Σήμερα, ημέρα της εργατικής πρωτομαγιάς, δημοσιεύουμε παλιότερο άρθρο για τα γεγονότα που καθιέρωσαν την 1η Μαΐου σε παγκόσμια ημέρα των εργατών.
Όχι, η 1η Μαΐου δεν έχει να κάνει με το στιχάκι «ο Μάιος μας έφτασε εμπρός βήμα ταχύ να τον προϋπαντήσουμε παιδιά στην εξοχή». Και δεν είναι απλά μια αργία, όπως προσπαθούν να το παρομοιάσουν οι εκπρόσωποι της άρχουσας τάξης και οι κυβερνώντες. Είναι κάτι πολύ πιο σημαντικό ιστορικά και πολιτικά, μια ταξική «γιορτή» που μας ενώνει και συμβολίζει τους αγώνες της εργατικής τάξης και όλων των καταπιεσμένων.
Όπως περιέγραφε ο Λένιν την Πρωτομαγιά σε ένα σχέδιο ανακοίνωσης το μακρινό 1904:
«Σύντροφοι εργάτες!
Πλησιάζει η μέρα της Πρωτομαγιάς, που οι εργάτες όλων των χωρών γιορτάζουν το ξύπνημά τους σε μια συνειδητή ζωή, γιορτάζουν την ένωσή τους στον αγώνα ενάντια σε κάθε βία και καταπίεση ανθρώπου από άνθρωπο, στον αγώνα για την απαλλαγή των εκατομμυρίων εργαζομένων από την πείνα, την εξαθλίωση και την ταπείνωση.
Δυο κόσμοι στέκουν αντιμέτωποι στη μεγαλειώδη αυτή πάλη: ο κόσμος του κεφαλαίου και ο κόσμος της εργασίας, ο κόσμος της εκμετάλλευσης και της σκλαβιάς και ο κόσμος της αδελφοσύνης και της λευτεριάς.»
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Σικάγο, 1886
Το 1881 δημιουργείται η Αμερικάνικη Ομοσπονδία Εργασίας, AFL, στην αρχή σαν «Ομοσπονδία Οργανωμένων Επαγγελμάτων και Εργατικών Συνδικάτων των Ηνωμένων Πολιτειών και του Καναδά».
Στο συνέδριο της AFL το 1884, υιοθετήθηκε ομόφωνα ένα ψήφισμα που πρότεινε να πραγματοποιηθεί πανεθνική συγκέντρωση ολόκληρης της εργατικής τάξης την 1η Μάη στο Σικάγο, με στόχο να καθιερωθεί το 8ωρο.
Την άνοιξη του 1886, ο «Σύνδεσμος για την Καθιέρωση του Οκτάωρου», ο οποίος είχε ιδρυθεί από τους Αύγουστο Σπάις και Άλμπερτ Πάρσον ξεκίνησε μεγάλες κινητοποιήσεις στο Σικάγο και σε άλλες πόλεις των Ηνωμένων Πολιτειών, με βασικό αίτημα την καθιέρωση του οκτάωρου. Την τελευταία Κυριακή πριν από την Πρωτομαγιά, οργανώθηκε μια μεγάλη διαδήλωση στην οποία πήραν μέρος περίπου 20.000 άτομα. Την 1η Μαΐου, 340.000 εργάτες διαδήλωναν σε όλη την χώρα και 190.000 πήραν μέρος στην απεργία. Περισσότεροι από 90.000 συμμετείχαν στην απεργιακή συγκέντρωση στην πόλη του Σικάγο. Η απεργία συνεχίστηκε τις επόμενες ημέρες, ενώ οι συμπλοκές στα εργοστάσια μεταξύ απεργών και απεργοσπαστών ήταν καθημερινό φαινόμενο.
Σε μια τέτοια συμπλοκή στις 3 Μαΐου, έξω από το εργοστάσιο Μακ Κόρμικ στο Χάρβεστερ, η αστυνομία πυροβόλησε κατά των απεργών. Σκοτώθηκαν έξι εργάτες και την επομένη (4 Μαΐου) περίπου 3.000 εργάτες συγκεντρώθηκαν στην Πλατεία Αγοράς για να διαμαρτυρηθούν. Η συγκέντρωση ήταν ειρηνική, ενώ ήταν παρών και ο δήμαρχος της πόλης Χάρισον, ο οποίος είχε δώσει την άδεια να πραγματοποιηθεί.
Κατά τη διάρκειά της, ξέσπασε δυνατή βροχή που ανάγκασε τους περισσότερους να αποχωρήσουν. Και ενώ ο Άλμπερτ Πάρσον ολοκλήρωνε την ομιλία του, μέσα από ένα αυτοκίνητο, κάποιος πέταξε μια χειροβομβίδα προς την πλευρά των αστυνομικών. Από την έκρηξη τραυματίστηκαν 66 αστυνομικοί, εκ των οποίων οι επτά πέθαναν αργότερα.
Ύστερα από αυτό το γεγονός, οι αστυνομικοί άρχισαν να πυροβολούν κατά του πλήθους. Από τα πυρά αυτά, σκοτώθηκαν τέσσερις διαδηλωτές και τραυματίστηκαν 200.
Ακολούθησαν συλλήψεις των ηγετών του κινήματος και στη δίκη που ακολούθησε οκτώ συνδικαλιστές καταδικάστηκαν σε θάνατο.Ο Αύγουστος Σπάις, ο Άλντολφ Φίντεν, ο Τζορτζ Ένγκελ και Άλμπερτ Πάρσον, κρεμάστηκαν στις 11 Νοεμβρίου του 1887. Ο Λούις Λινγκ αυτοκτόνησε στο κελί του, ενώ οι ποινές των υπολοίπων μετατράπηκαν σε ισόβια και αργότερα, μετά την αναθεώρηση της δίκης, απελευθερώθηκαν.
Χρόνια αργότερα, στις 26/6/1893, ο κυβερνήτης του Ιλινόις Τ. Άλντεγκελντ παραδέχτηκε ότι οι κατηγορούμενοι ήταν αθώοι ενώ ο διοικητής της αστυνομίας του Σικάγου που έδωσε την εντολή της επίθεσης καταδικάστηκε για διαφθορά.
Η υπεράσπιση των συνδικαλιστών υποστήριξε την εκδοχή της προβοκάτσιας, όμως ποτέ δεν εξακριβώθηκε ποιος έριξε τη χειροβομβίδα.
Η καθιέρωση της ημέρας
Η Πρωτομαγιά καθιερώθηκε σαν τη παγκόσμια μέρα των εργατικών διεκδικήσεων, κατά τη διάρκεια του Παγκόσμιου Σοσιαλιστικού Συνεδρίου, (της Δεύτερης Σοσιαλιστικής Διεθνούς) τον Ιούλιο του 1889, στο Παρίσι.
Ο Ένγκελς σημείωσε για εκείνη την ιστορική απόφαση:
«Μακάρι να ζούσε ο Μαρξ για να έβλεπε αυτό εδώ με τα ίδια του τα μάτια».
Η απόφαση του συνεδρίου που ψηφίστηκε στις 20 Ιουλίου 1889 αναφέρει:
«Το συνέδριο αποφασίζει να οργανώσει μια μεγάλη διεθνή διαδήλωση έτσι που σε όλες τις χώρες και σε όλες τις πόλεις και σε μια, από πριν καθορισμένη, μέρα οι εργατικές μάζες να ζητήσουν από τα κρατικά όργανα την ελάττωση με νόμο της εργάσιμης μέρας σε 8 ώρες και την εκπλήρωση των αποφάσεων του συνεδρίου του Παρισιού. Εφόσον η Αμερικάνικη Ομοσπονδία Εργασίας καθόρισε κι αυτή στο συνέδριο του Σαιντ Λούις μια παρόμοια διαδήλωση για την πρωτομαγιά του 1890 η μέρα αυτή ορίστηκε σαν μέρα της διεθνούς διαδήλωσης…»
Η τεράστια επιτυχία των πρωτομαγιάτικων συγκεντρώσεων ήταν αυτή που τελικά καθιέρωσε την 1η Μαΐου σαν ημέρα διεθνούς απεργίας, εργατικών διεκδικήσεων και συγκεντρώσεων των εργαζομένων σε όλο τον κόσμο.
1893: Η πρώτη Εργατική Πρωτομαγιά στην Ελλάδα
Η πρώτη Πρωτομαγιά στην Ελλάδα γιορτάστηκε το 1893, με πρωτοβουλία του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου, που ιδρύθηκε από τον Σταύρο Καλλέργη στις 20 Ιούλη του 1890, ενώ από τις 3 Ιούνη του ίδιου έτους ο Καλλέργης εξέδωσε την εφημερίδα «Σοσιαλιστής».
Την Κυριακή 2 Μαΐου 1893 περίπου 2.000 άνθρωποι –αριθμός σημαντικός για τα δεδομένα της εποχής– συγκεντρώθηκαν στο Παναθηναϊκό Στάδιο και διαδήλωσαν, ζητώντας την καθιέρωση της οκτάωρης ημερήσιας εργασίας.
Οι συγκεντρωμένοι ενέκριναν ψήφισμα, το οποίο έδωσαν στον Πρόεδρο της Βουλής. Με το ψήφισμα ζητούσαν, εκτός από το οκτάωρο, την καθιέρωση της αργίας της Κυριακής και τη χορήγηση σύνταξης στα θύματα των εργατικών ατυχημάτων. Η άρνηση του προέδρου να το εκφωνήσει, προκάλεσε τη θορυβώδη αντίδραση του Καλλέργη και τελικά τον ξυλοδαρμό, την σύλληψη και την καταδίκη του σε φυλάκιση 10 ημερών «για διατάραξη της συνεδρίασης».
Τον επόμενο χρόνο, οι σοσιαλιστικές ενώσεις επανέλαβαν τον εορτασμό στο Παναθηναϊκό Στάδιο, με ομιλητές τον Πλάτωνα Δρακούλη και τον Σταύρο Καλλέργη. Στα αιτήματα προστέθηκε και η κατάργηση της θανατικής ποινής. Μετά το τέλος της εκδήλωσης, οι αρχές έκαναν συλλήψεις και ο εορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς απαγορεύτηκε.
Χρειάστηκε να περάσουν 17 ολόκληρα χρόνια, ως το 1911, που γιορτάστηκε και πάλι η εργατική Πρωτομαγιά. Στο διάστημα αυτό ξέσπασαν μεγάλες απεργίες σε όλες σχεδόν τις πόλεις της Ελλάδας και σε πολλούς κλάδους, ενώ δημιουργήθηκαν πολλά σωματεία και δευτεροβάθμιες οργανώσεις.
Το 1911, η Φεντερασιόν Θεσσαλονίκης αναλαμβάνει τη διοργάνωση της εργατικής Πρωτομαγιάς στη Θεσσαλονίκη. Οι αστυνομικές δυνάμεις επεμβαίνουν και συλλαμβάνουν τους πρωτεργάτες, ανάμεσα σ’ αυτούς τον Α. Μπεναρόγια, που εξορίζεται στη Σερβία. Η Φεντερασιόν ήταν πολιτικό-συνδικαλιστική σοσιαλιστική εργατική οργάνωση ομοσπονδιακής μορφής, η οποία είχε συγκροτηθεί στην Θεσσαλονίκη όταν αυτή υπαγόταν ακόμη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, από εργάτες Εβραίους, Έλληνες, Τούρκους, Βούλγαρους, Σλάβους κα.
Tην ίδια χρονιά, στην Αθήνα, αποφασίζεται να γιορταστεί εκ νέου η Πρωτομαγιά με πρωτοβουλία του Ν. Γιαννιού στο Μετς, με κεντρικό σύνθημα «8 ώρες δουλειά, 8 ώρες ανάπαυση και 8 ώρες ύπνο». Η Αστυνομία οδήγησε τους Γιαννιό, Αποστολίδη και Παπαγιάννη στα γραφεία της γιατί «δεν είχαν άδειαν», όπου τελικά αφέθηκαν ελεύθεροι.
Η πρωτομαγιά γιορτάζεται ξανά το 1919 σε 12 πόλεις πανελλαδικά, ένα χρόνο μετά την ίδρυση της ΓΣΕΕ.
Η Πρωτομαγιά του 1936 στη Θεσσαλονίκη
Η διεθνής ύφεση του 1929 είχε προκαλέσει σημαντική πτώση στις εξαγωγές του καπνού και της σταφίδας. Η πτώχευση του 1932 είχε επιδεινώσει την κατάσταση και από τις αρχές του 1936, ξεσπούν απεργιακές κινητοποιήσεις στην Αθήνα, στην Καλαμάτα, στη Θεσσαλονίκη, στη Δράμα και στην Ξάνθη. Από την αρχή του έτους και έως την επιβολή της δικτατορίας στις 4 Αυγούστου, είχαν προκηρυχθεί περισσότερες από 200 τοπικές και γενικές απεργίες.
Ειδικότερα, στη Βόρεια Ελλάδα η αλλαγή στον τρόπο παραγωγής του καπνού είχε επιφέρει μεγάλη ανεργία στον κλάδο. Παράλληλα, ο μεγάλος αριθμός των προσφύγων που αναζητούσαν εργασία είχε μειώσει τις αμοιβές των καπνεργατών, τουλάχιστον κατά 50%, ενώ η συλλογική σύμβαση του κλάδου δεν είχε ανανεωθεί από το 1924. Οι καπνεργάτες αποτελούσαν στη βόρεια Ελλάδα ένα συμπαγή κλάδο, ο οποίος αριθμούσε την εποχή εκείνη περισσότερους από 40.000 εργαζομένους με αναπτυγμένη συνδικαλιστική συνείδηση, ήδη από την εποχή της Φεντερασιόν.
Στις 29 Απριλίου ο κλάδος ξεκίνησε γενική απεργία. Τα βασικά αιτήματα ήταν η αναπροσαρμογή του ημερομισθίου, το οποίο είχε φθάσει τις 65 έως 70 δραχμές για τους άνδρες και τις 24 έως 30 για τις γυναίκες.
Στις διεκδικήσεις είχαν ενταχθεί και πολιτικά αιτήματα, όπως «η χορήγηση γενικής αμνηστίας εις τους πολιτικούς φυλακισμένους, εξόριστους και καταδικασμένους και ιδιαίτερα των καπνεργατικών στελεχών».
Από την 1η και έως τις 8 Μαΐου, οι απεργίες και οι κινητοποιήσεις επεκτείνονται στις Σέρρες, στη Δράμα, στην Ξάνθη, στον Λαγκαδά, στον Βόλο και στην Καρδίτσα. Ταυτόχρονα οι βιομήχανοι και οι έμποροι καπνού έκλεισαν τις επιχειρήσεις τους κηρύσσοντας λοκ άουτ (εργοδοτική απεργία). Στις 9 Μαΐου ξεκινά γενική απεργία στη Θεσσαλονίκη, στην οποία συμμετέχουν και άλλοι κλάδοι σε ένδειξη συμπαράστασης στους καπνεργάτες. Οργανώνονται συλλαλητήρια και πορείες, ενώ η Χωροφυλακή προσπαθεί να εμποδίσει τους διαδηλωτές να κατευθυνθούν προς το Διοικητήριο (το κτίριο που στεγάζεται σήμερα το Υφυπουργείο Μακεδονίας-Θράκης).
Τα επεισόδια ξεκίνησαν από τη συμβολή των οδών Βενιζέλου και Εγνατίας, όπου το συνδικάτο των αυτοκινητιστών είχε στήσει οδόφραγμα. Οι αυτοκινητιστές προσπάθησαν να απελευθερώσουν συνάδελφό τους που είχε συλληφθεί και η χωροφυλακή απάντησε με πυροβολισμούς. Σκοτώθηκε ο Τάσος Τούσης. Ο νεκρός μεταφέρεται πάνω σε μια πόρτα από διαδηλωτές που κατευθύνονται προς το Διοικητήριο. Οι αστυνομικοί παίρνουν τα όπλα από τους στρατιώτες και πυροβολούν στο ψαχνό.
Ο απολογισμός είναι 16 νεκροί και δεκάδες τραυματίες. Την επομένη, οι κηδείες των θυμάτων μετατρέπονται σε μαζικές διαδηλώσεις.
Στην κηδεία των θυμάτων συμμετέχει μια λαοθάλασσα 150.000 ανθρώπων, σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού της πόλης. Για 36 ώρες η Θεσσαλονίκη βρίσκεται στα χέρια του λαού, η αστυνομία κλείνεται στα Τμήματα. Ψάλλουν το «Πένθιμο Εμβατήριο». Οι φαντάροι συναδελφώνονται με τους πολίτες. Οι γυναίκες από τα μπαλκόνια της πόλης ραίνουν τους διαδηλωτές με λουλούδια. Οι εργάτριες στολίζουν με λουλούδια τις κάννες των όπλων της στρατιωτικής δύναμης που ακολουθούσε τη διαδήλωση.
Ο επικεφαλής των στρατιωτών, που συνοδεύουν τους διαδηλωτές, ο λοχαγός Μ. Μαρινάκης τιμώντας τους ήρωες νεκρούς μιλάει στους συγκεντρωμένους. Τονίζει ότι ο στρατός, σαν ένα κομμάτι του λαού, συμμερίζεται τον πόνο και τη θλίψη του.
Στις 11 Μαΐου κηρύσσονται απεργίες διαμαρτυρίας σε πολλές πόλεις της χώρας και στις 13 Μαΐου πανελλαδική απεργία. Όμως έλειπε το σχέδιο, ο συντονισμός των εργατικών κινητοποιήσεων και η πολιτική εναλλακτική. Η ηγεσία του ΚΚΕ που ήταν το πιο μαζικό κόμμα της Αριστεράς εκείνη την εποχή, δεν βάζει θέμα εξουσίας και ανατροπής του συστήματος αλλά διεκδικεί μόνο μικρές παραχωρήσεις από την μεριά του τρομοκρατημένου κατεστημένου.
Τον Ιούλιο ξεσπούν νέες απεργίες και μετά τη δημοσίευση του διατάγματος, το οποίο καθιστά υποχρεωτική την διαιτησία σε κάθε περίπτωση εργατικής διαφοράς, τα συνδικάτα κηρύσσουν γενική πανελλαδική απεργία για τις 5 Αυγούστου του 1936.
Με αφορμή την απεργία αυτή, ο Ιωάννης Μεταξάς ζητά από τον τότε βασιλιά Γεώργιο Β’ την αναστολή των άρθρων του Συντάγματος, που προστατεύουν τις ατομικές ελευθερίες και στις 4 Αυγούστου επιβάλλει δικτατορία.
Καισαριανή: 1η Μαΐου 1944
Την Πρωτομαγιά του 1942 και του 1943 τα παράνομα συνδικάτα επιχειρούν να σπάσουν τις απαγορεύσεις των αρχών κατοχής με μικρές κινητοποιήσεις σε ορισμένους κλάδους, όπως τα μηχανουργεία, με συμβολικούς κυρίως στόχους.
Η πρωτομαγιά του 1944 θα μείνει στην ιστορία αυτή την φορά όχι λόγω κάποιας απεργίας.
Στις 27 Απριλίου του 1944 διμοιρία του 8ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου σκοτώνει, σε ενέδρα στον δρόμο Μολάων-Σπάρτης στη Λακωνία, τον Γερμανό στρατιωτικό διοικητή Πελοποννήσου, στρατηγό Φράντς Κρεχ και τρεις άνδρες της συνοδείας του. Σε αντίποινα, ο στρατός κατοχής αποφάσισε «την εκτέλεση 200 κομμουνιστών, καθώς και την εκτέλεση όλων των ανδρών που θα συλλαμβάνονται μεταξύ Μολάων και Σπάρτης».
Η διαταγή των Γερμανών ναζί κατακτητών δημοσιεύτηκε στις 30 Απρίλη 1944:
«…Την 27.4.44 κομμουνιστικαί συμμορίαι παρά τους Μολάους κατόπιν μιας ενέδρας επιθέσεως εδολοφόνησαν ανάνδρως έναν Γερμανόν στρατηγόν και τρεις συνοδούς του (…) Ως αντίποινα θα εκτελεστούν: 1) Ο τυφεκισμός 200 κομμουνιστών την 1.5.1944. 2) Ο τυφεκισμός όλων των ανδρών τους οποίους θα συναντήσουν τα γερμανικά στρατεύματα επί της οδού Μολάων προς Σπάρτην…».
Την επομένη, μέρα Δευτέρα, ήταν Πρωτομαγιά του ’44. Η επιλογή των 200 που θα εκτελεστούν έγινε στο στρατόπεδο στο Χαϊδάρι. Εκεί ήταν φυλακισμένοι κομμουνιστές από το καθεστώς Μεταξά και τις κατοχικές κυβερνήσεις που τους παρέδωσαν στους Ναζί.
Από αυτούς, οι 170 ήταν πρώην κρατούμενοι των φυλακών της Ακροναυπλίας και οι 30 πρώην εξόριστοι από την Ανάφη, που είχαν συλληφθεί για «κομμουνιστική δράση» πριν από την Κατοχή.
Από εκεί τους μετέφεραν με καμιόνια στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής.
Στη διαδρομή από το Χαϊδάρι στην Καισαριανή, οι μελλοθάνατοι γράφουν και πετούν στο δρόμο τα τελευταία τους γράμματα για τους δικούς τους.
Ο Ναπολέων Σουκατζίδης έγραψε στον πατέρα του:
«Πατερούλη, πάω για εκτέλεση, να ‘σαι περήφανος για τον μονάκριβο γιο σου».
Ο Νίκος Μαριακάκης στο δικό του σημείωμα έγραψε:
«Καλύτερα να πεθαίνει κανείς στον αγώνα για τη λευτεριά παρά να ζει σκλάβος».
Ο Μήτσος Ρεμπούτσικας:
«…Όταν ο άνθρωπος δίνει τη ζωή του για ανώτερα ιδανικά, δεν πεθαίνει ποτέ…».
Οι Πρωτομαγιές μεταπολεμικά
Η πρώτη ανοικτή συγκέντρωση για την Πρωτομαγιά μετά τον πόλεμο γίνεται στο Παναθηναϊκό Στάδιο, σχεδόν αμέσως μετά τα Δεκεμβριανά. Μετά τη λήξη του Εμφυλίου πολέμου, ο εορτασμός γίνεται με πολλές δυσκολίες, κυρίως σε κλειστούς χώρους, καθώς υπάρχουν σοβαροί περιορισμοί στις δημόσιες συναθροίσεις και την πολιτική δράση. Οι διοικήσεις της ΓΣΕΕ διορίζονται από τα δικαστήρια, τακτική που θα συνεχισθεί έως τη Μεταπολίτευση και σε ορισμένες περιπτώσεις μετά από αυτήν.
Με την κήρυξη της δικτατορίας των συνταγματαρχών, στις 21 Απριλίου του 1967, επιβλήθηκε ο στρατιωτικός νόμος και απαγορεύτηκε κάθε συγκέντρωση.
Ο πρώτος εορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς, σε συνθήκες νομιμότητας θα γίνει τον Μάιο του 1975. Η 1η Μαΐου συνέπιπτε με τη Μεγάλη Παρασκευή και η διοίκηση της ΓΣΕΕ με το Εργατικό Κέντρο, όρισαν σαν ημέρα του εορτασμού τις 9 Μαΐου. Η απεργιακή συγκέντρωση πραγματοποιήθηκε μπροστά από το δημαρχείο της Αθήνας και ήταν ιδιαίτερα μαζική. Ανάλογη συγκέντρωση έγινε και στη Θεσσαλονίκη μπροστά στο Εργατικό Κέντρο της Πόλης.
Από το 1976 η συγκέντρωση της Πρωτομαγιάς στην Αθήνα, πραγματοποιείται στο Πεδίο του Άρεως μπροστά από το κτίριο της ΓΣΕΕ.
Από το 1986 και μέχρι σήμερα το ΚΚΕ επιλέγει τον δρόμο των ξεχωριστών δικών του συγκεντρώσεων σε διαφορετικό μέρος και βασικά στην πλατεία Συντάγματος στην Αθήνα, την πλατεία Αριστοτέλους στην Θεσσαλονίκη κοκ.
Με την σταδιακή αποδυνάμωση των συνδικάτων και των συγκεντρώσεων οι συγκεντρώσεις της ΓΣΕΕ και του ΕΚΑ μεταφέρονται στην Πλατεία Κλαυθμώνος.
Η Πρωτομαγιά διεθνώς
Η Εργατική Πρωτομαγιά γιορτάζεται σε 107 χώρες του κόσμου, που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 67% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Η Ολλανδία, το Ισραήλ και οι χώρες της αραβικής χερσονήσου είναι από τις ελάχιστες χώρες που δεν διαθέτουν μια ημέρα γιορτής για την εργασία και τους εργαζόμενους. Η Σρι Λάνκα γιορτάζει την ημέρα αυτή στις 7 Μαΐου και το Ηνωμένο Βασίλειο την πρώτη Δευτέρα του Μαΐου, η Νέα Ζηλανδία την τέταρτη Δευτέρα του Οκτωβρίου.
Οι ΗΠΑ και ο Καναδάς είναι οι μοναδικές χώρες στις οποίες ως Ημέρα της Εργασίας δεν εορτάζεται η Πρωτομαγιά, αλλά η πρώτη Δευτέρα του Σεπτεμβρίου. Το 1894, ο εορτασμός της Ημέρας της Εργασίας έγινε νόμος του κράτους των ΗΠΑ, με απόφαση του Κογκρέσου και νόμος του Καναδά με απόφαση του κοινοβουλίου της χώρας. Στόχος ήταν να μην συνδεθεί η μέρα με τα γεγονότα του Σικάγο, τα συνδικάτα και την Αριστερά της χώρας.
Η Ιαπωνία, το Αφγανιστάν, το Ιράν και ορισμένα κρατίδια της Ινδίας, αν και γιορτάζουν την Πρωτομαγιά, είναι ανάμεσα στις ελάχιστες χώρες όπου η ημέρα αυτή δεν είναι αργία.
Στην Τουρκία, στην Ινδονησία και στο Πακιστάν, αν και η μέρα αυτή είναι γιορτή, οι διαδηλώσεις συχνά καταστέλλονται από την κυβέρνηση. Στην Κωνσταντινούπολη, διαδήλωση –συνήθως αιματοβαμμένη– πραγματοποιείται κάθε χρόνο στην πλατεία Ταξίμ, παρότι από το 2013 απαγορεύονται από το καθεστώς του Ερντογάν οι συγκεντρώσεις εκεί.
Φασίστες και Πρωτομαγιά
Στην Ελλάδα η ναζιστική Χρυσή Αυγή στο παρελθόν προσπάθησε να παρουσιάσει την Πρωτομαγιά σαν γιορτή των Ελλήνων Εργατών και να την εκμεταλλευτεί πολιτικά.
Το 1997 μάλιστα είχε επιχειρήσει για πρώτη φορά να οργανώσει δημόσια δική της γιορτή Πρωτομαγιάς στην Πλατεία Κολοκοτρώνη. Το αντιφασιστικό κίνημα τότε τους χάλασε τα σχέδια καταλαμβάνοντας την πλατεία πριν πάνε οι φασίστες σε αυτή.
Ιστορικά οι φασίστες και οι δικτάτορες πάντα θέλουν να ενσωματώσουν την Πρωτομαγιά στα δικά τους σχέδια και πάντα με στόχο την συντριβή των συνδικάτων και την πλήρη υποταγή των εργαζομένων στα φασιστικά σχέδια.
Αυτό έκανε ο Μεταξάς, αυτό έκανε ο Παπαδόπουλος αυτό έκανε πριν από όλους αυτούς ο Χίτλερ.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει σε άρθρο της η Deutsche Welle:
«..Στις 7 Απριλίου 1933, το καθεστώς του Χίτλερ καθιέρωσε την 1η Μαΐου ως εθνική αργία για την εργασία. Την ημέρα εκείνη, οι εργαζόμενοι παρότι δεν θα εργάζονταν θα λάμβαναν ολόκληρο το ημερομίσθιο τους. Επρόκειτο για ένα «δωράκι» του Χίτλερ προς την εργατική τάξη.
Την 1η Μάιου του 1933 το Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα (NSDAP) οργάνωσε πλήθος εορταστικών εκδηλώσεων για να εντυπωσιάσει τον κόσμο. Μεταξύ άλλων οργανώθηκαν παρελάσεις με επικεφαλής τις οργανώσεις του NSDAP, στις οποίες συμμετείχαν η νεολαία του Χίτλερ και τμήματα των SS και των SA.
Το πραγματικό σχέδιο του Χίτλερ
Στο Βερολίνο πραγματοποιήθηκε το κεντρικό συλλαλητήριο του ναζιστικού καθεστώτος, στο οποίο μίλησε ο ίδιος ο Αδόλφος Χίτλερ. Η ομιλία του μεταδόθηκε από το ραδιόφωνο σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γερμανίας.
Ο Χίτλερ με τους εορτασμούς της 1ης Μαΐου είχε ωστόσο στο μυαλό του ένα πολύ διαφορετικό σχέδιο. Όπως σημειώνει ο Γκέμπελς στο ημερολόγιο του, «στις 2 Μαΐου θα καταλαμβάναμε τα γραφεία των Εργατικών Ενώσεων». Το γεγονός ότι οι συνδικαλιστικές οργανώσεις ήθελαν να δρουν ανεξάρτητα από το κράτος εκπροσωπώντας τους εργαζομένους είχε ενοχλήσει τους Εθνικοσοσιαλιστές. Το ναζιστικό κόμμα φοβόταν ότι η δράση τους και η επιρροή που ασκούσαν στους εργαζομένους θα απέβαινε εμπόδιο στην εγκαθίδρυση της εξουσίας τους.
Το Μάιο του 1933 οι Εθνικοσοσιαλιστές προχώρησαν στη διάλυση των εργατικών οργανώσεων κηρύσσοντας παράνομα τα συνδικάτα. Τα ναζιστικά τμήματα εφόδου (SA) κατέλαβαν τα γραφεία των συνδικαλιστικών οργανώσεων, τις εργατικές τράπεζες και τις αίθουσες σύνταξης εργατικών εφημερίδων. Πολλοί ανώτεροι υπάλληλοι συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στις φυλακές και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ενώ απαλλοτριώθηκαν οι καταθέσεις τους. Ο Γκέμπελς ικανοποιημένος, σημειώνει στο ημερολόγιο του: «Όλα πάνε ρολόι».
Ίδρυση του DAF
Στις 10 Μάιου του 1933 οι ναζί ίδρυσαν στη θέση των διαλυμένων συνδικάτων το «Γερμανικό Μέτωπο Εργασίας» (DAF). Ήταν η μόνη «συνδικαλιστική» οργάνωση της οποίας η λειτουργία επιτρεπόταν στη χώρα και βασικοί του στόχοι ήταν ο έλεγχος των εργαζομένων και η μύησή τους στα εθνικοσοσιαλιστικά ιδεώδη. Ακόμα και οι εργοδότες ενθαρρύνονταν να ενταχθούν στο DAF.
Η συμμετοχή στο DAF ήταν «εθελοντική αλλά επιθυμητή». Το 1942 αριθμούσε 25 εκατομμύρια μέλη και αποτελούσε τη μεγαλύτερη οργάνωση στο Τρίτο Ράιχ. Ήδη από την επόμενη χρονιά, η πρώτη Μαΐου γιορτάστηκε ως Αργία του γερμανικού λαού και όχι πια ως Ημέρα της Εργασίας.»
Οι πιο όμορφες Πρωτομαγιές είναι μπροστά μας
Όταν το λέμε αυτό δεν εννοούμε βέβαια Πρωτομαγιές με οργανωτές και ομιλητές τους συνδικαλιστικές ηγεσίες που έχουν γυρίσει οριστικά την πλάτη τους στα εργατικά στρώματα. Ούτε τα πολιτικά κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ που υποκριτικά μιλάει στο όνομα των εργαζομένων όταν όλα τα τελευταία χρόνια μετά την προδοσία του δημοψηφίσματος έχει υποταχτεί πλήρως στις απαιτήσεις της άρχουσας τάξης.
Η Σοσιαλδημοκρατία (όπως και ο Σταλινισμός) έχουν συμβάλλει τα μέγιστα ώστε ο ηρωικός αγώνας των εργατών του Σικάγο να μοιάζει μακρινός και ξεθωριασμένος. Ο ΣΥΡΙΖΑ από την μεριά του είναι τόσο ενσωματωμένος στο σύστημα, που μόνο ουρά των παραπάνω δυνάμεων μπορεί να γίνει. Η ζωή όμως προχωράει. Και αν μιλάμε εμείς για δυσκολίες τι να πουν και οι εργάτες του 19ου αιώνα που ξεκίνησαν τον αγώνα για το 8ωρο δουλεύοντας 14 ώρες την ημέρα, συμπεριλαμβανομένων Κυριακών, χωρίς συνδικάτα και χωρίς στοιχειώδη δικαιώματα.
Στη σημερινή εποχή οι συγκεντρώσεις της Πρωτομαγιάς παραμένουν πολύ μαζικές και μαχητικές σε μια σειρά χώρες της Ευρώπης, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής. Και στην Ελλάδα στα πρώτα χρόνια των μνημονίων είχαμε πολύ μεγάλες συγκεντρώσεις που έγραψαν ιστορία.
Η σημερινή κακή κατάσταση στο συνδικαλιστικό κίνημα δεν θα είναι αιώνια. Άλλωστε και μόνο την ιστορική αναδρομή που προηγήθηκε να δούμε, θα το διαπιστώσουμε. Οι περίοδοι κάμψης του κινήματος προετοίμαζαν το έδαφος για νέα άνοδο της ταξικής πάλης και των εργατικών αγώνων. Αυτή η άνοδος με την σειρά της γεννούσε νέα πολιτικά φαινόμενα και νέα μαζικά πολιτικά και ιδεολογικά ρεύματα.
Σήμερα ο καπιταλισμός βρίσκεται αντιμέτωπος με μια νέα βαθιά παγκόσμια οικονομική κρίση και με τις εντάσεις και τον ανταγωνισμό ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις σε οριακή κατάσταση.
Ο κυνισμός των αστών
Ο Αμερικάνος πολυεκατομμυριούχος Γουόρεν Μπάφετ, δήλωνε το 2006:
«Υπάρχει όντως ένας ταξικός πόλεμος που βρίσκεται σε εξέλιξη, αλλά είναι η δική μου τάξη, η τάξη των πλουσίων, που έχει κηρύξει αυτόν τον πόλεμο – και τον κερδίζει»!
Όταν οι αστοί και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι λένε αυτά τα πράγματα το πρώτο συμπέρασμα που πρέπει να βγάλει κάθε συνειδητός άνθρωπος είναι ότι αν θέλει να επιβιώσει πρέπει να αγωνιστεί. Όχι ατομικά αλλά συλλογικά, έτσι ώστε να έχει αποτέλεσμα. Και εδώ η ιστορία της Πρωτομαγιάς που είναι η συμπυκνωμένη ιστορία της παγκόσμιας εργατικής τάξης εδώ και 134 χρόνια έχει πολλά να μας διδάξει για το πώς κατακτήθηκαν 8ωρο, μισθοί, συλλογικές συμβάσεις, 5νθήμερο, ασφάλιση, δικαίωμα στην απεργία, σωματεία.
Όμως όσο παραμένει ο καπιταλισμός, προκειμένου να ξεπεράσει την κρίση και τις αντιφάσεις του, βρίσκει τρόπους να ανατρέπει κατακτήσεις ενός αιώνα, να προκαλεί πολέμους, περιβαλλοντικές καταστροφές, επιδημίες και να πισωγυρίζει την ανθρωπότητα.
Και η σκέψη πρέπει να πάει παραπέρα. Γιατί η Πρωτομαγιά δεν είναι μόνο αγώνας και απεργία. Είναι και κόκκινες σημαίες και σοσιαλιστικές ιδέες απαλλαγμένες από την σκουριά της Σοσιαλδημοκρατίας, του Σταλινισμού και του ρεφορμισμού. Ηρωισμός, αυτοθυσία, αγώνες; Άπειροι. Τι λείπει; Το μαζικό επαναστατικό κόμμα σε διεθνές επίπεδο που να προετοιμάσει πολιτικά και οργανωτικά το πέρασμα της κοινωνίας σε ένα ανώτερο κοινωνικό σύστημα: τον σοσιαλισμό.
Για να κάνουμε πράξη τα τελευταία λόγια του Αύγουστου Σπάις λίγο πριν την εκτέλεσή του στις 11 Νοεμβρίου του 1887:
«Θα έρθει μια μέρα που η σιωπή μας θα είναι πιο δυνατή από τις φωνές που πνίγετε σήμερα»…