Του Νίκου Ρεμούνδου
Οι τραγικές συνθήκες κάτω από τις οποίες διεξήχθηκαν οι εκλογές στο Ιράκ – όπως και στο Αφγανιστάν – αποκαλύπτουν ξεκάθαρα τι εννοούν οι ΗΠΑ και ο Μπούς όταν υποστηρίζουν ότι θα φέρουν την δημοκρατία και την ελευθερία στον αραβικό κόσμο και παγκόσμια.
Εκλογές – φάρσα
Οι εκλογές αυτές έγιναν κάτω από το καθεστώς της ξένης κατοχής, μέσα σε πολεμικές επιχειρήσεις και σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης που επέβαλε η προσωρινή Κυβέρνηση του Αλάουι. Τα ονόματα των πάνω από 100 νέων κομμάτων και συνασπισμών ήτανε άγνωστα στους ψηφοφόρους (με εξαίρεση τις κουρδικές περιοχές), για να μην μιλήσουμε για τα προγράμματα τους, όπως άγνωστη ήτανε και η τεράστια πλειοψηφία των 7.700 περίπου υποψηφίων, που δεν ανακοίνωσαν καν τα ονόματα τους για λόγους ασφαλείας. Άγνωστα, μέχρι την τελευταία στιγμή, ήτανε ακόμα και τα εκλογικά κέντρα, για τους ίδιους λόγους.
Η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή, που διορίστηκε από την προσωρινή Κυβέρνηση και τους Αμερικάνους τοποτηρητές, ανακοίνωσε μέχρι τώρα μόνο ότι ψήφισαν 8 εκ. ψηφοφόροι ,από τα 14 εκ. που είχαν δικαίωμα να ψηφίσουν, δηλαδή το 58%. Έτσι, ο Μπους μπόρεσε να χαιρετήσει με ενθουσιασμό "την επιστροφή της δημοκρατίας στο Ιράκ".
Το πραγματικό βέβαια ποσοστό της αποχής δεν ήτανε βέβαια 42%, αλλά πιθανά πολύ μεγαλύτερο. Δεν μπορούσαν όμως να ανακοινώσουν αποχή μεγαλύτερη από 50%, γιατί τότε θα ξεσκεπαζόταν η φάρσα. Ακόμα όμως και το 42% δείχνει πως εκτός από τους σουνίτες, που είναι το 20% των ψηφοφόρων, ένα μεγάλο τμήμα των Σιιτών δεν ψήφισε.
Την ίδια ώρα, πρέπει να πούμε ότι και οι Σιίτες που ψήφισαν σ’αυτές τις εκλογές δεν είναι καθόλου φίλοι των ΗΠΑ. Σύμφωνα με το περιοδικό Economist,
"όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως η συντριπτική πλειοψηφία των Ιρακινών – με εξαίρεση τους Κούρδους – θεωρεί τους αμερικανούς υπεύθυνους για την τραγική κατάσταση τους. Μάλιστα, τους τελευταίους μήνες το μίσος του μέσου Ιρακινού για τις ΗΠΑ γιγαντώθηκε".
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι όλα τα σιίτικα κόμματα και οι συνασπισμοί, ακόμα και του Αλάουι, υποστήριξαν στα λόγια ότι θέλουν να αποχωρήσουν οι αμερικάνοι από το Ιράκ.
Δεν κερδίζεται ο πόλεμος
Όταν ο Μπούς ρώτησε τελευταία τον Κόλιν Πάουελ πως πάνε τα πράγματα στο Ιράκ, εκείνος του απάντησε ότι "χάνουμε τον πόλεμο, κύριε Πρόεδρε" (Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, 11 Γενάρη 2005). Σύμφωνα με το έγκυρο αμερικάνικο ίδρυμα Μπρούκινγκς, σε σύγκριση με πέρσι, οι επιθέσεις ενάντια σε αμερικάνους έχουν τετραπλασιαστεί, οι νεκροί έχουν διπλασιαστεί (2.000), οι τραυματίες έχουν τριπλασιαστεί (25.000) και οι νεκροί Ιρακινοί έχουν δεκαπλασιαστεί (100.000).
Σύμφωνα με τον αρχηγό της Ιρακινής Υπηρεσίας Πληροφοριών, ο σκληρός πυρήνας των ανταρτών υπολογίζεται σε 40.000 μαχητές, που υποστηρίζονται από 160.000 ακόμα εθελοντές. Καθόλου τυχαία, ο πρώην Σύμβουλος Ασφαλείας του Προέδρου Κάρτερ υπολόγισε ότι για να κερδηθεί στρατιωτικά αυτός ο πόλεμος θα χρειαστεί να στείλουν οι ΗΠΑ στο Ιράκ 500.000 στρατιώτες, να ξοδέψουν 500 δις δολάρια και να επαναφέρουν την υποχρεωτική θητεία. Με άλλα λόγια είναι αδύνατο.
Γι’ αυτό ο Μπους και η αντιδραστική κλίκα που κυβερνάει τις ΗΠΑ ψάχνουν τώρα απεγνωσμένα να βρούνε κάποιο τρόπο να απαγκιστρωθούνε ομαλά από το Ιράκ, χωρίς να χάσουνε τον έλεγχο της κατάστασης και το κύρος τους και χωρίς να καταρρεύσει η χώρα. Γι’ αυτό επιδιώκουν να δημιουργήσουν ένα φιλοαμερικάνικο ιρακινό στρατό και να εγκαθιδρύσουν μια "εκλεγμένη" ιρακινή κυβέρνηση, που θα την ελέγχουν.
Αυταπάτη η απαγκίστρωση των ΗΠΑ
Οι σιίτες ηγέτες αφού ανακοίνωσαν ότι πέτυχαν μεγάλη νίκη στις εκλογές, έσπευσαν να δηλώσουν ότι επιζητούν την συνεργασία στην νέα κυβέρνηση και των Κούρδων και των σουνιτών για να λυθούν τα μεγάλα προβλήματα της χώρας. Αυτό που φοβίζει και αυτούς και τις ΗΠΑ είναι ο κίνδυνος να ξεσπάσει ένας αιματηρός εμφύλιος πόλεμος που να οδηγήσει στην λιβανοποίηση του Ιράκ και στην αποσταθεροποίηση όλης της κρίσιμης περιοχής της Μέσης Ανατολής. Επιδιώκουν λοιπόν να επιβάλουν με κάθε θυσία κάποιο συμβιβασμό ανάμεσα στους σιίτες, τους σουνίτες και τους κούρδους για να αποφύγουν το χειρότερο.
Οι "μετριοπαθείς" ηγέτες των σιιτών, των κούρδων και ακόμα και των σουνιτών θέλουν την συνεργασία με τις ΗΠΑ και ονειρεύονται τα πλούτη και το κύρος που θα αποκτήσουν εκμεταλλευόμενοι από κοινού τα πετρέλαια και τον ιρακινό λαό. Ωστόσο, από τη μία τα συμφέροντα τους αλληλοσυγκρούονται και από την άλλη πιέζονται ασφυχτικά από τον αγανακτισμένο ιρακινό λαό, που απαιτεί να φύγουν τώρα οι Αμερικάνοι (πλήν τους κούρδους) και ζητά να λυθούν τώρα τα καυτά καθημερινά τους προβλήματα διαβίωσης. "Θέλουμε ηλεκτρικό, δεν θέλουμε εκλογές" έγραφε ένα σύνθημα σε τοίχους της Βαγδάτης, σύμφωνα με την Ουάσινγκτον Πόστ.
Έτσι, η νέα κυβέρνηση που θα προκύψει από αυτές τις εκλογές θα είναι ασταθής και αβέβαιη και θα αποδειχτεί ανίκανη να λύσει τα προβλήματα της χώρας. Την ίδια ώρα, ο ιρακινός στρατός και η αστυνομία που εκπαιδεύουν οι Aμερικάνοι είναι σαθροί και διαβρωμένοι. "Η αστυνομία και η ιρακινή Εθνοφρουρά έχουν διαβρωθεί σε θεαματικό βαθμό από τους αντάρτες. Τα σημεία ελέγχου επανδρώνονται από αστυνομικούς για τους οποίους κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά για ποιους πράγματι δουλεύουν" (εφημερίδα Ιndependent).
Η αδυναμία αυτής της κυβέρνησης να δώσει οποιαδήποτε λύση στα προβλήματα των λαϊκών μαζών θα τείνει να ενισχύσει τους πιο φανατικούς αντάρτες, Σουνίτες, αλλά και Σιίτες. Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, ότι ο ηγέτης των φτωχών Σιιτων, Άλ Σάντρ, δεν συμμετείχε στις εκλογές και κράτησε αποστάσεις απ’ αυτές.
Για όλους αυτούς τους λόγους η απαγκίστρωση των ΗΠΑ από το Ιράκ είναι μία αυταπάτη. Αντίθετα έχουν στην πραγματικότητα βουλιάξει βαθιά για πολλά χρόνια.
Όμως, ούτε οι μετριοπαθείς φιλοαμερικάνοι, ούτε οι φανατικοί ισλαμιστές ηγέτες μπορούν να λύσουν τα εθνικά, τα θρησκευτικά, τα οικονομικά και τα κοινωνικά προβλήματα της εργατικής τάξης και των λαϊκών μαζών του Ιράκ. Μόνο η συνεργασία και η αλληλεγγύη όλων των εργαζομένων, ανεξάρτητα από θρησκεία και εθνότητα, ενάντια στους ντόπιους και τους ξένους εκμεταλλευτές για μια καλύτερη ζωή σε μια πραγματικά δημοκρατική σοσιαλιστική κοινωνία, μπορεί να γλιτώσει τον πολύπαθο λαό του Ιράκ και όλης της Μέσης Ανατολής από την ξένη κατοχή, τους εμφύλιους πολέμους, το αιματοκύλισμα και την δυστυχία.