Από τις 15 Σεπτέμβρη οι καθηγητές των ΑΕΙ απέχουν από τα διδακτικά τους καθήκοντα με μισθολογικά κυρίως αιτήματα. Η αποχή των καθηγητών – μεσούσης μάλιστα της εξεταστικής περιόδου- είναι φυσικό να δημιουργεί δυσφορία στους φοιτητές. Ομως κύρια υπεύθυνη για την κατάσταση αυτή είναι η κυβέρνηση μιας και στην κυριολεξία εμπαίζει τους πανεπιστημιακούς εδώ και 6 μήνες.
Με προτροπή της κυβέρνησης οι πανεπιστημιακοί ανέστειλαν τις κινητοποιήσεις τους την περασμένη άνοιξη και προσήλθαν σε διάλογο. Η κυβέρνηση είχε δεσμευτεί ότι θα εφαρμόσει το πόρισμα της επιτροπής διαλόγου, που αποτελούνταν από εκπροσώπους των υπουργείων οικονομικών και παιδείας και από εκπρόσωπο της ΠΟΣΔΕΠ. Το τελικό πόρισμα της επιτροπής διαλόγου ήταν ότι οι πανεπιστημιακοί δικαιούνταν αύξηση 20% (10% το 2004 και 10% το 2005) στις μεικτές αποδοχές τους. Η κυβέρνηση τον Σεπτέμβρη τελικά ανακοίνωσε ότι δίνει αύξηση της τάξης του 7% μόνο. Αν αναλογιστεί κανείς ότι από αυτό το 7% μόνο το 2,8% είναι πραγματική αύξηση σύμφωνα με τους υπολογισμούς της ΠΟΣΔΕΠ, τότε όλοι καταλαβαίνουμε ότι η κυβέρνηση απλά κοροϊδεύει τους πανεπιστημιακούς.
Ένα άλλο ερώτημα που έρχεται σε πολλούς λόγω της απεργίας είναι ότι οι πανεπιστημιακοί ήδη έχουν μεγάλους μισθούς σε σχέση με τους υπόλοιπους εργαζόμενους και ότι είναι παράλογο να ζητάν παραπάνω. Η πραγματικότητα είναι ότι από την μία υπάρχει τεράστια απόκλιση μεταξύ των μισθών των διαφορετικών βαθμίδων των καθηγητών των ΑΕΙ, ενώ από την άλλη ένα μεγάλο μέρος του μισθού τους είναι επιδόματα που δεν υπολογίζονται στην σύνταξη με αποτέλεσμα η σύνταξή τους να φτάνει μόλις το 42% του μισθού τους. Επιπλέον όταν έχουμε ανάγκη από εκπαιδευτικούς πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης είναι ανάγκη και η κάλυψη των οικονομικών αναγκών τους.
Αλλά πέρα από τα παραπάνω, ιδιαίτερα ανάμεσα στους φοιτητές, υπάρχουν και άλλα ερωτήματα: "μπορούμε να υποστηρίξουμε αυτούς που είναι χωμένοι μέχρι το λαιμό στα πανάκριβα ερευνητικά προγράμματα, στα κονδύλια της ΕΕ και στην διαπλοκή με τις εταιρείες"; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι ότι οι καθηγητές δεν μπορούν να μπουν όλοι στο ίδιο τσουβάλι αφού δεν διαπλέκονται όλοι με τα παραπάνω αλλά βασικά οι υψηλόβαθμοι, των οποίων η μισθολογική διαφορά από τους χαμηλόβαθμους εκπαιδευτικούς (π.χ. του λέκτορα) ξεκινούν από 1.000 ευρώ και φτάνουν τα 1.560 ευρώ. Έτσι ενώ από την μία πρέπει να υποστηριχθούν οι κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών, από την άλλη δεν μπορούν και να μείνουν στο απυρόβλητο συνολικά ως κλάδος. Αυτό συμβαίνει γιατί ένα κομμάτι των καθηγητών που συνηθίζουμε να αποκαλούμε καθηγητικό κατεστημένο, διαπλέκεται με τις εταιρείες και τα προγράμματα της ΕΕ για την έρευνα κερδίζοντας τεράστια ποσά. Παράλληλα αποτελεί το μακρύ χέρι της κυβέρνησης μέσα στα πανεπιστήμια για την προώθηση των αντιδραστικών πολιτικών της στην ανώτατη εκπαίδευση ακολουθώντας μάλιστα και κατασταλτικές πρακτικές απέναντι σε φοιτητικές κινητοποιήσεις.
Επιπλέον, την στιγμή που η πολιτική της κυβέρνησης διαλύει το δημόσιο χαρακτήρα του πανεπιστημίου δεν είναι δυνατό οι καθηγητές να περιορίζονται σε απλά οικονομικά αιτήματα. Βέβαια στα αιτήματα της ΠΟΣΔΕΠ περιλαμβάνεται και η απόσυρση του ν/σ για την αξιολόγηση αλλά αν εξαιρέσει κανείς κάποιες μεμονωμένες παρεμβάσεις καθηγητών, συνολικά ο κλάδος δεν έχει πιέσει προς αυτήν την κατεύθυνση, ούτε έχει προσπαθήσει να έρθει σε επαφή με τους δυσφορούντες φοιτητές, τόσο για να εξηγήσει τα αιτήματά του όσο και για να προσπαθήσει για την κοινή δράση απέναντι στις πολιτικές της κυβέρνησης.