Του Χένρι Σίλκε, CWI – Ιταλία
Η τελευταία ενέργεια της κυβέρνησης Μπρελουσκόνι κυβέρνησης στο πεδίο της ταξικής πάλης είναι μια νέα καθολική επίθεση στο σύνολο της εργατικής τάξης.
Επιτίθεται στους εργαζομένους κάθε τομέα και κάθε ηλικίας. Για άλλη μια φορά ο Μπερλουσκόνι προσπαθεί να "μεταρρυθμίσει" – πιο σωστά, να διαλύσει – τη δημόσια κοινωνική ασφάλιση.
Την τελευταία φορά που προσπάθησε να το κάνει, το 1994, το αποτέλεσμα ήταν η πτώση της κυβέρνησής του. Σήμερα, δέκα χρόνια μετά, έχοντας περάσει από εκατοντάδες, σχεδόν διαρκείς απεργίες, και κάτω από την αφόρητη πίεση της οικονομικής κρίσης, ανοίγει ξανά το θέμα του Ασφαλιστικού.
Οι αλλαγές που προωθούνται στο Ασφαλιστικό αποτελούν μια μαζική επίθεση στην ποιότητα ζωής των Ιταλών εργαζομένων.
Μέχρι στιγμής, ένας Ιταλός εργαζόμενος στο δημόσιο μπορούσε να πάρει σύνταξη μετά τα 35 χρόνια υπηρεσίας. Πολλοί επέλεγαν μέχρι τώρα να το κάνουν, κι έτσι η μέση ηλικία συνταξιοδότησης ήταν τα 57 χρόνια.
Το σχέδιο του Μπερλουσκόνι είναι να ανεβάσει το ελάχιστο όριο ηλικίας στα 65, και το όριο χρόνων εργασίας στα 40 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι θα δουλεύουν 5 χρόνια παραπάνω με κανένα απολύτως αντάλλαγμα!
Δεν είναι λοιπόν παράξενο το γεγονός ότι σε πρόσφατη δημοσκόπηση (εφημερίδα Ρεμπούπλικα) το 59% τάσσεται υπέρ των απεργιακών κινητοποιήσεων ενάντια στη μεταρρύθμιση.
Την ημέρα που ο Μπερλουσκόνι ανακοίνωσε το μέτρο, ολόκληρη η Ιταλία συγκλονίστηκε από άμεσες αυθόρμητες απεργίες.
Οι κύριες εργατικές συνομοσπονδίες (CGIL, CISL, UIL) καλούν σε 4ωρη στάση εργασίας στις 24 του Οκτώβρη, ενώ τα πιο μαχητικά "Συνδικάτα της Βάσης" καλούν για 24ωρη. Αλλά για τον Μπερλουσκόνι που έχει ήδη αντιμετωπίσει δύο 24ωρες γενικές απεργίες και μαζικότατες διαδηλώσεις, τέτοιες κινητοποιήσεις δεν πρόκειται να τον κάμψουν.
Ήδη το 14% του ιταλικού ΑΕΠ δαπανάται στις συντάξεις, και η οικονομία βρίσκεται σε κρίση. Η οργάνωση των εργοδοτών (Κονφιντούστρια) πιέζει για περικοπές στα εργατικά δικαιώματα, ώστε να γίνει η Ιταλία πιο ανταγωνιστική στη διεθνή αγορά και να βγει, υποτίθεται, από την κρίση.
Ο Μπερλουσκόνι δεν εκπροσωπεί τίποτα άλλο πέρα από τα συμφέροντα των αφεντικών και σε καμία περίπτωση τα αναγκαία και δίκαια. Αν οι περικοπές πρέπει να γίνουν, δεν είναι η τάξη του Μπερλουσκόνι που θα πληρώσει. Στόχος τους είναι να φορτώσουν την κρίση στους ώμους της εργατικής τάξης.
Μόνο η ανατροπή της κυβέρνησής του μπορεί να εξασφαλίσει τις συντάξεις, και σε μακροχρόνιο επίπεδο, μόνο μια εργατική διακυβέρνηση, που δε θα είναι υποταγμένη στο κεφάλαιο αλλά θα είναι πιστή στην υπηρεσία των εργαζομένων, μπορεί να τις διατηρήσει.
Δυστυχώς, ακόμα κι αν ο Μπερλουσκόνι φύγει, μια νέα κυβέρνηση υπό τον Πρόντι δεν πρόκειται να εφαρμόσει μια διαφορετική επι της ουσίας πολιτική – οι διαφορές τους θα αφορούν περισσότερο το στυλ. Και γι’ αυτό το λόγο μας είναι πραγματικά δύσκολο να κατανοήσουμε γιατί η ηγεσία της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης προσπαθεί τόσο πολύ να ενταχθεί στη συμμαχία αυτή!
Τα συνδικάτα οφείλουν να αναλάβουν πολύ πιο τολμηρές πρωτοβουλίες αν είναι να μπορέσουν να υπερασπιστούν τις συντάξεις, να νικήσουν τον Μπερλουσκόνι και να στείλουν μια προειδοποίηση στον Πρόντι.
Οι εργαζόμενοι έχουν δείξει ότι είναι πρόθυμοι να μπουν στη μάχη και το μόνο που λείπει είναι μια ηγεσία που να μπει μπροστά σε αυτό τον αγώνα. Η 4ωρη στάση εργασίας πρέπει να ακολουθηθεί από κλιμάκωση των κινητοποιήσεων με στόχο ανατροπή του Μπερλουσκόνι και του συστήματος που εκπροσωπεί μια για πάντα.
Αυτά είναι που πρέπει να συζητήσουν, κατά τη γνώμη μας, οι επιτροπές βάσης και αυτά πρέπει να τεθούν στις γενικές συνελεύσεις των εργαζομένων στις επόμενες μέρες και βδομάδες.