπρου και θα την προστατέψει από εθνικιστικές επιθέσεις και νέες αιματοχυσίες.[4]
Η Αριστερά έχει καθήκον να συνδέσει το εθνικό πρόβλημα με τον ταξικό αγώνα και το στόχο της ανατροπής του συστήματος. Να βάλει τις βάσεις για την δική της ανεξάρτητη πρόταση και πορεία στο κυπριακό.
Μια πρόταση που θα στηρίζεται στη διεκδίκηση των δικαιωμάτων των ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων εργαζομένων σε ένα κοινό και εναίο μέτωπο διεκδίκησης. Ένα τέτοιο μέτωπο θα μπορούσε μαζί με το στόχο για λύση να συνδυάσει και αιτήματα για τον τερματισμό των μέτρων λιτότητας και την κρατικοποίηση-κοινωνικοποίηση των βασικών τομέων της οικονομίας και των πλουτοπαραγωγικών πόρων της Κύπρου κάτω από κοινωνικό και εργατικό έλεγχο και διαχείριση προς όφελος του συνόλου των κατοίκων της, έτσι ώστε να αποτελέσουν την σταθερή βάση της ανάπτυξης.
Το κοινό μέτωπο των Ε/κ και Τ/κ εργαζομένων μπορεί να βάλει στόχο την επίλυση του κυπριακού μέσα από μια σοσιαλιστική ομοσπονδία με πραγματική πολιτική ισότητα των εργαζομένων που δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν. Που δεν θα έχει ανάγκη τις εγγυήσεις των μητέρων πατρίδων και των μεγάλων δυνάμεων, αλλά θα στηρίζεται στα κοινά συμφέροντα και την εμπιστοσύνη των ε/κυπρίων και τ/κυπρίων εργαζομένων που ήδη υπάρχει και θα ενισχυθεί μέσα από τους κοινούς αγώνες. Είναι ακριβώς μέσα από αυτή την συνεργασία που θα μπορέσει να γίνει δυνατή και η απαλλαγή από τις εγγυήτριες δυνάμεις και τις ιμπεριαλιστικές εξαρτήσεις, άλλα και η εξασφάλιση των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων για όλους τους Κύπριους.