Ένα 16χρονο κορίτσι έπεσε θύμα ομαδικού βιασμού στην πόλη Εϊλάτ της Ερυθράς Θάλασσας στο Ισραήλ. Το κορίτσι περνούσε εκεί τις διακοπές της με κάποιους φίλους, όταν ένα βράδυ οι δράστες εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός ότι είχε πιει και, σύμφωνα με πληροφορίες, έκαναν ουρά μπροστά στο δωμάτιό της για να τη βιάσουν, ενώ άλλοι άνδρες βιντεοσκοπούσαν το συμβάν, χειροκροτώντας τους βιαστές. Τα γεγονότα έγιναν γνωστά στον τύπο στις 19 Αυγούστου.
Μαζικές διαδηλώσεις και απεργίες
Η είδηση προκάλεσε τεράστια οργή σε γυναίκες αλλά και άντρες στο Ισραήλ. Αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση των γεγονότων, πραγματοποιήθηκαν αυθόρμητες και μαζικές διαδηλώσεις σε πολλές πόλεις, ενώ την Κυριακή 23 Αυγούστου καλέστηκε και απεργία γυναικών (η Κυριακή είναι η πρώτη εργάσιμη της εβδομάδας στο Ισραήλ), στην οποία συμμετείχαν χιλιάδες άνθρωποι.
Την απεργία τη στήριξαν και κάποιες πολυεθνικές εταιρείες, στην προσπάθειά τους να επιδείξουν ένα «κοινωνικό προφίλ»., Η στάση αυτή είναι πέρα για πέρα υποκριτική, καθώς για ορισμένες από αυτές είναι γνωστό ότι βρίθουν από περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης εργαζομένων τους. Το πιο σημαντικό όμως είναι πως σε όλες τις συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, η πλειοψηφία του κόσμου που συμμετείχε ήταν γυναίκες και νεολαία, πολλές/οι από τις/ους οποίες/ους συμμετείχαν σε τέτοιου είδους κινητοποίηση για πρώτη φορά!
Συσσωρευμένη οργή στην κοινωνία
Τα τελευταία χρόνια, το Ισραήλ έχει γνωρίσει σημαντικές κινητοποιήσεις. Η ήδη σοβαρή οικονομική κρίση επιδεινώθηκε εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης του CoVid19: η ανεργία έχει αυξηθεί, η αγοραστική δύναμη έχει μειωθεί δραματικά, και αυτό σε μια χώρα όπου οι δημόσιες υπηρεσίες λάμβαναν ήδη ανεπαρκή χρηματοδότηση. Η χώρα αντιμετωπίζει ύφεση άνω του 6%. Και όλα αυτά σε συνδυασμό με μια πολύ βαθιά πολιτική κρίση: τρεις συνεχόμενες εκλογές μέσα σε ενάμιση χρόνο, οδήγησαν στη συγκρότηση μιας πολύ εύθραυστης κυβέρνησης.
Αυτός είναι ένας επί πλέον λόγος για τον οποίο οι Ισραηλινοί βγήκαν μαζικά στους δρόμους, μόλις έγινε γνωστό αυτό το φριχτό έγκλημα: ειδικά οι νέες γυναίκες, εξοργισμένες, όσο και δυναμικές, πλημμύρισαν τους δρόμους πολλών πόλεων για να απαιτήσουν δικαιοσύνη, αλλά και κατηγορώντας ανοιχτά την κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα για την έλλειψη σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης στα σχολεία, αλλά και για την υποστελέχωση δημοσίων υπηρεσιών, ιδίως εκείνων που παρέχουν βοήθεια και στήριξη στα θύματα σεξιστικής βίας.
Παράλληλα κατηγορούν την κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα για την προώθηση της κουλτούρας του βιασμού: ένα από τα πιο δημοφιλή συνθήματα ήταν «Η κουλτούρα του βιασμού ξεκινά στους διαδρόμους της κυβέρνησης». Από την άλλη, οι διαδηλωτές ζητούν ενίσχυση και αυξήσεις της χρηματοδότησης των δημόσιων υπηρεσιών για παράδειγμα, το νοσοκομείο στο Εϊλάτ δε διαθέτει τις απαραίτητες υποδομές για την άμεση αντιμετώπιση και φροντίδα των θυμάτων βιασμού. Το σύστημα υγείας είναι σε κακή κατάσταση,ειδικά στην επαρχία.
Οι διαδηλωτές απαίτησαν επίσης αυστηρότερη τιμωρία για τους δράστες σεξουαλικής παρενόχλησης και επίθεσης. Τοποθετήθηκαν επίσης πολύ ξεκάθαρα ενάντια στη συνηθισμένη στάση των Αρχών και της Δικαιοσύνης να κατηγορούν το θύμα και όχι τον θύτη τέτοιων περιστατικών,, επισημαίνοντας ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση οι ένοχοι ήταν οι άνδρες που έκαναν ουρά για να βιάσουν μια ανήλικη και αυτοί που βιντεοσκόπησαν το βιασμό και χειροκροτούσαν ένα φρικτό έγκλημα.
Διαμαρτυρίες και άλλες δράσεις οργανώθηκαν και μπροστά στο δικαστήριο που έχει αναλάβει την υπόθεση και η πίεση που έχει ασκήσει το κίνημα στο πολιτικό και δικαστικό σύστημα είναι εμφανής: έχουν ήδη απαγγελθεί κατηγορίες εις βάρος 11 ανδρών.
Το σύστημα γεννάει τον σεξισμό, τις ανισότητες, την κουλτούρα του βιασμού
Οι σεξιστικές αντιλήψεις που θέλουν τη γυναίκα κατώτερη του άντρα, ακολουθούν τις γυναίκες σε κάθε πτυχή της ζωής και της καθημερινότητάς τους.
Παγκόσμια, οι γυναίκες απασχολούνται κατά πλειοψηφία στις χαμηλότερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας, πλήττονται περισσότερο από την ανεργία και είναι οι πρώτες που βλέπουν τις συνθήκες διαβίωσής τους να επιδεινώνονται λόγω των μέτρων λιτότητας.
Ταυτόχρονα, σε σχέση με τους άντρες, είναι σε συντριπτική πλειοψηφία τα θύματα κακοποίησης, βιασμού και σεξουαλικής παρενόχλησης. Ενώ όταν αποφασίσουν να καταγγείλουν ένα τέτοιο περιστατικό, έρχονται αντιμέτωπες με μία «Δικαιοσύνη» που τις θεωρεί υπεύθυνες για ό,τι τους συνέβη και με ανύπαρκτες κρατικές δομές για να τις στηρίξουν.
Η κουλτούρα του βιασμού είναι πανταχού παρούσα στις κοινωνίες μας. Αυτή η συγκεκριμένη υπόθεση αποδεικνύει πόσο αποδεκτές είναι οι μισογύνικες και σεξιστικές απόψεις: οι άνδρες που συμμετείχαν στο έγκλημα του Εϊλάτ θεωρούσαν ότι αυτό που συνέβαινε ήταν «φυσιολογικό» και κανείς δεν βοήθησε αυτό το κορίτσι.
Η απάντηση σε όλα αυτά δεν μπορεί παρά να είναι ο οργανωμένος αγώνας για ποιοτικές θέσεις εργασίας και αξιοπρεπείς μισθούς για όλες και όλους, για την επαρκή χρηματοδότηση της υγείας και των υπηρεσιών που παρέχουν υποστήριξη στα θύματα, για μία Δικαιοσύνη που δε θα στιγματίζει τα θύματα βιασμών και σεξιστικής βίας.
Τελικά όμως, ο αγώνας ενάντια στο σεξισμό δεν μπορεί παρά να συνδυάζεται με τον αγώνα για μια ριζική αλλαγή στην κοινωνία, για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος, που ζει, θρέφεται και αναπαράγει τις ανισότητες και τις διακρίσεις στο όνομα του κέρδους.