Της Cheyanne Gracia,
«Σοσιαλιστική Εναλλακτική» (CWI στις ΗΠΑ)
Επιμέλεια Ηλέκτρα Κλείτσα
Οι χαμηλά αμειβόμενοι ιδιωτικοί υπάλληλοι στις ΗΠΑ, από τις αλυσίδες φαστ φουντ μέχρι τα μεγάλα εμπορικά καταστήματα έχουν πολλές φορές κατά τη διάρκεια της χρονιάς που τελειώνει κατέβει σε κινητοποιήσεις και απεργίες, απαιτώντας καλύτερες συνθήκες δουλειάς και αξιοπρεπείς μισθούς. Ειδικά οι μέρες των γιορτών είναι για τους εργαζόμενους στα εμπορικά καταστήματα εφιαλτικές, καθώς υποχρεώνονται να δουλεύουν πολύ περισσότερες ώρες εργασίας, κάτω από εξοντωτικές συνθήκες, αλλά πάντα με τους ίδιους μισθούς πείνας που μετά βίας τους επιτρέπουν να επιβιώνουν.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της εμπορικής αλυσίδας Walmart, του δεύτερου μεγαλύτερου εργοδότη της χώρας, στην οποία οι εργαζόμενοι πληρώνονται με 8,86 δολάρια την ώρα, χωρίς επιδόματα και υγειονομική περίθαλψη.
Πολλοί από αυτούς είναι εξαρτημένοι από τα επιδόματα πρόνοιας που παρέχει το κράτος, προκειμένου να έχουν πρόσβαση σε είδη και υπηρεσίες πρώτης ανάγκης. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, πάνω από τους μισούς από τους χαμηλά αμειβόμενους εργαζόμενους στις αλυσίδες φαστ φουντ εξαρτώνται ως ένα βαθμό από κάποιο δημόσιο βοήθημα.
Το αίτημα για την άνοδο του κατώτατου μισθού στα 15 δολάρια την ώρα, προήλθε μέσα από την αγανάκτηση ενάντια σε εταιρίες όπως η Walmart και η McDonald’s, που αγνοούν επιδεικτικά τις ανάγκες των εργαζομένων τους, την ώρα που οι ίδιες κολυμπάνε στα κέρδη.
Το 2012, 400 εργαζόμενοι της Walmart κατέβηκαν σε απεργία μέσα στη χαοτική ατμόσφαιρα των γιορτών των Χριστουγέννων, έχοντας απέναντι τους πολυεθνικές κολοσσούς. Παρά τις πολιτικές των εργοδοτών που στρέφονται ανοιχτά ενάντια σε κάθε συνδικαλιστικό δικαίωμα, οι εργαζόμενοι κατάφεραν να κάνουν το ίδιο και φέτος.
Πάνω στη βάση αυτών των αιτημάτων και της εντατικής εκστρατείας υπεράσπισης των εργασιακών δικαιωμάτων συνολικά, η Κσαμά Σαγουάντ, μέλος της Σοσιαλιστικής Εναλλακτικής στο Σιάτλ, κατάφερε να εκλεγεί δημοτική σύμβουλος, παίρνοντας πάνω από 90.000 ψήφους.
Στη συνέχεια δημοσιεύουμε συνέντευξη με τον Κάρλος Ερνάντες, εργαζόμενο σε εταιρία φαστ φουντ και συνδικαλιστή στο κίνημα για την αύξηση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα στο Σιάτλ
- Κάρλος, γιατί κατεβαίνουν σε κινητοποιήσεις οι εργαζόμενοι στα φαστ φουντ;
Οι εργασιακές συνθήκες είναι άθλιες, η ζωή μας στο όριο της αξιοπρέπειας, δυσκολευόμαστε να πληρώσουμε λογαριασμούς, να παρέχουμε τα απαραίτητα στις οικογένειές μας. Η πλειοψηφία των εργαζομένων πληρώνεται με τον κατώτατο δυνατό μισθό, χωρίς να παίρνουν καν υπερωρίες.
- Ποια είναι τα κύρια αιτήματα των εργαζομένων στα φαστ φουντ;
Το πρώτο βασικό αίτημα είναι η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η οποία παραμένει άπιαστο όνειρο για τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων, αλλά ταυτόχρονα και οι αυστηρότεροι κανόνες ασφάλειας και υγιεινής στο χώρο εργασίας. Το πιο δημοφιλές αίτημα ωστόσο, είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού σε 15 δολάρια την ώρα, ένα μέτρο που θα έδινε ανάσα στους εργαζόμενους, ενώ θα τους επέτρεπε ακόμη και να ολοκληρώσουν την εκπαίδευσή τους, αφού δε θα ήταν υποχρεωμένοι να κάνουν δυο και τρεις δουλειές.
Εμείς είμαστε αυτοί που λειτουργούν τη βιομηχανία του φαστ φουντ. Εμείς ανοίγουμε τα εστιατόρια, καθαρίζουμε, φτιάχνουμε το φαγητό, εξυπηρετούμε τους πελάτες. Για τα αφεντικά ωστόσο, το μόνο που έχει σημασία είναι τα κέρδη τους. Όσο οι ίδιοι συνεχίζουν να κερδίζουν, αντιμετωπίζουν τους εργαζόμενους σαν αναλώσιμους. Όταν κάποιος αρρωσταίνει απολύεται. Μέχρι στιγμής μόλις στο 1% των συγκεκριμένων χώρων εργασίας υπάρχουν σωματεία. Είναι πολύ σημαντικό να επεκταθεί αυτή η προσπάθεια.
- Πως απαντάνε οι εταιρίες στις κινητοποιήσεις σας;
Ακριβώς όπως περιμέναμε να αντιδράσουν. Κάνουν οτιδήποτε περνάει από το χέρι τους για να μας σαμποτάρουν. Ξέροντας ότι πολλοί εργαζόμενοι στηρίζουν τις οικογένειές τους και φοβούνται για τη δουλειά τους, το βασικό τους όπλο είναι ο εκφοβισμός. Εγώ έχω ήδη απολυθεί δύο φορές εξαιτίας της συνδικαλιστικής μου δράσης. Δε θέλω όμως οι συνθήκες δουλειάς να παραμείνουν για πάντα οι ίδιες. Δεν πρόκειται μόνο για μένα και τους συναδέλφους μου, αλλά και για αυτούς που θα έρθουν στο μέλλον. Οι ιδιοκτήτες θα συνεχίζουν να πλουτίζουν πατώντας πάνω στις πλάτες των εργαζομένων.
Μετά την πρώτη μου απεργία, άρχισα να μιλάω με τους συναδέλφους μου για τα δικαιώματά τους, και η εργοδοσία άρχισε την προσπάθεια να με απομονώσει από τους υπόλοιπους εργαζόμενους, ειδικά τους ισπανόφωνους. Ξέρουν ότι είμαι καλός στη δουλειά μου και δε θα μπορούσαν να με απολύσουν χωρίς αφορμή γιατί θα υπήρχαν αντιδράσεις. Έψαξαν λοιπόν για αφορμή… και τη βρήκαν: με απέλυσαν επειδή έδωσα ένα μπισκότο σε ένα παιδί. Δυστυχώς οι κανόνες τους το επέτρεπαν. Πάνω μου είχα στραμμένη μονίμως μια κάμερα που με παρακολουθούσε. Περίμεναν να κάνω κάτι «κακό».
- Πως μπορεί να προχωρήσει το κίνημα;
Δεν είναι εύκολο, αλλά δεν είναι και αδύνατο. Πολλοί άνθρωποι αγκαλιάζουν καθημερινά αυτό τον αγώνα και πιστεύω ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν, όχι μόνο για τους μετανάστες και τους ισπανόφωνους, αλλά για την πλειοψηφία των ανθρώπων αυτής της χώρας. Στόχος μας είναι να πετύχουμε καλύτερες εργασιακές συνθήκες, ανθρώπινους μισθούς που να μας επιτρέπουν να συντηρήσουμε τις οικογένειές μας, να κερδίσουμε μια αξιοπρεπή ζωή. Προσπαθούμε να επιβιώσουμε και δε μας αφήνουν. Είμαστε ένα βήμα πριν καταλήξουμε στο δρόμο. Τα παιδιά μας ένα βήμα πριν τα ναρκωτικά.
Για μας είναι σημαντικό η υπόλοιπη κοινωνία να μάθει κάτω από ποιες συνθήκες εργαζόμαστε, ποιος είναι ο μισθός μας, ποιο είναι το επίπεδο της εκμετάλλευσης στο χώρο του φαστ φουντ. Σε αυτό το κομμάτι νομίζω ότι πετυχαίνουμε σημαντικά προχωρήματα, αφού όλο και περισσότεροι άνθρωποι γνωρίζουν την πραγματικότητα του χώρου εργασίας μας.
Ένας άλλος στόχος είναι να καταφέρουμε να μείνουμε ενωμένοι μεταξύ μας, αλλά και με την υπόλοιπη κοινωνία, την οποία επίσης προσπαθούν να τρομοκρατήσουν οι εταιρίες, λέγοντας ότι αν ο μισθός μας ανέβει στα 15 δολάρια την ώρα όπως ζητάμε, θα αυξηθούν οι τιμές των τροφίμων και θα χτυπηθεί συνολικά η οικονομία. Στην πραγματικότητα αυτό που ζητάμε είναι να μπορούμε να επιβιώσουμε πατώντας στα πόδια μας και χωρίς να εξαρτόμαστε από τις κρατικές παροχές για ένα πιάτο φαγητό.
- Υποστήριξες με ενθουσιασμό την προεκλογική εκστρατεία της Κσάμα Σγουάντ. Γιατί;
Πιστεύω ότι χρειαζόμαστε πολιτικούς που έχουν τις ίδιες εμπειρίες, έχουν περάσει τα ίδια εμπόδια με μας. Φτωχούς ανθρώπους, μειονότητες, αυτοί πρέπει να μας εκπροσωπούν και είναι ελάχιστοι. Η πλειοψηφία των ανθρώπων αυτής της χώρας είναι φτωχοί εργαζόμενοι, μετανάστες, μαύροι και ισπανόφωνοι. Η φωνή τους δεν ακούγεται.
Κάποιοι Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι πολιτικοί που, θεωρητικά, υποστηρίζουν τον αγώνα μας, έρχονται στις κινητοποιήσεις και εξαφανίζονται όταν φεύγουν οι κάμερες. Αυτό δε συμβαίνει με την Κσάμα, και πιστεύω ότι χρειαζόμαστε ανθρώπους σαν αυτή, που γνωρίζουν την κατάσταση όπως αυτή, που θέλουν να βοηθήσουν τον κόσμο, αυτούς που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη, αυτούς που αποτελούν τα πιο εύκολα θύματα της εκμετάλλευσης, τις μειονότητες.
Δεν έχουμε εκπροσώπους που να παλεύουν μαζί μας. Υπάρχουν μόνο εκπρόσωποι αυτών που έχουν τα πάντα. Χρειαζόμαστε ανθρώπους που να εκπροσωπούν την εργατική τάξη, τους φτωχούς και τις μειονότητες, αυτούς που το έχουν ανάγκη.