Του Χάρη Σαββίδη
Καθώς συμπληρώνονται τρία χρόνια από την χρεοκοπία της αμερικανικής τράπεζας Lehman Brothers και την οξεία κρίση του αμερικανικού τραπεζικού συστήματος, η παγκόσμια κρίση του καπιταλισμού συνεχίζει να βαθαίνει.
Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου οι διεθνείς αγορές κινδύνεψαν να βρεθούν και πάλι στο χάσμα της αβύσσου. Αυτή τη φορά ο λόγος δεν ήταν εξίσου σαφής με τον Σεπτέμβριο του 2008, όταν οι μεγαλύτερες Αμερικανικές τράπεζες κατέρρεαν σαν πύργοι από τραπουλόχαρτα.
Η υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας του Αμερικανικού Δημοσίου από την Standard & Poor’s ήταν μια πρωτοφανής εξέλιξη. Οι «επενδυτές» βέβαια, λίγο-πολύ γνώριζαν την δεινή κατάσταση των δημοσίων οικονομικών στις ΗΠΑ, όσο όμως για το κόστος δανεισμού, αυτό όχι μόνο δεν αυξήθηκε μετά την υποβάθμιση (πυροδοτώντας έναν φαύλο κύκλο υπερχρέωσης, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας) αλλά αντιθέτως υποχώρησε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα (κάτω από το 2%, η απόδοση στα 10ετή ομόλογα)!
Τρομοκρατημένοι απ’ την αμερικανική υποβάθμιση, δανείζουν… την Ουάσιγκτον
Η αντίδραση αυτή της αγοράς μοιάζει σε πρώτη ανάγνωση αντιφατική, πλην όμως όχι μόνο έχει λογική εξήγηση αλλά και συνοψίζει το πρόβλημα των «αγορών»: Οι «επενδυτές» ανησυχούν, καθώς αντιλαμβάνονται ότι η δημοσιονομική κατάσταση των ΗΠΑ δεν είναι καλή. Η ανησυχία αυτή τους οδηγεί να ξεπουλάνε τις πλέον επίφοβες επενδύσεις, με αποτέλεσμα οι τιμές μετοχών, πρώτων υλών και εμπορευμάτων να υποχωρούν. Τα κεφάλαια, όμως, κάπου πρέπει να τοποθετηθούν. Παραδοσιακά, εξαιρετικά ασφαλής τοποθέτηση θεωρούνται τα ομόλογα των ισχυρότερων οικονομιών, μεταξύ των οποίων προφανώς και συγκαταλέγονται οι ΗΠΑ. Ως αποτέλεσμα οι επενδυτές που εγκαταλείπουν τα χρηματιστήρια εξαιτίας των ανησυχιών για τον Αμερικανικό δανεισμό… καταλήγουν να δανείζουν την Ουάσιγκτον.
Καταστροφικές αντιφάσεις του μηχανισμού της αγοράς
Η αντίφαση αυτή είναι ενδεικτική των «δυσλειτουργιών» που πλέον εμφανίζει ο περίφημος μηχανισμός της αγοράς. Άλλωστε όλη η κρίση γεννήθηκε ακριβώς από την «ελεύθερη» λειτουργία της αγοράς, που προκαλεί συσσώρευση του πλούτου σε όλο και λιγότερα χέρια, ενώ ο καπιταλισμός έχει διαρκώς ανάγκη από νέους καταναλωτές, ώστε να δικαιολογείται η συνεχής αύξηση των επενδύσεων (δηλαδή η περαιτέρω συσσώρευση του κεφαλαίου).
Προκειμένου να καλυφθεί η αδυναμία των εργαζομένων να αγοράζουν τα προϊόντα που παράγουν, «εφευρέθηκε» ο δανεισμός. Όταν, όμως, δεν υπάρχει προοπτική αποπληρωμής των χρεών, ο δανεισμός μετατρέπεται σε μια «φούσκα», που αργά ή γρήγορα θα σκάσει.
Πάνω από 1 τρις για να σωθούν οι τράπεζες!
Αυτό συνέβη προς τριετίας, παρασύροντας στον χαμό το σύνολο του αμερικανικού τραπεζικού συστήματος. Οι Αμερικανικές Αρχές (κυβέρνηση και κεντρική τράπεζα) παρενέβησαν για να σώσουν τις τράπεζες, χορηγώντας όσα κεφάλαια αυτές είχαν ανάγκη.
Πρόσφατα, το πρακτορείο Bloomberg αποκάλυψε ότι στο ζενίθ της κρίσης το 2008, η Αμερικανική κεντρική τράπεζα δάνειζε με σχεδόν μηδενικά επιτόκια δεκάδες δισ. δολάρια σε όλες τις μεγάλες τράπεζες (πάνω από 1 τρισ. δολ. συνολικά) Αμερικανικές αλλά και Ευρωπαϊκές. Γιατί στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, λογικό ήταν οι τριγμοί στο τραπεζικό σύστημα των ΗΠΑ να μεταδοθούν άμεσα στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Πρόσκαιρη κι αναιμική ανάκαμψη
Οι τράπεζες μέσα σε μερικούς μήνες είχαν σωθεί αλλά πλέον ήταν… τρομοκρατημένες. Προτιμούσαν να συσσωρεύουν κεφάλαια για να μην βρεθούν ξανά εκτεθειμένες, «κλίνοντας την στρόφιγγα» των δανείων προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Έτσι η παγκόσμια οικονομία «βυθίστηκε» στην ύφεση, αναγκάζοντας τις κυβερνήσεις να δανειστούν πρωτοφανή ποσά για να στηρίξουν την ανάπτυξη. Πέτυχαν έτσι μια πρόσκαιρη ανάκαμψη αλλά σύντομα φάνηκε ότι τα λάθη του παρελθόντος θα συνεχίζονταν.
Ένταση της κερδοσκοπίας και της εκμετάλλευσης
Οι επιχειρήσεις, προσπαθώντας να διατηρήσουν τα κέρδη τους, ενέτειναν τις πρακτικές κερδοσκοπίας και εκμετάλλευσης των εργαζομένων. Οι κυβερνήσεις όχι μόνο δεν αντιτάχθηκαν αλλά και ανέλαβαν την… βρώμικη δουλειά.
Σε ΗΠΑ και Ευρώπη η κρίση εξελίχθηκε σε μια ευκαιρία διάλυσης όσων θεσμών του κοινωνικού κράτους είχαν απομείνει: Στο όνομα της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας εξαπολύθηκε επίθεση κατά των συλλογικών διαπραγματεύσεων (από το Γουϊσκόνσιν των ΗΠΑ, μέχρι την Ελλάδα) και στο όνομα της καταπολέμησης των ελλειμμάτων «πετσοκόπηκαν» οι δημόσιες δαπάνες (από τα προγράμματα υγείας και ασφάλισης στις ΗΠΑ, μέχρι τα Βρετανικά πανεπιστήμια).
Λογική συνέπεια ήταν να υποχωρήσει περαιτέρω η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων και άρα η κρίση να βαθύνει.
Απειλή νέας ύφεσης
Σε αυτή την φάση βρισκόμαστε σήμερα. Η Αμερικανική οικονομία απειλείται με νέα ύφεση και στην Ευρώπη ακόμα και η μέχρι πρόσφατα πανίσχυρη Γερμανική οικονομία «χάνει στροφές» (ανάπτυξη μόλις 0,1% την άνοιξη).
Η διαφορά με το 2008 είναι ότι σήμερα κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες έχουν ξεμείνει από «όπλα».
Περιθώρια νέου δανεισμού δεν υπάρχουν, τα επιτόκια είναι ήδη στο μηδέν και η εκτύπωση κι άλλου χρήματος θα υπονόμευε την αξιοπιστία των νομισμάτων. Δεν είναι, δηλαδή, μόνο οι επενδυτές που έχουν ξεμείνει από εναλλακτικές λύσεις (και στρέφονται στα ομόλογα του Αμερικανικού Δημοσίου, που την ίδια στιγμή θεωρούν επίφοβα) αλλά και οι κυβερνήσεις δεν έχουν πλέον τι να κάνουν.
«Φορολογείστε μας» ζητούν οι… κροίσοι!
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν λύσεις. Νομπελίστες, μεγαλοεπενδυτές και μεγιστάνες του πλούτου, με άρθρα τους στις μεγαλύτερες εφημερίδες ζητούν να αυξηθούν οι φόροι στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές ή ακόμα και στα εισοδήματά τους, ώστε να υπάρξει αναδιανομή εισοδήματος. Είτε πρόκειται για τον Γουόρεν Μπάφετ είτε για 16 Γάλλους Κροίσους, η κοινή συνισταμένη είναι «φορολογείστε μας». Πρόσφατα άρθρο του περιοδικού Spiegel καλούσε τους Ευρωπαίους να «αγανακτήσουν» ως μόνη λύση στα αδιέξοδα της ΕΕ.
Ορθώς, ένα κομμάτι της άρχουσας τάξης, αντιλαμβάνεται τα προβλήματα, ορθώς κάποιοι απ’ αυτούς εστιάζουν στις λύσεις αλλά αυτό που δεν κατανοούν, τουλάχιστο στην πλήρη του διάσταση είναι ότι αυτές οι λύσεις δεν πρόκειται να προκύψουν από το σημερινό σύστημα (την αγορά, τις πολιτικές ηγεσίες ή τους τεχνοκράτες).
Όσο το σύστημα του κέρδους και των αγορών συνεχίζει να υπάρχει, θα παράγει όλο και πιο ακραίες αντιφάσεις, οδηγώντας σε μια όλο και πιο βαθιά κρίση που τελικά θα καταλήξει σε έναν μεγάλο οικονομικό πόλεμο (στο παρελθόν οδήγησε σε δύο παγκόσμιους πολέμους) ικανό να καταστρέψει το «πλεονάζον» κεφάλαιο, με ανείπωτα σκληρές συνέπειες για την ανθρωπότητα.
Τρελλή κούρσα προς τον όλεθρο – σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα
Για να σταματήσει αυτή η τρελή κούρσα προς τον όλεθρο, θα πρέπει να παρέμβει κάποια δύναμη «εκτός του συστήματος», διατεθειμένη και ικανή να επιβάλλει διαφορετικές πολιτικές. Και τα δύο αυτά χαρακτηριστικά συγκεντρώνει η εργατική τάξη: Έχει κάθε λόγο να επιθυμεί την αλλαγή και μπορεί να την επιβάλλει, καθώς αυτή ελέγχει στην πραγματικότητα την παραγωγική διαδικασία. Αρκεί να το «συνειδητοποιήσει»… κάτι που έχει να κάνει κατά κύριο λόγο με τους επικεφαλής των εργατικών (αριστερών) κομμάτων και του συνδικαλιστικού κινήματος.
Τελικά, ίσως το μόνο σημείο στο οποίο έλεγε αλήθεια ο Γ. Παπανδρέου στις τελευταίες εκλογές ήταν ότι σήμερα, περισσότερο από ποτέ, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το δίλημμα που περιέγραψε η Ρόζα Λούξεμπουργκ: «Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα». Μόνο που δεν εξήγησε ότι αυτός αντιπροσώπευε τη βαρβαρότητα.