Δημήτρης Πανταζόπουλος, εργαζόμενος στον επισιτισμό
Οι εργαζόμενοι στο χώρο του επισιτισμού – τουρισμού είναι από τους πρώτους που έπληξε και οικονομικά η πανδημία και τα μέτρα που πάρθηκαν για την αντιμετώπιση του κοροναϊού. Η απόφαση για το κλείσιμο των επισιτιστικών επιχειρήσεων αλλά και οι περιορισμοί στη λειτουργία των τουριστικών καταλυμάτων, αν και σωστή για την υγεία εργαζομένων και πελατών και για την υπεράσπιση της δημόσιας υγείας γενικότερα, δε συνοδεύεται από τα απαραίτητα μέσα στήριξης των εργαζομένων.
Ήδη από τις αρχές Μαρτίου, που ο ιός φαινόταν ότι θα χτυπήσει και την πόρτα της χώρας μας, η εργοδοσία του κλάδου το χρησιμοποίησε για να πιέσει ακόμα περισσότερο τα εργατικά δικαιώματα. Πόσοι και πόσες από μας δεν ακούσαμε τις μόνιμες δικαιολογίες ότι «έχει πέσει η δουλειά», «είναι πολλές οι ακυρώσεις», «τα πράγματα είναι δύσκολα» κοκ; Με αφορμή λοιπόν την πραγματική πτώση του τζίρου λόγω της απειλής του ιού τα αφεντικά του κλάδου ακόμα και πριν τα κυβερνητικά μέτρα προσπαθούσαν να περιορίζουν την πτώση της κερδοφορίας τους «βάζοντας χέρι» στα εργατικά δικαιώματα. Εξαναγκασμός σε άδεια, περικοπές στις βάρδιες και τα μεροκάματα, πιέσεις για δυσμενείς αλλαγές στις συμβάσεις, άδειες άνευ αποδοχών ήταν η καθημερινότητα του κλάδου για όλο το τελευταίο διάστημα. Τα μέτρα της κυβέρνησης με την επί της ουσίας αναγκαστική αργία ήρθαν να αποτελειώσουν την ήδη άσχημη κατάσταση.
Χιλιάδες εργαζόμενοι χωρίς δουλειά και μισθό
Αυτή τη στιγμή και για μια περίοδο που κανείς δεν ξέρει πόσο θα διαρκέσει, χιλιάδες εργαζόμενοι στον επισιτισμό είναι χωρίς δουλειά και μισθό. Οι εργαζόμενοι στα εποχιακά ξενοδοχεία και καταλύματα (που θα ξεκινούσαν να πιάνουν δουλειά από τον Απρίλη) δεν ξέρουν πότε και αν θα ξεκινήσουν να δουλεύουν ενώ το ίδιο συμβαίνει και με τους συναδέλφους που ήταν έτοιμοι να φύγουν για «σαιζόν». Από την άλλη όσοι συνάδελφοι συνεχίζουν να δουλεύουν (take away & delivery καταστήματα) το κάνουν κάτω από δυσμενείς συνθήκες. Η πλειοψηφία των εργοδοτών που μέχρι σήμερα δεν παρείχε στους εργαζόμενους ούτε μηχανάκια, ούτε τα βασικά μέσα προστασίας για τη δουλειά τους (κράνη, μπουφάν με προστατευτικά κλπ) δεν παρέχει ούτε μάσκες, γάντια, αντισηπτικά κοκ. Για μια ακόμα φορά οι εργαζόμενοι αυτοί καλούνται να βάλουν το χέρι στη τσέπη για να κρατήσουν τη θέση εργασίας τους, αν φυσικά καταφέρουν να βρουν αυτά τα είδη ατομικής προστασίας που έχουν γίνει εκτός από πανάκριβα και σπάνια.
Τα μέτρα της κυβέρνησης είναι μέτρα που στη συντριπτική τους πλειοψηφία ουσιαστικά διευκολύνουν την εργοδοσία. Αρχικά το κλείσιμο των καταστημάτων, αν και σωστό (την ορθότητα του μέτρου θα συνεχίσουμε να την υπογραμμίζουμε), αποτέλεσε μεγάλη ανάσα για τους εργοδότες που απαλλάχτηκαν από τους μισθούς μέχρι νεωτέρας. Η απαλλαγή της δήλωσης των ωραρίων στην «ΕΡΓΑΝΗ» επίσης είναι μέτρο στήριξης της εργοδοσίας αφού της αφήνει το ελεύθερο να εφαρμόζει ανενόχλητη την ελαστικοποίηση και την εντατικοποίηση των ωραρίων.
Τα μέτρα ωστόσο που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για τους εργαζόμενους δεν προσφέρουν, σε καμία περίπτωση, την ίδια ανακούφιση. Οι άδειες ειδικού σκοπού που δίνονται στους εργαζόμενους γονείς, ψαλιδίζουν την κανονική τους άδεια. Το εφάπαξ επίδομα 800€ για τους εργαζόμενους που δε δουλεύουν λόγω των μέτρων, αν και αποτελεί μία ανάσα για τα εργατικά νοικοκυριά, είναι σταγόνα στον ωκεανό ενώ και αυτό το μέτρο απαλλάσσει από κάθε έξοδο την εργοδοσία. Και ενώ πράγματι πολλές μικρές επιχειρήσεις δεν έχουν περιθώριο να πληρώσουν τους μισθούς και τις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων τους χωρίς να λειτουργούν είναι σκανδαλώδες να απαλλάσσονται πλήρως οι μεγάλες επιχειρήσεις και οι κολοσσοί του κλάδου. Ταυτόχρονα, σε συνέντευξη του ο υπ. οικονομικών (Πέμπτη 19/3) άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να μην καταβληθεί το δώρο Πάσχα από τους εργοδότες. Ο Μητσοτάκης στη συνέχεια στο διάγγελμα του ανακοίνωσε μεν την κανονική καταβολή του, αφήνοντας ωστόσο ανοιχτό το ενδεχόμενο σημαντικής καθυστέρησης. Συνολικά πάντως η συζήτηση δείχνει ξεκάθαρα με ποιανού το μέρος είναι η κυβέρνηση. Τέλος, η κυβέρνηση αρχικά απλά παρακαλούσε λεκτικά τους εργοδότες να μην απολύσουν κανένα εργαζόμενο μεσούσης της κρίσης και προχώρησε σε νομοθετική ρύθμιση μόνο αφότου οι επίσημες απολύσεις των πρώτων δυο βδομάδων του Μάρτη έφτασαν τις 41.000 – στην πραγματικότητα οι απολύσεις είναι πολύ περισσότερες καθώς πολλές σχέσεις εργασίας δεν αντικατοπτρίζονται στο πληροφοριακό σύστημα Εργάνη απ’ όπου προέρχτονται τα στοιχεία των απολύσεων. Και βέβαια δεν υπάρχει καμία πρόνοια για το τι θα γίνει με τους εργαζόμενους όταν (και αν) τα μαγαζιά ξανανοίξουν σε μια κατεστραμμένη τουριστική σεζόν όπου είναι πολύ πιθανό να ακολουθήσει νέο κύμα απολύσεων.
Ένας κλάδος-συνώνυμο των ελαστικών σχέσεων εργασίας
Όλα αυτά μάλιστα συμβαίνουν σε ένα κλάδο που η κατάσταση δεν ήταν η καλύτερη για τους εργαζόμενους και πριν τα μέτρα περιορισμού για τον κοροναϊό. Αρχικά να θυμίσουμε ότι ο επισιτισμός – τουρισμός είναι ένας από τους λίγους κλάδους στους οποίους ισχύει ακόμα και σήμερα κλαδική συλλογική σύμβαση, η οποία είναι υποχρεωτική για τους εργοδότες. Παρόλα αυτά η απουσία οποιουδήποτε ελέγχου για την εφαρμογή της την καθιστά ανενεργή αφού η περισσότερες επιχειρήσεις του κλάδου δεν την εφαρμόζουν. Μιλάμε επίσης για ένα κλάδο όπου η πρακτική «άλλος μισθός να δηλώνεται και άλλος να δίνεται στον εργαζόμενο» είναι πανάκεια. Έτσι η πλειοψηφία του κλάδου εμφανίζεται με το βασικό μισθό ακόμα και αν πληρώνεται παραπάνω, πρακτική που απαλλάσσει τα αφεντικά από φορολογία και ασφαλιστικές εισφορές. Πρόκειται για ένα κλάδο που σε πολλές επιχειρήσεις τα ένσημα δεν πληρώνονται, ενώ για προσαυξήσεις για νυχτερινά και αργίες ούτε λόγος. Σε όλα τούτα ας προσθέσουμε τα ελαστικά ωράρια και τις εξοντωτικές βάρδιες. Όλα, μάλιστα, τα παραπάνω χωρίς καν να αγγίξουμε τα εποχιακά κάτεργα στις «σαιζόν» ή τις ειδικές συνθήκες στα ταχυφαγεία.
Με αυτά τα δεδομένα είναι σαφές ότι οι επιχειρήσεις του κλάδου ειδικά με τη ραγδαία αύξηση του τουρισμού τα τελευταία χρόνια έχουν κερδίσει αρκετά και κανονικά σε αυτές τις συνθήκες θα έπρεπε να «βάλλουν το χέρι στην τσέπη» – στη βάση μιας κλίμακας κερδοφορίας. Αντί για αυτό όμως οι αποφάσεις της κυβέρνησης τους απαλλάσσουν σχεδόν από κάθε βάρος. Είναι αστείο μάλιστα το γεγονός ότι ο Μητσοτάκης και οι υπουργοί του διατρανώνουν συνεχώς ότι το κόστος αυτής της κρίσης πρέπει να μοιραστεί σε όλους, αλλά κάτι τέτοιο δε φαίνεται από τα έργα τους.
Τέλος η ανησυχία για την επόμενη μέρα είναι τεράστια μια που πρέπει να θεωρούμε δεδομένο ότι οι εργοδότες του κλάδου θα προσπαθήσουν να μετακυλήσουν τις απώλειες που θα έχουν στις πλάτες των εργαζομένων.
Μία ουσιαστική δέσμη μέτρων για τους εργαζόμενους στον κλάδο θα έπρεπε να περιλαμβάνει:
- Πλήρη απαγόρευση απολύσεων για το επόμενο διάστημα ακόμα και μετά την λήξη της καραντίνας, τουλάχιστον για ένα 6μηνο.
- Εκτός από το έκτακτο επίδομα των 800€, καταβολή μέρους -τουλάχιστον- του μισθού από τους εργοδότες, ειδικά στις επιχειρήσεις του κλάδου με αρκετούς εργαζόμενους. Για να γίνει κάτι τέτοιο, με βάση την κερδοφορία των επιχειρήσεων την προηγούμενη περίοδο, πρέπει να γίνει έλεγχος από κράτος και συνδικάτα στα βιβλία τους αλλά και στα περιουσιακά στοιχεία των εργοδοτών για να φανεί και το μαύρο – αδήλωτο χρήμα.
- Καταβολή ολόκληρου του δώρου Πάσχα από τους εργοδότες – καμία περικοπή στην επιδότηση της άδειας («δώρο καλοκαιριού»)
- Ειδικά εν μέσω πανδημίας αυστηροποίηση των ελέγχων από τη ΣΕΠΕ
- Επαναφορά της υποχρέωσης για ανάρτηση των ωραίων στην ΕΡΓΑΝΗ, με ένα μικρό όμως περιθώριο λόγω της έκτακτης κατάστασης.
- Καμία απώλεια για την κανονική άδεια των εργαζομένων. Επιπλέον «ειδική» άδεια με πλήρεις αποδοχές και ασφάλιση για όσους αρρωσταίνουν από τον ιό ή πρέπει να φροντίσουν κάποιον δικό τους (άρρωστο ή παιδί λόγω κλειστών σχολείων)
- Ειδικά για όσους ακόμα εργάζονται να παρθούν όλα τα μετρά υγιεινής με ευθύνη της εργοδοσίας
- Παράταση του επιδόματος εργασίας για τους εποχικούς εργαζόμενους για όσο χρονικό διάστημα παραμείνει ο κλάδος κλειστός, αλλά και κανονικό ανεργιακό επίδομα για όσους μείνουν χωρίς δουλειά όταν αρχίσει να δουλεύει ο κλάδος.
- Πλήρη κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών για τους εργαζόμενους
- Καμία δυσμενή μεταβολή σύμβασης εργαζομένου.
- Καμία κουβέντα για αναστολή ισχύος ή κατάργηση της κλαδικής συλλογικής σύμβασης – επαρκείς έλεγχοι για την πλήρη εφαρμογή της.